Ο Πρωτεσίλαος ήταν γιος του Ίφικλου που ήταν βασιλιάς της
Φυλάκης στην Θεσσαλία. Το όνομα του έγινε γνωστό γιατί ήταν ο πρώτος νεκρός από
τους Αχαιούς στον πόλεμο της Τροίας.
Στον Τρωικό Πόλεμο ήταν υποχρεωμένα με όρκο να λάβουν μέρος
όσα αρχοντόπουλα της Ελλάδας είχαν ζητήσει να πάρουν γυναίκα τους την Ωραία
Ελένη. Ο Πρωτεσίλαος ήταν ένας από αυτούς. Αρχοντόπουλο ακόμη ο Πρωτεσίλαος,
ζώντας στη Φυλάκη, είχε στείλει προξενητάδες με πολλά δώρα στη Σπάρτη ζητώντας
να κάνει γυναίκα του την Ωραία Ελένη.
Πριν την επιλογή του συζύγου της, που ήταν ο Σπαρτιάτης
Μενέλαος, οι μνηστήρες, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονταν και οι Αντίλοχος,
Αίας ο του Οιλέα, ο Αίας ο Τελαμώνιος, ο Μενέλαος, ο Διομήδης, ο Πολυποίτης, ο
Ελπήνωρ, ο Εύμηλος, ο Ποδαλείριος, ο Ιδέας, ο Λεοντέας, ο Φιλοκτήτης κ.α,ορκίστηκαν
ενώπιον του Αγαμέμνονα, των αδελφών της Ελένης,
Κάστορα και Πολυδεύκη, των γνωστών με το όνομα Διόσκουροι, και των γονέων της Ελένης, πως θα στέκονταν για πάντα εγγυητές του γάμου της Ελένης, όποιος και αν επιλεγόταν για την επίζηλη αυτή θέση.
Κάστορα και Πολυδεύκη, των γνωστών με το όνομα Διόσκουροι, και των γονέων της Ελένης, πως θα στέκονταν για πάντα εγγυητές του γάμου της Ελένης, όποιος και αν επιλεγόταν για την επίζηλη αυτή θέση.
Έτσι μετά την αρπαγή της Ελένης από τον Πάρη, αναγκάστηκε κι
ο Πρωτεσίλαος να λάβει μέρος στην εκστρατεία τιμωρίας του Πάρη, που έμεινε
γνωστή ως Τρωική Εκστρατεία. Στην εκστρατεία αυτή, κατά τον Όμηρο συμμετείχε ο
Πρωτεσίλαος με 40 καράβια.
Ο Πρωτεσίλαος σαν μεγάλωσε κι έγινε είκοσι ετών παντρεύτηκε
την όμορφη Λαοδάμεια. Η Λαοδάμεια ήταν κόρη του βασιλιά της γειτονικής με τη
Φυλάκη πόλης, της Ιωλκού. Ήταν κόρη του Άκαστου, του γιου του Πελία. Ο
γάμος έγινε μια μέρα πριν ξεκινήσει για την Τρωική Εκστρατεία.
Μάλιστα από τη βιασύνη του να φύγει για την Τροία λησμόνησε τις καθιερωμένες
θυσίες προς τιμήν της θεάς Άρτεμης. . Όπως μας λέει ο Όμηρος δεν είχε προλάβει
ακόμη να τελειώσει ούτε το σπίτι του που είχε αρχίσει να το χτίζει και το
παράτησε μισοτελειωμένο.
Πολλοί μύθοι κυκλοφορούσαν για τον
Πρωτεσίλαο. Είχε, έλεγαν, ένα τεράστιο σώμα. Ήταν ολόκληρος γίγαντας, δέκα
πήχεις ψηλός. Και θα μεγάλωνε ακόμη περισσότερο, αν δεν σκοτωνόταν τόσο νωρίς.
Ήταν μόνο είκοσι χρονών.
Στην Τροία ήταν το πρώτο από τα θύματα των Ελλήνων. Ο
θάνατός του αποδίδεται στην προφητεία-χρησμό της θεάς Θέτιδας. Η Θέτιδα έλεγε
πως ο πρώτος Έλληνας που θα πατούσε στο έδαφος της Τροίας θα σκοτωνόταν άμεσα.
Ο Πρωτεσίλαος, δεν ήθελε να αποβιβαστεί πρώτος γιατί ήξερε ότι τον περίμενε ο
θάνατος. Τον ξεγέλασε όμως ο πονηρός βασιλιάς της Ιθάκης, ο Οδυσσέας, ο οποίος
γνώριζε πολύ καλά τι ακριβώς έλεγε ο χρησμός.
Έριξε, λοιπόν, ο Οδυσσέας πρώτα την ασπίδα του στο τρωικό
έδαφος και μετά πήδησε ο ίδιος πρώτος, αλλά στάθηκε επάνω στην ασπίδα. Έτσι ο
Οδυσσέας δεν πάτησε το χώμα της Τροίας, αν και πήδηξε πρώτος από το καράβι και
για το λόγο αυτό δεν σκοτώθηκε. Αντίθετα σκοτώθηκε ο Πρωτεσίλαος που
ξεγελασμένος από τον Οδυσσέα πήδηξε στο έδαφος της Τροίας μετά από αυτόν,
νομίζοντας ότι ήταν δεύτερος.
Ο Πρωτεσίλαος αφού κατόρθωσε να σκοτώσει πολλούς αντιπάλους
του, δέχτηκε θανατηφόρο χτύπημα απ' τον Έκτορα, που καθοδηγούνταν από την
Άρτεμη, αδελφή του προστάτη της Τροίας Απόλλωνα.
Το μαύρο μήνυμα του χαμού του άντρα της, του Πρωτεσίλαου,
δεν άργησε να το μάθει η γυναίκα του Λαοδάμεια, που είχε μείνει μόνη της στη
Φυλάκη. Άρχισε τότε να κλαίει απαρηγόρητα, με τίποτε δεν μπορούσε να
παρηγορηθεί. Στην μεγάλη της απελπισία και απόγνωση που την
έδερνε, έφτιαξε ένα κέρινο ομοίωμα του άντρα της και μ' αυτό στην αγκαλιά της
περνούσε μέρες και νύχτες. Ο πατέρας της Λαοδάμειας, έλεγαν άλλοι μύθοι,
προσπαθούσε να την παρηγορήσει και την μάλωνε που κοιμόταν με κέρινο ομοίωμα
του άντρα της έτσι εξοργισμένος το έριξε στην φωτιά. Γι' αυτό αυτοκτόνησε η
Λαοδάμεια, έλεγαν αυτοί οι μύθοι. Άλλοι τα έλεγαν διαφορετικά. Δεν έκαψε ο
πατέρας της το κέρινο ομοίωμα του Πρωτεσίλαου. Το κρατούσε η Λαοδάμεια στην
αγκαλιά της και συνομιλούσε μ' αυτό, όταν ο Ερμής έφερε κοντά της τον
Πρωτεσίλαο. Άλλος μύθος έλεγε ωστόσο ότι η Λαοδάμεια αυτοπυρπολήθηκε μαζί με το
κέρινο ομοίωμα του Πρωτεσίλαου και άλλος ότι πέθανε στην αγκαλιά του άντρα της.
Η θεά Άρτεμης γνωρίζοντας την μεγάλη αγάπη του για
την Λαοδάμεια, για να τον τιμωρήσει επειδή δεν της πρόσφερε θυσίες
στον γάμο του, κατόρθωσε και τον έκανε να πιει λίγο μόνο από το νερό
της Λήθης που έπιναν οι κατερχόμενοι νεκροί για να λησμονήσουν το
παρελθόν, την επίγεια ζωή τους. Ο Πρωτεσίλαος στον Κάτω Κόσμο πάντα θυμόνταν
την γυναίκα του και ήταν απαρηγόρητος.
Έτσι νέος που βρέθηκε στον Κάτω Κόσμο και
μάλιστα τόσο άδικα και νιόπαντρος ο Πρωτεσίλαος παραπονούνταν στον Πλούτωνα το
θεό του Άδη και αναθεμάτιζε την Ωραία Ελένη, που εξαιτίας της έγινε ο Τρωικός
Πόλεμος και έτσι έχασε τη ζωή του.
Ύστερα από πολύχρονες ικεσίες όμως του ήρωα πείθεται ο
Πλούτωνας και με τη σύμφωνη γνώμη της γυναίκας του, της Περσεφόνης, του
επιτρέπει, να περάσει μια μέρα στον Επάνω Κόσμο, συνοδευόμενος από τον
Ερμή, ώστε να συναντήσει τη γυναίκα του, όχι απλά σαν μία σκιά αλλά μ' όλη του
την σωματική ακμή, σα να μην είχε ποτέ πεθάνει. Η Λαοδάμεια μόλις τον αντίκρισε, έπεσε
με λυγμούς στην αγκαλιά του, πιστεύοντας ότι η αγγελία του θανάτου του
ήταν ένα τερατώδες ψέμα ή λάθος. Εκείνος όμως της εξηγεί την αλήθεια και την
παρακαλεί, λίγο πριν φύγει, να μη θελήσει να ζήσει χωρίς εκείνον. Πολύ
γρήγορα, πέρασε ο χρόνος της άδειας που δόθηκε στον Πρωτεσίλαο. Όταν ήρθε η
ώρα να φύγει πάλι και να επιστρέψει στον Κάτω Κόσμο, η Λαοδάμεια,
μην αντέχοντας ένα καινούργιο χωρισμό, αρπάζει το σπαθί του και το βυθίζει
στο στήθος της, ακολουθώντας, τον αιώνια αγαπημένο της στον Κάτω Κόσμο.
Το αλίευσα ΕΔΩ