Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2012

Πατήρ Ανδρέας Ιωαννίδης: Ο Παπαφλέσσας της Βορείου Ηπείρου.

Διαβάσαμε για την παλικαριά αυτού του ιερέα. 
Αληθινός Παπαφλέσσας.
Καμαρώστε την (και διηγηθείτε την στα παιδιά σας, δεν πρόκειται ποτέ να την διδαχθούν στα ανθελληνικά μας σχολεία):

Γεν­νή­θη­κε στο Α­λήκο το 1891,ό­που και τε­λεί­ω­σε το Σχο­λαρ­χεί­ο του χω­ριού του. 
Το 1913 κα­τε­τά­γη ε­θε­λο­ντής στον Ελ­λη­νι­κό Στρα­τό, ό­που υ­πη­ρέ­τη­σε μέ­χρι το 1916. 
Το 1923 χει­ρο­το­νή­θη­κε ιε­ρέ­ας α­πό τον α­εί­μνη­στο Μη­τρο­πο­λί­τη Βα­σί­λειο και α­πε­στά­λη στην ε­νο­ρί­α του Α­λή­κου ως ε­φη­μέ­ριος ό­που και υ­πη­ρέ­τη­σε μέ­χρι το 1944.

Κα­τά τη διάρ­κεια της ε­φη­με­ρί­ας του στο Α­λήκο δί­δα­σκε και ως ελ­λη­νο­δι­δά­σκα­λος στο δη­μο­τι­κό σχο­λεί­ο.


Τη χρο­νι­κή πε­ρί­ο­δο αυ­τή (1924 - 1944) ανέπτυξε τε­ρά­στια ε­θνι­κή και θρη­σκευ­τι­κή δρά­ση. Απο­τέ­λε­σμα της ο­ποί­ας ή­ταν η κα­τά ε­πα­νει­λημ­μέ­να χρο­νι­κά δια­στή­μα­τα ε­ξο­ρί­α του εκ μέ­ρους των αλ­βα­νι­κών αρ­χών.

Ένας ιερέας ... παλικάρι:

Συ­γκε­κρι­μέ­να το 1931, ό­ταν ε­κλή­θη στους Α­γί­ους Σα­ρά­ντα να τε­λέ­σει δο­ξο­λο­γί­α με την ευ­και­ρί­α της αλ­βα­νι­κής ε­θνι­κής ε­ορ­τής (28 Νο­εμ­βρί­ου), αρ­νή­θη­κε να το πρά­ξει και ε­ξο­ρί­στη­κε τό­τε ε­πί 8 μή­νες. 

Το 1935 ό­ταν οι αλ­βα­νι­κές αρ­χές πί­ε­ζαν το ελ­λη­νι­κό στοι­χεί­ο να δε­χθεί ό­χι μό­νο τη δι­δα­σκα­λί­α στα αλ­βα­νι­κά, αλ­λά και την τέ­λε­ση της θεί­ας λει­τουρ­γί­ας στους να­ούς σ' αυ­τή τη γλώσ­σα, ο ί­διος α­ντέ­τα­ξε σθε­να­ρή α­ντί­στα­ση. Ο­ταν ο αλ­βα­νο­δι­δά­σκα­λος Α­θα­νά­σιος Λιά­κος, α­πό τη Μου­ζί­να, κα­τά τη λει­τουρ­γί­α στον ιε­ρό να­ό της Α­γί­ας Βαρ­βά­ρας της ε­νο­ρί­ας του Α­λήκου ε­πι­χεί­ρη­σε να ψά­λει στα αλ­βα­νι­κά, δέ­χτη­κε το θυ­μια­τή­ριο του πα­πα-Αν­δρέ­α στο κε­φά­λι και τον έ­βγα­λε με τις κλο­τσιές α­πό την εκ­κλη­σί­α. 


Ε­ξο­ρί­στη­κε και τό­τε α­πό τις αλ­βα­νι­κές αρ­χές, αλ­λά ό­ταν ε­κλή­θη να α­πο­λο­γη­θεί στο Μη­τρο­πο­λι­τι­κό Συμ­βού­λιο δι­καιώ­θη­κε α­πο­λύ­τως α­πό το Μη­τρο­πο­λί­τη του. 

Μά­λι­στα ό­ταν ο γραμ­μα­τέ­ας πα­ρου­σί­α­ζε τον πα­πα-Αν­δρέ­α στον Δε­σπό­τη εί­πε: "Σε­βα­σμιώ­τα­τε, ο πα­πα-Αν­δρέ­ας, συν τοις άλλοις κρα­τά και πι­στό­λι ε­πά­νω του".

Ο Δε­σπό­της α­πά­ντη­σε στο γραμ­μα­τέ­α του, ό­τι δεν εί­ναι δυ­να­τόν ο πα­πάς να ο­πλο­φο­ρεί και τό­τε ο πα­π-Αν­δρέ­ας λέ­ει στο Δε­σπό­τη " Σε­βα­σμιώ­τα­τε, δε σας λέ­ει ψέ­μα­τα ο γραμ­μα­τέ­ας σας" και α­μέ­σως α­νοί­γει το ρά­σο του και βγά­ζει α­πό τη μέ­ση ένα νά­γκα­ντ (εί­δος πι­στο­λιού και ε­ξή­γη­σε τους λό­γους ο­πλο­φο­ρί­ας ).


Ο Δε­σπό­της ση­κώ­θη­κε και τον φί­λη­σε στο μέ­τω­πο. Και ό­χι μό­νο δεν τον τι­μώ­ρη­σε , αλ­λά τον έ­κα­με σταυ­ρο­φό­ρο και οι­κο­νό­μο. Οι Ελ­λη­νες τον α­πε­κά­λε­σαν έ­κτο­τε "νέ­ο Πα­πα­φλέσ­σα".

Η μάχη στις Θερμοπύλες της Β.Ηπείρου:

Το 1941 με­τά την ο­πι­σθο­χώ­ρη­ση των ελ­λη­νι­κών στρα­τευ­μά­των α­πό τη Βό­ρειο Η­πει­ρο λό­γω της γερ­μα­νι­κής ει­σβο­λής στην Ελ­λά­δα α­πό το βορ­ρά (Μα­κε­δο­νί­α - Θρά­κη), ο­μά­δες ορ­γα­νω­μέ­νες Αλ­βα­νών ληστο­συμ­μο­ρι­τών σπεύ­σα­νε να κλέ­ψουν, να λε­η­λα­τή­σουν, να κά­ψουν και να σκο­τώ­σουν, ό­πως και κα­τά το πα­ρελ­θόν εί­χαν πρά­ξει, τρο­μο­κρα­τώ­ντας το ελ­λη­νι­κό στοι­χεί­ο και δη­μιουρ­γώ­ντας έ­τσι κα­θε­στώς α­να­σφά­λειας και τά­ση φυ­γής τους.

Οι α­προ­στά­τευ­τοι Βο­ρειο­η­πει­ρώ­τες τρο­μο­κρα­τημέ­νοι και α­νυ­πε­ρά­σπι­στοι άρ­χι­σαν να προ­ε­τοι­μά­ζο­νται για την ε­γκα­τάλειψη του τό­που. Ο πα­πα-Ανδρέ­ας, ό­μως, αν και άρ­ρω­στος στο κρε­βά­τι με πυ­ρε­τό, ξε­σή­κω­σε και συ­γκέ­ντρω­σε ό­λο το χω­ριό και ό­λοι νέ­οι και γέ­ροι, ε­κτός α­πό τα γυ­ναι­κό­παι­δα κα­τέ­βη­καν στο ση­μεί­ο Α­λου­πά­να (στο τέ­λος του χω­ριού Τσα­ού­σι), ό­που και πε­ρί­με­ναν τους ει­σβο­λείς Αλ­βα­νούς ληστο­συμ­μο­ρί­τες, υπερασπιζόμενοι ως νέ­οι Λε­ω­νί­δες τις πα­τρο­πα­ρά­δο­τες ελ­λη­νι­κές Θερ­μο­πύ­λες τους.


Ε­πτά φο­ρές προ­σπά­θη­σαν οι Λια­μπο­αρ­βα­νί­τες να σπά­σουν την κα­λά ορ­γα­νω­μέ­νη αυ­το­ά­μυ­να, που αγρυ­πνού­σε μέ­ρα και νύ­χτα, αλ­λά και τις ε­πτά α­πο­κρού­στη­καν, με α­πο­τέ­λε­σμα τε­λι­κά να τρα­πούν σε φυ­γή έ­χο­ντας αρ­κε­τές α­πώ­λειες. Μά­λι­στα δύ­ο απ' αυ­τούς πιά­στη­καν ζω­ντα­νοί και κρα­τή­θη­καν ως αιχ­μά­λω­τοι για με­ρι­κές μέ­ρες και με­τά α­φέ­θη­καν ε­λεύ­θε­ροι. Το γε­γο­νός αυ­τό α­πο­δει­κνύ­ει με τον κα­λύ­τε­ρο τρό­πο την υ­πευ­θυ­νό­τη­τα, την πα­λι­κα­ριά που έ­φτα­νε ώς και την αυ­τα­πάρ­νη­ση αλ­λά ταυ­το­χρό­νως και την ορ­θό­δο­ξη με­γα­λο­ψυ­χί­α.

Νέες διώξεις:

Η ε­θνι­κή και θρη­σκευ­τι­κή δρά­ση του τον έ­θε­σε στο στό­χα­στρο α­κό­μη και των κομμουνι­στών, οι ο­ποί­οι προ­σπά­θη­σαν να τον ε­ξο­ντώ­σουν. Το 1944 προ­σπά­θη­σαν να τον συλ­λά­βουν αλλά κα­τά­φε­ρε να δια­φύ­γει. Οι κομ­μου­νι­στές τότε ει­σέ­βα­λαν στο σπί­τι του, τρο­μο­κρά­τη­σαν την οι­κο­γέ­νειά του (η ο­ποί­α στη συ­νέ­χεια ε­ξο­ρί­στη­κε α­πό το κομ­μου­νι­στι­κό κα­θε­στώς), κά­ψα­νε το σπί­τι και κα­τέ­σχε­σαν την ό­ποια πε­ριου­σί­α του.
 
Ο ί­διος α­φού κα­τά­φε­ρε μα­ζί με φί­λους να πε­ρά­σει στη Νό­τια Η­πει­ρο έ­λα­βε μέ­ρος στον Ε­θνι­κό Α­γώ­να και το 1944 - 1945 στις ε­θνι­κές ο­μά­δες του στρα­τη­γού Ζέρ­βα.

Ε­κλει­σε τα μά­τια του τον Ιού­λιο του 1966 στα Ιω­άν­νι­να, χω­ρίς να δει ε­λεύ­θε­ρη την πα­τρί­δα του, για την ο­ποί­α τό­σο πο­λύ μό­χθη­σε.... 
Πηγή                             από το Αντιπαρακμή                          Το αλίευσα ΕΔΩ
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Οι αναρτήσεις στο ¨Παζλ Ενημέρωσης¨

Παζλ Ενημέρωσης