Ήταν πρωί, περίπου 8:30, όταν ένας ηλικιωμένος περίπου 80 χρονών, με ράμματα στον αντίχειρά του, έφτασε στο νοσοκομείο. Είπε ότι ήταν βιαστικός, και ότι είχε ένα άλλο ραντεβού στις 9:00.
Η νοσοκόμα που τον ανέλαβε τον έβαλε να καθίσει κάπου, γνωρίζοντας ότι θα έπαιρνε πάνω από μια ώρα για να τον δει κάποιος γιατρός. Τον είδε να κοιτάει επίμονα το ρολόι του και επειδή δεν ήταν και πολύ απασχολημένη αποφάσισε να δει τη πληγή του. Αφού το εξέτασε προσεκτικά, είδε ότι η πληγή στον αντίχειρα είχε επουλωθεί και έτσι μίλησε με τους γιατρούς για να αφαιρέσουν τα ράμματα.
Ενώ του φρόντιζε τα ράμματα, τον ρώτησε αν είχε άλλο ραντεβού με γιατρό σήμερα. Ο ηλικιωμένος είπε πως δεν είχε ραντεβού με γιατρό αλλά έπρεπε να πάει στο γηροκομείο για να φάει πρωινό με τη σύζυγό του. Η νοσοκόμα τον ρώτησε πως πήγαινε από θέμα υγείας η σύζυγός του.
Ο ηλικιωμένος απάντησε ότι η γυναίκα του ήταν θύμα της νόσου Alzheimer. Της είπε ακόμα ότι η γυναίκα του δεν ήξερε ποιος ήταν και ότι δεν μπορούσε να τον αναγνωρίσει τα τελευταία 5 χρόνια.
Ο ηλικιωμένος απάντησε ότι η γυναίκα του ήταν θύμα της νόσου Alzheimer. Της είπε ακόμα ότι η γυναίκα του δεν ήξερε ποιος ήταν και ότι δεν μπορούσε να τον αναγνωρίσει τα τελευταία 5 χρόνια.
Η νοσοκόμα έμεινε έκπληκτη, και τον ρώτησε,
«Και γιατί συνεχίζεις και πας κάθε πρωί, αφού δεν ξέρει ποιος είσαι;»
Ο ηλικιωμένος χαμογέλασε, χάιδεψε το χέρι της νοσοκόμας και είπε:
«Δεν με γνωρίζει, αλλά εγώ εξακολουθώ να ξέρω ποια είναι….»
«Και γιατί συνεχίζεις και πας κάθε πρωί, αφού δεν ξέρει ποιος είσαι;»
Ο ηλικιωμένος χαμογέλασε, χάιδεψε το χέρι της νοσοκόμας και είπε:
«Δεν με γνωρίζει, αλλά εγώ εξακολουθώ να ξέρω ποια είναι….»
Ευχαριστίες στον Σπύρο Γκ. και τον Αχιλλέα Ο. για την αποστολή του κειμένου.
Το αλίευσα ΕΔΩ