Πέμπτη 6 Μαΐου 2010

Ανάλυση του αποσπάσματος: «Σεις λοιπόν είστε Θεσσαλονικείς και όλοι οι Θεσσαλονικείς ομιλούν συχνά τη Σλαβική»

Bookmark and Share
Απόσπασμα από τον βιβλίο του Φαίδωνα Μαλιγκούδη «Ελληνισμός και Σλαβικός κόσμος», εκδόσεων Βάνιας, σελ 121-132

Η παρούσα ενότητα θα αρχίσει με μια προσωπική εμπειρία: Όταν (πριν από περίπου 40 χρόνια) παρουσιαζόταν ο συντάκτης του παρόντος για πρώτη φορά στο φροντιστήριο της παλαιοσλαβικής γραμματολογίας του πανεπιστημίου της Φραγκφούρτης, ο καθηγητής του, ακούγοντας ότι ο νεοφερμένος κατάγεται από τη Θεσσαλονίκη, τον καλοσώρισε με ένα παράθεμα από τον, παλαιοσλαβικό, Βίο του Μεθοδίου: «Selunene vbsi cisto slovenbsky besedujut». Δηλαδή: «Σεις λοιπόν είστε Θεσσαλονικείς και όλοι οι Θεσσαλονικείς ομιλούν συχνά τη Σλαβική»[1].
Ανακαλώντας σήμερα στη μνήμη του το παραπάνω επεισόδιο, αναλογίζεται ο συντάκτης ότι ο ουκρανός δάσκαλος του παρουσίασε, άθελα του, ένα ζωντανό παράδειγμα του φαινομένου εκείνου που συνιστά τον πυρήνα κάθε ιστορικής ιχνηλάτησης: τη διάσταση που υπάρχει ανάμεσα στην αντικειμενική μαρτυρία της πηγής και στην υποκειμενική ερμηνεία της από τους μετέπειτα ερευνητές. Η διάσταση αυτή είναι εκείνη που θέτει τον σημερινό ερευνητή μπροστά στο δίλημμα να επιλέξει ανάμεσα στην ιστορική πραγματικότητα, όπως αυτή αντανακλάται από την πρωτογενή πηγή, ή την πλαστή εικόνα, τον μύθο, που συντηρούν οι δευτερογενείς ερμηνείες της ίδιας της πηγής. Με άλλα λόγια, για να επιστρέψουμε στο παράθεμα που χρησιμοποίησε ο ουκρανός σλαβολόγος και στο δίλημμα, μπροστά στο οποίο μας θέτει: Μιλούσαν πράγματι τον 9ο αι. όλοι οι Θεσσαλονικείς μια σλαβική διάλεκτο, όπως δέχονται πολλοί σλαβολόγοι, επικαλούμενοι το ανωτέρω παράθεμα, ή μήπως θα πρέπει να αγνοήσουμε τη μαρτυρία αυτή, χαρακτηρίζοντας την ίδια την πηγή μας αναξιόπιστη[2].

Η μόνη διέξοδος από το παραπάνω δίλημμα είναι η οδός της repetita lectio της ίδιας της πηγής. Η προσπάθεια δηλ. του ερευνητή να......
αναγνώσει και πάλι την πηγή, προσπαθώντας, όσο του είναι εφικτό, να παραμείνει πιστός στη νοοτροπία του δημιουργού της, ψηλαφώντας, με τον τρόπο αυτό, τον σημειωτικό κώδικα του τελευταίου. Ο κοινός τόπος, ότι δηλ. τη μεσαιωνική πηγή θα πρέπει να τη διαβάσει κα νείς με τα μάτια του μεσαιωνικού αναγνώστη, αποτελεί και για την περίπτωση μας τη μόνη διέξοδο[3].

Ξαναδιαβάζοντας, λοιπόν, το χωρίο της πηγής μας[4], θα πρέπει να σταθούμε στο ρήμα εκείνο, στο οποίο όλοι οι νεότεροι ερευνητές προσδίδουν το σημασιολογικό περιεχόμενο «ομιλώ» («όλοι οι Θεσσαλονικείς ομιλούν τη Σλαβική»). Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι ο συντάκτης του κειμένου μας (υπενθυμίζω εδώ την προσπάθεια να αναγνώσουμε την πηγή μέσα από τις κατηγορίες του μεσαιωνικού αναγνώστη) χρησιμοποιεί ένα «λόγου σημαντικόν» ρήμα (verbum dicendi), το πρωτογενές έτυμο του οποίου δεν συνδέεται με την οργανική λειτουργία της ανθρώπινης ομιλίας, την εκφορά δηλ. ήχου από τα φωνητικά όργανα. Ο μεσαιωνικός μας πληροφοριοδότης έχει επιλέξει, αντίθετα, ένα ρήμα που αποδίδει μιαν ιδιαίτερη έκφανση ανθρώπινης επικοινωνίας μέσω του προφορικού κώδικα.

Ειδικότερα: ο συντάκτης της πηγής μας δεν χρησιμοποιεί τα ρήματα glagolati ή govoriti, τα οποία κατεξοχήν σημαίνουν τη βιολογική λειτουργία της ανθρώπινης λαλιάς[5], αλλά επιλέγει το ρ. besedovati. Το σημασιολογικό όμως περιεχόμενο του ρήματος αυτού[6] δεν αποτελεί παρά μια διεύρυνση της έννοιας «συνάθροιση πολλών ατόμων». Το φαινόμενο, το οποίο παρατηρείται στη σημασιολογική διεύρυνση του ελλην. όμιλεΐν (αρχικά: «η συμμετοχή στη συνάθροιση», κατόπιν: «η ανταλλαγή προφορικού κώδικα»- όμιλος -» ομιλία), φαινόμενο που απαντά σε όλες τις ινδοευρωπαϊκές γλωσσικές οικογένειες[7], αντικατοπτρίζεται και στο ρήμα που μας παραδίδει η παλαιοσλαβική πηγή μας. Η αρχική σημασία του ρ. besedovati είναι: «κάθομαι έξω από την οικία», άρα: «μετέχω στη συνάθροιση»" η σημασία «συνομιλώ, διαλέγομαι», που απαντά σε γραπτά κείμενα και στις επιμέρους σλαβικές γλώσσες σήμερα, αποτελεί μιαν ύστερη σημασιολογική διεύρυνση, ανάλογη με εκείνη του ελληνικού «όμιλεΐν»[8].

Κεφαλαιώδους σημασίας για την προβληματική μας είναι το δεδομένο ότι τα παλαιοσλαβικά γραπτά μνημεία του 9ου-12ου αι. (τα οποία, όπως είναι γνωστό, αποτελούν στο σύνολο τους μεταφράσεις από βυζαντινά πρωτότυπα) διαφυλάσσουν και μας παραδίδουν σε όλο της το εύρος τη σημασιολογική απόχρωση μεταξύ των εννοιών «λέγειν, λαλεΐν, φθέγγεσθαι» από τη μια πλευρά και «όμιλεΐν, διαλέγειν, προσαγορεύειν» από την άλλη. Οι πρώτες αποδίδονται με τα κατεξοχήν λόγου σημαντικά ρήματα glagolati και govoriti, ενώ για την απόδοση της διευρυμένης σημασιολογικά έννοιας «όμιλεΐν» χρησιμοποιείται αποκλειστικά το ρ. besedo-vati[9].

Ας έρθουμε όμως στον πυρήνα του προβλήματος: στο δίλημμα, μπροστά στο οποίο έθεσε ο ουκρανός καθηγητής τον φοιτητή του ή, ευρύτερα, στο ζήτημα που θέτουν πολλοί σλαβολόγοι σήμερα, οι οποίοι χρησιμοποιούν το χωρίο της πηγής μας ως επιχείρημα, πάνω στο οποίο στηρίζουν απόψεις περί γλωσσικού εκσλαβισμού των Θεσσαλονικέων κατά τον 9ο αι. Παραμένοντας πιστοί στις σημασιολογικές κατηγορίες, τις οποίες χρησιμοποιεί ο συντάκτης της πηγής μας, θα πρέπει να διαπιστώσουμε ότι πρόθεση του δεν ήταν να καταγράψει ότι η «σπιτική λαλιά», η «πάτριος φωνή» των Θεσσαλονικέων ήταν η Σλαβική, επειδή τότε θα χρησιμοποιούσε τα ρήματα glagolati ή govoriti. Η αντικειμενική πληροφορία, η οποία απορρέει από την πηγή μας είναι ότι οι Θεσσαλονικείς ήταν σε θέση να συνδιαλέγονται συχνά χρησιμοποιώντας και τον σλαβικό προφορικό κώδικα. Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα, παραμένοντας ταυτόχρονα πιστοί στο πνεύμα της πηγής μας, ότι η σλαβική γλώσσα ήταν, κατά τα τέλη του 9ου αι., προσιτή σε ευρύτερα στρώματα του πληθυσμού της πόλεως μας. Συμπέρασμα, το οποίο δεν έρχεται σε αντίφαση με πληροφορίες που αντλούμε από βυζαντινές πηγές της ίδιας περιόδου, όπως εκείνην, π.χ., του Θεσσαλονικέα ιστορικού Ιωάννη Καμινιάτη, ο οποίος περι¬γράφει τόσο παραστατικά την ειρηνική συμβίωση (την «θαυμάσια ειρήνη») που επικρατούσε κατά τις αρχές του 10ου αι. ανάμεσα στους Θεσσαλονικείς και τον σλαβόφωνο πληθυσμό των γειτονικών της περιοχών[10].

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

[1]. Constantinus et Methodius Thessalonicenses, Fontes, ed. F. Grivec - F. Tomsic ( = Radovi Staroslovenskog Instituta, t. 4), Zagreb 1960, σ. 155, 8. Ο αναγνώστης που είναι εξοικειωμένος με το παλαιοσλαβικό κείμενο της πηγής θα παρατηρήσει, ορθά, ότι επιφέρω σιωπηρά εδώ μια φιλολογική διόρθωση στο κείμενο: αντί cisto ( = «ευκρινώς») που παραδίδεται στο κείμενο, νομίζω ότι το αρχικό επίρρημα ήταν cesto ( = «συχνά»).

[2]. Η σύντομη αυτή μελέτη δε φιλοδοξεί να «καταδείξει» την ελλη­νική καταγωγή των δύο αδελφών, αλλά να επισημάνει το φαινόμενο της υποκειμενικής ερμηνείας της πηγής, όπως περιγράφεται παραπά­νω. Η «εθνικότητα» (κατηγορία άγνωστη για τον άνθρωπο του Με­σαίων) των δύο Αγίων αποτελεί αντικείμενο έρευνας πολλών βουλγά­ρων ερευνητών. Στην αντίστοιχη ελληνική βιβλιογραφία δεσπόζει το έργο Αντ. - Αι. Ταχιάου, Η εθνικότης Κυρίλλου και Μεθοδίου κατά τας σλαβικός ιστορικός πηγάς και μαρτυρίας. Εν: Εόρτιος τόμος Κυ­ρίλλου και Μεθοδίου επί τη 1100 ετηρίδι, τ. Β' (Θεσσαλονίκη 1968), σ. 85-132. Πβ. και την, γαλλική, παραλλαγή του ιδίου έργου: Α.-Ε. Ta-chiaos, L'origine de Cyrille et de Methode. Verite et legende dans les sources slaves. Ev: Cyrillomethodianum II (1972-73), σ. 98-140. Πβ. επί­σης και τις εύστοχες παρατηρήσεις της V. Tupkova - Zaimova. Ο «βυ­ζαντινισμός» και το έργο των Κυρίλλου και Μεθοδίου (βουλγ.). Εν: Konstantin - Kiril filosof, Σόφια 1981, σ. 152, υποσημ. 2.

[3]. Πβ. την εύστοχη παρατήρηση ενός κορυφαίου εκπροσώπου της μετα-σοβιετικής ιστοριογραφικής σχολής, η οποία -ξεφεύγοντας από τα δεσμά του δογματισμού- επαναπροσδιορίζει το αντικείμενο της, τον άνθρωπο: «...σε πλήρη έκταση, η προβληματική της ιστορικής έ­ρευνας συνδέεται ουσιαστικά με την ανάλυση εκείνης της προσλαμβά­νουσας παράστασης που είναι χαρακτηριστική για το άτομο της επο­χής που μελετούμε και, σε τελική ανάλυση, με την αυτογνωσία του ατό­μου» (A Gourevich, Introduction. Εν: L'homme et l'histoire, Μόσχα 1990, σ. 11. Πβ. επίσης του ιδίου, Categories of Medieval culture, Λονδί­νο - Βοστώνη 1985, σ. 2-23).

[4]. Ο παλαιοσλαβικός Βίος του Μεθοδίου συντάχθηκε κατά την τε­λευταία δεκαετία του 9ου αι. μετά τον θάνατο του Αγίου (885). Παρα­δίδεται σε πολύ νεότερα χειρόγραφα, το σπουδαιότερο και αρχαιότε­ρο των οποίων είναι ο κώδικας της εκκλησίας της Κοιμήσεως Θεοτό­κου (Uspenskij sobor) στη Μόσχα (12ος - 13ος αι.). Πβ. Grivec - Tomsic (υποσημ. αρ. 1 ανωτέρω), σ. 145-146. Το πρόβλημα της ταυτότητας του συντάκτου της πηγής μας δεν έχει ακόμα διευκρινισθεί από την έρευ­να.

[5]. Τόσο το ρ. glagolati (αρχική μορφή: * gol-golati), όσο και το ρ. govoriti αποτελούν κλασσικά παραδείγματα ηχοποίητων λέξεων, συν­δέονται συνεπώς με την αρχέγονη σημασία: «εκφορά ανθρωπίνου ή­χου, λαλιά». Πβ. τα αντίστοιχα λήμματα στο «Ετυμολογικό λεξικό των σλαβικών γλωσσών» (ρωσ.), τ. 6 και 7 (Μόσχα 1979, 1980).

[6]. Ας μη λησμονούμε ότι βρισκόμαστε στον 9ο αι., εποχή κατά την οποία η σλαβική γλωσσική οικογένεια διατηρεί ακόμη σε χρήση τα αρ­χέγονα σημασιολογικά πεδία.

[7]. Π β. σχετικά CD. Buck, Words of Speaking and Saying in the Indo-European Languages. Ev: American Journal of Philology XXXVI, No 141, σ. 1-18. No 142, σ. 125-154.

[8]. Πβ. «Ετυμολογικό λεξικό των σλαβικών γλωσσών» (ρωσ.), τό­μος 1, Μόσχα 1974, σ. 211-213, λήμμα beseda.

[9]. Πβ. τα αντίστοιχα λήμματα στο λεξικό της παλαιοσλαβικής γραμματείας: L. Sadnik - R. Aitzetmuller, Handworterbuch zu den altkir-chenslavischen Texten, Heidelberg 1955, καθώς και στο Lexicon Linguae Palaeoslovenicae, τ. 1, Πράγα 1966. Πβ. επίσης: Μ. Petrov - Slodnjak, Die slavischen verba dicendi. Ev: Die Slavischen Sprachen 7 (1984), σ. 21-26.

[10]. Πβ. J. Caminiatae, De expugnatione Thessalonicae, ed. G. Boh-lig, CFHB, Series Berolinensis 4 (Βερολίνο - Ν. Υόρκη 1973), σ. 8. Πβ. και Ph. Malingoudis, Friihe slawische Elemente im Namensgut Griechen-lands. Εν: B. Hansel, (εκδ.) Die Volker Sudosteuropas im 6. bis 8. Jahr-hundert (Μόναχο 1987), σ. 54-68.
Το αλίευσα ΕΔΩ
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Οι αναρτήσεις στο ¨Παζλ Ενημέρωσης¨

Παζλ Ενημέρωσης