Πως αποκτήθηκε το κάθε ακίνητο, που βρέθηκαν τα χρήματα.
ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΟΣΩΝ αγόρασαν την τελευταία 10ετία μεγάλα και ακριβά ακίνητα σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη,Κρήτη, Μύκονο, Πάρο, Κέρκυρα, Σαντορίνη και σε άλλες περιοχές της χώρας, χωρίς όμως να δικαιολογούνται από τα ετήσια εισοδήματά τους, ψάχνει με μεγάλη μεθοδικότητα εδώ και έναν μήνα το υπουργείο Οικονομικών. Στο Κέντρο Πληροφορικής του υπουργείου τις τελευταίες εβδομάδες επικρατεί αναβρασμός.
Όπως πληροφορείται το «ΘΕΜΑ», ειδική ομάδα κρούσης που έχει συσταθεί γι’ αυτόν τον λόγο έχει στα χέρια της την περίφημη λίστα με τα Ε9 των ιδιοκτητών που έχουν στην κατοχή τους ακίνητα που έχουν αντικειμενική αξία άνω των 500.000 ευρώ (πραγματική αξία υψηλότερη του 1.000.000 ευρώ). Η λίστα αυτή έχει χωριστεί σε 4 κατηγορίες. Δηλαδή όσοι έχουν ακίνητα αξίας: n από 500.000 έως 1.000.000 Ευρώ n από 1.000.000 έως 2.000.000 ευρώ n από 2.000.000 έως 3 .000.000 Ευρώ n από 4.000.000 ευρώ και πάνω.
«Πόθεν έσχες»;
Η διαδικασία είναι σχετικά απλή. Αν, για παράδειγμα, κάποιος έχει ένα ακίνητο αντικειμενικής αξίας 700.000 ευρώ (δηλαδή, αγοραίας αξίας τουλάχιστον 1.500.000 ευρώ), τότε αυτομάτως ελέγχονται τα ετήσια εισοδήματά του. Εάν, για παράδειγμα, ο φορολογούμενος αυτός έχει ετήσια εισοδήματα το 2008 και το 2009 κάτω από ένα όριο (π.χ. τα 150.000 ευρώ), αυτομάτως μπαίνει στη μαύρη λίστα της ομάδας κρούσης.
Ελέγχουν και τα δάνεια Στη συνέχεια ελέγχουν εάν το ακίνητο αγοράστηκε με δάνειο ή μετρητά.
Εάν αγοράστηκε με δάνειο,ελέγχουν πόσα μετρητά έδωσε και ποιο ήταν το ύψος του δανείου. Εάν αγοράστηκε εξ ολοκλήρου με μετρητά, τότε ελέγχουν, για παράδειγμα, εάν τα εισοδήματα των τελευταίων ετών ήταν υψηλά έτσι ώστε να επέτρεπαν στον αγοραστή να αποταμιεύει κάθε χρόνο 150.000 ευρώ προκειμένου να μπορεί να αγοράσει το συγκεκριμένο ακίνητο.
Εναλλακτικά ελέγχουν εάν είχε άλλα ακίνητα τα οποία πούλησε χρηματοδοτώντας με αυτόν τον τρόπο την αγορά. Tο προσφιλές κόλπο Βέβαια, η συντριπτική πλειονότητα των αγοραστών χρησιμοποιούσε τα τελευταία χρόνια μια ιδιαίτερα δημοφιλή μέθοδο: τον τραπεζικό δανεισμό με εγγύηση μετρητά ή μετοχές.
Δηλαδή εάν, για παράδειγμα, κάποιος δεν μπορούσε να λάβει ένα υψηλό δάνειο επειδή δεν το δικαιολογούσαν τα δηλωθέντα στην Εφορία εισοδήματά του, αγόραζε το ακίνητο με δάνειο αλλά κατέθετε στην τράπεζα ως εγγύηση μετρητά ή μετοχές. Η τακτική ήταν σχετικά απλή αλλά και ανώδυνη για τον φορολογούμενο, με δεδομένο ότι δεν υπήρχε κανένας ουσιαστικός έλεγχος από τις εφορίες. Εστω, για παράδειγμα, ότι ένας ελεύθερος επαγγελματίας έχει ετήσια εισοδήματα 100.000 ευρώ, τα οποία δηλώνονται στην Εφορία, και ήθελε να αγοράσει ένα ακίνητο αξίας 1.500.000 ευρώ.
Σε ένα τέτοιο δάνειο η δόση ανέρχεται στις 10.000 ευρώ τον μήνα, κάτι που σημαίνει ότι υπό φυσιολογικές συνθήκες αυτός ο πολίτης έπρεπε να δηλώνει στην Εφορία τουλάχιστον 240.000-250.000 ευρώ. Με δεδομένο ότι τα επίσημα εισοδήματά του ήταν πολύ χαμηλότερα, η τράπεζα του ζητούσε να βάλει ως εγγύηση, για παράδειγμα, 1.000.000 ευρώ και έτσι το δάνειο εκταμιευόταν. Βέβαια, για να πιστοποιηθεί ότι πράγματι υπάρχει αυτό το ποσό θα πρέπει από εδώ και στο εξής να ανοιχτούν οι τραπεζικοί λογαριασμοί των φορολογουμένων. Στις επόμενες εβδομάδες και αφού ολοκληρωθούν οι διαδικασίες, η Εφορία θα καλέσει όλους όσοι θα βρεθούν «κλέπτοντες οπώρας» να υποβάλουν συμπληρωματικές δηλώσεις φόρου εισοδήματος για τα προηγούμενα χρόνια.
Οσοι δεν το πράξουν θα δημοσιοποιηθούν τα ονόματά τους. ΠΗΓΗ