Τρίτη 25 Μαΐου 2010
Στον άνθρωπο που έφθασε σε υψηλό αξίωμα αλλά όχι και στην ευτυχία
Από το γράμμα σας σαν να τρέχουν δάκρυα.
Κοπιάζατε για να αποκτήσετε μεγάλο τίτλο.
Μ’ αυτό νομίζατε πως θα φθάσετε αμέσως και στην ευτυχία.
Και πολλοί άλλοι γύρω σας έκαναν το ίδιο.
Γι’ αυτό έπρεπε να παλεύετε, να παλεύετε, να σπρώχνετε, να ανησυχείτε.
Υπολογίζατε ότι η ευτυχία θα αρχίσει για σας μόλις λάβετε εκείνον τον υψηλό τίτλο.
Μέχρι τότε θεωρούσατε τον εαυτό σας δυστυχισμένο, σχεδόν ανύπαρκτο.
Επιτέλους φθάσατε το επιθυμούμενο.
Μερικές μέρες αισθανόσασταν σαν να ξαναγεννηθήκατε.
Έπειτα ήρθε η απογοήτευση.
Βέβαια, από την ευτυχία ήσασταν το ίδιο μακρυά όπως και πριν.
Μόνο που πριν πιστεύατε ότι η ευτυχία υπάρχει – κάπου εκεί στους υψηλούς τίτλους – ενώ τώρα χάσατε και αυτή την πίστη.
Υψωθήκατε μέχρι τα σύννεφα αλλά όχι και μέχρι τ’ αστέρια.
Τώρα μετανιώνετε σφοδρά, που τρέχατε στον ψεύτικο δρόμο προς την ευτυχία μιμούμενος σ’ αυτό πολλούς άλλους.
Γι’ αυτό θέλετε επιστρέψετε στην προηγούμενη χαμηλή σας θέση, όπου το βάρος των ευθυνών είναι μικρότερο και τα κεντριά της ζήλιας πιο αδύναμα.
Ίσως σας χρησιμεύσει η εξής ιστορία με τα ασημένια κάλπικα νομίσματα:
Σ’ ένα μεγάλο πάρκο ετοίμασαν λαϊκό πανηγύρι.
Όμως χωρίς εισιτήριο κανέναν δεν άφηναν σ’ αυτό το γλέντι.
Πολλοί ήθελαν να μπουν, αλλά δεν μπορούσαν να πληρώσουν το εισιτήριο.
Τότε ένας πλούσιος άνθρωπος θέλοντας να δοκιμάσει τα ανθρώπινα πάθη πέταξε σε ένα σωρό μαζεμένων παιδιών μια γεμάτη χούφτα νομίσματα.
Αυτά ήταν όλα ψεύτικα χρυσά νομίσματα, κάλπικα, αλλά μεταξύ τους μόνο ένα δηνάριο από καθαρό ασήμι.
Έτρεξαν τα παιδιά για τα κάλπικα νομίσματα, τσακώθηκαν, χτυπήθηκαν, γρατσουνήθηκαν, ώσπου τα μάζεψαν όλα.
Για το ασημένιο δηνάριο κανένας δεν πάλεψε, αφού ο καθένας τους σκεπτόταν: ο χρυσός είναι πιο ακριβός από το ασήμι.
Εκείνοι που άρπαξαν τα κάλπικα νομίσματα και τα κρατούσαν στα χέρια τους αισθανόντουσαν απόλυτα ευτυχείς προς στιγμή.
Αλλά γρήγορα συνέβη σ’ αυτούς κάτι απροσδόκητο και πικρό.
Όταν πλησίασαν στην πύλη του πάρκου και ζήτησαν τα εισιτήρια, αποδείχθηκε ότι έχουν ψεύτικα νομίσματα και οι φύλακες της πόλης τους πήγαν φυλακή.
Μόνο ένας μεταξύ τους υπήρξε σοφός, ο οποίος βλέποντας τι συμβαίνει με τους φίλους του, βιαστικά πέταξε το κάλπικο νόμισμα από το χέρι και έτρεξε και πήρε το ασημένιο δηνάριο.
Μ’ αυτό το δηνάριο πλήρωσε το εισιτήριο και μπήκε στο πάρκο στο πανηγύρι.
Ποια είναι η ερμηνεία αυτής της ιστορίας;
Το πανηγύρι είναι η Βασιλεία των Ουρανών, ή το Βασίλειο της Αθάνατης Ευτυχίας.
Τα κάλπικα νομίσματα είναι η επιθυμίες της σάρκας και η γήινη ματαιότητα και οι αυταπάτες, που απομακρύνουν τους ανθρώπους από το βασίλειο της πραγματικής ευτυχίας και τους πηγαίνουν στο βασίλειο του βασάνου και του σκοταδιού.
Το καθαρό ασήμι παρουσιάζει την εσωτερική αγαθότητα και αλήθεια του δίκαιου ανθρώπου.
Τα παιδιά της πλεονεξίας για το απατηλό γυαλιστερό αυτού του κόσμου είναι οι αμαρτωλοί.
Εκείνο το τελευταίο παιδί, το οποίο πέταξε το ψεύτικο χρυσό και δέχθηκε το πραγματικό ασήμι σημαίνει τον μετανιωμένο αμαρτωλό.
Πηγή: ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ, Δρόμος δίχως Θεό δεν αντέχεται…
Επιστολή 77, σελ.190-192
Το αλίευσα ΕΔΩ