του Όμηρου Φωτιάδη
Με αφορμή την εκπομπή του Παντελή Σαββίδη «Ανιχνεύσεις» της ΕΤ3 με τίτλο:
«Πολιτική, ιδεολογία και μεταφυσική στο Βυζάντιο».-
(Διευκρίνιση διαχειριστών του ιστολογίου: Είναι δύσκολο να επιβεβαιώσουμε τα όσα ο κ. Όμηρος Φωτιάδης γράφει. Θα θέλαμε να διευκρινήσουμε πως για τις θέσεις που διατυπώνει έχει ο ίδιος την ευθύνη, εκτός φυσικά απο τη νομική ευθύνη που βαρύνει και εμάς)
Στην Ρωσία έχει δημιουργηθεί, μια ομάδα με την επωνυμία ο «Κύκλος του Στρετένσκυ», με έδρα την ομώνυμη Ιερά Σταυροπηγιακή Μονή Στρετένσκυ της Μόσχας, της οποίας Ηγούμενος είναι ο Αρχιμανδρίτης, Τύχων Σεβκούνωβ.
Ο Αρχ. Τύχωνας είναι ο πνευματικός του Πρωθυπουργού της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν, και εσχάτως και του Προέδρου της Ρωσίας, Ντιμίτρι Μεντβέντεβ.
Ο «Κύκλος του Στρετένσκυ», δημιουργήθηκε από πρώην υψηλούς αξιωματούχους της KGB, με επικεφαλής τον αντιστράτηγο Λεονίτ Ιβασώβ. Ο Λεονίτ Ιβασώβ είναι Αντιπρόεδρος της «Ακαδημίας Γεωπολιτικών Μελετών»(www.oag.ru), της Μόσχας, η οποία θεωρείται η «θεωρητική δεξαμενή σκέψης» της « Νέας Ρωσίας» την οποία πρεσβεύει, ο «Κύκλος του Στρετένσκυ» και ξεκίνησε με την ανάληψη της Προεδρίας της Ρωσίας υπό τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Ο Λ. Ιβασώβ διατηρεί στενή φιλιά από το παρελθόν του στην KGB με τον Β. Πούτιν.
Στενός συνεργάτης του Λ. Ιβασώβ είναι ο Α. Κ. Neklessa, επίσης σημαντικό στέλεχος της Γεωπολιτικής Ακαδημίας της Μόσχας, Καθηγητής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών.
Ο Λ. Ιβασώβ, πρό της ιδρύσεως του «Κύκλου του Στρετένσκυ» είχε εκπονήσει μια ογκωδέστατη μελέτη, όπου έθετε τις θεωρητικές βάσεις της «νέας ιδεολογίας» η οποία πρέπει να δοθεί στον Ρωσικό Λαό, ως αντικατάστατο του κομμουνισμού, για τον έλεγχο των τεράστιων μαζών της Χώρας του.
Την «Νέα Ιδεολογία» όρισε εντός των πλαισίων μιας νέα θεωρίας την οποία και ονόμασε «Θρησκευτικοπολιτική Θεωρία» για να συνεχίσει στην διαμόρφωσή της, την οποία και ονόμασε «Θρησκευτικοπολιτικό-Γεωπολιτικό Δόγμα της Νέας Ρωσίας».
Στην θεωρία του ο Λ. Ιβασώβ, εισηγείται την ενσωμάτωση της ιστορίας της Τσαρικής Ρωσίας και της Ορθοδοξίας, με τον Ρωσικό εθνικισμό ο οποίος και θα περιλαμβάνει τμήματα της Σοβιετικής Ιστορίας και του κομμουνισμού. Δηλαδή, μια «θεωρητική ομογενοποίηση» της Ρωσικής ιστορίας, με έντονα θρησκευτικά-ορθόδοξα δογματικά στοιχεία της πάλαι ποτέ «Τσαρικής Αγίας Ρωσίας» και του Ρωσικού εθνικισμού-πατριωτισμού της νεώτερης Ρωσικής ιστορίας, μέσα από την Σοβιετική ΄Ενωση και ειδικά τον «Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο» δηλαδή, την ιστορική περίοδο του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου, κάτι που είναι εμφανέστατο τα τελευταία χρόνια.
Η νέα αυτή θεωρία, έτυχε μεγάλης επεξεργασίας και αναλύσεων και τελικά έγινε αποδεκτή ως το «Νέο Ρωσικό Δόγμα» ή το «Νέο Ρωσικό ΄Οραμα», όπως συνηθίζουν να το αποκαλούν οι συμμετέχοντες του «Κύκλου του Στρετένσκυ».
Ο Ρώσος Στρατηγός Λ. Ιβασώβ, συνδέθηκε στενά με τον Ρώσο Αρχιμανδρίτη και Ηγούμενο της Μονής Στρετένσκυ, και η Μονή έγινε το Κέντρο του «Νέου Ρωσικού Δόγματος», το οποίο είναι η νέα «Ρωσική Ιδεολογία» που εξαπλώνεται στην Ρωσία, με την βοήθεια και την πλήρη συμμετοχή της Ρωσικής Εκκλησίας.
Στην Μονή δημιουργήθηκε μια μεικτή ομάδα, αποτελούμενη από Εκκλησιαστικούς αξιωματούχους υπό τον Αρχιμανδρίτη Τύχωνα Σεβκούνωβ και λαϊκούς υπό τον Λ. Ιβασώβ, κυρίως τέως στελέχη της KGB (οι γνωστοί επονομαζόμενοι «Σιλοβίκι») και του Σοβιετικού Στρατού, αλλά και επιφανείς Ρώσοι, όπως ο γνωστός Ρώσος μεγιστάνας Αμπράμοβιτς.
Άλλα σημαντικά στελέχη του «Κύκλου του Στρετένσκυ» είναι ο Κίριλ Καμπάνοφ, επικεφαλής της «Ρωσικής Επιτροπής κατά της Διαφθοράς», ο Στανισλάβ Μπελκόφσκι, του «Ινστιτούτου Εθνικής Στρατηγικής στη Μόσχα»,ο Γενικός Εισαγγελέας της Ρωσίας Γιούρι Τσάικα, ο οποίος πολύ συχνά επισκέπτεται το ΄Αγιον ΄Ορος, και άλλοι Ρώσοι αξιωματούχοι.
[Η δικεκριμένη Ρωσίδα κοινωνιολόγος Όλγα Κριστανόβσκαγια έχει διαπιστώσει ότι το 25% των θέσεων πολιτικής διοίκησης κατέχονται από αξιωματούχους που προήλθαν από τις γραμμές των «σιλοβίκι». «Όσο πιο υψηλό το επίπεδο διοίκησης, τόσο μεγαλύτερη και η συγκέντρωση των σιλοβίκι». Πριν από την άνοδο του Γκορμπατσόφ στην εξουσία, ο αριθμός των σιλοβίκι στην πολιτική διοίκηση δεν ξεπερνούσε το 3% (Financial Times 5/3)].
Ως βάση της νέας Γεωπολιτικής της η Ρωσία, υιοθέτησε τις θέσεις του «Κύκλου του Στρετένσκυ», που κατά βάση κινούνται κυρίως, γύρω από την γεωπολιτική φιλοσοφία, του μεγάλου Ρώσου Ιστορικού του παρελθόντος Σεργκέϊ Σολόβιεβ και την πολιτική σκέψη των Πούσκιν, Ντοστογιέφσκι και Λομονόσοβ. Των οποίων τα συγγράμματα αναπαράγει και επανεκδίδει σε πολυτελείς τόμους η Μονή Στρετένσκυ και διακινούνται μέσω της Ρωσικής Εκκλησίας σε όλη την Ρωσική επικράτεια.
Ο Σεργκέϊ Σολόβιεβ, είχε διατυπώσει πολύ πριν το αμερικανό θεωρητικό Σάμιουελ Χάντιγκτον την θεωρία της «Σύγκρουσης των Πολιτισμών».
Ο Σεργκέϊ Σολόβιεβ, κάνει λόγο για «την πάλη μεταξύ του ασιατικού και του ευρωπαϊκού πνεύματος», τοποθετώντας την «Μεγάλη Ευρασιατική Ρωσική Αυτοκρατορία» στο επίκεντρο της «μάχης» το οποίο προσδιορίζει στον λεγόμενο «Ελληνικό-βαλκανικό χώρο». Περιγράφει την «Μεγάλη Ευρασιατική Ρωσική Αυτοκρατορία» περικυκλωμένη από «εχθρούς» όπως η Οθωμανική Αυτοκρατορία, και ο Λατινικός Ιμπεριαλισμός της μη Ορθόδοξης Δύσης.
«Ήταν οι ορδές του Ξέρξη που εισέβαλαν στην Ελλάδα, ήταν ο Μέγας Αλέξανδρος με την φάλαγγά του και την Ιλιάδα του Ομήρου στις ακτές του Ευφράτη, ήταν οι Ούνοι στα πεδία της Καταλωνίας, ήταν οι Σταυροφόροι στην Παλαιστίνη, ή οι Τάταροι που μάζευαν φόρους από τους Μοσχοβίτες…Τελικά, υπήρξε η εισβολή των Μογγόλων, οι Ρωσικές σημαίες στο Αστρακάν, στο Καζάν και στην Τασκένδη. ΄Όλα αυτά ήταν τα σημάδια του ίδιου αγώνα, που συνεχίζονταν με τους πολέμιους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας» (Ιστορία των Παλαιών Χρόνων της Ρωσίας-Σ εργκέϊ Σολόβιεβ).
Πάνω στην «σκέψη Σολόβιεβ» στηρίζεται πλέον η νέα Γεωπολιτική της Ρωσίας, κυρίως στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής, σύμφωνα με αρκετά «Think-tanks» που έχουν ιδρυθεί για διάφορους τομείς της εξωτερικής πολιτικής της Ρωσίας, (άμυνα, οικονομία, πολιτική, κλπ).
Προωθείται συνολικά η άποψη, πως η Ρωσία θα πρέπει να ξαναγίνει η «Μεγάλη Ευρασιατική Ρωσική Αυτοκρατορία», η οποία έχει διαταραχθεί και κατ΄επέκταση, ολόκληρη η υφήλιος. Για να αποκατασταθεί η «ιστορική ισορροπία» της υφηλίου, θα πρέπει η Ρωσία, να γίνει και πάλι «Ευρασιατική Υπερδύναμη».
Ο «Κύκλος του Στρετένσκυ» θεωρεί με βάση την πολιτική φιλοσοφία του Σ. Σολόβιεβ, πως η «Ευρασιατική αποκατάσταση» προϋποθέτει ως σταθερή της βάση, την διατήρηση του «Τριαδικού Ορθόδοξου Πυρήνα» δηλαδή, της ενιαίας και αδιαίρετου συνοχής των Χωρών, Ρωσίας-Ουκρανίας-Λευκορωσίας.
Ο «Κύκλος του Στρετένσκυ» θεωρεί πως η πολιτική της Δύσης, μέσο της νέας στρατηγικής του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, στερεί από την Ρωσία τους παράγοντες εκείνους που θα της προσέδιδαν την προοπτική ικανότητα της δημιουργίας, μιας «Ευρασιατικής Ρωσίας» ως «Αυτοκρατορίας» υπό νέο προσχηματικό μανδύα, μέσο των Χωρών της Κ.Α.Κ. (Κοινοπολιτεία Ανεξαρτήτων Κρατών) και άλλες στρατηγικές συμμαχίες που προσπαθεί να δημιουργήσει η Ρωσία, με χώρες της επιρροής της τέως ΕΣΣΔ.
ΝΕΟΒΥΖΑΝΤΙΝΙΣΜΟΣ
Η νέα Ρωσική κοσμοθεωρία και κοσμοαντίληψη, ταυτίζει την «Ευρασιατική Αυτοκρατορική Ρωσία» με την Βυζαντινή Αυτοκρατορία.
Ο ποιο εύστοχος χαρακτηρισμός, της νέας Γεωπολιτικής Θεωρίας και Φιλοσοφίας, και η πλέον δόκιμη διατύπωσή της ως όρος είναι αυτός του «Νεοβυζαντινισμού».
Ο «Νεοβυζαντινισμός» του «Κύκλου του Στρετένσκυ», προβάλετε ως η κυρίαρχος ιδεολογία στην Ρωσία.
Η απαρχή του «Ρωσικού Νεοβυζαντινισμού» σε ευρεία κλίμακα, για τις τεράστιες λαϊκές μάζες της Ρωσίας, έγινε με πρωτοβουλία του Αρχιμανδρίτη Τύχωνα Σεβκούνωβ με την δημιουργία του ντοκιμαντέρ, «Η κατάρρευση της Αυτοκρατορίας. Το Βυζαντινό Μάθημα».
Το ντοκιμαντέρ αυτό, μελετήθηκε πάρα πολύ πρίν να ξεκινήσει η παραγωγή του και έγινε αντικείμενο, πολλών εμπιστευτικών συνεδριάσεων, του «Κύκλου του Στρετένσκυ». Μια παραγωγή αρκετά δαπανηρή, η χρηματοδότηση της οποίας μέχρι σήμερα παραμένει άγνωστη.
Η τηλεοπτική αυτή παραγωγή, αφού διαφημίστηκε έντονα στην Ρωσική επικράτεια, και για μεγάλο διάστημα, προβλήθηκε αρκετές φορές από διάφορα ΜΜΕ. Η αποδοχή της από το Ρωσικό τηλεοπτικό κοινό, υπήρξε πρωτοφανής για τα Ρωσικά τηλεοπτικά δεδομένα. Οι καταγεγραμμένοι δείκτες τηλεθέασης και τα στατιστικά στοιχεία, δείχνουν πως πρόκειται για την εκπομπή με την μεγαλύτερη ακροαματικότητα στην ιστορία της Ρωσικής τηλεόρασης.
Την πρωτοφανή αυτή τηλεθέαση, ακολούθησε μια επίσης, πρωτοφανής πώληση όλων των βιβλίων και εκδόσεων, για το Βυζάντιο σε ολόκληρη την Ρωσία.
Η Μονή Στρετένσκυ, φρόντισε να εκδώσει, πριν την προβολή της τηλεοπτικής παραγωγής της για το Βυζάντιο, χιλιάδες βιβλία σχετικά με την Βυζαντινή Ιστορία, και να τα διανέμει σε ολόκληρη την αχανή και τεράστια Ρωσική επικράτεια, μέσο της Ρωσικής Εκκλησίας. Τα βιβλία της Μονής Στρετένσκυ αλλά και κάθε άλλη έκδοση σχετική με το Βυζάντιο, εξαντλήθηκαν σε ελάχιστες μέρες.
Είχε προηγηθεί της προβολής του ντοκιμαντέρ, η δημόσια δήλωση του Πρωθυπουργού της Ρωσίας Β. Πούτιν, η οποία και κατέκλυσε (πιθανόν κατευθυνόμενα) τα ΜΜΕ της Χώρας, πως «η Ρωσία μετά την πυρηνική της ασπίδα, έχει ως ασπίδα την Ορθόδοξη πίστη της».
Των δηλώσεων Β. Πούτιν, είχαν προηγηθεί με μεγάλη συχνότητα και ανάλογη συνεχή προβολή, κοινές παρουσίες τόσο του Πρωθυπουργού όσο και του Προέδρου της Ρωσίας σε διάφορες Εκκλησίες και Μοναστήρια της Ρωσίας. Επίσης, η εκλογή του νέου Ρώσου Πατριάρχη Κυρίλλου, και η παρουσία των δύο Ρώσων αξιωματούχων στις εκδηλώσεις της ενθρόνισής του, μονοπώλησαν τα ΜΜΕ της Ρωσίας. Τα παραπάνω γεγονότα συνέπεσαν με τις εορτές του Αγίου Πάσχα, του Αγίου Γεωργίου και προστάτη του Ρωσικού Στρατού, των Αγίων Κύριλλου και Μεθοδίου και της επετείου της προσχώρησης του Ρωσικού Λαού στην Ορθοδοξία υπό τον Τσάρο Βλαντιμίρ το 988.
Συμπερασματικά, όλα τα ως άνω γεγονότα, με τον απόλυτο Θρησκευτικό τους χαρακτήρα, την έντονη προβολή τους στα ΜΜΕ της Ρωσίας, η προβολή του ντοκιμαντέρ, πλήθος άλλες εκδηλώσεις θρησκευτικές, αλλά και θεολογικά συνέδρια, ιστορικά κλπ, σηματοδοτούν και καταδεικνύουν, πως ξεκίνησε η δημόσια προβολή της νέας Ρωσικής ιδεολογίας του «Νεοβυζαντινισμού», σε πλήρη σύμπνοια και σύμπραξη, μεταξύ της Ρωσικής Πολιτικής Ηγεσίας και της Ρωσικής Εκκλησίας.
«ΒΥΖΑΝΤΙΟ» ΄Η «ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ»
Στο ντοκιμαντέρ με τίτλο, «Η κατάρρευση της Αυτοκρατορίας. Το Βυζαντινό Μάθημα» γίνεται μια εξιστόρηση της ιστορικής παρουσίας του Βυζαντίου και των σχέσεών του με την Δύση. Επίσης, γίνεται ανάλυση των αιτίων που οδήγησαν στην πτώση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Οι αντιδυτικές αναφορές, στο ντοκιμαντέρ, είναι το κυρίαρχο στοιχείο το οποίο προβάλλετε έντονα και κάθε τρόπο.
Γίνεται ένας πολύ έντεχνος παραλληλισμός και μια ιστορική παρομοίωση με έντονη πολιτική εξίσωση, της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας με την Ρωσία του σήμερα, μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος.
Π.χ. γίνεται αναφορά στις εσωτερικές διαμάχες του Βυζαντίου με αφορμή την έλλειψη διοικητικής μέριμνας κατά διάφορες περιόδους και η στάση του Βάρδα του Σκληρού, παραπέμπει στην υπόθεση του γνωστού φυλακισμένου Ρώσου μεγιστάνα της Yokos Μιχαήλ Χοντορκόφσκι.
Η αφηγηματική εξιστόρηση των αιτίων της πτώσης του Βυζαντίου, από τον ίδιο τον Αρχιμανδρίτη Τύχωνα, ουσιαστικά περιγράφει την πολιτική παρουσία και τις πολιτικές επιλογές του Βλαντιμίρ Πούτιν. Σε όσα σημεία τονίζονται στην εξιστόρηση ως αιτίες της πτώσης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, ταυτόχρονα και υποσυνείδητα ο τηλεθεατής, φέρνει στην σκέψη του πολιτικές ενέργειες και αποφάσεις του Βλαντιμίρ Πούτιν, οι οποίες είναι ακριβώς αντίθετες με τα «Βυζαντινά Λάθη»
Εν κατακλείδι, εάν κάποιος μελετήσει το ντοκιμαντέρ με την οπτική γωνία «Βυζαντινή πτώση και η Ρωσία του σήμερα» θα διαπιστώσει πως η Ρωσία προβάλλεται ως η νέα αναδυόμενη Βυζαντινή Αυτοκρατορία του σύγχρονου κόσμου, η οποία δεν πέφτει στα λάθη του παρελθόντος, διδάσκεται από την ιστορία και επιλέγει «αλάνθαστη οδό» χάρη στον «φωτισμένο ηγέτη της» Βλαντιμίρ Πούτιν και τους διαδόχους του. Στο ντοκιμαντέρ γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στο θέμα της διαδοχής στο Βυζάντιο και τα τραγικά αποτελέσματα για την λανθασμένη επιλογή των κατά περιόδους αυτοκρατορικών διαδόχων.
Με τον τρόπο αυτό, διασώζεται η διαδοχή στην σύγχρονη Ρωσία, αλλά και επιβάλλεται εντέχνως η όποια επιλογή από τον «πεφωτισμένο ηγέτη» ο οποίος δεν πέφτει στα λάθη του Βυζαντινού αυτοκράτορα Βασίλειου Α΄του Μακεδόνα για τον οποίο γίνεται αναφορά στο ντοκιμαντέρ.
Στην τηλεοπτική αυτή παραγωγή, διαπιστώνει κάποιος πως αυτή απευθύνεται σε ανθρώπους με ελάχιστη γνώση της Βυζαντινής ιστορίας, χωρίς όμως να αλλοιώνει τα ιστορικά δεδομένα. Περιγράφει επιλεγμένα ιστορικά δεδομένα του Βυζαντίου, κυρίως αυτά με τις διαμάχες με την Δύση, και τα επεκτείνει σε μορφές πολιτικών αναλύσεων αλλά και μηνυμάτων.
Ο αντιδυτικός χαρακτήρας της τηλεοπτικής παραγωγής είναι πλήρης και κάθετος, τόσο στις ιστορικές αναφορές, όσο και στις πολιτικές μεθερμηνεύσεις του. Συχνά-πυκνά την αφηγηματική εξιστόρηση, συμπληρώνουν τηλεοπτικά πλάνα, στα οποία η Δύση προσωποποιείται, κυρίως με μεσαιωνική ενδυμασία, και διάφορες μάσκες θεατρικής προέλευσης, που παραπέμπουν σε όρνεο.
Φαίνεται πως επιλέχθηκαν ενδυμασίες Γαλλικής προέλευσης, για να ανακινήσουν τις μνήμες της εκστρατείας του Ναπολέοντα στην Ρωσία, ενώ η επιλογή της διχρωμίας, κόκκινου και μαύρου, υποσυνείδητα προκαλεί στο συλλογικό Ρωσικό συνειδητό αίσθημα, ανάσυρση ιστορικών εγγραμμάτων της μνήμης του, από την εκστρατεία των Ναζί στην Ρωσία. Είναι γνωστά άλλωστε τα χρώματα που κυριαρχούν στην Χιτλερική Σημαία – Σβάστικα.
Πλήθος άλλες αναφορές του ντοκιμαντέρ, έχουν έντονα πολιτικά μηνύματα, τα οποία ως ιστορικές αναφορές και περιγραφές, συνδέουν παρλεθόν-παρών-μέλλον, με έμμεσο τρόπο και ακολουθείται η στρατηγική της «Έμμεσης Προσέγγισης». Η στρατηγική αυτή ως πρακτική απαντάτε σε μεγάλη συχνότητα,
στην Σοβιετική Εποχή, και ειδικά από την πολύπλευρη δράση και τις επιχειρήσεις της πάλαι ποτέ KGB.
ΟΤΑΝ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
Συμπερασματικά, φαίνεται πως την δομή, την εξέλιξη, παρουσία και προβολή της τηλεοπτικής αυτής παραγωγής, επεξεργάστηκαν πλήθος άνθρωποι με ιστορικές γνώσεις, γνώσεις προπαγάνδας, γνώσεις ψυχολογίας των μαζών, και πλήθος πολιτικοί επικοινωνιολόγοι, με αποκλειστικό σκοπό, την δημιουργία «ιδεολογικού υπόβαθρου» και «χειρισμού του υποσυνείδητου» των τεράστιων Ρωσικών μαζών, με σκοπό την δημιουργία της νέας Ρωσικής ιδεολογίας.
Τα έντονα θρησκευτικά στοιχεία της νέας Ρωσικής ιδεολογίας, επέβαλαν την παρουσίαση του ντοκιμαντέρ, από έναν προβεβλημένο Ρώσο Ιερομόναχο του οποίου οι θερμές σχέσεις με την παρούσα Ρωσική εξουσία είναι γνωστές στην Ρωσία, αλλά και πέραν αυτής.
Την απόλυτη προσήλωση με «θρησκευτική ευλάβεια» στον κομμουνισμό, έρχεται να λάβει ως αντικατάστατο η νέα Ρωσική ιδεολογία, η οποία φαίνεται πως απαιτεί και αυτή την πλήρη προσήλωση με απόλυτο τρόπο, προβάλλοντας ταυτόχρονα, το όραμα της ελπίδας, της ευημερίας, και της ιστορικής κοσμογονικής αποστολής της Ρωσίας μέσα στο κόσμο, ως «απεσταλμένης του Θεού» για την παγκόσμια ειρήνη. Από την άλλη, προβάλεται, η καταστροφή, απαξίωση και ο ευτελισμός, έως και η πλήρης εξαφάνιση της Ρωσίας, εάν δεν υιοθετηθούν οι κανόνες και οι παράγοντες, που θα διατηρήσουν «καθαρή και αγνή» την νέα ιδεολογία. Κοντολογίς, θα λέγαμε πως, οι Ρώσοι τίθενται μεταξύ ενός υπαρξιακού έντονου προβληματισμού και διλήμματος…Να επιλέξουν, μεταξύ της νέας Ρωσικής ιδεολογίας την οποία πρέπει να υπηρετήσουν με «θρησκευτική ευλάβεια και πλήρη προσήλωση» και ταυτόχρονη «αδιαμαρτύρητη υπακοή» στους παραγωγούς της και Πολιτικούς της Ηγέτες, διαφορετικά η Ρωσία θα καταστραφεί όπως η Βυζαντινή αυτοκρατορία με κύριο υπεύθυνο την Δύση.
Από την μια η «ελπίδα» και από την άλλη ο «φόβος». Από την μια η «ζωή» και από την άλλη ο «θάνατος»…
Δηλαδή, η υπονόμευση της Δύσης θα καταστήσει τόσο αδύναμη την Ρωσία που θα επιφέρει την πλήρη καταστροφή της, πιθανόν από την Ασία, όπως έγινε στο Βυζάντιο. Έτσι καταδεικνύεται ο ρόλος της Ρωσίας στην Ευρασία και η αναγκαιότητα, χωρίς άλλες επιλογές, της κυριαρχίας της νέας Ρωσικής ιδεολογίας.
ΤΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ ΜΟΣΧΑΣ
Η εκλογή του νέου Πατριάρχη Ρωσίας Κύριλλου, προσδίδει μια νέα δυναμική στην νέα ιδεολογία της Ρωσίας.
Ο Πατριάρχης Κύριλλος, είναι παγκοσμίως γνωστός για την δράση του στις εξωτερικές σχέσεις της Ρωσικής Εκκλησίας.
Ο Κύριλλος όπως και ο προκάτοχός του Πατριάρχης Αλέξιος, είχαν κατηγορηθεί πολλές φορές πως ήταν στελέχη των Μυστικών Υπηρεσιών της Σοβιετικής
Ένωσης και της περιβόητης KGB.
Υπηρέτησαν τις μυστικές υπηρεσίες με τα κωδικά ονόματα «Mikhailov» και «Drozdov», αντίστοιχα. Η συνεργασία τους συνεχίστηκε και μετά την πτώση του κομμουνισμού και την διάλυση της KGB το 1991.
Η στενή σχέση μεταξύ του Βλάντιμιρ Πούτιν και του νέου Πατριάρχη Κύριλλου, είναι γνωστή από το 1988, οπόταν ο Κύριλλος είχε παρασημοφορηθεί από την KGB.
Με την εν γένει στάση και συμπεριφορά του ο νέος Πατριάρχης Ρωσίας Κύριλλος, φαίνεται πως ενστερνίζεται πλήρως την νέα Ρωσική ιδεολογία, η οποία άλλωστε ταυτίζεται πλήρως με την ανέκαθεν Ρωσική Εκκλησιαστική πολιτική.
Η Ρωσική Εκκλησιαστική πολιτική και «οικονομία», διαχρονικά εκφράζει, έναν στείρο και αντιποιμαντικό σωβινισμό και μια «ιμπεριαλιστική έπαρση», η οποία γίνεται απόλυτα εμφανής, στην Ρωσική Εκκλησιαστική τέχνη και τα «πολιτιστικά της παράγωγα». Το Βυζαντινό πολιτισμικό πνεύμα και η παράδοση, ήταν «βαριά» και «ακατάλυπτα» ως «νοήματα ζωής» και «πνευματικά προϊόντα» για το Ρωσικό εκλησιαστικό κατεστημένο. Η Βυζαντινή τέχνη και παράδοση, διαχρονικά απαιτεί και πληρούται οντολογικά, στην «ταπείνωση» και την «Θεία ευλάβεια». Κάτι που διαχρονικά τεκμηριώνεται, στις «θείες τοιχογραφίες» και στις «Ιερές εικόνες» , στην «Ιερά Ναοδομία» και σε κάθε άλλη έκφραση του Βυζαντίου. Όλα είναι «Θεία», «Ιερά και ΄Οσια». Υπερεθνικά, υπεριστορικά, οικουμενικά και πάντοτε «ταπεινά». Γι΄αυτό και «εξυψώθηκαν» διαχρονικά και παρέμειναν «Θεία, Ίερά και ΄Οσια» και πάντοτε «ταπεινά»…
Η Βυζαντινή Τέχνη και παράδοση, «ορθοτομεί» χωρίς να «δογματίζει», αντιλαμβανόμενη το ενδιάθετο νόημα της Καθολικής Ορθοδοξίας, το οποίο βιούται ως «ελευθερία» και συνάμα ως «ταπείνωση». Η Βυζαντινή Εικονοπλασία, εξυψώνει το ανθρωπινο στο Θείο και όχι το αντίθετο. Η Βυζαντινή Εικονογραφία και Ναοδομία, πρεσβεύει την «ταπείνωση» και απαιτεί την «κάμψη σώματος και πνεύματος» για την εξύψωση της αθάνατης ψυχής.
Στα Βυζαντινά Εκκλησάκια του ΄Αθω, η είσοδος απαιτεί ανελαστικά, την «στένωση» και την «κάμψη του οσφύος», σε πλήρη ανταπόκριση με τις Θείες Ευαγγελικές επιταγές. Οι «ευμεγέθεις» και «παχύσαρκοι» δεν μπορούν να «εισέλθουν»… Πρώτα θα πρέπει να «ταπεινωθούν»…
Η Ρωσική Εκκλησία, δεν μπόρεσε να κατανοήσει, αυτήν την «ταπεινή στενότητα» του Βυζαντίου. Παρέμεινε, στην «αποτύπωση» της Θέας του Ναού της του Θεού Σοφίας, από τον Τσάρο Βλαδίμηρο το 988 και παρέμεινε «εκεί»…Αλλά ακόμη και αυτήν την «Θέαση» την αντελήφθηκε, σχηματικά και ποσοτικά, και όχι ως «ποιοτητικό μεγαλείο» και «καρπό ταπείνωσης»…
΄Ετσι υιοθέτησε, μεγαλοσχηματικά μεγέθη και δημιούργησε την δική της τέχνη, η οποία απέριψε την «Βυζαντινή στενότητα και ταπείνωση». Δημιούργησε την «Ρωσική ευρυχωρία». Συνάμα, τα Βυζαντινά μέλη, αντικατέστησαν οι χορωδιακές τετραφωνίες και οπερέτες, ενώ η Εικονογραφία της, εξετράπει από την «Βυζαντινή ιερότητα και αυστηρότητα» στην «Δυτική ιλαρότητα και καλαισθησία».
Η Ρωσική Εθνική Εκκλησία, είναι σωβινιστική και ακραία τοπικιστική. Για τον λόγο αυτό, εγκατέλειψε την Βυζαντινή παράδοση και προσχώρησε στα δυτικά πολιτισμικά εκκλησιαστικά πρότυπα. Στερείτε οικουμενικού πνεύματος και «αληθούς ταπείνωσης». Η Ρωσική Εθνική Εκκλησία, έχει «πολιτική», την οποία υιοθέτησε μαζί με το πολιτισμικό πνεύμα της δυτικής εκκλησίας. Η «Βυζαντινή Εκκλησία» δεν έχει «πολιτική». «Πολιτεύεται κατά Θεόν» και «ποιμαντορεί εν Πνεύματι Αγίω» Δεν «πολιτεύεται κατ΄ Εθνος» αλλά «κατ΄έθος» και κατά «Παράδοσιν». Μια «Παράδοση» που αποτελεί πνευματική παρακαταθήκη και διαθήκη, των Αγίων Πατέρων της «Θριαμβεύουσας Εκκλησίας», η οποία αποτυπώθηκε στον Ναό της του Θεού Σοφίας όπου και δοξάζεται, και βιώνεται από την «Αγωνιζομένη Εκκλησία» στα «ταπεινά μοναστικά κελιά» και «εν ταίς σπηλαίοις και ταις οπές της γής».
Παρόλο που η Ρωσική Εθνική Εκκλησία, βρίθει δυτικών στοιχείων και νοοτροπίας, εν τούτοις, αντιμάχεται σφορδά την «Δύση» την οποία και υιοθέτησε πλήρως, ειδικά ως προς το «πολιτεύεσθαι» στερούμενη το «κατά παράδοσιν γίγνεσθαι».
Βλέπουμε στην τηλεοπτική αυτή παραγωγή, σχηματικούς «κολασμούς της Δύσης» και όχι «Ομολογίες ουσίας». Είναι «φύσι και τρόπω», αδύνατον, να «Ορθοτομήσει» η Ρωσική Εθνική Εκκλησία, στο ντοκιμαντέρ της αυτό, απλά «πλαγιοτομεί», καθώς είναι η ίδια απόλυτα «νοθευμένη» από το δυτικό πνεύμα, το οποίο και την διακρίνει.
Συμπερασματικά, η Ρωσική Εκκλησία, δεν μπορεί να γίνει ο «νεός φορέας του Βυζαντίου» γιατί είναι «Εθνική Εκκλησία» και «πολιτεύεται κατά κόσμον» και όχι «κατά Θεόν».
Για τους παραπάνω λόγους, ανταποκρίθηκε πλήρως στο «νέο ιδεολογικό κάλεσμα», νιώθοντας πως ταυτίζεται και εκφράζεται πλήρως η υπόστασή της και η «πολιτική της». Πέραν τούτων, το «κοινό παρελθόν» των Ρώσων Ηγετών και Ρώσων Αρχιερέων, στους κόλπους του «ενυδρείου της KGB», φέρει αμφοτέρους «ομονοούντας και ομοφρονούντας, τον λόγον της νέας ιδεολογίας».
Μια αλληλοπεριχώριση εξουσίας, μεταξύ Ρωσικής πολιτικής Ηγεσίας και Ρωσικής Εκκλησίας, στην προσπάθειά της, να κυβερνήσει τον Ρωσικό Λαό, πρόσδιδοντάς του, μια «νέα ιδεολογία», ως «νέα πίστη και παλιά παράδοση».
Αιώνες τώρα, οι Ρώσοι ταγοί και «εξουσιαστές» δεν κατενόησαν το «Μεγαλείο του Βυζαντινού Πνεύματος» το οποίο τους δόθηκε «Θειά Δωρεά» και προσπαθούν τώρα να το «αρπάξουν». Ως «Τρίτη Ρώμη», ως «Νέο Βυζάντιο» ως «Νέα Ρωσική Ιδεολογία».
Εν προκειμένω, η επίκληση του «Βυζαντίου», παραπέμπει σε «χρήση» και όχι σε «βίωματική εμπειρία» αναγωγής της ψυχής και του πνεύματος.
Το «Βυζάντιο» γίνεται «πολιτικοϊδεολογική ορολογία», γεγονός που αποτελεί, διαστρέβλωση και βάναυση πράξη παραχάραξης, της ιστορικής αλήθειας.
Είναι απορίας άξιον το γεγονός, της «αδυναμίας κατανόησης» της Βυζαντινής Ιστορίας, εκ μέρους της Ρωσικής Εκκλησίας. ΄Οσο «Εθνική» κι αν είναι, όσο «Πολιτικά» κι αν συμπεριφέρεται, μετά και τον «κομμουνιστικό Γολγοθά Της» θα περίμενε ο καθείς, να βιώση την «Ανάσταση»…
Ο κίνδυνος της μετατροπής, της Ορθοδόξου πίστεως, σε απροσδιόριστο βαθμό και μέγεθος, σε ιδεολογία, είναι μεγάλος. Γεγονός ολέθριο, ο «τοκετός» του οποίου πιθανόν να οδηγήσει σε «τερατογεννέσεις».
Είναι τόσο αντιφατικό και οξύμωρο, μια Εκκλησία, με τόσα πολλά δυτικά στοχεία, να φέρεται ως «αντιδυτική», παραποιόντας μια υπερχιλιετή ιστορία, ενός «Βυζαντίου» που ποτέ δεν της ανήκε και ελάχιστα συμμετείχε. Μάλιστα σε αυτήν την «ιστορία» οφείλει την ίδια Της, την ύπαρξη και παρουσία.
Για τους λόγους «αυτούς» η Ρωσική Εκκλησία, θα παραμείνει «Εθνική» και βαθύτατα πολιτικοποιημένη, σε απόλυτη σχέση αλληλοεξάρτησης με τους «Πύργους του Κρεμλίνου». Το «πολιτικό της όραμα» να ηγηθεί των Ορθοδόξων Λαών, δεν θα γίνει ποτέ πραγματικότητα, και θα παραμείνει απλά μια «πολιτική της ουτοπία». Ένα «όνειρο απατηλό», καθώς δεν μετέχει του «Θείου Μυστηρίου της Οικουμενικότητος». Όπως φαίνεται, μετά το πέρας τόσων αιώνων, παραμένει γι΄Αυτήν, όχι μόνο ακατανόητο, αλλά και «ακατάληπτο μυστήριο».
Η διαρκής αμφισβήτηση του θεσμικού ρόλου και της αποστολής του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, αποτελεί την πεμτουσία της ιμπεριαλιστικής Εκκλησιαστικής πολιτικής της Μόσχας.
Η πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, ήταν η Κωνσταντινούπολη, όπου ενθρονίστηκε και η Μητέρα των Εκκλησιών. Ως «Οικουμενική Μητέρα» έχει τις ανά την υφήλιο «Θυγατέρες Εκκλησίες», μεταξύ Αυτών και την Ρωσική Εκκλησία.
Η Μόσχα ποτέ δεν θα γίνει Κωνσταντινούπολη, η «Θυγατέρα» ποτέ δεν θα γίνει «Μητέρα». Η «Μητέρα Εκκλησία» είναι «Οικουμενική» ενώ οι «Θυγατέρες Εκκλησίες» έγιναν «Εθνικές» στο ρούν της Ιστορίας.
Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, δεν υπάρχει πλέον ως πραγματικότητα και παρουσία. Υπάρχει ως κληρονομιά και ως πνεύμα. Η «ανασύστασή» της είναι παντελώς αδύνατη, για ευνόητους λόγους. Ούτε ή «΄Ιδια» θα το επιθυμούσε άλλωστε…Ότι απέμεινε από το «πνεύμα» της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, ζεί στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, στους θρύλους του «Μαρμαρωμένου Βασιλιά»…και στο Αγιώνυμο ΄Ορος του ΄Αθω.
Ο ΄Αθως, ως «΄Αγιον ΄Ορος», είναι μετά το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ο μόνος «Θεοκρατικός Θεσμός», ως «Μοναστική Πολιτεία» και «Ιερά Κοινότητα», που λειτουργεί πρίν την κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και τηρεί απαρέκλητα, τα απ΄αιώνων θέσμια και παραδόσεις της.
Στο ΄Αγιον ΄Ορος, ζούν εδώ και αιώνες, άνθρωποι προερχόμενοι από διάφορες εθνότητες και χώρες, ως Μοναχοί. Ζούνε εν ειρήνη αγάπη και ομόνοια, βιώνοντας το Βυζαντινό πνεύμα της Ορθοδοξίας, το οποίο διατηρείται ως «Αγιορειτική Παράδοση» και μεταδίδεται, από γενιά σε γενιά, ως «Ιερά Παρακαταθήκη». Είσερχόμενοι στον Μοναχικό στίβο της «Αγιορειτικής Παράδοσης», ως δόκιμοι, συναντόνται ευθείς αμέσως, μαζί Της.
«Δοκιμάζουν» και «δοκιμάζονται» να γίνουν «Αγιορείτες». « Μοναχοί Αγιορείτες». Απεκδειόμενοι κάθε άλλη εθνολογική ένοια και καταβολή. Το ΄Αγιον ΄Ορος, είναι Οικουμενικό. Δεν έχει απλώς «Οικουμενικό Χαρακτήρα». Είναι όχι απλώς ένα «ζωντανό παράδειγμα του Βυζαντίου», αλλά το μόνο τμήμα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, που παραμένει «εν Ζωή». Αναπόσπαστο και ζωτικό μέρος του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Κάθε «Αγιορείτης Μοναχός» είναι «Μοναχός του Οικουμενικού Πατριαρχείου». Δεν είναι της Ελληνικής Εκκλησίας, της Σερβικής, της Ρουμάνικης κλπ. Είναι της «Μητέρας Οικουμενικής Εκκλησίας». Πέραν της ενασχόλισης και της εντρύφησης στην ιστορία του Βυζαντίου, ο οιοσδήποτε θέλει να βιώσει, κάτι από το Μεγαλείο του Πνεύματός του και της υπερχιλιετούς του Παράδοσης, θα πρέπει να επισκεφθεί το Οικουμενικό Πατριαρχείο και το ΄Αγιον ΄Ορος. Διαφορετικά η γνώση του θα είναι θεωρητική και επιστημονική. Δεν θα είναι εμπειρική και βιωματική.
Η Ρωσία ποτέ δεν αποδέχθηκε αυτόν τον χαρακτήρα του Αγίου ΄Ορους και του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Είναι γνωστά τα επακόλουθα, του Ρωσικού φυλετισμού στο ΄Αγιον ΄Ορος, και τα αποτελέσματά του.
Πάνω στο παλίο Καθολικό της Μονής των Καλλιμάχηδων, αυτή του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Παντελεήμονος, χτίστηκε ένα άλλο Καθολικό, Ρωσικής τεχνοτροπίας, ξένο προς το ύφος του Αγίου ΄Ορους. Πολλά κτίσματα παρόμοιας τεχνοτροπίας χτίστηκαν στο ΄Αγιον ΄Ορος, ξένα ως προς την Βυζαντινή τεχνοτροπία και παράδοση. Το ΄Αγιον ΄Ορος «ανέχεται»…Η «ανεκτικότητά Του» είναι προϊόν της Βυζαντινής Παράδοσης και της Οικουμενικότητός Του. ΄Οποιος θέλει την σέβεται και την ευλαβείται και όποιος θέλει την αρνείται. Το ΄Αγιον ΄Ορος διαθέτει τόσο μεγάλα «αντισώματα» τα οποία λειτουργούν αδιόρατα και νομοτελιακά αιώνες τώρα.
Στις αρχές του 20ου αιώνα, δηλαδή χθές, σύμφωνα με την έννοια και λειτουργεία του «χρόνου» στο ΄Αγιον ΄Ορος, η Ιερά Μονή Αγ. Παντελεήμονος, έγινε «Ιερά Μονή Ρωσσικού» (με δύο σίγμα…). Καλώς ή κακώς, δεν έχει καμία σημασία, έγινε κι ας παραμείνει έτσι. Στο Οικουμενικό Βυζάντιο άλλωστε η «διαφορετικότητα» και η «ελευθερία» θεωρούνταν «σεβασμός στο Θεόδοτο αυτεξούσιο του ανθρώπου», ως «προσώπου οντολογικά». Ο σεβασμός και η ευλάβεια νοούνται ως «αυτεξούσιες επιλογές» και όχι «επιβαλόμενες».
Περιδιαβαίντας το ΄Αγιον ΄Ορος, θα συναντήσει ο καθείς πολλούς Μοναχούς.
΄Ολοι τους, ενδεδυμένοι με την ίδια παραδοσιακή ενδυμασία, του Αγιορείτου Μοναχού. Τίποτε δεν καταδεικνύει την εθνολοφυλετική τους καταγωγή και προέλευση. Στο διάβα του Βυζαντινού ΄Αθω, θα συναντήσει ο περιηγητής, και την εξαίρεση στο κανόνα, καθώς υπάρχουν Μοναχοί με «διαφορετικότητα» στην ενδυμασία που σπανίως ομιλούν την «εν Αγίω ΄Ορει απ΄αιώνων καθομιλουμένη» γλώσσα, εμμένοντες στην «εθνική τους γλώσσα»…Δεν είναι όμως σε καμία περίπτωση το ζητούμενο αυτό, στον Μοναχικό βίο. Είναι όμως θέμα σεβασμού και ευλάβειας στην Αγιορειτική Παράδοση, το ήθος και το ύφος του Αγίου ΄Ορους. Είναι θέμα ενδιάθετης κατανόησης, του «Αγιορειτικού Μοναχισμού».
Μπορεί Μοναχός να είσαι και τυπικά να λέγεσαι «Αγιορείτης», αλλά σημασία έχει πόσο «Αγιορείτης» νιώθεις…
Άλλο Αγιορείτης και άλλο Αθωνίτης…
Στις 5 Ινουνίου του 1992, επισκέφθηκε το ΄Αγιον ΄Ορος ο Μακαριστός Πατριάρχης Πασών των Ρωσσιών, Αλέξιος. Σε μια από τις προσκυνηματικές του επισκέψεις, επισκέφθηκε και την Σκήτη του Αγίου Ανδρέα, στην πολίχνη των Καρυών, όπου κάποτε ζούσαν, εκατοντάδες Ρώσοι Αθωνίτες Μοναχοί. Υπήρξε λίαν σκληρός στις δηλώσεις του, αντικρύζοντας την ερημία της, καθώς δεκαετίες πρίν εξέλειπαν οι Ρώσοι Μοναχοί. Κατηγόρησε την Ελλάδα, με σκληρή γλώσσα, κάνοντας λόγο για «βδέλυγμα της ερημώσεως» και «ερείπια», με δική μας υπαιτιότητα…Θλιβερό όντως το θέαμα τότε.
΄Ενας παλιός Αγιορείτης Γέροντας, σχολιάζοντας τα λόγια του Μόσχας Αλέξιου είπε, «τα όμορφα κτίρια, γίνονται και όμορφα ερείπια…» και ο νοών νοείτω…
Από τότε πάρα πολλοί Ρώσοι Αρχιερείς, Ιερείς, Μοναχοί, χιλιάδες λαϊκοί προσκυνητές, αξιωματούχοι, πολιτικοί κλπ εκ Ρωσίας πέρασαν και περνούν από το ΄Αγιον ΄Ορος, ενφερούμενοι από αγάπη και ευλάβεια στον Ιερό Τόπο.
Επισκέφθηκε το ΄Αγιον ΄Ορος, και ο Πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν, ύστερα από δύο ανεπιτυχείς προσπάθειες. Πανθομολογουμένως, υπήρξε ειλικρινής προσκυνητής και προσέγγισε με ευλάβεια το ΄Αγιον ΄Ορος.
«Είχε ταπείνωση» λένε οι Αγιορείτες. Κι νύν Πρόεδρος Δημήτριος Μεντιέβεβ μαζί με τον γιό του, επισκέφθηκαν αφανώς και χωρίς καμία δημοσιότητα το ΄Αγιον ΄Ορος πρό 2 ετών. Κι αυτοί «ταπεινοί προσκυνητές», «αγιορείτες προσκυνητές».
΄Αλλοι Ρώσοι υψηλοί αξιωματούχοι, επισκέπτονται συχνά το ΄Αγιον ΄Ορος, ταπεινά και σιωπηλά, κατ΄επανάληψη. Η πλεινότητά τους, μετά τις πρώτες 2-3 προσκυνηματικές επισκέψεις τους, «αναπαύονται» και διανυκτερεύουν πέραν της «Μονής του Ρωσσικού». ΄Αλλωστε παρόμοιες Μονές, υπάρχουν εκατοντάδες στην Ρωσία. Θέλουν και επιθυμούν να βιώσουν την «Αγιορειτική Παράδοση» και το «Βυζαντινό Τυπικό» των Αγιορειτικών Ιερών Μονών.
Αρκετοί από αυτούς, έχουν αναπτύξει θερμές σχέσεις με Αγιορείτες Μοναχούς και δεν είναι λίγες οι φορές που Αγιορείτες Μοναχοί, κλήθηκαν στην Μόσχα και μεταξύ άλλων, επισκέφθηκαν τόσο τον Βλαδίμηρο Πούτιν, και τον Δημήτριο Μεντιέβεβ, όσο και άλλους αξιοματούχους. Μάλιστα το περασμένο θέρος του 2008, με επιθυμία του Β. Πούτιν, δύο φορές Αγιορείτες Μοναχοί, μεταφέρθηκαν από την Μόσχα στο Σότσι, στην θερινή του κατοικία, και συναντήθηκαν «αγιορείτικα». Ταπεινά. Χωρίς μεγαλεία και δημοσιότητες.
Ουδέποτε Ρώσος αξιωματούχος, σε οποιοδήποτε αξίωμα και αν κατέχει, εκφράστηκε «Αθωνικά» ή συμπεριφέρθηκε εθνοφυλετικά στο ΄Αγιον ΄Ορος.
Σχεδόν ολόκληρος ο «Κύκλος του Στρετένσκυ» πέρασε από το ΄Αγιον ΄Ορος και πολλοί από αυτούς, συνεχίζουν να έρχονται συχνά, ως προσκυνητές.
Κι ο Αρχιμανδριτης Τύχων Σεβκούνωβ, αρκετές φορές ήρθε στο ΄Αγιον ΄Ορος.
Η «καταγεγραμμένη συμπεριφορά» αμφοτέρων, Πολιτικών αξιωματούχων και Εκκλησιαστικών αξιωματούχων, οδηγεί στην εξαγωγή ενός οξύμωρου συμπεράσματος…Οι Πολιτικοί αξιωματούχοι, «εισέρχονται ταπεινά και συμπεριφέρονται» με ευλάβεια και ομόδοξο πνεύμα, χωρίς να έχουν πολιτικά κίνητρα ή επιδιώξεις. Αντιθέτως οι Εκκλησιαστικοί αξιωματούχοι, στην συντριπτική τους πλειοψηφία, παραμένουν «αγκυλωμένοι» σε πρακτικές του παρελθόντος, εκφράζοντας τον ανέκαθεν «Εκκλησιαστικό τους ιμπεριαλισμό»!
Ο πλούτος της Ρωσικής Εκκλησίας, η αντιγραφή πολλών στοιχείων από την Δυτική Εκκλησία, από πολλούς χαρακτηρίζεται, ως «Εκκλησιαστικός καπιταλισμός» από τον οποίο προέρχεται και ο «ιμπεριαλισμός» της εν μέρει.
Τίθεται λοιπόν ο μέγιστος των προβληματισμών…
Τελικά την «νέα Ρωσική ιδεολογία» δημιούργησε η Ρωσική Εκκλησία και την προώθησε, μέσω της Μονής Στρετένσκυ προς την «΄Αρχουσα Τάξη» της Ρωσίας, ή το αντίθετο?
ΤΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ
Η νέα Ρωσική ιδεολογία, ο «Νεοβυζαντινισμός» που θέλει την εδραίωση της «Ευρασιατικής Ρωσικής Αυτοκρατορίας» στο παγκόσμιο γεωπολιτικό γίγνεσθαι,
θεωρεί την Ορθόδοξη Χριστιανική πίστη και παράδοση, ως κύριο συστατικό του στοιχείο. Με το αξίωμα αυτό ως δεδομένο, θα πρέπει να αναμένουμε, η νέα ιδεολογία, να λάβει την μορφή «ιδεαλιστικού δόγματος». Η Ρωσία πιθανόν θα κληθεί να δημιουργήσει ένα νέο «γεωπολιτικό δόγμα» βασιζόμενο στην νέα της ιδεολογία, το οποίο θα γίνει ορατό στην εξωτερική της πολιτική.
Στο ντοκιμαντέρ, είδαμε ακόμη και επίκαιρα θέματα στρατιωτικής φύσεως, όπως ο επαγγελματικός στρατός, κλπ, να αναδεικνύονται ως «ασθένεια της Δύσης» και
Η υποχρεωτική στρατιωτική θητεία, να προβάλλεται ως «ιστορικό καθήκον», γεγονός που μπορεί να ταυτιστεί, τόσο με το φαινόμενο των λιποταξιών και των ανυπότακτων που πλήγει ραγδαία τον Ρωσικό Στρατό.
Η τηλεοπτική αυτή παραγωγή, κινείται από τα ιστορικά θέματα, στην οικονομική πολιτική, την στρατιωτική ιστορία και πολιτική, την κοινωνιολογία και κάθε τομέα της δημόσιας ζωής. Αξίζει να σημειωθεί, πως γίνεται ευρεία αναφορά στην «γραφειοκρατία» η οποία αναφέρεται ως «παράγων ασφάλειας» της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, και συνάμα, δίδει την αίσθηση του εξωραϊσμού και της αποδαιμονοποίησης, της Σοβιετικής γραφειοκρατίας την οποία κληρονόμησε η Ρωσία, μετά την πτώση του κομμουνισμού.
Σημαντικότατο στοιχείο είναι, πως η νέα ιδεολογία, ουσιαστικά στην εναρκτήρια
παρουσίασή της προς το ευρύτερο Ρωσικό κοινό και τον Λαό, επέλεξε έναν Ιερέα για να κάνει την εμφάνισή της.
Οι διαστάσεις αυτού του σημαντικού γεγονότος, προϊδεάζει πλέον για την μορφή που θα εκλάβει η συνέχεια και η περαιτέρω εκδήλωση της νέας ιδεολογίας στην Ρωσία.
Η νέα ιδεολογία, θα έχει ως κύριο φορέα έκφρασής της και εξάπλωσής της την Ρωσική Εκκλησία, η οποία διαθέτει έναν τεράστιο και πανίσχυρο μηχανισμό πλέον σε ολόκληρη την αχανή Ρωσική επικράτεια.
Η νέα Ρωσική ιδεολογία, θα εξαπλωθεί με εκκλησιαστικές μεθόδους και τρόπους με κύριο στοιχείο προβολής της την «ανώτερη πνευματικότητα» που επεξηγεί την παρελθούσα ιστορία, και «διδάσκει». Η νέα ιδεολογία της Ρωσίας, θα δοθεί μέσα από την «πνευματική διδασκαλία» ως μια «θρησκευτικο-πολιτική πίστη»
της οποίας την «αυθεντία» και το «αλάνθαστο» εγγυάται η Ρωσική Εκκλησία, οι Πνευματικοί Ρώσοι σύγχρονοι Πατέρες, όπως ο Αρχιμανδρίτης Τύχων, αλλά και η πνευματική παρακαταθήκη και παράδοση, των μεγάλων Ρώσων στοχαστών, διανοουμένων και φιλοσόφων.
Γεγονός που έρχεται να επιβεβαιώσει την παραπάνω άποψη, είναι η δημιουργία «Επιτροπής για την Ιστορία της Ρωσίας» πρόσφατα, υπό την εποπτεία μάλιστα του Ρώσου Προέδρου. Ο έλεγχος της ιστορίας και η απόδοσή της, ελεγχόμενα, σαφέστατα εντάσσονται στα πλαίσια της δημιουργίας υποδομής, για την νέα ιδεολογία. Πλήθος άλλες ενέργειες, συνηγορούν και ενισχύουν το παραπάνω θεώρημα.
Η «νέα πίστη» και ιδεολογία, δεν αφήνει ιστορικά κενά. Γίνεται επιλεκτική επιλογή, κυρίως ιστορικών γεγονότων της εποχής της Σοβιετικής ΄Ενωσης, τα οποία και ενσωματώνονται στην Ρωσική νεώτερη ιστορία. Προβάλλεται ο «Ρωσικός ηρωισμός» ως στοιχείο της «Ρωσικής ψυχής», ανεξάρτητο από την επικρατούσα ιδεολογία και το καθεστώς. Υποσυνείδητα περνάει το μήνυμα, ως έμμεση άποψη, πως ο κομμουνισμός δεν στέρησε από τον Ρωσικό Λαό, την ηρωική του υπόσταση, αλλά αντίθετα τόνωσε και ανέδειξε τον «Ρωσικό ηρωισμό». Ο «Ρώσος ΄Ηρωας» παραμένει «΄Ηρωας» ανεξάρτητα από το καθεστώς που τον κυβερνά.
Η νέα Ρωσική ιδεολογία, συμφωνεί με όλους και με όλα, εκτός από την «δαιμονική Δύση». Μια Δύση, η οποία έχτισε τις βάσεις και προϋποθέσεις του ιμπεριαλισμού και του καπιταλισμού, στην εποχή του Βυζαντίου, σύμφωνα με τις παρουσίαση και τις αναφορές του ντοκιμαντέρ.
Η πανσλαβιστική θεωρία της «Τρίτης Ρώμης» υποβαθμίζεται και «καταψύχεται» και στην θέση της προβάλλεται η δημιουργία ενός «Νέου Βυζαντίου». Ενός «Νέου Βυζαντίου» που θα αποφύγει τα λάθη του παρελθόντος, και θα κυριαρχήσει ως «Ευρασιατική Ρωσική Αυτοκρατορία».
Ο Ρωσικός εθνικισμός, ο οποίος και βρήκε την έκφρασή του στον πανσλαβισμό, ενσωματώνεται, στον νέο Οικουμενικό χαρακτήρα του «Νέου Βυζαντίου» αλλά υπό απόλυτη Ρωσική διάσταση. Τα «άκαμπτα στοιχεία του εθνικισμού» βρίσκουν απόλυτη ανταπόκριση στην «αυθεντία και το αλάνθαστο της Εκκλησίας».
Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ
Η νέα Ρωσική ιδεολογία, δεν προτάσσει την δημιουργία μιας «Νέας Βυζαντινής Αυτοκρατορίας». Πρεσβεύει έντεχνα και κεκαλυμμένα, την δημιουργία του «Νέου Βυζαντίου» εντός της «Ευρασιατικής Ρωσικής Αυτοκρατορίας».
Το «Βυζάντιο» επικαλείται ως «Βυζάντιο» και μόνον και όχι ως αυτοκρατορία πολυεθνική και πολυσυνθετική με απόλυτα Ελληνικό χαρακτήρα. Προσαρμόζεται στην σύγχρονη πολυπολιτισμική πραγματικότητα της Ρωσίας, ξεπερνώντας ουσιαστικούς παράγοντες, όπως ο πολυεθνικός και πολυθρησκευτικός χαρακτήρας της, οι πολλές εθνοτικές μειονότητές της κλπ.
Ο «Παραδοσιακός Βυζαντινός Πολιτισμός» ξεπερνά τα στοιχεία αυτά, ως «Βυζάντιο». Όχι ως «Βυζαντινή Αυτοκρατορία» ή «Βυζαντινό Κράτος».
Ο «Ρωσικός Κρατισμός» ο οποίος ξεπερνά τα όρια της υπερβολής, είναι το κύριο στοιχείο μέσα από το οποίο η Ρωσική Κυβέρνηση καταφέρνει και διατηρεί υπό τον έλεγχό της, τις τεράστιες ανθρωπομάζες της Ρωσίας. Η γραφειοκρατία του σύγχρονου Ρωσικού κρατισμού, δεν διαφέρει σε τίποτα από αυτόν της Σοβιετικής ΄Ενωσης. Ελάχιστες «διορθωτικές κινήσεις» έχουν γίνει και αυτές προς την κατεύθυνση της προσαρμογής του στα νέα και σύγχρονα δεδομένα.
Ο απολυταρχικός χαρακτήρας του σύγχρονου Ρωσικού κρατισμού, έχει κυριαρχήσει πλέον και στην νοοτροπία του Ρωσικού Λαού και της σύγχρονης Ρωσικής Κοινωνίας.
Ο απολυταρχικός αυτός χαρακτήρας και η νοοτροπία του Ρωσικού Λαού, έρχονται σε πλήρη σύμπνοια και ταύτιση, με το απολυταρχικό διοικητικό σύστημα της Ρωσικής Εκκλησίας.
Έτσι «εξαγιάζεται» και «αποδαιμονοποιείται» η σύγχρονη και η Σοβιετική γραφειοκρατία και ο άκαμπτος, απολυταρχικός και αντιδημοκρατικός Ρωσικός κρατισμός.
Συμπερασματικά, η Ρωσική Εκκλησία, αντικαθιστά το «Κόμμα» και την έννοιά που είχε στην Σοβιετική ΄Ενωση. Η Ορθοδοξία αντικαθιστά τον κομμουνισμό.
Ο «κομμουνιστικός δογματισμός» αντικαθίσταται από « δογματισμό της νέας ιδεολογίας». Ο «άπιστος και άθεος κομμουνισμός» αντικαθίσταται από « νέα ιδεολογική πίστη». Το νέο «Πολίντμπιρο» και η «Σοβιετική Καθέδρα» αντικαθίστανται από την «Ελέω Θεού» και «Θεόπνευστη» Ρωσική Εκκλησία και τα διοικητικά της όργανα. Το μόνο σύμβολο της Ρωσικής Εξουσίας, το οποίο και διατηρήθηκε διαχρονικά είναι το Κρεμλίνο.
Το Κρεμλίνο παραμένει το μόνο σταθερό σύμβολο ως «Αμετάβλητη Αρχή».
Κρεμλίνο και Ρωσική Εκκλησία, οδεύουν προς μια ισχυρή σχέση αλληλεξάρτησης
η οποία εμπεριέχει «θρησκευτικά-πνευματικά δογματικά στοιχεία» και έναν «ισχυρό κρατικό ιδεαλισμό».
Θα προκύψει μια «νέα εξουσία», ένα «νέο είδος» «Ευρασιατικού Τσαρισμού»,
με κύριο πρωταρχικό του στοιχείο, την «σύγκλιση» της κρατικής – γραφειοκρατικής εξουσίας και του Εκκλησιαστικού Δεσποτισμού. Ο Δεσποτισμός αυτός και η μορφή της Εκκλησιαστικής εξουσίας, θα προσδώσει έναν χαρακτήρα στην «νέα ιδεολογία» που θα ερμηνεύεται ως «Θεόπνευστη».
Η σύγκλιση και σύμπτυξη, των δύο ισχυρότατων αυτών πόλων και μορφών εξουσίας, θα γεννήσει πιθανότατα, ένα απολυταρχικό καθεστώς , άκαμπτο και συμπαγές. Πιθανόν βρισκόμαστε μπροστά σ΄ έναν «πολιτισμικό εθνικισμό» με κυρίαρχο στοιχείο του, το «Ορθόδοξο δόγμα», βασιζόμενο σε επιλεκτικές ιστορικές καταβολές, και την παραδοσιακή Ρωσική εθιμοτυπία και ανθρωπογεωγραφία, με ισχυρά σπέρματα ενός νέου πανσλαβισμού.
Η ΕΚΦΡΑΣΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ-ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
Η «νέα ιδεολογία» ως στοιχείο και υπόβαθρο των προθέσεων της ανασύστασης του «Βυζαντίου» υπό την «Ευρασιατική Ρωσική Αυτοκρατορία», θα έχει έντονους συμβολισμούς και εξωστρεφή παρουσία η οποία θα κυριαρχεί είτε στατικά είτε μέσα από μεγαλειώδεις εκδηλώσεις.
Η Εκκλησιαστική εξουσία, συμβολίζεται και προβάλλεται, μέσα από την «ενδυματολογία της Εκκλησίας» και τις συνεχείς επετειακές θρησκευτικές εκδηλώσεις και Ιεροπραξίες.
Η κρατική εξουσία εκφράζεται από σύμβολα εξουσίας πολλών μορφών. Θα δούμε πιθανότατα την αναβίωση της Στρατιωτικής Τσαρικής Παράδοσης, με τις μεγαλειώδεις, ογκώδεις και πομπώδεις εκδηλώσεις της, στον σύγχρονο Ρωσικό Στρατό, ο οποίος ως φορέας της Ρωσικής ιστορίας, θα παρουσιάζεται ως ο «διαχρονικός εγγυητής» και «φύλακας-φρουρός» των αξιών και ιερών της «νέας ιδεολογίας».
Συμπερασματικά, θα βρεθούμε μπροστά σε μια αυστηρή τυπολατρία, όπου Εκκλησία και Στρατός, μέσα από τα «σύμβολά» τους, θα τονίζουν διαρκώς την απόλυτη παρουσία της «νέας Ρωσικής ιδεολογίας» και της «αυτοκρατορικής εξουσίας» της νέας «Μεγάλης Αγίας Ρωσίας», του Βλαδίμηρου και της Οσίας Όλγας, του Ιβάν του Τρομερού, του Νεομάρτυρα Τσάρου Νικολάου και της δυναστείας των Ρομανώβ, των ηρώων του Στάλιγκραντ, της αντίστασης του Λένιγκραντ και του «Λαού του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου». Της Εκκλησίας ως φορέα της «Ιεράς Ρωσικής Παράδοσης» και του «Κόκκινου Στρατού» ως φορέα διάσωσης του ΄Εθνους.
Η μεταψυχροπολεμική Ρωσία, μετεξελίσσεται, μετά από μια περίοδο έντονης παρακμής και διαλυτικών τάσεων, σε μια κοινωνία των άκρων, η οποία για να επιβιώσει στο εσωτερικό, πρέπει να ανακτήσει την χαμένη της αίγλη, μέσα από έναν μικροαστικό εθνικισμό με παραδοσιακές ιστορικές καταβολές και θρησκευτικό δογματισμό, και προς το εξωτερικό ως η υπερδύναμη και προστάτιδα του Σλαβικού και Ορθόδοξου στοιχείου, εν αρχή στην Ευρώπη.
Η «νέα Ρωσική ιδεολογία» θεωρεί τόσο τον καπιταλισμό, όσο και τον κομμουνισμό, ως θεωρίες που απέτυχαν. Η έννοια του ιμπεριαλισμού καλλιεργείται πλέον, ως παράγωγο του καπιταλισμού με μεσσιανικά και εσχατολογικά στοιχεία, τα οποία θέλουν πρωτίστως να πλήξουν την Ορθόδοξη πίστη και Ιερά Ρωσική Παράδοση, για να κυριαρχήσουν οι «δυνάμεις του κακού» οι οποίες θα καταστρέψουν την Ρωσία και την ιστορική προοπτική της αποστολή, ως «προστάτιδος της αληθινής πίστεως» και της «ειρήνης στον κόσμο».
Η «νέα Ρωσική ιδεολογία» θα αποτελέσει την νέα Ρωσική κοσμοθεωρία και κοσμοαντίληψη, και θα διαμορφώσει την νέα της εσωτερική και εξωτερική πολιτική παγκοσμίως.
Η «νέα Ρωσική ιδεολογία» στο «δεξιό της άκρο» και τις «ακροδεξιές» της ερμηνείες, θα έχει την μορφή ενός «Θεοφασιμού» με «Δεσποτικά στοιχεία», ενώ στο «αριστερό της άκρο» και τις «ακροαριστερές» ερμηνείες, θα έχει την μορφή ενός «εθνικοκοινωνισμού» με έντονα «Σοσιαλιστικά επαναστατικά στοιχεία».
Τα δύο αυτά «άκρα» θα αποτελέσουν, τους παράγοντες «απόσβεσης» και «απορρόφησης» των όποιων εσωτερικών διαλειτουργικών αντιδράσεων και ιδεολογικών αμφισβητήσεων, οι οποίες και θα εκδηλωθούν, είτε ως φιλοσοφικές θεωρίες διαμαρτυρίας στα πλαίσια ενός εσωτερικού ανταγωνισμού, είτε ως ριζοσπαστικές εκδηλώσεις λαϊκής αντίδρασης.
ΝΕΟΘΩΜΑΝΙΣΜΟΣ – ΝΕΟΒΥΖΑΝΤΙΝΙΣΜΟΣ
Βλέπουμε πως στην γειτονική Τουρκία, κυριαρχεί πλέον μια παρόμοια ιδεολογία και ιδεοληψία, με ταυτόσημα στοιχεία, με αυτήν της «νέας Ρωσικής ιδεολογίας».
Η συνεχόμενη κυριαρχία των δύο ιδεολογικών τάσεων, σε Ρωσία και Τουρκία, οι οποίες πλέον επιβάλλονται με κρατική συνεισφορά και μέριμνα, θα «συναντηθούν» στο άμεση μέλλον.
Η ανθρωπογεωγραφία των δύο χωρών, οι «εθνοτικές και ανθρωπολογικές αλληλοκαλύψεις» σε αρκετές περιοχές π.χ. του Καυκάσου και των μεγάλων Τουρκόφωνων κρατών και γεωγραφικών ενοτήτων, αφού «συναντηθούν» και ανταλλάξουν δεδομένα, πιθανότατα θα «συγκρουστούν» με πάθος και πρωτοφανή πάταγο, απόλυτα καταστροφικό και για τους δύο, εκλαμβανομένων των τεραστίων μεγεθών και ισχύος της Τουρκίας και της Ρωσίας.
Η «προστάτιδα των Ορθοδόξων Ρωσία» και του Βυζαντινού πολιτισμού, θα συγκρουστεί με την «προστάτιδα των μετριοπαθών Μουσουλμάνων Τουρκία» και του πολιτικού Ισλάμ, θα έχουν ως «πεδίο αντιπαράθεσης και ανταγωνισμού»
τα « γεωγραφικά πεδία ανθρωπολογικής αλληλοκάλυψης», στα οποία η θρησκεία δεν είναι κυρίαρχο στοιχείο. Εξισλαμισθέντες Σλάβοι και Ρωσόφωνοι Τουρκογενείς. Τουρκόφωνοι και Ρωσόφωνοι των περιοχών της Κασπίας, του Καυκάσου και της Κεντρικής Ασίας, θα γίνουν αντικείμενο, ανταγωνισμού, προσεταιρισμού και υιοθεσίας.
Ο σύγχρονος Ρωσικός Πανσλαβιστικός Νεοβυζαντινισμός θα ανταλλάξει δεδομένα και πληροφορίες με τον σύγχρονο Τουρκικό Παντουρανιστικο Νεοθωμανισμό. Ο «Ορθόδοξος Νεορωσισμός» και ο «Ισλαμικός Νεοτουρκισμός»
δεν εμπεριέχουν εκείνα τα στοιχεία και δεδομένα, της αλληλοπεριχώρισης και ειρηνικής συνύπαρξης και συνεργασίας.
Οι εσωτερικές δομές και οι εξωτερικές εξαρτήσεις και προσανατολισμοί, είναι απαγορευτικοί για να αποτελέσουν παράγοντες συνεργασίας για τις δύο χώρες.
Η σύγκρουση «Ορθοδόξου Νεορωσισμού» και «Ισλαμικού Νεοθωμανισμού» θα καθορίσουν το μέλλον της κυριαρχίας στην Ευρασία, η οποία σύμφωνα με την θεωρία της γεωπολιτικής της «Παγκοσμίου Νήσου» θα καθορίσει εν πολλοίς και το μέλλον της διεθνούς πολιτικής σκηνής επιρροών και κυριαρχίας στον πλανήτη.
ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ
Τέως αξιωματούχοι της KGB κατά πληοψηφία άθεοι τότε, στερούμενοι της «Ορθοδόξου Μυστηριακής Συμμετοχής» και εμπειρίας.Ένα μέρος τέως συναδέλφων τους από το παρελθόν, οι οποίοι καλώς ή κακώς τυγχάνουν Εκκλησιαστικοί ηγέτες της Ρωσίας, συνθέτουν την «΄Αρχουσα Τάξη» της σημερινής Ρωσίας. Από τους σκοτεινούς και δεδαλώδεις διαδρόμους της πανίσχυρης Σοβιετικής μυστικής υπηρεσίας, βρέθηκαν στον «Κύκλο του Στρετένσκυ» μέσα στην ομώνυμη Μονή, τηρώντας ξανά τους κανόνες εμπιστευτικής φύσεως τους οποίους διδάχθηκαν κάποτε.
Προσπαθούν να δημιουργήσουν μια «νέα ιδεολογία», ένα «νέο όραμα» για τον Ρωσικό Λαό. Να αγγίξουν την «ψυχοσύνθεσή» του και να το «κυβερνήσουν».
Επέλεξαν το «Βυζάντιο» ως βάση της «νέας ιδεολογίας» τους, το οποίο και κατενόησαν με δικά τους λανθασμένα κρητήρια, αμφότεροι συνεντευξαμένοι στον «Κύκλο του Στρεντένσκυ».
Ως «προϊόν διαστρέβλωσης» η «νέα ιδεολογία», τι θα μπορούσε να προσδώσει στο Ρωσικό Λαό και την παγκόσμια υφήλιο, εν τέλει?
Τίθενται εν προκειμένω, σοβαρά διλήματα και προκύπτουν τεράστιας σημασίας ερωτηματικά…Πως νοείται η «ανασύσταση του Βυζαντίου» ως «Ευρασιατική Ρωσική Αυτοκρατορία»? Ποιες οι νέες γεωπολιτικές και γεωστρατηγικές της επιταγές και απαιτήσεις?
Η Ορθόδοξη Πίστη, χαρακτηρίστηκε από τον Βλαδίμηρο Πούτιν, ισάξια της πυρηνικής ισχύος της Ρωσίας και «ασπίδα» της. Ουδέποτε όμως στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία, καταγράφηκε, να γίνεται σύγκριση της Ορθοδόξου Πίστεως με το «Υγρό Πύρ»…
Τι μέλει γενέσθαι, από το «μείγμα» αυτό πυρηνικής ισχύος και θρησκευτικής ισχύος?
Η «νέα ιδεολογία» θα κληθεί να δώσει λύσεις τα επόμενα έτη, σε σοβαρά προβλήματα, παγκοσμίου εμβελείας και σημασίας…Είναι ικανή?
Η «Βυζαντινή Αυτοκρατορία» θα γινόταν κατανοήτη εντός του Καθολικού της Ιεράς Μονής Στρετένσκυ και όχι στα υπόγεια του «Κύκλου» της…
Η εμμονή μου στο βασανιστικό ερώτημά μου είναι πάγια…
Τελικά ποιος εφεύρε την «νέα Ρωσική Ιδεολογία» στην σημερινή Ρωσία?
ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ ΠΡΟΣ ΕΣΠΕΡΙΑ
Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, για αιώνες αποτέλεσε τον κυμματοθραύστη των ορδών της Ασίας και της Ανατολής, που επέδραμαν προς την Δύση, διασώζοντάς την πάμπολλες φορές.
Η ιστορία επί αιώνες κατέγραψε γεγονότα που καταμαρτυρούν την πραγματικότητα αυτή.
Την «αποφράδα ημέρα της κρίσης» η Δύση πρόδωσε το Βυζάντιο και το παρέδωσε ως «τροφή» προς «χορτασμόν και κορεσμόν» της πείνας και της δίψας του «εξ ανατολών ασιατικού όρνεου του Πορθητού».
Ο Προθητής ατενίζοντας τα ερείπια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, δημιούργησε την δική του αυτοκρατορία. Την Οθωμανική. Ο Πορθητής και οι απόγονοί του, θέλοντας να προσδώσουν όσο το δυνατόν, μεγαλύτερη αίγλη στην Αυτοκρατορία τους, αλλά και για σοβαρούς πρακτικούς λόγους, την παρουσίασαν, ως συνέχεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. ΄Αλλωστε χρησιμοποίησαν για αιώνες τους Βυζαντινούς πολίτες, και υπηκόους τους, για να δημιουργήσουν τις δομές της νέας Αυτοκρατορίας και να τις διατηρήσουν. Πάνω από 400 έτη οι ΄Ελληνες Βυζαντινοί, υποχρεώθηκαν να υπηρετήσουν τον καταστροφέα τους και τυρρανικό τους δυνάστη.
Αιώνες πρίν, οι πρόγονοι των Βυζαντινών αυτών Ελλήνων, υπό τον Βασίλειο τον Μακεδόνα, κατενίκησαν τους Ρώς και αντί για καταστροφή, τους προσέφεραν έναν νέο «Θεό». ΄Εναν ανεπανάληπτο πολιτισμό, που τους έβγαλε από τις ίζμπες και τις οπές της γής. Μέχρι τότε οι Σλάβοι Ρώς, δεν είχανε γραφή…Η ανάγνωση ήταν άγνωστη…Οι επιστήμες ανύπαρκτες…
Τους έδωσε αλφάβητο, για να μπορούν όχι μόνο να μιλάνε αλλά και να γράφουν.
Μετέφρασε χιλιάδες χιλιάδων Ελληνικά συγγράματα, κάθε είδους και επιστήμης στην νέα γλώσσα, στο νέο αλφάβητο. Οι επιστήμες, άρχισαν να σπουδάζονται και να γίνονται κατανοητές. Ο Λαός των Σλάβων Ρώς, βγήκε από το σκοτάδι, την και την αμάθεια. Δημιούργησε μια νέα κοινωνία και εγκατέλειψε τον βαρβαρισμό.
Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, έδωσε τις Πριγκήπισές Της, ως συζύγους των Τσάρων της Ρωσίας. ΄Εδωσε το Αίμα Της.
Δημιουργήθηκε και η «Ρωσική Αυτοκρατορία» η μεγαλύτερη σε έκταση που υπήρξε ποτέ στην ιστορία του ανθρώπινου Γένους.
Δύο Μεγάλες Αυτοκρατορίες δημιούργησε η Βυζαντινή Αυτοκρατορία με τις θυσίες και το αίμα Της.
Την «Ρωσική Αυτοκρατορία» και την «Οθωμανική Αυτοκρατορία».
Οι απόγονοι του Πορθητού και του Βλαδίμηρου, αναπολούν αυτήν την περίοδο την ανασύστασή τους και πάλι…
Οι απόγονοι των Βυζαντινών, περιοριζομενοι σ΄ένα κομάτι της Μητροπολιτικής μας Γής, σιγοψυθιρίζουμε μονάχα τον «Θρύλο του Μαρμαρωμένου Βασιλιά», μεταξύ Ανατολής και Δύσης…
Η Δύση και τότε, απλώς κοιτούσε, όπως και τώρα…
΄Αραγε τι θα είχε συμβεί στην ιστορία της αθρωπότητος εάν τότε τα βάρβαρα Σλαβικά στίφη δεν εκπολιτίζονταν? Αν στο ρούν της ιστορίας γίνονταν μουσουλμάνοι με Ισλαμιστικές εκτροπές?
Φαντάστηκε ποτέ κανείς η Σοβιετική ΄Ενωση ή την σημερινή Ρωσία να είχε ως κυριάρχη θρησκεία το Ισλάμ, πως θα ήτανε ο κόσμος, εκλαμβανομένης της τεράστιας ανθρωπογεωγραφίας και ισχύος της? Θα υπήρχε άραγε η Δύση?
Μια ενοποιημένη Μουσουλμανική Αυτοκρατορία, Σλάβων και Οθωμανών έστω και ως υποθετικό σενάριο προκαλεί εφιάλτες…
Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, έσωσε και την Δύση και την Ανατολή, με τις θυσίες και το αίμα Της…
Η διαστρέβλωση της Ιστορίας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, συνεχίζεται, μετά τόσους αιώνες και με την απόλυτη συνενοχή της Δύσης.
ΦΩΤΙΑΔΗΣ Γ. ΟΜΗΡΟΣ
Υ.Γ.- Το ντοκιμαντέρ μπορείτε να το δείτε στην ιστοσελίδα της εκπομπής «Ανιχνεύσεις» της ΕΤ 3, του φίλτατου και σεβαστού δημοσιογράφου Παντελή Σαββίδη- w http://www.anixneuseis.gr/
ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ.-
1.- Ο Αρχιμανδρίτης, Τύχων Σεβκούνωβ, έχει Πόντια Ελληνίδα γιαγιά, από την Τραπεζούντα, την Ελένη Παπαδοπούλου.
2.- Η Μονή Στρετένσκυ, διατηρεί το μεγαλύτερο τυπογραφείο στην Ρωσία με πλήθος εκδόσεις «διαφωτιστικού περιεχομένου» τις οποίες διακινεί σε όλη την Χώρα με την βοήθεια της Ρωσικής Εκκλησίας.
3.- Η Μονή Στρετένκσυ, στεγάζει και έχει ως ιδιοκτησία της, το μεγαλύτερο Πρακτορείο Εκκλησιαστικών Ειδήσεων στην Ρωσία, αλλά και παγκοσμίως.
4.-Η Μονή Στρετένσκυ, διατηρεί ογκώδεις και μεγάλες εγκαταστάσεις, Θεολογικών Σχολών και Σεμιναρίων.
5.- Η Μονή Στρετένσκυ διατηρεί την καλύτερη και μεγαλύτερη Εκκλησιαστική χορωδία στο κόσμο, η οποία περιέρχεται τις Ορθόδοξες χώρες συχνά.
6.-Ο Αρχιμανδρίτης Τύχωνας επισκέπτεται πάρα πολύ συχνά το ΄Αγιον ΄Ορος και διατηρεί θερμές σχέσεις με αρκετούς Ηγουμένους του ΄Αθω.
7.-Συνόδευε τον τότε Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν στην επίσκεψή του στο ΄Αγιον ΄Ορος. Τον συνοδεύει μάλιστα εντός της Ρωσίας σε όλες του τις επισκέψεις σε Μοναστήρια και Εκκλησίες.
8.-Ο Αρχιμανδρίτης Τύχωνας, θεωρείται πρόσωπο της απολύτου εμπιστοσύνης του Β. Πούτιν και άνθρωπος με πολύ μεγάλη ισχύ στην Ρωσία, σε όλα τα επίπεδα.
ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Η παρουσία της Ρωσικής Εκκλησίας το 1991 ήταν η εξής.-
α) Στην Μόσχα υπήρχαν 40 Ιεροί Ναοί. Τώρα υπάρχουν 720.
β) Στην Μόσχα δεν υπήρχε κανένα Μοναστήρι. Τώρα υπάρχουν 11 Ι. Μονές.
γ) Στην Ρωσία υπήρχαν 76 Μητροπόλεις. Τώρα υπάρχουν 157.
δ)Στην Ρωσία υπήρχαν 76 Μητροπολίτες. Τώρα υπάρχουν 203.
ε)Στην Ρωσία υπήρχαν 6.893 Εκκλησίες. Τώρα υπάρχουν 29.268
ζ) Στην Ρωσία υπήρχαν 7.210 Ιερείς. Τώρα υπάρχουν 30.670.
η) Στην Ρωσία υπήρχαν 22 Μοναστήρια. Τώρα υπάρχουν 852.
θ) Στην Ρωσία υπήρχαν 3 Θεολογικές Σχολές. Τώρα υπάρχουν 87.
ι) Στην Ρωσία δεν υπήρχαν Εκκλησιαστικά Σχολεία. Τώρα υπάρχουν περίπου 11.000.
Η τεράστια αυτή αύξηση της Θρησκείας στην Ρωσία, δεν έγινε από καταρρεύσεως του κομμουνισμού, αλλά επί Προεδρίας του Βλάντιμιρ Πούτιν.
Παράρτημα
Ἡ θεωρία τῆς Τρίτης Ρώμης
Ἡ Θεωρία τῆς Τρίτης Ρώμης ἐμφανίσθηκε ὅταν ἐπιτεύχθηκε ἡ ἀπελευθέρωση τῆς Ρωσίας ἀπό τήν Ταταρική Κατοχή καί ἡ συνένωση τῶν περισσοτέρων Ρωσικῶν Ἡγεμονιῶν κάτω ἀπό τήν Ἡγεμονία τῆς Μόσχας, γεγονότα πού ὑπέθαλψαν τόν Ρωσικό σωβινισμό, πολιτικό καί ἐκκλησιαστικό.
Μέχρι τόν 15ο αἰ. οἱ Ρῶσοι θεωροῦσαν τήν ΚΠόλη σάν παγκόσμιο κέντρο τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ προδοσία, ὅμως, τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως ἀπό τόν Βυζαντινό Αὐτοκράτορα καί τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη, κατά τήν ἑνωτική Σύνοδο Φερράρας – Φλωρεντίας (1439), προκάλεσε σοβαρή ἀναταραχή στή Ρωσία, ἡ ὁποία – ἐκτός ἀπό τήν ἀποκήρυξη τοῦ Λατινόφρονος Μητροπ. Ρωσίας Ἰσιδώρου – εἶχε καί ἄλλες σοβαρές συνέπειες. Ἡ Ἅλωση τῆς ΚΠόλεως ἀπό τούς Τούρκους (1453), θεωρήθηκε ἀπό τούς Ρώσους Ὀρθοδόξους σάν θεία τιμωρία καί ἡ Μόσχα – μόνη πλέον Χριστιανική πρωτεύουσα στήν Ἀνατολή – θεωρήθηκε διάδοχος τῆς ΚΠόλεως. Μάλιστα, μετά τόν γάμο τοῦ Μεγ. Ἡγεμόνα τῆς Μόσχας Ἰωάννη Γ’ Βασίλιεβιτς (1462 – 1505) μέ τήν ἀνηψιά τοῦ τελευταίου Βυζαντινοῦ Αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου ΙΑ’ Παλαιολόγου (+ 1453), τήν Ζωή – Σοφία Παλαιολογίνα (τό 1472), οἱ Ρῶσοι Ἡγεμόνες θεωροῦσαν τούς ἑαυτούς τους καί θεωροῦνταν ἀπό τούς ὑπηκόους τους νόμιμοι κληρονόμοι – διάδοχοι τῶν Βυζαντινῶν Αὐτοκρατόρων. Ἐπικράτησε, λοιπόν, ἡ ἰδέα, ὅτι ἡ Μόσχα ἦταν διάδοχος τῆς ΚΠόλεως καί εἶχε ὁρισθεῖ ἀπό τόν Θεό συνεχιστής τοῦ ἔργου της, τῆς διατηρήσεως – δηλαδή – προστασίας καί διαδώσεως τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως. Εἶναι χαρακτηριστικό, ὅτι ὁ Μητροπολίτης Ρωσίας Ζωσιμᾶς (1490 – 1494), ἀποκαλοῦσε τόν Μεγ. Ἡγεμόνα Ἰωάννη Γ’ “νέο Αὐτοκράτορα Κωνσταντῖνο τῆς Νέας Κωνσταντινουπόλεως”!
Ἡ θεωρία τῆς Μόσχας – Τρίτης Ρώμης διατυπώθηκε ἀπό τόν Μοναχό Φιλόθεο, ἕνα τῶν λογίων Γερόντων τῆς Μονῆς τῶν Σπηλαίων τοῦ Πσκώφ, σέ ἐπιστολή του πρός τόν Μεγ. Ἡγεμόνα τῆς Μόσχας Βασίλειο Γ’ Ἰβάνοβιτς (1505 -1533), γιό τοῦ Ἰωάννη Γ’ καί τῆς Ζωῆς – Σοφίας Παλαιολογίνας, τό 1510 – 11. ” Ἡ Ἐκκλησία τῆς παλαιᾶς Ρώμης – ἔγραφε – ἔπεσε ἐξ αἰτίας τῆς αἱρεσεώς της, οἱ πύλες τῆς δεύτερης Ρώμης, τῆς Κωνσταντινούπολης, πελεκήθηκαν ἀπό τά τσεκούρια τῶν ἀπίστων Τούρκων, ἀλλά ἡ Ἐκκλησία τῆς Μόσχας, ἡ Ἐκκλησία τῆς Νέας Ρώμης, φωτίζει λαμπρότερα ἀπό τόν ἥλιο ὁλόκληρο τό σύμπαν. Εἶσαι ὁ παγκόσμιος Ἡγέτης ὅλων τῶν Χριστιανῶν. Νά κρατᾶς τά ἡνία μέ δέος πρός τόν Θεό. Φοβοῦ Αὐτόν πού σοῦ τά ἐμπιστεύθηκε. Δύο Ρῶμες ἔχουν πέσει, ἀλλά ἡ τρίτη στέκει σταθερά. Τέταρτη δέν πρόκειται νά ὑπάρξει. Τό Χριστιανικό σου βασίλειο δέν θά δοθεῖ σέ ἄλλον” (N. Zernov, «Οἱ Ρώσοι καί ἡ Ἐκκλησία τους», σελ. 58. Βλ. ἀκόμη V. Malinin, “Starets Eleazarova Monastyria Filofei i ego poslaniia”, Κίεβο 1901, K. Medlin, “Moscow and East Rome”, 1952 καί H. Schaeder, “Moskav das Dritte Rom”, 1929).
Ἡ Θεωρία τῆς Τρίτης Ρώμης ἐνισχύθηκε ἀκόμη περισσότερο μέ τήν στέψη τοῦ Μεγ. Ἡγεμόνα τῆς Μόσχας Ἰωάννη Δ’ τοῦ Τρομεροῦ (1547 – 1584) σέ Τσάρο (παραφθορά τοῦ Καίσαρ) πασῶν τῶν Ρωσιῶν, δηλαδή Αὐτοκράτορα, ἀπό τόν Μητροπ. Μόσχας ἅγ. Μακάριο (1442 – 1463). Τήν πράξη αὐτή ἀναγνώρισε – σιμωνιακά, κατά τόν Γάλλο Ἀκαδημαϊκό Ἀνρύ Τρουαγιά – τό 1561 ὁ Πατριάρχης ΚΠόλεως Ἰωάσαφ. Ἡ Θεωρία τῆς Τρίτης Ρώμης κορυφώθηκε μέ τήν ἀνακήρυξη τοῦ Ρωσικοῦ Πατριαρχείου, τό 1589.
Γιά τήν ἐνίσχυση τῆς θεωρίας αὐτῆς κυκλοφόρησαν παραδόσεις ἀναλόγου πνεύματος. Μία ἀπό αὐτές ἀφορᾶ τήν Εὕρεση τῆς Παναγίας τοῦ Τιχβίν. Ἡ Εἰκόνα αὐτή κατά τήν παράδοση ἦταν ἔργο τοῦ Εὐαγγελιστή Λουκᾶ καί διασώθηκε στήν Ἀντιόχεια μαζί μέ τό Βιβλίο τῶν Πράξεων, ἀπ’ ὅπου μεταφέρθηκε στήν ΚΠολη – τόν 5ο αἰ. – καί κατατέθηκε στόν περίφημο Ναό τῶν Βλαχερνων. Τό 1383 μέ τρόπο παράδοξο “χάθηκε” από τήν Βασιλεύουσσα καί βρέθηκε στή Ρωσία – στίς οχθες της Λίμνης Λαντόγκας, κοντά στό χωριό Τιχβίν – οπου κτίσθηκε Ναός καί δημιουργήθηκε Μονή. (Κατά τήν επανάσταση του 1917 η Εικόνα διαφυλάχθηκε από πιστούς, μαζί μέ τά πολύτιμα αφιερώματά Της· τό 1943 φυγαδεύθηκε στίς Η.Π.Α. από τόν αρχιεπίσκοπο Ρίγας Ιωάννη Garkilavs καί κατατέθηκε στό Ρωσικό Ναό του Αγ. Παντελεήμονος Argo Σικάγου· τό 2004 επιστράφηκε από τήν Ορθόδοξη Εκκλησία της Αμερικης (Metropolia) στό Πατριαρχειο Μόσχας καί κατατέθηκε στή Μονή του Τιχβίν, η οποία επαναλειτούργησε).
Αλλη παράδοση αφορα τήν λευκή μίτρα (belui klobuk, ακριβέστερα λευκου επανωκαλύμμαυχου), η οποία αποτελει Σαβική εκδοχή της λεγόμενης ψευδο – Κωνσταντίνιου δωρεας. Σύμφωνα μέ ενα εργο του 1495 μέ τόν τίτλο «Ιστορία του λευκου ράσου», ο Μέγας Κωνσταντινος εστειλε ενα λευκό ράσο στόν Πάπα Ρώμης Αγ. Σίλβεστρο (+ 335), σάν σύμβολο της ειδικης εξουσίας του στήν εκκλησία. Αργότερα ενας αλλος Πάπας τό επέστρεψε στήν Κων/Πολη, από οπου ο Πατριάρχης Αγ. Φιλόθεος ο Κόκκινος τό παραχώρησε στόν Αρχιεπίσκοπο Νόβγκοροντ Βασίλειο, τόν 14ο αι. η παράδοση αυτή προέρχεται από τήν γνωστή ιστορική πλαστογραφία του 8ου αι. πού ειναι γνωστή σάν «Κωνσταντίνεια Δωρεά», κατά τήν οποία ο Μέγας Κωνσταντινος μεταφέροντας τήν Ρωμαϊκή πρωτεύουσα στήν Ανατολή, αφησε στόν Πάπα τήν πολιτική διακυβέρνηση της Δύσεως, ενδεικτική της οποίας ηταν τό λευκό ράσο!
Ο πρώτος πού χρησμοποίησε τήν λευκή μίτρα ήταν ο Μητροπ. Ρωσίας Αγ. Μακάριος (1442 – 1463). (Η λευκή μίτρα – επανωκαλύμμαυχο, σέ καμπύλη μορφή, αποτελει σήμερα διακριτικό του Πατριάρχη Μόσχας· ιδιου σχήματος, αλλά μαύρου χρώματος, ειναι τό διακριτικό κάλυμμα του Καθολικου – Πατριάρχη της Γεωργίας· λευκό επανωκαλύμμαυχο φέρουν επίσης ολοι οι Μητροπολίτες της Ρωσικής Εκκλησίας καί οι Προκαθήμενοι των Σλαβικών Ορθοδόξων Εκκλησιών· στήν περίπτωση του Πατριάρχη Ρουμανίας, τό λευκό επανωκαλύμμαυχο επεκτάθηκε καί εγινε λευκό ράσο).
Οι επιπτώσεις της θεωρίας αυτης στή γενικώτερη εκκλησιαστική ζωή της Ανατολής υπήρξαν σημαντικές. Στό όνομα αυτής της θεωρίας η Ρωσική Εκκλησία σέ πολλές περιπτώσεις υπηρξε όργανο στήν υπηρεσία της κρατικής πολιτικής (Κ. Σαρδελή, “Θεοφάνης ο Έλληνας”, σελ. 80). Η θεωρία αυτή, οπως παρατηρει ο Ρωος διανοούμενος Παύλος Evdokimov, “μετέβαλε τόν οικουμενικό μεσσιανισμό του Βυζαντίου σέ εθνικό μεσσιανισμό καί επνιξε την οικουμενικότητα της Ορθοδοξίας στά υδατα του Ρωσικου σωβινισμού. (P. Evdokimov, “Η Ορθοδοξία”, μετάφραση Τ. Μουρτζόπουλου, σελ. 57). Ο δέ Ρώσος Μυστικός Θεολόγος, Ποιητής και Φιλόσοφος Βλαδίμηρος Σολόβιεφ (1853 – 1900) την χαρακτηρίζει σάν «ενα Προτεσταντισμό εθνικής παράδοσης». (Βλ. γενικά Nicholas Zernov, “Moscow, the Trird Rome”, 1937).
Αλέξιος Β’, Εκκλησία και KGB
Για πολλά χρόνια, η πληροφορία που έφερε τον Πατριάρχη Μόσχας Αλέξιο Β’ ως πράκτορα των μυστικών υπηρεσιών της ΕΣΣΔ, της περίφημης KGB, δεν ήταν δυνατό να επιβεβαιωθεί, καθώς η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας την αντέκρουε. Οπως προκύπτει όμως από τη διδακτορική διατριβή του Μαρτίν Καλά, ο Αλέξιος Β’ υπήρξε ένα εκλεκτό μέλος των μυστικών υπηρεσιών της ΕΣΣΔ, κατά τη θητεία του στην Εσθονία ως επισκόπου Ταλίν. Πρόκειται για το πρώτο επίσημο κείμενο που γίνεται αποδεκτό και περιλαμβάνεται σε διδακτορική διατριβή, στο πλαίσιο έρευνας του Εσθονού που ανακάλυψε έγγραφα που από τη μια αποκαλύπτουν το ρόλο του Αλέξιου Β’ και από την άλλη περιγράφουν τον τρόπο που η Εκκλησία της Μόσχας λειτουργεί ως μέρος του κράτους σε συνεννόηση με την πολιτική ηγεσία της Ρωσίας. Η εκλογή του μητροπολίτη Σμολένσκ Κύριλλου μόλις πριν από λίγες ημέρες στο θρόνο του πατριάρχη Μόσχας και πασών των Ρωσιών, θα φανεί εάν θα σηματοδοτήσει μια νέα εποχή ή εάν θα αποτελέσει συνέχεια της προηγούμενης.
Στις 25 Μαΐου 2007, ο Μαρτίν Καλά παρουσίασε στη Σχολή Κοινωνικών και Θρησκευτικών Σπουδών του Πανεπιστημίου 11 στο Παρίσι τη διδακτορική του διατριβή. Ο Εσθονός υποψήφιος διδάκτορας εκείνη την ημέρα απευθυνόμενος στους καθηγητές του μίλησε για ώρες για την έρευνά του. Ο τίτλος της διδακτορικής διατριβής «Η Ορθόδοξη Εκκλησία στην Εσθονία: Κανονική προσέγγιση του Ευρωπαϊκού και του Εκκλησιαστικού Δικαίου. (1923 – 2005)». Υπό διαφορετικές συνθήκες το θέμα που επέλεξε ο Καλά δεν θα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ο Καλά όμως είναι ο πρώτος ερευνητής που παρουσιάζει στοιχεία για τη δράση του Πατριάρχη Μόσχας Αλέξιου Β’ στην KGB, δηλαδή τις μυστικές υπηρεσίες της ΕΣΣΔ, όταν ήταν επίσκοπος Ταλίν και πάσης Εσθονίας. Και το ενδιαφέρον ξεφεύγει των ορίων της Εσθονίας, καθώς ο αποθανών Πατριάρχης υπήρξε κορυφαίος παράγοντας (και) της πολιτικής της Ρωσίας.
Στις 400 και πλέον σελίδες της διδακτορικής διατριβής περιγράφεται ο ρόλος της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Εσθονίας και της πολιτικοποίησής της από την περίοδο της Σοβιετική Ενωσης.
Ο Αλέξιος Β’, που απεβίωσε στις 5 Δεκεμβρίου, σύμφωνα με επίσημες πηγές εμφανιζόταν στα αρχεία των μυστικών υπηρεσιών της KGB με το κωδικό όνομα Drosdov (Ντρόζντοβ). Οταν αυτό έγινε γνωστό, από την πλευρά της Εκκλησίας της Μόσχας υπήρξε ένα σοβαρό αντεπιχείρημα για να υποστηριχτεί ότι ουδέποτε διετέλεσε πράκτορας των μυστικών υπηρεσιών. Σύμφωνα με το επιχείρημα αυτό, όλοι εκείνοι για τους οποίους συντάσσονταν εκθέσεις από τις μυστικές υπηρεσίες της ΕΣΣΔ, περιγράφονταν στα κείμενα μ’ ένα κωδικό όνομα. Στην περίπτωση του μητροπολίτη Ταλίν και πάσης Εσθονίας, η KGB χρησιμοποιούσε το κωδικό όνομα Drosdov. Τίποτα μεμπτό δηλαδή για τον Αλέξιο Β’. Ο Μ. Καλά αντικρούει αυτό το επιχείρημα μέσω της διδακτορικής διατριβής που παρουσίασε στο Πανεπιστήμιο 11 στο Παρίσι.
Στο κεφάλαιο, υπό τον τίτλο «Η πολιτικοποίηση του Πατριαρχείου Μόσχας και οι πολιτικές δράσεις του Πατριάρχη. Η ρωσική Ιντελιγκέντσια στους κόλπους της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Εσθονίας», επικαλούμενος επίσημα έγγραφα, φέρνει για πρώτη φορά στη δημοσιότητα μια σειρά στοιχείων.
Γράφει ο Καλά: «Οταν το 2005, τα εσθονικά αρχεία δημοσίευσαν μια σειρά ντοκουμέντων με τον τίτλο “Αναφορές εργασίας της Επιτροπής Ασφάλειας του Κράτους -δηλαδή της KGB- του Δεύτερου και Τέταρτου Τμήματος του 1958″, φαινόταν ότι σε μια από τις συγκεντρωθείσες συλλογές από τον ιστορικό Ιντρέκ Γιούργο, μια ειδική αναφορά είχε υπογραφεί από τον πράκτορα Drosdov (Αλεξέι Ρίντιγκερ), το κωδικό όνομα του Αλέξιου Β’. Σύμφωνα με την αναφορά ο Αλέξιος έγινε επίσκοπος της Εκκλησίας της Εσθονίας με τη βοήθεια της KGB. Το Τέταρτο Τμήμα της KGB στην Εσθονία είχε χαρακτηρίσει τον πράκτορα Drosdov ως «έναν από τους πλέον έξοχους πράκτορες της KGB». Ο Τέταρτος Τομέας ασχολούνταν με την εθνική αντίσταση, την ένοπλη ή μη αντίσταση, την πάλη ενάντια στην προπαγάνδα και την επιτήρηση της Εκκλησίας και της Ιντελιγκέντσιας. Ασχολούνταν επίσης με την ιδεολογική άποψη της αντίστασης. Σύμφωνα με την αναφορά, ο πράκτορας Drozdov άσκησε «όλες τις υποχρεώσεις του με συνέπεια». Ο Drozdov, γεννημένος το 1929, ήταν θεολόγος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, με πτυχίο ανώτερης σχολής και διδακτορικό Θεολογίας και μιλούσε με ευχέρεια ρωσικά και εσθονικά, καθώς και λίγα γερμανικά. Στρατολογήθηκε στις 28 Φεβρουαρίου 1958 για τις πατριωτικές του πεποιθήσεις, για να προσδιορίσει τα αντισοβιετικά στοιχεία στους κόλπους του κλήρου. Στρατολογώντας τον Drosdov, η KGB έλαβε υπόψη τον μελλοντικό του διορισμό ως επισκόπου Ταλίν και πάσης Εσθονίας (σ.σ. Ο Αλέξιος χειροτονήθηκε επίσκοπος Ταλίν και πάσης Εσθονίας στις 3 Σεπτεμβρίου 1961). Η αναφορά επιβεβαίωσε τη συνεχή παρουσία του Drozdov στην πραγματοποίηση των στόχων του. Από την αρχή της καριέρας του έδωσε στην KGB πληροφορίες ιδιαίτερης αξίας. Σύμφωνα με την αναφορά, ο Drozdov μάθαινε γερμανικά και ζητούσε να συμπεριληφθεί στις αντιπροσωπείες του κλήρου και των οργάνων ασφαλείας του κράτους στις καπιταλιστικές χώρες».
Οπως τονίζει ο Καλά, αυτή η αναφορά «είναι το μόνο διαθέσιμο ντοκουμέντο που αποδεικνύει ότι ο Αλέξιος Β’ εργαζόταν για την KGB. Ολα τα άλλα ντοκουμέντα «είναι εικασίες». Μία από αυτές τις εκθέσεις είναι του Γκλεμπ Γιακούνιν, που ολοκληρώθηκε στις αρχές του 1990. Στη Ρωσία τα αρχεία αυτού του είδους παραμένουν σφραγισμένα». Και όπως τονίζει ο ερευνητής, «μόνο αυτό το εσθονικό ντοκουμέντο δίνει μια σαφή ένδειξη του ρόλου του Αλέξιου Β’ στους κόλπους της KGB».
«Η Ορθόδοξη Εκκλησία, μέσον συλλογής πληροφοριών»
Το Πατριαρχείο Μόσχας, σύμφωνα με την έρευνα του Μ. Καλά, είναι προπομπός της πολιτικής τής κυβέρνησης. Ο ερευνητής φέρει ως παράδειγμα την επίσημη επίσκεψη του Αλέξιου Β’ στη Ρίγα της Λετονίας τον Μάιο του 2006. «Για τους Λετονούς, αυτή η τριήμερη επίσκεψη ξεπερνούσε κατά πολύ το απλό επισκοπικό πλαίσιο, καθώς “γνωρίζουν ότι αυτή η Εκκλησία (σ.σ. της Μόσχας) είναι πολύ κοντά στον πρόεδρο της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν και έστειλαν το μήνυμα ότι η Λετονία δεν έχει συνοριακές διαφορές με τη Ρωσία”, σύμφωνα με σύμβουλο του προέδρου».
Ο Καλά αναλύει ακόμη περισσότερο το θέμα της «χρήσης» της Εκκλησίας της Μόσχας για επικοινωνιακούς σκοπούς, χαρακτηρίζοντάς ως μια «κοινή πρακτική στις σοβιετικές μυστικές υπηρεσίες, σήμερα ρωσικές». Ο ίδιος γράφει ότι «οι Εσθονικές Αρχές γνωρίζουν καλά ότι οι μυστικές υπηρεσίες πληροφοριών της Ρωσίας χρησιμοποίησαν την Ορθόδοξη Εκκλησία ως μέσο πληροφοριών». Οπως υπογραμμίζει «σήμερα οι υφιστάμενοι του μητροπολίτη Κορνήλιου, μητροπολίτη της Ορθόδοξης Εσθονικής Εκκλησίας του Πατριαρχείου Μόσχας, επισκέπτονται τακτικά τη Μόσχα και διατηρούν στενές σχέσεις με το Γραφείο Εξωτερικών Σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας και τον επικεφαλής του, από το 1989, μητροπολίτη Σμολένσκ και Κάλιγκραντ Κύριλλο, κατά κόσμον Βλαντίμιρ Γκουντιάεφ.
Πρόκειται για το νέο Πατριάρχη Μόσχας και πασών των Ρωσιών που εξελέγη με 72%, συγκεντρώνοντας 508 ψήφους στους 700 ψηφίσαντες της κληρικολαϊκής συνέλευσης.
»Σύμφωνα με τις υπηρεσίες αντικατασκοπείας μιας από τις χώρες της Βαλτικής, ο τελευταίος ήταν άμεσα συνδεδεμένος με την πραγματοποίηση του ”Προγράμματος Υποστήριξης Συμπατριωτών” (Countrymen Support Program) από τη ρωσική κυβέρνηση. Το πρόγραμμα συντονίζει η οργάνωση ”Roszarubejecenter”, η οποία υπάγεται στο ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών. Παντού στον κόσμο, η ΕΣΣΔ χρησιμοποιούσε τις κινήσεις της εργατικής τάξης για να εξυπηρετήσει τους σκοπούς της».
Στις 18 Μαΐου 2006 συναντήθηκαν στη Μόσχα οι εκπρόσωποι όλων των χωρών διαφορετικών οργανώσεων «για να λάβουν μέρος στη δεύτερη συνδιάσκεψη του Διεθνούς Συμβουλίου Ρώσων Συμπατριωτών». Ο Καλά περιγράφει ότι «το φόρουμ συντάχθηκε με σκοπό να ενθαρρύνει την ενότητα και τον συντονισμό μεταξύ των ρωσικών οργανώσεων του εξωτερικού με στόχο να διαφυλάξουν την εθνική ταυτότητα καθώς και την πολιτιστική και πνευματική κληρονομιά του ρωσικού έθνους». Οπως ισχυρίζεται ο Καλά, «η Ρωσία έχει κατά κάποιο τρόπο αντικαταστήσει τους προλετάριους από τους Ρώσους του εξωτερικού».
ΠΑΝΣΛΑΒΙΣΜΟΣ
Ο πανσλαβισμός αποτέλεσε ιδεολογική και πολιτική κίνηση του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα, στηριγμένη στην κοινή ιστορική κληρονομιά των Σλάβων. Ο όρος χρησιμοποιείται για πρώτη φορά από τον Σλοβάκο Γιαν Χέρκελ (1826), οι ρίζες του, όμως, βρίσκονται στον πολιτιστικό σλαβισμό που διαμορφώθηκε τον 17ο και συστηματοποιήθηκε τον 18ο αιώνα από τον εγκατεστημένο στη Μόσχα Κροάτη Κριζάνικ, τον Τσέχο φιλόλογο Ντομπρόφσκι και τον Σλοβάκο ποιητή Γιαν Κόλαρ. Κατά τον 19ο αιώνα ενδυναμώνεται και αποκτά νέα δυναμική και πολιτικό, πλέον, περιεχόμενο με επίκεντρο την ιδέα της κοινής έκφρασης και κατά περίπτωση εκπροσώπησης των σλαβικών λαών. Ενδεικτική προς αυτή την κατεύθυνση είναι η σχετικά πρώιμη ιδέα συνένωσης των σλαβικών λαών σε ένα δημοκρατικό κράτος με μορφή ομοσπονδίας ή συνομοσπονδίας, που διατυπώνεται από φιλελεύθερα ή επαναστατικά στοιχεία, όπως η συνδεδεμένη με το κίνημα των Ρώσων Δεκεμβριστών «Εταιρεία των Ενωμένων Σλάβων» (1823-25) ή η «Αδελφότητα Κύριλλος και Μεθόδιος» του Κιέβου (1845-47).
Η ανάδειξή του σε κυρίαρχο ιδεολογικό και πολιτικό κίνημα θα έρθει, όμως, από Ρώσους στην πλειοψηφία τους δημοσιολόγους, όπως ο Μ. Π. Πογκόντιν, ο Α. Ι. Κοτσελιόφ, ο Ν. Ν. Στράχοφ, ο Ι. Σ. Αξάκοφ και ο Ν. Ντανιλέφσκι, οι οποίοι, υπό την επίδραση, εκτός των άλλων, του δυσμενούς για τη Ρωσία Κριμαϊκού πολέμου (1854-56) και της Πολωνικής εξέγερσης (1863-64), κηρύσσουν τη συνένωση των σλαβικών λαών υπό την αιγίδα της Ρωσίας. Διχοστασία, αν και όχι σημαντική, προκάλεσαν οι περιπτώσεις της Πολωνίας και της Τσεχίας, λόγω των πολιτιστικών και θρησκευτικών δεσμών που είχαν αναπτύξει με τη Δύση.
Ιθύνουσα πνευματική προσωπικότητα της πανσλαβιστικής κινήσεως είχε εν τω μεταξύ αναδειχθεί ο καθηγητής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας, Ρογκόντιν, εκ των ιδρυτών της Σλαβικής Φιλανθρωπικής Εταιρείας (1858, Μόσχα), σκοπός της οποίας ήταν η θρησκευτική και εκπαιδευτική προαγωγή των Σλάβων του νότου. Εξέχουσα, προσωπικότητα του πανσλαβισμού υπήρξε, επίσης, ο καθηγητής Αξάκοφ, περί του οποίου ήδη εγένετο λόγος. Ο Αξάκοφ θεωρούσε ότι «η δύναμις των Σλάβων έγκειται εις την Ρωσίαν, αλλά και η δύναμις της Ρωσίας εις τον σλαβισμόν». Υπήρξε πρωτοπόρος της εντύπου και εν γένει δημοσιογραφικής προπαγάνδας . Σταθμό στην διάδοση των πανσλαβιστικών ιδεών αποτέλεσε η μεγάλη Σλαβική Εθνογραφική Έκθεση. Διοργανώθηκε στη Μόσχα το 1867 και μετεξελίχθηκε σε συνέδριο όλων των σλαβικών λαών της Ευρώπης .
Θεμελιωτής σε θεωρητικό επίπεδο του πανσλαβισμού θεωρείται ο Νικόλαος Ντανιλέφσκι. Το βιβλίο του «Ρωσία και Ευρώπη» (1869) χαρακτηρίσθηκε η βίβλος του πανσλαβισμού. Σύμφωνα με τις απόψεις του οι σλαβικοί λαοί και ο πολιτισμός τους βρίσκονται σε διαρκή αντίθεση με τον Ρωμανογερμανικό πολιτισμό της Δύσης, οπότε μόνη διέξοδός τους για το μέλλον είναι η Ρωσία. Ως προϋπόθεση θέτει την απελευθέρωση των σλαβικών λαών με πόλεμο, οπότε θα βρει την οριστική του λύση και το περίφημο Ανατολικό Ζήτημα. Συνέπεια του πολέμου θα είναι μια σλαβική ομοσπονδία, στην οποία δέχεται ότι έχουν θέση και μη σλαβικοί λαοί, όπως οι Έλληνες, οι Ρουμάνοι, οι Μαγυάροι. Πρωτεύουσα της νέας ομοσπονδίας δεν μπορεί να είναι άλλη από την Κωνσταντινούπολη.
Πέρα, όμως, από την πνευματική ηγεσία χρειαζόταν και η πολιτική, που θα ανελάμβανε την υλοποίηση αυτών των ιδεών. Κορυφαίος εκπρόσωπός της υπήρξε ο Νικόλαος Παύλοβιτς Ιγνάτιεφ. Στρατιωτικός, μεταπήδησε στο διπλωματικό κλάδο και βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη από το 1864 μέχρι το 1877. Υπήρξε ο πρωταγωνιστής της περίφημης Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου, την οποία και θεώρησε ένα εκ των δύο κορυφαίων επιτευγμάτων της καριέρας του. Ο Ιγνάτιεφ υιοθέτησε την πανσλαβιστική θεωρία, διακινδυνεύοντας τη σύγκρουση με τον προϊστάμενό του, Ρώσο Υπουργό Εξωτερικών, Gorchakov, ο οποίος δεν επιθυμούσε τη ρήξη με τη Δυαδική Μοναρχία, στα εδάφη της οποίας κατοικούσαν σλαβικοί πληθυσμοί (Τσέχοι και κυρίως Νοτιοσλάβοι), που συμπεριλαμβάνονταν στα σχέδια των πανσλαβιστών. Ο Ιγνάτιεφ, πρέπει να επισημανθεί, γιατί συχνά επιχειρείται στην Ελλάδα να ερμηνευθούν αποφάσεις εξωτερικής πολιτικής με ιδεολογικά, συναισθηματικά ή άλλα παρεμφερή κριτήρια, δεν οδηγήθηκε στη σύγκρουση με τον Gorchakov από ιδεολογικά κίνητρα, αλλά από τις διαφορετικές εκτιμήσεις του για την ρωσική εξωτερική πολιτική. Θεωρούσε την σύγκρουση με την Αυστροουγγαρία αναπόφευκτη, κατά συνέπεια δεν έβλεπε σημαντικά οφέλη από μια βραχυπρόθεσμη συνεργασία, στο βωμό της οποίας θα θυσιάζονταν οι δυνατότητες ρωσικών κινήσεων προς άλλες κατευθύνσεις και ιδιαίτερα προς αυτή των Σλάβων. Πίστευε ότι ο πανσλαβισμός έδιδε σημαντικές ευκαιρίες στη Ρωσία να επεκτείνει την κυριαρχία της, είτε άμεσα, είτε δια της δημιουργίας δορυφορικών σλαβικών κρατών. Την εκτίμηση αυτή, που φαίνεται να είναι και η πλησιέστερη προς την πραγματικότητα, αποτυπώνει με χαρακτηριστικό τρόπο ο Σπυρίδων Μαρκεζίνης, σύμφωνα με τον οποίο «Η πανσλαβιστική του πολιτική δεν εστηρίζετο εις καμμίαν ιδεολογίαν, αλλ’ ήτο ωμότατα ρεαλιστική, αν όχι κυνική, πολιτική επιβολής» . Ενδεικτική του ρεαλισμού του, τον οποίο ουδέποτε επέτρεψε να νοθεύσουν ιδεολογίες και ιδεολογήματα, ήταν και η στάση του κατά τη δημιουργία της Βουλγαρικής Εξαρχίας, την οποία, αν και εξυπηρετούσε τα σχέδιά του, δεν επιθυμούσε, με τη μορφή, τουλάχιστον, και την ένταση που αυτή επιβλήθηκε, αλλά, αντίθετα, προσπάθησε να περιορίσει, επιδιώκοντας ένα ήπιο συμβιβασμό μεταξύ των Βουλγάρων και του Πατριαρχείου (ουσιαστικά των Ελλήνων), διότι εκτιμούσε ότι η μείωση του γοήτρου της Ορθοδοξίας δεν συνέφερε τη Ρωσία, η οποία, παραδοσιακά, στήριζε πολλά στο θρησκευτικό στοιχείο .
Το κίνημα του πανσλαβισμού άσκησε μεγάλη επίδραση στην ρωσική πολιτική κυρίως κατά την βασιλεία του Τσάρου Αλέξανδρου Β’, τον οποίο ώθησε και στον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877-78. Η επιρροή των πανσλαβιστών μειώνεται βαθμιαία την εποχή του Αλέξανδρου Γ’, για να περιορισθεί η απήχησή του στα τέλη του 19ου αιώνα σε ομάδες της δεξιάς αντιπολίτευσης. Φάσεις αναβίωσης θα γνωρίσει και πάλι τον 20ο αιώνα, υπό την καθοδήγηση, πλέον, της ΕΣΣΔ.
Ας προστεθεί ότι δεν έμεινε αναξιοποίητο υπό των πανσλαβιστών κάθε διαθέσιμο μέσο, ώστε να αμφισβητηθεί ακόμη και η ελληνικότητα των κατοίκων της περιοχής. Επιστρατεύθηκε, έτσι, και η γνωστή θεωρία του Γερμανού Φαλμεράϋερ , σύμφωνα με την οποία οι Έλληνες εξολοθρεύτηκαν από τους Σλάβους κατά τη μετακίνηση των τελευταίων στα Βαλκάνια, με συνέπεια οι χριστιανικοί πληθυσμοί της περιοχής να μην έχουν, πλέον, «ούτε σταγόνα γνήσιο ελληνικό αίμα». Την πρώτη συστηματική ανατροπή της θεωρίας του Φαλμεράϋερ επεχείρησε ο Γερμανός ιστορικός Zinkeisen με την «Ιστορία της Ελλάδος» που συνέγραψε και εν συνεχεία ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, για να ακολουθήσουν και άλλοι, οι οποίοι κατέδειξαν την ενότητα του ελληνισμού σε όλες τις ιστορικές περιόδους . Χαρακτηριστικό επί του θέματος είναι το συμπέρασμα με το οποίο κλείνει το βιβλίο του «Οι Σλάβοι εν Ελλάδι» ο Κάρολος Χοπφ: «Δια των ειρημένων η θεωρία του Φαλμεράϋρ έπρεπε να περιορισθή εντός του αρμοδίου μέτρου. Ναι μεν υπήρξαν σλαβικαί εποικήσεις εν τη ελληνική ηπείρω, αλλά ούτε πανσλαβισμός ούτε ολοσχερής εξόντωσις του ελληνισμού» .
Η σύντομη αυτή περί πανσλαβισμού παρέκβαση ήταν απαραίτητη για την κατανόηση της μεγάλης αλλαγής στη ρωσική εξωτερική πολιτική που μετέβαλλε δραματικά την κατάσταση στα Βαλκάνια στα τέλη του 19ου αιώνα. Η Ρωσία επεδίωκε σταθερά, από αιώνων, την έξοδό της στη Μεσόγειο. Για την υλοποίηση αυτού του στόχου προέβαλλε το στοιχείο της κοινής θρησκείας, της Ορθοδόξου, που της επέτρεπε να «ενδιαφέρεται» για τους χριστιανικούς πληθυσμούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
ΠΑΝΣΛΑΒΙΣΜΟΣ – ΔΙΕΘΝΟΠΟΙΗΣΗ-ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
Ενώ, για το Άγιο Όρος, έκλεινε οριστικά η τελευταία σελίδα της τούρκικης κυριαρχίας, άνοιγε, μαζί με την απελευθέρωση, εκείνη της διεθνοποίησης. Η απαίτηση για διεθνοποίηση του Όρους ήταν μια από τις εξελικτικές φάσεις της επεκτατικής πολιτικής του πανσλαβισμού στο Αρχιπέλαγος. Ας δούμε κάποιες πτυχές αυτής της πολιτικής στο Όρος.
Λίγα χρόνια μετά την αποχώρηση των τούρκικων στρατευμάτων (1830) αρχίζει και η εισέλευση πλήθους Ρώσων μοναχών στον Άθω με μια αφύσικη μεγέθυνση. Η εισέλευση εκείνη οφεολόταν σε πολλά αίτια: Πρώτο, στην εγγύηση ασφαλείας που παρείχε η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας (1878). Στη φιλομόναχη πολιτική του τσάρου Αλέξανδρου Β΄ (1818-81). Στις συχνές επισκέψεις Ρώσων πριγκίπων: του Κωνσταντίνου Νικολάγεβιτς (1845), του Βίκτωρα Μπαρατίσκιν (1850), του Αλεξίου Αλεξάνδροβιτς (1867), του Κωνσταντίνου Κωνσταντίοβιτς (1881), καθώς και άλλων επισήμων. Στην εγκατάσταση τυπογραφείων στο Όρος και την εκτύπωση βιβλίων στα ρωσικά. Στον ευρύτατα διαδομένο θρύλο του Αγίου Όρους, της Σβιατάγια Γκαρά, μεταξύ των Ρώσων… Έτσι παράλληλα με την αριθμητική αύξηση του ρωσικού μοναστικού δυναμικού, αρχίζει να γιγαντώνεται κι ο πανσλαβικός επεκτατισμός, υποστηριζόμενος από αξιωματούχους της τσαρικής πολιτικής του S. Peterbourg καθώς και ορισμένους αρχιερείς της Ι. Συνόδου του Ρωσικού Πατριαρχείου. Οι αθώοι προσκυνητές που ξεκινούσαν καραβάνια από την Οντέσσα, με πόθο μοναδικό να μονάσουν στο Όρος, ασφαλώς δεν γνώριζαν πως η πολιτική της πατρίδας τους θα τους χρησιμοποιούσε ως αριθμητικές μονάδες, εξαίροντας, στην κατάλληλη ώρα, την αριθμητική υπεροχή τους. Η πολιτική λοιπόν εκείνη που απέβλεπε στην εγκατάσταση στρατιωτικοπολιτικής βάσης στον Άθω, με τις μεγάλες αποστολές χρημάτων και με την ανέγερση οικοδομικών μεγαθηρίων, που σαν πλημμυρίδα αλλοίωναν τον κλασικό αγιορείτικο οικοδομικό τύπο, οδηγούσε το ρωσικό μοναχισμό στην εκτροπή. Ο επεκτατισμός ήταν απροκάλυπτος και οι σκοποί διάφανοι. Οι ίντριγκες του Ρώσου πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη κόμη και στρατηγού Ιγνάτιεφ (1864-77), αλλά και των διαδόχων του στην πρεσβεία (όπως του A. Nelidov του I. Zinoviev του Carykof) καθώς και των εκάστοτε προξένων στη Θεσσαλονίκη, δεν είχαν τελειωμό. Οι προσπάθειες όλων απέβλεπαν στη δημογρφική αλλοίωση των κατοίκων της Χερσονήσου. Ο πρεσβευτής Ιβάν Αλεξέγιεβιτς Ζηνόβιεφ έλεγε: «ας μένουν στο Όρος Ρώσοι, κι ας είναι και διάβολοι».
Αιτία αυτού του δόγματος ήταν να καταφθάνουν εδώ ακόμα και κατάδικοι του ποινικού δικαίου, ή αγροίκοι και άγευστοι της πνευματικής ζωής, χωρίς βαθιά θρησκευτική καλλιέργεια. Η πλειονότητα των αγροίκων εκείνων που από «την πενιχράν κατάστασιν του βίου των χωρικών εν Ρωσία, ο εν Άθω μοναχικός βίος… παρίστατο δελεαστικόν ιδεώδες της επιγείου ευδαιμονίας» έδινε αφορμή σε πολλούς να ονομάζουν τον ρωσικό Άθωνα «βασίλειον των χωρικών». Αλλά και για κείνους που κυνηγούσε η δικαιοσύνη είχαν εξαπολυθεί γράμματα από εκκλησιαστικές και πολιτικές αρχές. Μια επιστολή της Ρωσικής πρεσβείας προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο κατά το 1868 κινοποιείται με δύο αλλεπάληλα πατριαρχικά γράμματα (στις 28 Απριλίου 1868 υπό Γρηγορίου ΣΤ΄ – στις 3 Νοεμβρίου 1871 υπό Ανθίμου ΣΤ΄, αντίστοιχα). Και το ρωσικό Υπουργείο Εσωτερικών εκδίδει κατά το 1879 εγκύκλιο, την οποία ο Πατριάρχης Ιωακείμ Γ΄ κοινοποιεί στο Όρος. Άλλη επιστολή των νομαρχών της ρώσικης επικράτειας πάλι προς το Πατριαρχείο (Ιούλιος 1880), επισημαίνει την παρείσφρυση στο Άγιο Όρος πολλών αμόναχων ατόμων. Πολλές συνοδικές εγκύκλιοι του Πατριαρχείου Μόσχας δημοσιεύονταν στο επίσημο όργανο της ρωσικής Ι. Συνόδου «Εκκλησιαστικές Ειδήσεις». Σε μια τέτοια εγκύκλιο του 1911 αναφέρεται με γλώσσα καυτερή πως μεταξύ των Ρώσων κελλιωτών υπάρχουν θεομπαίχτες και κακόπιστοι. Η εγκύκλιος παρότρυνε «εις πόλεμον κατά των καταχρήσεών των». Οι κελλιώτες εκείνοι αυτοτιτλοφορούνται ηγούμενοι κοινοβίων (igumeni obitelei), ενώ κάποιοι δικαίοι σκητών «μανδύαν φέρουσιν αρχιερατικόν και ράβδον κρατούσι ποιμαντικήν και εν τω επισκοπικώ ίστανται θρόνω… και άλλα άλλοτε αρχιερατικά προσοικειούνται γνωρίσματα». Έτσι το Πατριαρχείο συνιστά την εφαρμογή προληπτικού ελέγχου: όσοι έρχονται να μονάσουν στο Όρος, να φέρουν ενδεικτικό του επισκόπου τους. Βέβαια οι ενέργειες των μοναχών εκείνων δεν ενθουσίαζαν ούτε τους οπαδούς του πανσλαβισμού. Επίσης κυκλοφορούσαν φήμες ότι στα αγιορειτικά σκηνώματα στεγαζόταν «το Κόκκινο και το Μαύρο» υπό κοινούς φορείς. Σε επιστολή του με ημερομηνία 6-12-1883 προς το υπουργείο Εξωτερικών, ο πρόξενος στη Θεσσαλονίκη Λογοθέτης έγραφε: «… τινές των εκ Ρωσίας αφικνουμένων εις Άγιον Όρος προσκυνητών εθεάθησαν φέροντες στολήν στρατιώτου και μετ’ ολίγας ημέρας μεταμορφωθέντας εις μοναχούς…». Αλλά κι από την Καβάλα ο Έλληνας υποπρόξενος Τσιμπουράκης μεταβίβαζε στο ίδιο υπουργείο την ενημέρωση που του έκανε ένας πρώην καϊμακάμης του Αγίου Όρους (επιστολή της 21-9-1884): στη Σκήτη Σεράι «ευρίσκεται Ρώσος αξιωματικός, όστις κατά την στέψιν του αυτοκράτορος ανεχώρησεν εις Ρωσίαν μετά του ηγουμένου της Σκήτης… υποθέτει δε (ο καϊμακάμης), σχεδόν μετά βεβαιότητος, ότι αυτός δεν ήταν ο μόνος εκεί Ρώσος αξιωματικός. (είδε ακόμα, σε άλλο κτίσμα) να σκάπτωσι βαθέα υπόγεια, δι’ α συνέλαβεν υπονοίας ότι θα χρησιμεύσωσιν ως οπλοθήκαι». Οι πολιτικοί της Ρωσίας θεωρούσαν πως, ότι δεν μπορεί να κατορθώσει η στρατιωτική στολή, κατορθώνει το ράσο.
Παράλληλα οι πανσλαβιστές επεμβαίνουν και στα εσωτερικά άλλων Μονών. Με προσπάθειες του στρατηγού και ακαδημαϊκού Πέτρου Σεβαστιάνοφ παύεται ο ηγούμενος της Κουτλουμουσίου Ιωάσαφ, το 1860, και αντικαθίσταται με άλλον της αρεσκείας του. Το ίδιο θα συμβεί μετά 15ετία στη Μονή Ρωσικού, δια του Ιγνάτιεφ. Οι φορούμενοι από την ιδέα του πανσλαβισμού προσδιόριζαν κυρίαρχο της ιδεολογίας τους, επί των λοιπών σλαβικών κρατών, τη Ρωσία. Και όλοι, κατά κανόνα, ήταν ανθέλληνες (πρώτιστα ο ιδρυτής της πανσλαβιστικής θεωρίας J. Krizanic), διότι διεκδικούσαν, εκτός από τα εθνικά, και θρησκευτικά πρωτεία. Έτσι, θεωρώντας τον Ελληνισμό εμπόδιο στην κατάκτηση των δεύτερων, γίνονται εχθροί του. Ο διευθυντής της Ρωσικής Παλαιστινιακής Εταιρείας Β. Χιτροβό εκδηλώνεται αναφανδόν κατά του Ελληνισμού, γινόμενος αίτιος, με το μίσος του εκείνο, να προσχωρούν πολλοί στον παπισμό. Το ίδιο και ο Ανδρέας Μουράβιεφ. Ο Μανσούροφ, γραμματέας της Ρωσικής Πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη, χαρακτήριζε βλαβερή την προσάρτηση του Άθωνα στην Ελλάδα και ευχόταν «την επαναφορά αυτού υπό την κυριαρχίαν της Τουρκίας»! Ο Γουτσκόφ, δήμαρχος Μόσχας και θερμός φιλέλληνας, όταν έμαθε πως ο ελληνικός στρατός προέλαυνε πέρα από τη Θεσσαλονίκη, άρχισε να εύχεται την ήττα του…
Τα βιβλία της εποχής εκείνης, τα γραμμένα από Ρώσους, που διαπραγματεύονται περί Αγίου Όρους είναι μεροληπτικά και αυτάρεσκα. Γι’ αυτά δεν αναγνωρίζεται καμιά εθνότητα στο Όρος, εκτός της ρωσικής. Στις ελληνικές Μονές «είναι όλα σκοτεινά και τραχιά» ενώ στη Μονή Ρωσικού «όλα πάντοτε είναι γιορτινά, πολύ ωραία και χαρωπά. Εδώ τα πολλά φώτα, εδώ η ωραιότης των ύμνων…». Οι Έλληνες μοναχοί γενικά ονομάζονται greki inoki (ελληνοκαλόγεροι), εμπαικτικά. Όμως, αυτοί οι τελευταίοι αντιλαμβάνονταν, εκτός, βέβαια, από εκείνους που εξαγοράστηκαν με ρούβλια, πως ο μοναχισμός αυτού του τύπου δεν ήταν της ποιότητας των ευσεβών Ρώσων και των μεγάλων Πατέρων του ρωσικού μοναχισμού (Αντώνιου Πατσέρσκιι, Νείλου Σόρσκιι, Παϊσιου Βελιτσκόφσκι κ.ά.). Σ’ αυτούς εδώ δεν διακρινόταν το κλασικό ρωσικό ήθος: «το καλόγνωμον αυτών (των Ρώσων) και ζέσις και αγάπη και διάθεσις» προς την Παναγιορειτική αδελφότητα. Μια θλιβερή καρικατούρα, μια μαριονέτα στα χέρια των πολιτικών της Πετρούπολης ήταν ο πανσλαβιστικός μοναχισμός του Όρους.
Η πλειονότητα των Ρώσων όμως δεν μπορούσε να δεχτεί τις παράλογες αξιώσεις των πανσλαβιστών. Ο φιλέλληνας αρχιμανδρίτης Αντωνίνος Καπούστιν διακήρυττε τη χρησιμότητα της ειρηνικής συνύπαρξης των δύο εθνοτήτων στον Άθω. Έγραφε (Ιούνιος 1859): «Η συνύπαρξη των Ελλήνων και των Ρώσων στο Άγιο Όρος είναι χρήσιμη για το ρωσικό μοναχισμό στο σύνολό του και δεν μπορεί να αντικατασταθεί με τίποτε. Αυτή η συνύπαρξη αποβαίνει επίσης χρήσιμη και για τον ελληνικό μοναχισμό». Κι ο πρόξενος της Ρωσίας στη Θεσσαλονίκη συγγραφέας Κωνσταντίν Λεόντιεφ θαυμαστής του Βυζαντίου και, οπωσδήποτε, όχι μανιακός του πανσλαβισμού, ο οποίος έμεινε ένα χρόνο στο Όρος (1877-78) μετέφερε στους Ρώσους τα λόγια ενός Έλληνα αρχιερέα: «… ο πανσλαβισμός για μας συνιστά έναν κίνδυνο». Δύο άντρες, ανεπηρέαστοι της δίνης εκείνης, ο πολεμικός ανταποκριτής του Russkij Slovo Μιχαηλόφκι και ο δημοσιογράφος Νικόλαος Dousnov καυτηρίαζαν τα επεκτατικά σχέδια των πανσλαβιστών στον Άθω. Τέλος, ο μεγάλος εκείνος μητροπολίτης Μόσχας Φιλάρετος Drozdov (1821-67), σε μια μεγάλης σημασίας επιστολή του προς την Ι. Σύνοδο Μόσχας, έγραφε: «Δεν πρέπει να φροντίζουμε καθόλου για την οικονομική ενίσχυση των μονών του Άθω. Τα χρήματα από τη Ρωσία, για να φτάσουν μέχρι εκεί, περνούν από τα χέρια των συλλεκτών, οι οποίοι και κατακρατούν μεγάλα ποσά. Αλλά και πολύ από το χρήμα ξοδεύεται σε επενδύσεις εικόνων με χρυσό ή άργυρο, κάτι που δεν απαιτεί η ευσέβεια. Εκτός του ότι μπορεί να προκαλέσει την απληστία των Τούρκων και των ληστών…». Ο Φιλάρετος δεν εγκρίνει ούτε τη μετάβαση των Ρώσων στον Άθω, για την οποία έβλεπε συχνά όχι αγαθά κίνητρα, ούτε την ανέγερση λαμπρών σκηνωμάτων.
Το ζήτημα θα χειριστεί με επιτυχία ο Πατριάρχης Ιωακείμ Γ΄, που χωρίς να παύει να εκφράζει το κοινό αίσθημα για τη φίλη, ομόδοξη και σύμμαχο Ρωσία (παρόλο ότι δεν λησμονήθηκαν τα Ορλωφικά), κατορθώνει να διατηρεί αναλλοίωτο το καθεστώς του Όρους. Σε δυο σπουδαίας σημασίας γράμματα προς το Άγιο Όρος (1879) μιλάει για «εκκλησιαστικήν πανωλεθρίαν του Τόπου», εξαιτίας του εποικισμού και της αγοράς αγιορειτικής γης από μοναχούς «επήλυδας και αγνώστους». Στο άλλο γράμμα του προς τη Μονή Παντοκράτορος, «μετά δικαίας θλίψεως παρατηρεί την βαθμιαίαν εξαφάνισιν και κατάργησιν του σεβαστού αυτόθι και παναρχαίου καθεστώτος και την απαλλοτρίωσιν των έτι σωζομένων αγαθών» που βρίσκονταν στα χέρια των Αγιορειτών. Το γράμμα εκείνο έστελνε στη Μονή ο Πατριάρχης εξαιτίας της παραχώρησης άδειας από τη Μονή σε πανσλαβιστές «όπως μεταποιηθεί (το κελλί Άγιος Βασίλειος στην Καψάλα) υπό νέων κατόχων εις σκήτην». Στο ίδιο γράμμα εκφράζεται η απορία γιατί η Ιερά Κοινότητα «απαθώς και αμερίμνως έχει προς ταύτα». Το ίδιο θα συμβεί, λίγα χρόνια μετά και με το εσφιγμενίτικο κελλί Άγιοι Ανάργυροι. Τη συμφωνία ακυρώνει ο Πατριάρχης Νεόφυτος (1891): «η Εκκλησία εκήρυξε την πράξιν ταύτην (την πώληση του κελλιού σε πανσλαβιστές) άκυρον και όλως ανυπόστατον».
Κέντρα πανσλαβιστικής προπαγάνδας δρούσαν στη Μονή Ρωσικού (εκεί είχε έδρα το κομιτάτο), τη Θηβαϊδα, το Σεράι, τη Χρωμίτσα. Όμως το πιο δραστήριο ήταν το έκνομο σωματείο με την επωνυμία «Ρωσική κελλιωτική αδελφότητα» (brastvo russkih obitelei na Athon). Η αδελφότητα εκείνη ιδρύθηκε το Μάιο του 1898, και είχε σκοπό την προώθηση της πανσλαβιστικής ιδέας. Έδρευε στο μεγάλο και αξιόλογο χιλιανδαρινό κελλί Άγιος Χρυσόστομος, που σήμερα κείται ερείπιο. Γέροντας της 70μελούς αδελφότητας ήταν ο ιερομόναχος Κύριλλος, από τους λογίους. Εδώ υπήρχε και μια τεράστια βιβλιοθήκη και το κελλί προέβαινε σε ποικίλες εκδόσεις. Επίτιμο μέλος του κομιτάτου Άγιος Χρυσόστομος ήταν και ο μητροπολίτης Σερβίας Μιχαήλ, που πέθανε όμως πριν να συνταχθεί το καταστατικό. Ο Μιχαήλ επηρέασε και την κυρίαρχι Μονή – τη Χιλιανταρίου – να επιτρέψει τις εθνικιστικές δραστηριότητες του κομιτάτου και να εγκρίνει τα σχέδια της μετατροπής του κελλιού εκείνου σε σκήτη. Ότι ήταν ο Μιχαήλ για τους Σέρβους, ήταν ο επίσκοπος Πενταπόλεως Νείλος, για τους Έλληνες του Όρους. Ο Νείλος προπαγάνδιζε τον πανσλαβισμό με μεγάλη δραστηριότητα. Ο ίδιος, επίσης, υποκινούσε διχαστικές τάσεις στη Ρουμάνικη Σκήτη του Προδρόμου, εναντίον της Μεγίστης Λαύρας, όπως ανέφερε ο Πατριάρχης Ιωακείμ Γ΄ (1887). Ο πανσλαβισμός ευθύνεται για τη δημιουργία του Γεωργιάνικου ζητήματος και την έξαρση του βουλγάρικου εθνικισμού, καθώς και για την αντίστοιχη σκλήρυνση του ελληνικού στοιχείου στο Όρος.
Ο εθνικισμός και όλες οι συναφείς παρενέργειες καταδικάστηκαν από μεγάλη σύνοδο αρχιερέων που συγκροτήθηκε κατά το Σεπτέμβριο του 1872 στην Κωνσταντινούπολη, όπου συμμετείχαν πατριάρχες και αρχιερείς καθώς και δύο Αγιορείτες επίτροποι. Ο πανσλαβισμός στο Όρος θ’ αρχίσει να παίρνει την κάτω βόλτα από το 1912, με την εμφάνιση των ονοματολατρών ενώ ταυτόχρονα εμφανίζεται η διεθνοποίηση του Όρους.
Η διεθνοποίηση του Όρους ήταν αίτημα της τσαρικής Ρωσίας, με απώτερο σκοπό να μετατραπεί η χερσόνησος σε ρωσική βάση. Οι εδώ πανσλαβιστές που έπαιρναν γραμμή από την Πετρούπολη κάνουν το σύνθημα σημαία. Οι μοναχοί των λοιπών εθνικοτήτων προτιμούν την προσάρτιση του Άθω μάλλον στην Ελλάδα, και για λόγους ιστορικούς και για λόγους δικαίου. Η Σερβία και το Μαυροβούνιο μένουν αδιάφοροι, ενώ η Βουλγαρία προτείνει να δοθεί το Όρος στη Ρουμανία, ώστε αυτή να απαλλαγεί από διεκδικήσεις της δεύτερης επί βουλγαρικών εδαφών…! Τον Άθω διεκδικούν και η Αγγλία και η Αυστρουγγαρία. Η διεθνοποίηση του Όρους, κατά τους Ρώσους διπλωμάτες και εκκλησιαστικούς, συνίστατο στο να αναγνωριστεί η Χερσόνησος έδαφος ουδέτερο, υπό την προστασία ιμπεριαλιστικών δυνάμεων: των Ρώσων και των Αγγλογάλλων, όπως συμφωνήθηκε με τη συνθήκη του Λονδίνου (Φεβρουάριος 1913). Συνιστούσαν, για τα προσχήματα, να γίνει μεταξύ των Αγιορειτών δημοψήφισμα ονομαστικό (ονομαστικό, διότι υπερτερούσαν αριθμητικά με την τεχνητή αλλοίωση που επέφεραν στον πληθυσμό). Όμως η Παναγιορειτική αδελφότητα εγείρεται σύσσωμη εναντίον της πολιτικής εκείνης που απέβλεπε στην εξασφάλιση ξένων προς το μοναστικό πνεύμα σκοπών και επιδιώξεων. Η θαρραλέα και εμψυχωμένη αντίσταση των Αγιορειτών θα δικαιωθεί. Μετά 9μηνο από τη συνθήκη του Λονδίνου, πραγματοποιείται η πρεσβευτική διάσκεψη, πάλι στο Λονδίνο (Νοέμβριος 1913) που ορίζει, το Άγιο Όρος «να έχει αυτονομία ανεξάρτητη και ουδέτερη». Η φράση αυτή, παρόλο που δεν δίνει πλήρες διάγραμμα του καθεστώτος της Χερσονήσου, δεν επιτρέπει όμως να εφαρμοστούν ανεμπόδιστα τα επεκτατικά σχέδια.
Οι συντάκτες της παραπάνω φράσης εξέφραζαν το αίτημα των Ρώσων κελλιωτών και να, πως. Κατά τις 12 Μαΐου 1913 Ρώσοι κελλιώτες συντάσσουν υπόμνημα που το στέλνουν στη συνδιάσκεψη των ξένων πρεσβευτών. Το υπόμνημα εκείνο ήταν υποβολιμαίο σ’ αυτούς από τον Παύλο Mansourof, υπάλληλο του Συνοδικού Γραφείου Μόσχας και πρώην γραμματέα της Ρωσικής Πρεσβείας Κωνσταντινούπολης, και το Μπόρις Serafimof, τμηματάρχη επί των εκκλησιαστικών της ίδιας Πρεσβείας. Στο κείμενο υπήρχαν και δίκαια αιτήματα, κυρίως εκείνα που αφορούσαν τις σχέσεις των κελλιών με τις Μονές: αυτοτέλεια των κελλιών, εσωτερική αυτοδιοίκηση, σύνταξη κώδικα νόμων, διάκριση των ποινικών από τα πνευματικά επιτίμια. Πίσω όμως από τα δίκαια εκείνα αιτήματα, που ήταν ενδοαγιορειτικά και δεν συγκινούσαν τους συνέδρους της συνδιάσκεψης, προβαλλόταν το αίτημα, όπως η Χερσόνησος αναγνωριστεί ως έδαφος ουδέτερο υπό την προστασία Ρωσίας, Ρουμανίας, Βουλγαρίας, Σερβίας, Μαυροβουνίου και Ελλάδας. Εναντίον των Ρώσων κελλιωτών ξεσηκώθηκε σύνολος ο αγιορείτικος πληθυσμός, σε κάποια στιγμή και η Μονή Ρωσικού. Αλλά και το ήθος τους δεν τους έκανε πιστευτούς. Μ’ αυτούς είχε ασχοληθεί και η Ιερά Κοινότητα και το Πατριαρχείο και η Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Εκκλησίας. Λοιπόν οι 20 αντιπρόσωποι (και ο Ρωσικού) συντάσσουν μακροσκελές υπόμνημα (19 Αυγούστου 1913) προς τον Έντουαρντ Gray, πρόεδρο της συνδιάσκεψης των πρεσβευτών του Λονδίνου, με το οποίο αποκαλύπτουν και επισημαίνουν την εκτροπή των κελλιωτών. Το ιεροκοινοτικό κείμενο ορίζει: «η πρότασις της συγκυριαρχίας, κατά τας σχετικάς διατάξεις του διεθνούς δικαίου, εστί παράνομος και συνεπώς απαράδεκτος, ως παραβιάζουσα την κυριαρχίαν της Ελλάδος…». Τη Χερσόνησο «κατέκτησε δια του αίματος των τέκνων αυτής» η Ελλάδα κι επομένως ανήκει δικαιωματικά σ’ αυτήν.
Ήδη με την αντίσταση του συνόλου σχεδόν του Αγιορειτικού κόσμου και λίγες μέρες πριν δημοσιευτεί το υπόμνημα των 20 Μονών, γίνεται η συνθήκη του Βουκουρεστίου (Ιούλιος 1913), με την οποία καθορίζονται τα εδαφικά όρια των βαλκανικών κρατών και αναγνωρίζεται η ελληνική κυριότητα επί του Άθω. στη διάσκεψη εκείνη συμμετείχαν τα βαλκανικά κράτη: Ελλάδα, Βουλγαρία, Σερβία, Μαυροβούνιο. Τέλος στις 3 Οκτωβρίου η Έκτακτος Ιερά Σύναξις των καθηγουμένων και των αντιπροσώπων των 19 Μονών (η Μ. Ρωσικού απήχε) συντάσσουν το περίφημο Ψήφισμα στο οποίο διακηρύσσεται σε 10 άρθρα η «αΐδιος ευγνωμοσύνη» των Μονών προς τις νικητήριες ελληνικές δυνάμεις και, παράλληλα, αποκρούεται «εντόνως ως ολεθρία δια την περαιτέρω εξέλιξιν του μοναχικού βίου εν Αγίω Όρει η ιδέα της διεθνοποιήσεως, ή ουδετεροποιήσεως, ή συγκυριαρχίας, ή συμπροστασίας, ή όπως άλλως ήθελέ τις ονομάσει την τάσιν» αυτήν. Το Ψήφισμα καλεί τις κυβερνήσεις των Ορθοδόξων κρατών «αλλά και ικετεύει αυτάς» να αναγνωρίσουν την κυριαρχία «του Ελληνικού Βασιλείου». Αλλιώς, προειδοποιεί, κάθε αντίθετη απόφαση «θέλει συναντήσει, εν τη εφαρμογή αυτής, ενασκούμενον το δικαίωμα της υπέρ ιερών και οσίων αμύνης». Η τελευταία φράση έδειχνε καθαρά την απόφαση των Αγιορειτών να τα παίξουν όλα για όλα, όπως φαινόταν κι από άλλη σύγχρονη εγκύκλιο της Ιεράς Κοινότητας (24 Σεπτεμβρίου 1913): «…ρίπτοντες, κατά το δη λεγόμενον, τον περί όλων κύβον» εναντίον εκείνου «όστις ήθελεν αποπειραθεί να αποβιβασθή εν τω Ιερώ ημών Τόπω με σκοπόν διεθνοποιήσεως αυτού». Στο μεταξύ η ρωσική διπλωματία έχει μεταφέρει το παιχνίδι της σ’ άλλο ταμπλό: στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Έτσι οι πληροφορίες που έφταναν στο Όρος μιλούσαν για υιοθέτηση των ρωσικών αξιώσεων από το Πατριαρχείο. Όμως η Ιερά Κοινότητα δηλώνει ρητά στο Πατριαρχείο «ότι ουδεμίαν λύσιν του Αγιορειτικού ζητήματος θα αποδέχετο γενησομένην εν αγνοία της». Η έξαψη διέτρεχε όλη τη Χερσόνησο και όλοι «προέβλεπαν γεγονότα αδήλου εκτάσεως και απροσδιορίστου επιπτώσεως δια τε το παρόν και το μέλλον» του Αγίου Όρους. Κατά τις αρχές Φεβρουαρίου του 1913, 5μελής επιτροπή Αγιορειτών αντιπροσώπων μεταβαίνει στην Αθήνα, όπου τους υποδέχεται ο βασιλιάς Κωνσταντίνος και, στη συνέχεια, ο πρωθυπουργός Ελ. Βενιζέλος καθώς και ο αρχιεπίσκοπος (τότε μητροπολίτης) Θεόκλητος. Πολύς λαός επευφημούσε την αντιπροσωπία και έδειχνε διάθεση «ως εθελοντής να πολεμήση παρά το πλευρόν» των Αγιορειτών. Επίσης οι καθηγητές Μ. Χατζηδάκης και Π. Καρολίδης συγχάρηκαν «πάσαν την Αγιορειτικήν χορείαν επί τη ανδρική στάσει, ην εν τω ζητήματι τούτω επεδείξατο». Το Άγιο Όρος, όλα πείθουν, θα μείνει στην Ελλάδα. Σε λίγο θα ξεσπάσει ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος (1914), ύστερα η Ρωσική Επανάσταση (1917) και, στη συνέχεια, ο ελληνοτουρκικός πόλεμος (1921-22), που αποβαίνουν ανανεωμένες αιτίες να ναυαγούν τα σχέδια της διεθνοποίησης. Οι επόμενες συνθήκες, του Νεϊγύ (27 Νοεμβρίου 1919) και των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920) κάνουν μνεία του Άθωνα. Επίσης και στη συνθήκη της Λωζάνης, μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας (Ιούλιος 1923), αναγνωρίζεται de jure η κυριαρχία τιυ Ελληνικού κράτους επί του Αγίου Όρους. Στο άρθρο 13 της συνθήκης αυτής ορίζεται πως η Ελλάδα υποχρεούται να αναγνωρίσει και διατηρήσει τα δικαιώματα και ελευθερίες των μη ελληνικών κοινοτήτων του Αγίου Όρους, σύμφωνα με το άρθρο 62 της συνθήκης του Βερολίνου του 1878.
Το Ρωσικό κράτος με τη μπολσεβικική επανάσταση του 1917 παύει κάθε υποστήριξη προς τους Αγιορείτες πανσλαβιστές. Αυτό, πλέον, τους επιτρέπει να αντιληφθούν πως όλα ήταν μια φενάκη. Το μεγαλοϊδεατισμό των πανσλαβιστών θα συνεχίσουν να ενισχύουν, μόνο ηθικά, οι υπό τον Αναστάσιο Ρώσοι μητροπολίτες – φυγάδες στο Κάρλοβιτς. Η πτώση του τσαρικού καθεστώτος φέρνει σε επίγνωση τους πανσλαβιστές. Συνέρχονται και ζητούν να φιλιωθούν με τους μοναχούς των άλλων εθνικοτήτων. Και αρχίζουν όλα να τοποθετούνται σε ευαγγελικές βάσεις.
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΩΝ ΡΩΣΩΝ ΣΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ.
1140: Εμφανίζονται στο Αγιον Ορος οι πρώτοι ρώσοι μοναχοί και εγκαθίστανται στη Μονή Ξυλουργού.
1169: Ο ηγούμενος Λαυρέντιος διεκδικεί και παίρνει τη Μονή του Αγίου Παντελεήμονος του Θεσσαλονικέως και μετατρέπει τη Μονή Ξυλουργού σε Σκήτη.
1765: Επί Πατριαρχίας Σαμουήλ Χαντζερή οι μοναχοί της Μονής Θεσσαλονικέως εξαιτίας μιας πυρκαϊάς κατεβαίνουν κοντά στη θάλασα και δημιουργούν νέο μοναστήρι το οποίο ονομάζεται Ρούσικον.
1874: H Ιερά Κοινότητα αποστέλλει στη Μονή εννεαμελή επιτροπή και συντάσσεται Κανονισμός. Βάσει αυτού ο ηγούμενος πρέπει να είναι Ελληνας και ο αριθμός των ρώσων μοναχών κατά 1/3 μικρότερος των Ελλήνων. Ο Κανονισμός επικυρώνεται αλλά οι Ρώσοι προσφεύγουν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.
1875: Στην Κωνσταντινούπολη υπηρετεί ως πρέσβης της Ρωσίας ο κόμης Ιγνάτιεφ, ο οποίος πιέζει τον Πατριάρχη Ιωακείμ B’ και με σιγίλιο ορίζεται ηγούμενος ο ρώσος μοναχός Μακάριος.
1910: Τα Βαλκάνια φλέγονται. Στη Μονή Παντελεήμονος, στη Σκήτη της Θηβαΐδος, του Αποστόλου Ανδρέα, του Προφήτη Ηλία και σε δεκάδες κελιά ζουν 3.000 ρώσοι μοναχοί. Σύμφωνα με ορισμένους μοναχούς, πρόκειται για ρώσους στρατιωτικούς οι οποίοι είναι έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να επέμβουν στην περιοχή.
1913: Με υπόμνημά τους οι ρώσοι κελιώτες προσφεύγουν στην Πρεσβευτική Συνδιάσκεψη του Λονδίνου και ζητούν τη διεθνοποίηση του Αγίου Ορους.
1914: Ελληνες μοναχοί διαμαρτύρονται στην Ιερά Κοινότητα για τη συστηματική παραβίαση της ισότητας των δικαιωμάτων τους.
1941: Ο μοναχός Βασίλειος Κριβοσέιν προσπαθεί να αλλοιώσει τη σύσταση της Ιεράς Κοινότητας και επιθυμεί την εισαγωγή σε αυτήν εκπροσώπων και από τις σκήτες. Πηγαίνει στη Βουλγαρία, συγκεντρώνει τρόφιμα και σιτάρι και ενισχύει τους σλαβόφωνους μοναχούς. Ταυτόχρονα ζητεί τη διεθνοποίηση του Αγίου Ορους. Και αντιμετωπίζει τη σθεναρή αντίδραση των Σέρβων την καταγωγή, οι οποίοι προτιμούν να πεινάσουν παρά να δεχθούν τα τρόφιμα από τη Βουλγαρία.
1944: Στην παναγιορείτικη διάσκεψη ο Κριβοσέιν καταθέτει δήλωση και καταφέρεται κατά της ελληνικής πολιτείας, την οποία θεωρεί υπεύθυνη για τη λειψανδρία των ρωσόφωνων ιδρυμάτων. Ακόμη κάνει λόγο για εθνότητες του Αγίου Ορους.
1947: Ο Κριβοσέιν συλλαμβάνεται και δικάζεται μαζί με άλλους ρώσους και βούλγαρους μοναχούς από το ειδικό Δικαστήριο των Δωσίλογων της Θεσσαλονίκης και καταδικάζεται σε διετή φυλάκιση γιατί «συνεργάστηκαν μετά του εχθρού κατά τρόπον ανάξιον Ελληνος Πολίτου, θίγοντα την εθνικήν αξιοπρέπειαν και διευκολύνοντα το έργον της κατοχής…».
Αναδημοσίευση από ΑΝΙΧΝΕΥΣΕhttp://www.anixneuseis.gr/?p=2852ΙΣ (2-6-09)
Αναδημοσίευση από ΑΝΙΧΝΕΥΣΕhttp://www.anixneuseis.gr/?p=2852ΙΣ (2-6-09)