Ο ρόλος των
βρετανικών βάσεων στην Κύπρο στον πόλεμο της κατασκοπείας είναι γνωστός
εδώ και δεκαετίες. Οι κατά καιρούς υποτιθέμενες αποκαλύψεις που
δημοσιοποιούνται από τα βρετανικά κρατικά αρχεία, είναι στην
πραγματικότητα αδιάφορες. Έτσι και η τελευταία σειρά, η οποία δεν έχει
να προσθέσει κανένα νέο στοιχείο.
Μια σειρά από
υποτιθέμενα μυστικά σημειώματα που δημοσιοποιήθηκαν από το Εθνικό Αρχείο
στο Λονδίνο την Παρασκευή 29 Νοεμβρίου, δείχνουν πώς οι βρετανικές
μυστικές υπηρεσίες MI5, MI6 και GCHQ εργάστηκαν για να εξασφαλίσουν την
παρουσία του Ηνωμένου Βασιλείου στο νησί μετά την ανεξαρτησία.
Τα έγγραφα δείχνουν πόσο
αποφασισμένες ήταν οι βρετανικές υπηρεσίες ασφάλειας και πληροφοριών –
συμπεριλαμβανομένων της GCHQ – να διατηρήσουν μια αποτελεσματική
παρουσία στο στρατηγικής σημασίας νησί της Κύπρου, μετά την ανεξαρτησία.
Οι MI5 και MI6 βοήθησαν
να εξασφαλίσουν ότι η Βρετανία θα συνεχίσει να είναι σε θέση να
λειτουργεί από τις δύο περιοχές των κυρίαρχων βάσεων του Ηνωμένου
Βασιλείου στην Κύπρο – στην πραγματικότητα από την συνολική επικράτεια
του νησιού.
Τα έγγραφα αυτά
αναφέρονται επίσης στην ανάγκη να διατηρηθεί η επαφή με άλλες μη
κατανομαζόμενες υπηρεσίες πληροφοριών των βρετανικών βάσεων στην Κύπρο.
Τα αρχεία δεν αναφέρουν ονομαστικά την GCHQ, ως το κέντρο των
αποκαλύψεων των υποκλοπών και της μαζικής παρακολούθησης των
διπλωματικών, πολιτικών και προσωπικών δεδομένων από τον Αμερικανό
πληροφοριοδότη Έντουαρτν Σνόουντεν.
Ωστόσο, υπάρχει μια αναφορά, η οποία δεν λογοκρίθηκε, υποστηρίζει η βρετανική εφημερίδα Guardian,
και η οποία σχετίζεται με το γεγονός ότι η GCHQ διατηρεί έναν σταθμό
ακρόασης στον Άγιο Νικόλαο, πλησίον της Αμμοχώστου, το οποίο
αποκαλύφθηκε δημόσια για πρώτη φορά μετά από περισσότερα από 30 χρόνια.
Νωρίτερα αναφέρθηκε ότι οι υποκλοπές αφορούν δεδομένα που διακινούνται
με υποθαλάσσια καλώδια στην ευρύτερη Ανατολική Μεσόγειο. Ο σταθμός
φέρεται να έχει την ικανότητα παρακολούθησης 14 υποβρύχιων καλωδίων
οπτικών ινών που συνδέουν την Κύπρο, τη Μέση Ανατολή, την Αφρική και την
Ευρώπη.
Τα έγγραφα για τον Σνόουντεν που έφερε στην δημοσιότητα η βρετανική εφημερίδα Guardian, αποκαλύπτουν ότι το ήμισυ του κόστους της λειτουργίας του σταθμού του Αγίου Νικολάου πληρώνεται από τις ΗΠΑ –
κατά πάσα πιθανότητα ως μέρος του αμερικανικού παγκόσμιου συστήματος
παρακολούθησης επικοινωνιών Εchelon. Οι καταγραφές της εκπέμπονται
δορυφορικά στην Αγγλία και στη συνέχεια μεταφέρονται στον κεντρικό
σταθμό στις ΗΠΑ.
Υποτίθεται ότι η επίσημη
παρουσία αμερικανικού στρατιωτικού προσωπικού στην Κύπρο δεν
επιτρέπεται από τη διμερή συμφωνία της Βρετανίας με την Κύπρο.
Υπενθμίζεται η αναφορά του Αμερικανού πρέσβη στη Λευκωσία το 2008, η
οποία διέρρευσε μέσω της πλατφόρμας WikiLeaks: «Τυχόν ζημία ή πλήρης
απώλεια των εγκαταστάσεων στις βρετανικές βάσεις θα αποτελούσε απειλή
για τα συμφέροντα εθνικής ασφαλείας μας στην Ανατολική Μεσόγειο».
Τα αρχεία αποκαλύπτουν,
επίσης, ότι ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, ο πρώτος Πρόεδρος της Κύπρου, όταν
το νησί κέρδισε την ανεξαρτησία του τον Αύγουστο του 1960, όχι μόνο
συμφώνησε με τις βάσεις του Ηνωμένου Βασιλείου στο νησί, αλλά ζήτησε
βρετανική βοήθεια στη δημιουργία των δικών του υπηρεσιών ασφαλείας και
πληροφοριών.
Τέσσερα χρόνια νωρίτερα,
ο Μακάριος απελάθηκε από τις βρετανικές αποικιακές αρχές και εξορίστηκε
στις Σεϋχέλλες στον Ινδικό Ωκεανό. Η Βρετανία τον είχε τότε κατηγορήσει
για ενεργή προώθηση της τρομοκρατίας.
Το υποτιθέμενο ενοίκιο και οι διευκολύνσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας
Μια συμφωνία πληρωμής
ενοικίου από τους Βρετανούς για τις βάσεις δεν υπάρχει, όπως είχε
αναφέρει η εφημερίδα «Ο Φιλελεύθερος». Κι αυτό γιατί οι Βρετανοί
θεωρούσαν και θεωρούν πως οι βάσεις είναι κυρίαρχες και ως εκ τούτου δεν
μπορούσαν να πληρώνουν ενοίκιο για κάτι το οποίο θεωρούν δικό τους.
Ωστόσο, στις Συνθήκες υπάρχει πρόβλεψη για υποχρεωτική οικονομική
βοήθεια και πληρωμή δικαιωμάτων και αποζημίωσης από τη Βρετανία στην
Κυπριακή Δημοκρατία. Η Βρετανία, μέχρι και το 1965, κατέβαλλε κανονικά
τις οφειλές της.
Το 1965 η Μεγάλη
Βρετανία τερμάτισε μονομερώς την πληρωμή με τη δικαιολογία ότι δεν
μετείχαν στο Κράτος οι Τουρκοκύπριοι και ότι τα χρήματα δεν μπορούσε να
τα εισπράττει μόνο η ελληνοκυπριακή πλευρά. Σύμφωνα με τη Συμφωνία, που
είναι αποτέλεσμα ανταλλαγής επιστολών που έχουν επισυναφθεί στη Συνθήκη
Εγκατάστασης της 16ης Αυγούστου 1960, η Βρετανία όφειλε να πληρώνει για
τη χρήση δρόμων, λιμανιών, για επιστροφές φόρων.
Με βάση τη συμφωνία, το
1961 προέβλεπε αποζημιώσεις ύψους 4 εκατομμυρίων λιρών, 3 εκατομμύρια το
1962, το 1963 2 εκατομμύρια, το 1964 1,5 εκατομμύριο και το ίδιο ποσό
το 1965. Η Βρετανία είχε δώσει 500.000 λίρες για κατασκευή μέρους του
αεροδρομίου Λευκωσίας, που χρησιμοποιούσε για στρατιωτικούς λόγους,
500.000 λίρες για μετακίνηση του χωριού Ακρωτήρι, 540.000 λίρες για
κατασκευή περιφερειακού δρόμου Δεκέλειας- Αγίου Νικολάου, για να αλλάξει
η όδευση και να μην περνά μέσα από το χωριό ( Άγιος Νικόλαος).
Οι Βρετανοί τερμάτισαν
το 1965 μονομερώς τη συμφωνία και έκτοτε δεν δίνουν χρήματα ούτε για τις
διευκολύνσεις, οι οποίες στοιχίζουν στην Κυπριακή Δημοκρατία και
περιλαμβάνουν και τη χρήση των δρόμων.
Οι Άγγλοι προβαίνονουν
σε εχθρικές προς την Κύπρο ενέργειες, παραβαίνουν παράλληλα τις
συμβατικές τους υποχρεώσεις όπως είναι η υποχρέωσή τους της εγγύησης της
ανεξαρτησίας, της εδαφικής ακεραιότητας και ασφάλειας της Κυπριακής
Δημοκρατίας και απαγόρευσης δραστηριοτήτων που προωθούν το διαμελισμό
της νήσου.
Υπενθυμίζεται ότι ο
πρώην δικαστής του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Λουκής
Λουκαΐδης, είχε τονίσει σε παλαιότερη συνέντευξή του στην εφημερίδα «Ο
Φιλελεύθερος» ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δικαιούται σύμφωνα με το Δίκαιο
των Συνθηκών να τερματίσει τα αγγλικά δικαιώματα χρήσης των Βάσεων.
Το αλίευσα ΕΔΩ