ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(Ματθ. ιθ΄ 16-26)
Ἀγαπητοί μου χριστιανοί,
Ὅλοι διαπιστώνουμε ὅτι ἡ κατάσταση τοῦ κόσμου μας δὲν εἶναι καθόλου εὐχάριστη. Ἡ κοινωνία στὴν ὁποία ζοῦμε παρουσιάζει τὴν εἰκόνα ἑνὸς βαρειὰ ἀσθενοῦς. Οἱ καθημερινὲς εἰδήσεις ἔχουν σχέση μὲ πολέμους καὶ ἐγκλήματα, μὲ ἀδικίες καὶ ἀτιμίες, μὲ κρίσεις καὶ σκάνδαλα. Καὶ ὁ μικρὸς καθημερινός μας βίος εἶναι γεμάτος ἀπὸ ἀγωνίες καὶ στενοχώριες, ἀπὸ ἄγχος καὶ ἀνασφάλεια. Κι ὅλοι διερωτώμαστε, γιατὶ ὁ κόσμο μας νὰ παρουσιάζη αὐτὴ τὴν τραγικὴ εἰκόνα;
Τὴν ἀπάντηση, μαζὶ μὲ τὴ λύση τοῦ προβλήματος, μᾶς τὴ δίνει ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία. Μὲ τὸ Εὐαγγέλιό της μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ νὰ ἐκπληρώση τὸν βασικὸ σκοπὸ τῆς ὑπάρξεώς του. Κι αὐτὸς ὁ σκοπός εἶναι νὰ ἑνωθῆ μὲ τὸν Θεό, διότι αὐτὸς μόνος εἶναι «ἡ ἀστείρευτη πηγὴ τῆς ζωῆς». Ἑπομένως, ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ κάνει τὸ κάθε τι γιὰ νὰ φθάση πιὸ κοντὰ στὸν Θεό καὶ νὰ κληρονομήση ἔτσι τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τὴν αἰώνια ζωή.
Ὅμως οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ἔχουν χάσει ἀπὸ τὰ μάτια τους τὸν ἀληθινὸ σκοπὸ τοῦ βίου τους καὶ τὸν ἔχουν ἀντικαταστήσει μὲ ἄλλους σκοπούς, πρόσκαιρους καὶ δευτερεύοντες. Ἀπὸ τότε ποὺ συνειδητοποίησαν τὸν ἑαυτό τους, ἔχουν ὡς κύριο μέλημά τους νὰ ἀπολαύσουν ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερο τὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Γι’ αὐτὸ καὶ διαθέτουν ὅλο τὸν χρόνο καὶ ὅλες τους τὶς δυνάμεις, γιὰ νὰ γίνουν κάποια μέρα ἐπιτυχημένοι καὶ εὐτυχισμένοι κατὰ κόσμον. Νὰ κατοικήσουν σὲ πολυτελέστερα σπίτια, νὰ κινηθοῦν μὲ ἀκριβότερα αὐτοκίνητα, νὰ διασκεδάσουν μὲ περισσότερη σπατάλη, νὰ ἀποκτήσουν ἀξιώματα μὲ δόξα καὶ νὰ χαροῦν κάθε ἄλλη ὑλικὴ ἀπόλαυση. Τὸν Θεὸ τὸν θυμοῦνται μόνο στὶς δύσκολες ὧρες τοῦ βίου τους, στὸν κίνδυνο, στὴν ἀρρώστεια καὶ στὸν θάνατο. Κι τότε δὲν τὸν ἐπιζητοῦν γιὰ νὰ τοὺς δείξη τὸν δρόμο καὶ νὰ τοὺς ἐνισχύση νὰ κληρονομήσουν τὴν αἰώνια ζωή. Τὸν θέλουν μόνο γιὰ νὰ τοὺς βοηθήση νὰ περάσουν καλὰ στὴν ἐπίγεια ζωὴ. Ἤ ἔστω, νὰ κερδίσουν τὴν αἰώνια ζωή, ὅπως αὐτοὶ τὴν ἀντιλαμβάνονται, ἀλλὰ νὰ μὴ χάσουν τὶς ὑλικές ἀπολαύσεις αὐτῆς τῆς ζωῆς. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἔχασαν ἀπὸ τὰ μάτια τους τὸν πραγματικὸ σκοπὸ καὶ προορισμὸ τῆς ὑπάρξεώς τους. Γι’ αὐτὸ βιώνουν τὴν τραγικότητά τους.
Αὐτὴ τὴν εἰκόνα τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου, ποὺ ἔχασε τὸν προσανατολισμό του, τὴν βλέπουμε καθαρὰ στὸν πλούσιο τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς φαίνεται ἐκ πρώτης ὄψεως ὅτι γνωρίζει καλὰ ποιὸς εἶναι ὁ κύριος σκοπὸς τοῦ βίου του καὶ ἐπιδιώκει μὲ ζῆλο νὰ τὸν ἐκπληρώση. Γι αὐτὸ καὶ ἐρωτᾶ τὸν Χριστό: «Διδάσκαλε ἀγαθέ, τὶ καλὸ νὰ κάνω γιὰ νὰ ἔχω αἰώνια ζωή»;
Στὴν πραγματικότητα ὅμως δὲν ἔχει ξεκαθαρισμένη ἀντίληψη γιὰ τὴν αἰώνια ζωὴ. Δὲν τὴν γνωρίζει ὡς πνευματικὴ ζωή, ὅπως τὴν ἀποκάλυψε ὁ Χριστός. Τὴν βλέπει ὡς ἀτέλειωτη ζωὴ μὲ τὶς ἀπολαύσεις αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Αἰώνια ζωὴ γι αὐτὸν εἶναι τὰ πλούτη του. Τὸ μόνο ποὺ τοῦ λείπει εἶναι νὰ μπορῆ νὰ μὴν πεθάνη, γιὰ νὰ τὰ ἀπολαμβάνη αἰώνια. Γι αὐτὸ καὶ στὸ τέλος ἀρνεῖται νὰ κάνη ὅ,τι τοῦ παραγγέλλει ὁ Χριστός· δηλαδή, νὰ μοιράση τὰ πλούτη του καὶ νὰ τὸν ἀκολουθήση. Ὅπως σημειώνει ὁ εὐαγγελιστής, «ὅταν ὅ νέος ἄκουσε αὐτὸ τὸν λόγο ἔφυγε λυπημένος, διότι εἶχε πολλὰ κτήματα».
Ὁ καρδιογνώστης Χριστός γνωρίζει πολὺ καλὰ ὅτι ὁ πλούσιος, ποὺ στέκεται μπροστά του, ἔχει χάσει ἀπὸ τὰ μάτια του τὸν πραγματικό του στόχο. Ἡ προσωρινὴ λάμψη τοῦ πλούτου καὶ ὁ σκοτισμὸς ἀπὸ τὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας δὲν τὸν ἐπιτρέπουν νὰ ἰδῆ μακρύτερα καὶ νὰ κατανοήση ποιὰ εἶναι ἡ ἀληθινὴ αἰώνια ζωή, ποὺ προσφέρει ὁ Χριστός. Οὔτε τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ τὸν γνωρίζει πραγματικά, ἀφοῦ τὸν πιστεύει ἁπλῶς ὡς ἕνα σοφὸ διδάσκαλο καὶ ὄχι ὡς Θεό. Γι αὐτὸ καὶ τὸν προσφωνεῖ, ‘Διδάσκαλε ἀγαθέ’.
Ἔχοντας αὐτὰ τὰ δεδομένα ὁ Χριστός ἐπιχειρεῖ νὰ θεραπεύση τὸν πλούσιο ἄρχοντα. Πρῶτα πρῶτα θέλει νὰ τὸν βοηθήση νὰ μάθη ποιὸς εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς. Ὅτι δηλαδὴ εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός, καὶ ἑπομένως εἶναι ὁ κατάλληλος πνευματικὸς γιατρός, ὥστε νὰ τοῦ δείξη ἐμπιστοσύνη καὶ νὰ δεχθῆ τὶς συμβουλές του. Ὕστερα τοῦ προτείνει δύο δραστικὰ φάρμακα, ποὺ θὰ τὸν βοηθήσουν νὰ γνωρίση τὴν ἀληθινη αἰώνια ζωὴ καὶ νὰ τὴν κληρονομήση. Τὸ ἕνα εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν. Ὁ πλούσιος ὁμολογεῖ ὅτι ἐφύλαξε τὶς ἐντολὲς ἀπὸ τὰ μικρά του χρόνια. Δὲν ἀρκεῖ ὅμως νὰ τηρῆ κάποιος μόνον τυπικὰ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Χρειάζεται νὰ τὶς τηρῆ ἀπὸ ἀγάπη στὸν Θεό, καὶ νὰ εἶναι πρόθυμος νὰ κάνη ὅ,τι ἄλλο κι ἄν τοῦ ζητήση. Ἔτσι μποροῦν νὰ καθαρισθοῦν οἱ πνευματικές του αἰσθήσεις, ὥστε νὰ μὴν θαμβώνεται ἀπὸ τὴν προσωρινὴ λάμψη τοῦ πλούτου καὶ νὰ βλέπη μακρύτερα τὴ λάμψη τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν. Αὐτὸ ὅμως δὲν συνέβη στὸν πλούσιο τοῦ εὐαγγελίου.
Τὸ δεύτερο φάρμακο, τὸ ἀκόμη πιὸ δραστικό, εἶναι νὰ ὑπέρβῆ τὶς ἐντολὲς, νὰ διαλέξη τὴν τέλεια ἀκτημοσύνη καὶ νὰ ἀφοσιωθῆ ἀπόλυτα στὸν Θεὸ, ἀκολουθώντας τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Αὐτὸ μπορεῖ νὰ τὸν βοηθήση νὰ ἀποκολλήση τὴν καρδιά του ἀπὸ τὰ ἐφήμερα ἀγὰθά καὶ νὰ τὴν προσκολλήση στὰ αἰώνια, αὐτὰ ποὺ ἑτοίμασε ὁ Θεὸς γιὰ ὅσους τὸν ἐμπιστεύονται καὶ τὸν ἀκολουθοῦν.
Ὁ πλούσιος τοῦ Εὐαγγελίου δὲν βρῆκε τὴ δύναμη νὰ νικήση τὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας καὶ ἔτσι ἔχασε τὴν εὐκαιρία νὰ ἀπολαύση αὐτὸ ποὺ στὸ βάθος ἐπιθυμοῦσε, τὴν ἀληθινὴ καὶ αἰώνια εὐτυχία. Ἀρνήθηκε νὰ ἐφαρμόση τὴ θεραπευτικὴ συνταγὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔγινε περίλυπος. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἔδωκε τὴν ἀφορμὴ στὸν Χριστὸ νὰ μᾶς διδάξη πόσο μεγάλο ἐμπόδιο γιὰ τὴν ἀληθινὴ ζωὴ εἶναι ἡ φιλαργυρία λέγοντας, «Ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅτι δύσκολα πλούσιος ἄνθρωπος θὰ μπῆ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Πάλι σᾶς λέγω ὅτι εἶναι εὐκολώτερο νὰ περάση μία καμήλα ἀπὸ τὴν τρύπα μιᾶς βελόνας παρὰ πλούσιος νὰ μπῆ στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ».
Ἀδελφοί, ἄς ἀγωνισθοῦμε νὰ προσελκύσουμε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ καθαρισθῆ ὁ ἑαυτός μας ἀπὸ τὸ φοβερὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας. Ἀμήν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως