- "...από πατρίδα και γονιούς γλυκύτερο δεν έχει, βεβαιώνει ο πολυμήχανος Οδυσσεύς στην Ομηρική Οδύσσεια..."
Εξ αφορμής και του «μεταναστευτικού» επανήλθε στο προσκήνιο η συζήτηση περί έθνους και εθνικής ταυτότητας. Το έθνος – κράτος είναι μεταναγεννησιακό δημιούργημα, αλλά το έθνος με την έννοια του ανήκειν σε ένα ομοιογενές σύνολο με κοινούς συνεκτικούς δεσμούς πολιτισμού και αξιών ζωής, είναι παλαιό όσο και η ιστορία. «Ουδέν γλύκιον ης πατρίδος ηδε τοκήων γίγνεται». Δηλαδή από πατρίδα και γονιούς γλυκύτερο δεν έχει, βεβαιώνει ο πολυμήχανος Οδυσσεύς στην Ομηρική Οδύσσεια (ι, 34).
Οι παγκοσμιοκράτες αφαιρούν από το κράτος τη διάσταση του έθνους και το καθιστούν δια λοβοτομής ευπρόσβλητο στα σχέδιά τους και ευπώλητο στις αδηφάγες συναλλαγές τους.
Η νεοτερικότητα δογμάτισε ότι το έθνος είναι τεχνητό δημιούργημα του κράτους. Και το ελληνικό έθνος δημιούργημα του 19ου αιώνα, ήτοι του κρατιδίου της Μελούνας που προέκυψε από την Επανάσταση του 1821. Η θέση αυτή είναι βαθύτατα αντιεπιστημονική και ανιστόρητη. Θα προσιδίαζε ίσως σε νεοπαγή έθνη, αλλά είναι εκτός τόπου και χρόνου για ιστορικά έθνη που έχουν πολυαίωνη διαδρομή, προϋπήρξαν του κράτους και επεβίωσαν σε μακρές περιόδους και χωρίς ιδίαν κρατικήν οντότητα όπως το Ελληνικό.
Το κυρίαρχο δόγμα της ελληνικής ιστοριογραφίας, ακριβέστερα αυτής που εξουσιάζει σε Εκπαίδευση και ΜΜΕ είναι αυτό της νεοτερικότητας.
Θεωρία επείσακτη και εν πολλοίς ετεροκαθοριζόμενη. Επώνυμα στελέχη της έχουν καταγγελθεί ως μισθωτοί ξένων «πρυτανείων» π.χ. Soros. Τα μέλη της όμως έχουν τα μεγάλα μέσα στα μεγάλα Μέσα Ενημέρωσης.
Ισχυρίζονται ότι το ελληνικό έθνος δεν υπήρχε πριν το 1830. Αλλά τότε τί ήταν οι ήρωες αυτού έθνους – φαντάσματος που μάτωσαν «για του Χριστού την πίστη την αγία / και της πατρίδος της ελευθερία»;
Οι εθνομηδενιστές βρίσκονται «εντός, και επί ταυτά» όλων των κυβερνήσεων των τελευταίων χρόνων. Καλύπτουν θέσεις κλειδιά σε Εκπαίδευση και Επικοινωνία. Από κει διοχετεύουν με περίτεχνες κενολογίες τον μηδενισμό.
Μας θέλουν χωρίς ταυτότητα. Χωρίς προγόνους και χωρίς απογόνους. Χωρίς παρελθόν και γι’ αυτό χωρίς μέλλον. Αφού «σβήνοντας ένα κομμάτι από το παρελθόν σβήνει κανείς κι ένα αντίστοιχο κομμάτι από το μέλλον» (Σεφέρης).
Δεν υπάρχει γενικά αποδεκτός ορισμός του έθνους. Κατά την αντικειμενική αντίληψη συστατικά του στοιχεία είναι: όμαιμον, ομόγλώσσον, ομόθρησκον και ομότροπον (Ηρόδοτος). Ενώ κατά την υποκειμενική θεωρία θεμελιώδες κριτήριο είναι η κοινότητα ιστορικού παρελθόντος, ενεργού παρόντος και επιθυμητού μέλλοντος που σφυρηλατεί ένας ανώτερος πολιτισμός. Αυτό διερμηνεύει ο Ισοκράτης στον Πανηγυρικό του όταν αποφαίνεται ότι η Αθήνα «το των Ελλήνων όνομα πεποίηκεν μηκέτι του γένους αλλά της διανοίας δοκείν είναι». Δηλαδή η Ελληνικότητα είναι πρωτίστως πνευματικότητα και άρα Έλληνας και γενιέσαι αλλά και πνευματικά γίνεσαι, αφού «μάλλον Έλληνας καλείσθαι τους της παιδεύσεως της ημετέρας ή τους της κοινής φύσεως μετέχοντας».
Στο Βυζάντιο που ήταν συμπολιτεία το κυρίαρχο στοιχείο ήταν η Ορθόδοξη πίστη, η οποία εξακολούθησε να είναι αποφασιστική και στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Όσοι τότε εξισλαμίσθηκαν εκτουρκίσθηκαν. Αλλαγή θρησκείας επέφερε αλλαγή εθνικής ταυτότητας. Η αλλαγή όμως γλώσσας δεν επηρέασε την εθνική συνείδηση των Καππαδοκών οι οποίοι αν και εκτουρκίσθηκαν γλωσσικά, παρέμειναν ακέραιοι Έλληνες χάρις στην ορθόδοξη πίστη τους. Αντίθετα οι αρχαίοι Ποσειδωνιάτες της Μεγάλης Ελλάδος «συνέβη το μεν εξ αρχής Έλλησιν ούσιν εκβεβαρβαρώσθαι» αφού εκλατινίσθηκαν γλωσσικά αν και συνέρχονταν κάθε χρόνο σε πένθιμη εορτή όπου θυμούνταν τα ήθη και τις ελληνικές τους παραδόσεις στην πορεία απώλεσαν την ελληνικότητά τους. Και οι Βαλαάδες της Δυτικής Μακεδονίας που αλλαξοπίστησαν αν και παρέμειναν ελληνόφωνοι ως τα 1922 εκτουρκίσθηκαν επειδή εξισλαμίσθηκαν. Σημαντικό το φαινόμενο των Κρυπτοχριστιανών που είναι εν πολλοίς Κρυπτοέλληνες.
Η ελληνική εθνική ταυτότητα έχει την απαρχή της στους κρητομυκηναϊκούς χρόνους και πορευόμενη έκτοτε ως αδιάσπαστη σταθερά φτάνει στις μέρες μας με τις ίδιες ορίζουσες του ανθρωποκεντρικού κοσμοσυστήματος που αποτέλεσε ελληνικό μεγαλούργημα (Πρβλ. Γ. Κοντογιώργη, Ο Ελληνισμός ως έθνος κοσμοσύστημα). Η προσληπτική της ικανότητα επέτρεψε να εμπλουτίζεται με τη δημιουργική όσμωση από εμπειρίες του συσχηματισμού των Ελλήνων με τους άλλους λαούς. «Ό,τι περ αν Έλληνες βαρβάρων παραλάβωσι, κάλλιον τούτων εις τέλος απεργάζονται» (Πλάτων, Επινομίς 987 de).
Το ελληνικό κοσμοσύστημα τοποθετεί την ελευθερία πάντοτε υπεράνω της ζωής. «Ου ποιήσομαι περί πλείονος το ζην της ελευθερίας». (όρκος στις Πλαταιές 479 π.Χ.) Βαρυσήμαντη η εντολή του Παυσανία στην ίδια μάχη για τη μεταχείριση των αιχμαλώτων Περσών «βάρβαροι μεν, άνθρωποι δε»!
Και παρότι οι βάρβαροι επιλέγουν τις νύχτες για να χτυπήσουν ύπουλα, οι Έλληνες επιμένουν να αντ-επιτίθενται μέρα, αντρίκια και ελεύθερα. Τον ίδιο κανόνα εφήρμοσε ο Μ. Αλέξανδρος. Τα συστατικά της ταυτότητάς μας παραμένουν αναλλοίωτα σε ευτυχισμένες και επώδυνες ώρες. Εύγλωττο το περιστατικό στην επαναστατημένη Χίο του ’21: Ο καπετάνιος διατάσσει «πυρ» κατά του εχθρού και η κραυγή των παλληκαριών του «τι πυρ ωρέ, δε θωράτε ότι απέναντι είναι ανθρώποι»!
Το ελληνικό κοσμοσύστημα εμπεριέχει σειρά από ταυτοτικές παραμέτρους, πρίν, κατά και χωρίς κράτος και συγκροτεί μια συνείδηση κοινωνίας που τα μέλη της διακατέχονται από ισχυρή αίσθηση του ανήκειν.
Ανήκειν σε μια διαχρονική ενότητα γλώσσας που δεν έπαυσε ποτέ να μιλιέται και να γράφεται από τον Όμηρο ως τις μέρες μας. Ο έναρθρος, έντεχνος και φιλόσοφος έλλην λόγος πιστώνεται με τα ευκλεέστερα κείμενα του πανανθρώπινου πολιτισμού. Ό, τι πολύτιμο εξ άλλου έχει αντέξει στο χρόνο συνιστά την ανεκτίμητη παράδοση και τον λαϊκό μας πολιτισμό. Ενώ στη τέχνη ο Παρθενώνας, η Αγία Σοφία, η βυζαντινή αγιογραφία είναι έργα θαυμαστά και άφθιτα.
Οι νεοτερικοί και οι έκγονοί τους αρνούνται τις ρίζες μας. Αρχικά αμφισβήτησαν τη συνέχεια. Ύστερα έστησαν μιάν αερογέφυρα από τον 19ο αιώνα στους προχριστιανικούς χρόνους απορρίπτοντας το ελληνικό Βυζάντιο. Κι όμως «Η ελληνική γλώσσα και σκέψη, ζωντανές μέσα στην παράδοση των Βυζαντινών τους επιτρέπουν να υπερηφανεύονται ότι είναι Έλληνες, έχοντας πλήρη συνείδηση της ανωτερότητας και των διαφοροποιητικών τους στοιχείων» (E. Brehier, πρόλογος στη Βυζαντινή Φιλοσοφία Τατάκη).
Τα εγχώρια γαλουχήματα της νεοτερικότητας απορρίπτουν Παπαρρηγόπουλο και Ζαμπέλιο που τεκμηρίωσαν αδιάσειστα την ελληνική διαχρονία και οικουμενικότητα. Δεν διστάζουν δε να αποκηρύξουν τον σημαντικότερο σύγχρονο ιστορικό Νίκο Σβορώνο ο οποίος αποφάνθηκε ότι: «Το Βυζάντιο είναι το εκχριστιανισμένο ρωμαϊκό κράτος του ελληνικού έθνους, η έντονη και διαρκής τάση του προς τον εξελληνισμό του έως τη μεταβολή του σε ένα ελληνικό εθνικό κράτος είναι πλέον μια διαπίστωση γενικά παραδεκτή» (το Ελληνικό Έθνος σ.33).
Τα υπόγεια πνευματικά ρεύματα της ιστορίας δρουν πάντοτε ανεξάρτητα και μυστικά από τα εμφανώς δρώντα.
Από την επομένη της Αλώσεως τα επαναστατικά σκιρτήματα του Γένους στοχεύουν στην ανάσταση μιας Ελληνοβυζαντινής Αυτοκρατορίας. Εν ονόματι της «μαγιάς» που ποτέ δεν έπαψε να υπάρχει. «Παλαιόθεν και έως τώρα όλα τα θερία πολεμούν να μας φάνε τους Έλληνες και δεν μπορούνε, τρώνε από μας και μένει και μαγιά». (Μακρυγιάννης).
Βεβαίως Έλληνας και γεννιέσαι και γίνεσαι. Αλλά πρώτα γίνεσαι, αποδέχεσαι συνειδητά ως πατρίδα σου τη νέα πατρίδα και μετά αναγνωρίζεσαι. Δεν αρκεί να σέβεται Σύνταγμα και νόμους (περί ών Ν. Αλιβιζάτος, Καθημερινή 14/2/10). Αυτό το οφείλει οιοσδήποτε ευρισκόμενος στα όρια της επικρατείας. Γι’ αυτόν που έγινε όπως και για κείνον που γεννήθηκε Έλληνας «μητρός τε και πατρός και των άλλων προγόνων απάντων τιμιώτερον και σεμνότερον και αγιώτερον» είναι η πατρίδα. Οι αποδομητές εξοβελίζουν τα ουσιώδη της αυτοσυνειδησίας μας που τροφοδοτούν την εθνική και κοινωνική μας συνοχή. Και μέμφονται το ότι «στο σχολείο η ιστορία καλείται {καλούνταν άλλοτε} να διδάξει τα κατορθώματα των προγόνων και να σφυρηλατήσει την εθνική υπερηφάνεια και ενότητα, ενώ η γλώσσα και η γεωγραφία επιβεβαιώνουν την εθνική συνέχεια στο χρόνο και στο χώρο» (Τι είναι η πατρίδα μας σ.31).
Έχουμε σοβαρή κρίση ταυτότητας την οποία επιφέρουν στο εθνικό σώμα «ξένοι και ντόπιοι συνομώτες» που αποδομούν «ιδέες, πεποιθήσεις και πιστεύω σε σχέση με το ελληνικό έθνος και τις ρίζες του» (Μίκης Θεοδωράκης).
Ένα έθνος εξαφανίζεται όταν εκριζώνονται οι πεποιθήσεις που τα εμπνέουν και τα ελατήρια που τα κινούν.
Το ερώτημα «Τι είναι πατρίδα μας;» είναι δομικό. Αλλά οι συντάκτες του ομώνυμου εγχειριδίου αριστεύουν στην τέχνη της αποδόμησης. Κατεδαφίζουν!
Στο παληό Αναγνωστικό της Ε΄ Δημοτικού το ομώνυμο ποίημα του Πολέμη δίνει την ελληνική απάντηση, καταλήγοντας:
«Όλα πατρίδα μας! Κι αυτά κι εκείνα, / και κάτι, που έχομε μες στην καρδιά / και λάμπει αθώρητο σαν ήλιου ακτίνα / και κράζει μέσα μας: Εμπρός, παιδιά!»
Πηγή: Εφ. "Επενδυτής"