Δευτέρα 22 Μαρτίου 2010

Η Επανάσταση του 1821 ως επιστέγασμα μιας μακροχρόνιας διαδικασίας και οι οικονομικοί, κοινωνικοί και πολιτισμικοί παράγοντες αυτής της διαδικασίας, οι οποίοι συνετέλεσαν στην εξέγερση των Ελλήνων

του Δημήτρη Παπαλεωνίδα.
 Συζητώντας για την Επανάσταση του 1821 αναφερόμαστε με κάποια δημοφιλή στερεότυπα που προβάλλουν την τουλάχιστον μονομερή άποψη για την καταπίεση από τους Οθωμανούς των μη μουσουλμάνων (υπονοώντας κυρίως τους Έλληνες) και δεν αναφερόμαστε στους άλλους λαούς Σέρβους, Βούλγαρους, Ρουμάνους και Αλβανούς, που συνυπάρχουν και συμβιώνουν όλοι μαζί στον ίδιο γεωγραφικό χώρο τα Βαλκάνια. Λαοί, που αναπτύχθηκαν σημαντικά η ιδιαίτερη έκφραση και ο γραπτός πολιτισμός τους χάρη στην ανεκτικότητα, που επέδειξε από τον 6Ο αιώνα έως την Άλωση το Βυζάντιο.  

Στην συνέχεια η Οθωμανική αυτοκρατορία ακολουθώντας ανάλογη πολιτική με την οργάνωση των μιλέτ (της θρησκευτικής κοινότητας που διατηρεί την πολιτιστική της ιδιαιτερότητα)(1) εδραίωσε την πολιτιστική πολυμορφία και την αρμονική συμβίωση των υποτελών της για σχεδόν πέντε αιώνες. Σημαντική επιβεβαίωση είναι το ιστορικό γεγονός του διωγμού των Εβραίων από την καθολική Ισπανία, οι οποίοι βρήκαν καταφύγιο στα εδάφη του σουλτάνου στα 1492.
 Αποτέλεσμα αυτής της μακρόχρονης διεργασίας και συμβίωσης διαφόρων εθνογλωσσικών ομάδων σε ένα τόσο στενό γεωγραφικό χώρο δημιούργησε το φαινόμενο του Βαλκάνιου ανθρώπου, που μεταχειρίζεται με μεγάλη ευκολία τις διαφορετικές γλώσσες και μεταπηδά ανάλογα με τις συνθήκες από την μια εθνοτική κοινότητα στην άλλη, περιστασιακά ή και μόνιμα.
 Ποιοι ήταν αυτοί οι οικονομικοί, κοινωνικοί και πολιτισμικοί παράγοντες που ώθησαν τους Έλληνες να διαταράξουν αυτό το σύστημα ειρηνικής συμβίωσης, να εγκαταλείψουν την σαφώς ηγετική θέση τους έναντι των άλλων υπόδουλων, να διαμορφώσουν εθνική συνείδηση και να διεκδικήσουν την ανεξαρτησία τους; Η εξουσία και τα προνόμια του  έλληνα οικουμενικού Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης επί όλων των χριστιανικών εκκλησιών των Βαλκανίων και της ανατολικής Μεσογείου, η διοικητική ισχύς των Φαναριωτών, η θεσμοθετημένη αυτοδιοίκηση των ελληνικών κοινοτήτων  και οι επιδόσεις στο εμπόριο των Ελλήνων(2) είναι θέματα ανάμεσα σε άλλα που θα εξετάσουμε παρακάτω. 
 Α.        Οικονομικοί παράγοντες
 Το 1715, με την κατάληψη της Πελοποννήσου ολοκληρώνεται η πολιτική ενότητα των Ελλήνων κάτω από την κυριαρχία των Οθωμανών. Η σύντομη ειρήνη που ακολουθεί, μεταξύ των τουρκοβενετικών και ρωσοτουρκικών πολέμων, επιτρέπει την ανάπτυξη του εμπορίου στα εδάφη της οθωμανικής αυτοκρατορίας, που περνά στα χέρια των δύο μεγάλων δυνάμεων της εποχής Αγγλίας και Γαλλίας. (3) Οι εστίες πολέμου μεταφέρονται προς την Μεσοποταμία, στις περιοχές γύρω από τον Δούναβη και στην θάλασσα με συνέπεια την αύξηση του κόστους του πολέμου με αμφίβολα κέρδη και στις πιέσεις για την καταβολή υψηλότερων φόρων, που επιβάρυναν κυρίως τους ραγιάδες.  Αυτή την περίοδο ξεκινά η μαζική μετανάστευση των Ελλήνων προς την Ευρώπη, όπου σχηματίζονται οι πρώτες ελληνικές κοινότητες (Βιέννη, Τεργέστη, Μασσαλία, Οδησσό, Αμβέρσα) κυρίως από εμπόρους και ναυτικούς. (4) 
 Με την συνθήκη του Πασάροβιτς (1718) οι υπήκοοι του σουλτάνου κερδίζουν εμπορικά προνόμια στις κτήσεις των Αψβούργων και οι Οθωμανοί αποσπούν τον Μοριά από την Βενετία. Οι Βενετοί χωρίς λιμάνια πια χάνουν το διαμετακομιστικό εμπόριο στο Ιόνιο και στην Αδριατική, αρχικά από τους Μεσολογγίτες και στη συνέχεια από το Αιτωλικό και το Γαλαξίδι.
 Με την ρωσοτουρκική συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774), η Ρωσία αποκτά το δικαίωμα προστασίας των ορθόδοξων χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και με το το άρθρο 11 της συνθήκης επιτρέπεται η ελεύθερη ναυσιπλοΐα σκαφών και υπηκόων της Ρωσίας στη Μαύρη θάλασσα. Σε συνδυασμό της παραπάνω συνθήκης με την Εμπορική Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης (10.6.1783), οι Έλληνες ναυτικοί μπορούν να ταξιδεύουν με «ρωσικά ναυτιλιακά έγγραφα», υψώνοντας στα πλοία τους την ρωσική σημαία. Γράφει ο Απόστολος Βακαλόπουλος ότι από τότε «μπορούσαν να οι Έλληνες να ταξιδεύουν ανενόχλητοι…σε όλα τα λιμάνια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και της Μεσογείου ως το Γιβραλτάρ». (5) Η ανάπτυξη της βιομηχανίας, η αύξηση του εμπορίου στην Ευρώπη(6) και οι αυξημένες ανάγκες για εισαγωγή πρώτων υλών, από μη αναπτυγμένες χώρες, ευνόησαν τους χριστιανούς της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και κυρίως τους Έλληνες. (7) Η Γαλλική Επανάσταση (1789), οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι και ο διπλός ναυτικός αποκλεισμός (1796-1814)  των Άγγλων που απέκοπταν το εμπόριο της Ευρώπης με τις αποικίες και των Γάλλων που απέκλειαν τα αγγλικά πλοία και εμπορεύματα από κάθε ευρωπαϊκό λιμάνι, ωφέλησε μεταξύ άλλων τους έλληνες ναυτικούς, που παραβιάζοντας τον αποκλεισμό των εμπολέμων μετέφεραν εμπορεύματα και κυρίως (ρωσικό) σιτάρι σε αποκλεισμένα λιμάνια. Το γαλλικό εμπόριο στην Ανατολή «παραλύει», που το παίρνουν στα χέρια τους οι Έλληνες ναυτικοί, που αναλαμβάνουν τις μεσογειακές μεταφορές και όλη την ακτοπλοΐα και ανταγωνίζονται ανοικτά τους Άγγλους. Οι Υδραίοι, Σπετσιώτες και Ψαριανοί κερδίζουν τεράστιες περιουσίες, τροφοδοτώντας την αποκλεισμένη Γαλλία με σιτάρι. 
Χαρακτηριστικό  είναι ότι την περίοδο 1810-1815 η συμμετοχή ελληνικών πλοίων στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας – λιμάνι σταθμός στο διεθνές εμπόριο δημητριακών- κυμαίνεται στο 65% με 69%. Ανάλογα στοιχεία προκύπτουν για το λιμάνι της Οδησσού, από όπου φορτώνονται τα σιτηρά της Μαύρης Θάλασσας. Η συμμετοχή των ελληνικών πλοίων για την ίδια περίοδο κυμαίνεται πάνω από το 60% και ειδικά την περίοδο 1812-1814 κυμαίνεται στο 95%. Σημαντική παρουσία ελληνικών πλοίων παρατηρούνται και στην δυτική Μεσόγειο (Αγκόνα, Μασσαλία και Λιβόρνο).(8) Η Θεσσαλονίκη είναι το μοναδικό ελεύθερο λιμάνι της Μεσογείου, από την οποία τροφοδοτείται ολόκληρη η Ευρώπη, αναπτύσσοντας το στεριανό εμπόριο με βασικά προϊόντα υφάσματα, μεταξωτά, γούνες και νήματα.  Παράλ-ληλα δημιουργούνται σε διάφορα μέρη της ελλαδικού χώρου (Μαδεμοχώρια, Αμπελάκια) συνεταιρισμοί (συντροφίες) και για πρώτη φορά παρατηρείται μια μορφή συνεργασίας κεφαλαίου και εργασίας συστήνοντας μετοχικές εταιρείες . Αντίστοιχα στο εμπορικό ναυτικό ισχύει το «συντροφοναυτικό» σύστημα, στο οποίο κάθε ναύτης είχε λόγο στις συναλλαγές και μερίδιο στα κέρδη.
Οι ιστορικές συγκυρίες που ώθησαν το ελληνικό εμπόριο και ειδικά την ελληνική ναυτιλία να κυριαρχήσει στις θαλάσσιες μεταφορές στην Μεσόγειο είχαν σαν συνέπεια εκτός των πέρα από κάθε προσδοκία θετικών οικονομικών αποτελεσμάτων, να συνειδητοποιήσουν κυρίως οι Έλληνες του εξωτερικού την απόσταση που απείχε η ανεπτυγμένη Ευρώπη από την Οθωμανική Ανατο-λή.  Χάρη στο εμπόριο οι Έλληνες ήρθαν σε επαφή με την Ευρώπη και επηρεά-στηκαν από την Γαλλική επανάσταση, το κίνημα του Διαφωτισμού, τον Ρομ-αντισμό και τις φιλελεύθερες ιδέες.
 Τέλος το σημαντικότερο κέρδος ήταν η δημιουργία στόλου επανδρωμένου με έμπειρους και ετοιμοπόλεμους ναυτικούς, ο οποίος σύμφωνα με τον Πουκεβίλ, το 1813 διέθετε 611 πλοία συνολικής χωρητικότητας 153.080 κόρων με 5.850 κανόνια και 17.045 άνδρες έμπειρους και ετοιμοπόλεμους. (9) 
Β.         Κοινωνικοί παράγοντες. 
Η Οθωμανική αυτοκρατορία ήταν μια ισλαμική αυτοκρατορία, αλλά η οθωμανική κοινωνία ήταν μία πολυθρησκευτική κοινωνία, με την έννοια ότι στην επικράτειά της δεν ζούσαν μόνο μουσουλμάνοι, αλλά επίσης χριστιανοί (ορθόδοξοι, καθολικοί,  Αρμένιοι) και εβραίοι. Με βάση τις ισλαμικές κοινωνικό-πολιτικές αρχές για το οθωμανικό κράτος δεν είχε καμία θεσμική σημασία η εθνική προέλευση των υπηκόων του, αλλά το θρήσκευμά τους. Υπήρχαν λοιπόν το μιλέτ των πιστών (μουσουλμάνων), το μιλέτ των χριστιανών και το μιλέτ των εβραίων. Ελληνόφωνοι,  σλαβόφωνοι ή τουρκόφωνοι ορθόδοξοι χριστιανοί αναγνωρίζονταν ως «Ρουμ» – «Ρωμιοί» και συγκροτούσαν το μιλέτ με επικεφαλής τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και διοικητικό μηχανισμό την εκκλησία με πλήρη οργανωτική αυτονομία, δικαστική εξουσία και δικαίωμα φορολόγησης των πιστών. (10) Κατά την άλωση της Πόλης δεν υπήρχε Πατριάρχης. Ο ίδιος ο Μωάμεθ ο Πορθητής αναβίωσε και αναβάθμισε τον θεσμό, με αυξημένες μάλιστα αρμοδιότητες και εξουσίες, διορίζοντας μία ηγετική μορφή του ανθενωτικού ορθόδοξου κλήρου, τον Γεννάδιο Σχολάριο, ενισχύοντας την ορθόδοξη χριστιανοσύνη έναντι των ρωμαιοκαθολικών, που απειλούσαν το δυτικό τμήμα της αυτοκρατορίας του. (11) Η ανάδειξη της ορθόδοξης Ρωσίας και η ανάγκη συνδιαλλαγής μαζί της, προσέδωσε στον Πατριάρχη και αρμοδιότητες εξωτερικής πολιτικής, με την επιπλέον υποχρέωση να λειτουργήσει αποτρεπτικά σε κάθε μορφή δυτικής επιρροής στον οθωμανικό χώρο. Το Πατριαρχείο και η εκκλησία στηρίχτηκαν στην ελληνική γλώσσα των εκκλησιαστικών κειμένων, με συνέπεια να τη διατηρήσουν ζωντανή. Από την πρώτη εκλογή πατριάρχη υπήρξε έντονη συμμετοχή λαϊκών (ορθόδοξων), που λόγω της πρόσδεσης τους με την νέα τάξη πραγμάτων και εκμεταλλευόμενοι την πολιτική αλλαγή προσπάθησαν και συχνά κατάφεραν να επιβάλλουν το πρόσωπο της επιλογής τους και φυσικά να έχουν λόγο στις υποθέσεις της εκκλησίας και γενικότερα της ορθόδοξης κοινότητας. Αυτοί αποτελούνταν από τους επικεφαλείς των συντεχνιών της οθωμανικής πρωτεύουσας, αλλά και της ανερχόμενης σε ισχύ αριστοκρατίας των Φαναριωτών. Από τον 17ο αιώνα οι Φαναριώτες διορίζονται «μεγάλοι δραγουμάνοι» (αξίωμα που είχε την ευθύνη για τις σχέσεις με την χριστιανική Δύση), «δραγουμάνοι του στόλου» και από το 18Ο αιώνα προμήθευαν κυβερνήτες της παραδουνάβιες ηγεμονίες.  Σύμφωνα με τον Παρασκευά Κονόρτα, παρατηρείται συχνά το γεγονός Φαναριώτες να καταλαμβάνουν εκκλησιαστικά αξιώματα ή να αντλούν οικονομικά οφέλη από παροχές που ο πατριάρχης τους παρείχε, αποβλέποντας στην στήριξη τους σε διάφορα θέματα,  λόγω των στενών σχέσεων τους με υψηλόβαθμους Οθωμανούς αξιωματούχους ή και με τον ίδιο τον σουλτάνο. Η ανάμιξη των Φαναριωτών στα εκκλησιαστικά ζητήματα αυξάνεται και σύμφωνα με τα χρονικά του Υψηλάντη και του Σεργίου Μακραίου, οι επεμβάσεις στην επιλογή του πατριάρχη, η επιλογή επισκόπων, οι δανειοδοτήσεις μελών του ανώτατου κλήρου είναι συνεχείς.  (12)
 Η οθωμανική αυτοκρατορία αδυνατώντας να συγκεντρώσει τους φόρους λόγω έλλειψης ισχυρού κεντρικού μηχανισμού νοίκιαζε την συλλογή φόρων. Ο ενοικιαστής έπρεπε να βρει τον τρόπο να εισπράξει τα χρήματα της φορολογίας πλέον κάποιου κέρδους για τον ίδιο.  Οι κοινότητες ήταν ένας θεσμός που διευκόλυνε την συγκέντρωση των φόρων και την απόδοση τους στο κρατικό ταμείο. Μεσάζοντες στην διαδικασία είσπραξης των φόρων κυρίως σε είδος και μετατροπής των σε χρήμα ήσαν οι προεστοί, δημογέροντες, κοτζαμπάσηδες η προύχοντες που διακρίνονταν όχι τόσο από τον πλούτο τους σε ιδιόκτητες γαίες, όσο στα μέσα που διέθεταν για την ολοκλήρωση της αποστολής τους (αποθήκες, μεταφορικά μέσα, γνωριμίες, άνθρωποι για έλεγχο και προστασία κ.α.).
 Άλλος θεσμός ήταν οι αρματολοί,  ένοπλοι, άτακτοι ή ληστές, οι οποίοι συμφωνούσαν με την οθωμανική εξουσία με οικονομικά ανταλλάγματα ή και σχετική ανεξαρτησία την είσπραξη φόρων και την επιβολή της τάξης στις περιοχές τους. Επίσης υπήρχαν οι εκτός νόμου κλέφτες,  που όσο συχνά επιβουλεύονταν τις περιουσίες των προεστών, άλλο τόσο συνέπρατταν μαζί τους, παρέχοντας στρατιωτικές υπηρεσίες. Δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο η μετατροπή κλεφτών σε αρματολούς και το αντίθετο ανάλογα με τις συγκυρίες και τα συμφέροντα που διαμορφώνονταν συγκεντρώνοντας συχνά τεράστιες περιουσίες.
Οι μεγάλοι καπεταναίοι και έμποροι από τις ναυτικές κοινότητες της Υδρας, των Σπετσών ή της Μυκόνου, οι ηγέτες των επαγγελματικών συντεχνιών ή σημαντικών εμπορικών κοινοτήτων (Αμπελάκια) και οι Έλληνες των παροικιών κυρίως έμποροι αντιπροσωπεύουν σημαντικά κομμάτια του Ελληνισμού. (13)
 Η ιδιαίτερη θέση και τα προνόμια μέσα στην οθωμανική κοινωνία του ανώτατου κλήρου, των φαναριωτών, των ελληνικών κοινοτήτων, των αρματολών και των κλεφτών καθώς και η δεσπόζουσα θέση στις παροικίες των Ελλήνων που διέπρεψαν στο εμπόριο ή τα γράμματα, συγκροτούν με όλες τις μεταξύ τους διαφορές (γλωσσικές, πολιτιστικές, οικονομικές και κοινωνικές) μια ακμάζουσα αστική τάξη,  που σταδιακά καθοδηγούμενη και εξαρτημένη από ξένες δυνάμεις οδηγεί στην ιδεολογική και εθνική αφύπνιση των ελλήνων και φουντώνει την επιθυμία τους για ανεξαρτησία και αυτοδιάθεση. (14)
Γ.         Πολιτισμικοί παράγοντες.
 Ο 18ος αι., ήταν εποχή αφύπνισης της εθνικής συνείδησης των ελλήνων και προπαρασκευής για τον μεγάλο ξεσηκωμό του 1821. Το κίνημα του γαλλικού διαφωτισμού, συνταράζει όλη την Ευρώπη και αναπόφευκτα τους υπόδουλους έλληνες. «Η μετάδοση του Διαφωτισμού στην ελληνική παιδεία γίνεται δυνατή μέσω των εμπόρων και των διανοούμενων της διασποράς. Πολλοί από αυτούς κατάγονται από ορεινές περιοχές και άγονα νησιά και στράφηκαν προς την Δύση, όπου ταξίδεψαν είτε για να μορφωθούν είτε να εμπορευθούν. Γνώρισαν και αφομοίωσαν τις αρετές και τα ελαττώματα της Δύσης και αφομοίωσαν την νοοτροπία, την επιστήμη και την παιδεία της «φωτισμένης Ευρώπης». Οι φορείς αυτών των ιδεών πρόβαλλαν τον Διαφωτισμό ως εναλλακτική πρόταση στην ελληνική συλλογική συνείδηση και ανέλυσαν το ελληνικό πρόβλημα με τους όρους της πολιτισμικής ανανέωσης(15) και της πολιτικής αλλαγής(16) κατά το πρότυπο του δυτικού φιλελευ-θερισμού.» (17)  
Τα κηρύγματα για ελευθερία, ισότητα, κοινωνική πρόοδο, φτάνουν και στα εδάφη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και οι πρώτες μεταρρυθμίσεις παρατηρούνται στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες σε μία προσπάθεια, των Φαναριωτών που έχουν την εξουσία, να συμβιβάσουν τις διαφορές απόψεων (συντηρητικοί – φιλελεύθεροι), διαφυλάσσοντας και αναδεικνύοντας την θέση τους, ως ελίτ και στο νέο υπό διαμόρφωση έθνος, εκτός της οθωμανικής αυτοκρατορίας..
Τότε περίπου προκύπτει το σημαντικότερο ζήτημα, που είναι η υιοθέτηση ενός απλουστευμένου γλωσσικού τύπου σαν εκπαιδευτικού οργάνου για την ανύψωση του μορφωτικού επιπέδου του λαού. Δάσκαλοι όπως ο Μοισιόδακας(18), ο Ανθρακίτης ο Βούλγαρης και ο Καταρτζής, διδάσκουν ή καλούν το έθνος σε επανάσταση στην μόνη γλώσσα που μπορούν να επικοινωνήσουν την ομιλούμενη γλώσσα του λαού. Συμφωνούν ότι η κοινωνική πρόοδος, η ελευθερία και η πολιτική ανεξαρτησία θα είναι συνέπεια της διάδοσης των γραμμάτων και της αφύπνισης της εθνικής συνείδησης με μέσο την ζωντανή γλώσσα του έθνους. Πολύ γρήγορα οι πρώτες αντιδράσεις στην επιλογή αυτή έρχονται για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας και ταξικών συμφερόντων.(19) Η ιστορική συγκυρία του κλασικισμού και η νεοελληνική «Αναγέννηση» όπως την αποκαλεί ο Σβορώνος, που συμβάλλει στην ανύψωση του μορφωτικού και πνευματικού επιπέδου του έθνους και εμβαθύνει στις νέες επιστήμες μέσα σε δεκάδες ελληνικά σχολεία σε όλες σχεδόν τις ελληνικές πόλεις, με όλα τα προβλήματα επικοινωνίας και συνοχής λόγω γλωσσικών, πολιτιστικών, οικονομικών, κοινωνικών και θρησκευτικών διαφορών, που υπάρχουν μεταξύ των ελλήνων, τους επιτρέπουν να ανακαλύψουν στην Αρχαιότητα, το λαμπρό παρελθόν των προγόνων τους, να «επανασυνδεθούν» με τις ρίζες τους και έμμεσα να νομιμοποιήσουν την απαίτηση τους για εθνική ανεξαρτησία. Οι έλληνες, όπως υποστήριζαν, μπορεί να τους χώριζαν πολλά, αλλά το μόνο αδιαμφισβήτητο στοιχείο που τους ένωνε ήταν οι κοινοί πρόγονοι. Η σύνδεση με την Αρχαιότητα, η συγγένεια με τους ένδοξους προγόνους, η ονοματοδοσία παιδιών και πλοίων με ονόματα αρχαιοελληνικά, ενώ την ίδια στιγμή πολλοί κυρίως αλβανικής καταγωγής δεν μιλούσαν καν ελληνικά, ξεκίνησε πολύ πριν το 1821 .(20)
 Η γλώσσα, οι πατροπαράδοτοι δημοκρατικοί θεσμοί, το εθιμικό δίκαιο, οι παραδόσεις, οι θρησκευτικές πεποιθήσεις, το δημοτικό τραγούδι, η παιδεία και άλλες αξίες προσέδωσαν στον ελληνικό λαό συνοχή και κράτησαν ζωντανή την ιστορική συνείδηση της συνέχειας τους από την αρχαιότητα. Οι επιδόσεις του στο εμπόριο, ο υψηλός βαθμός αυτοδιοίκησης,  η κοινωνική αλληλεγγύη που επεδείκνυε, τον ανέδειξαν μέσα από την πανσπερμία των λαών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και κυρίως της Βαλκανικής σε μία μορφή «διαβαλκανικής» αστικής τάξης. Η συμπαράσταση που επιδεικνύουν οι Βαλκάνιοι μεταξύ τους, σε κάθε κίνημα ανεξαρτησίας του ομόδοξου γείτονα, δεν έχει σχέση με τις συνθήκες που δημιουργήθηκαν τον 19Ο αιώνα, με την ανάδειξη του εθνικισμού, το δώρο της «φωτισμένης Ευρώπης» στα Βαλκάνια. Το όραμα του Ρήγα για μια δημοκρατική βαλκανική πολιτεία, στην οποία θα συμμετέχουν όλοι ακόμη και οι Τούρκοι, ισότιμα, όπου θα προστατεύεται η ζωή και η περιουσία κάθε πολίτη, όπου όλοι άντρες και γυναίκες θα έχουν δικαιώματα εκπαίδευσης και συμμετοχής στα κοινά,  ξεσηκώνει τις καρδιές και οι διακηρύξεις του Ναπολέοντα για αυτοδιάθεση των λαών τους γεμίζει προσδοκίες.         
(1)              Μαργαρίτης Γ. «Ο Οθωμανικός χώρος και η συγκρότηση του νέου Ελληνισμού» στο Ελληνική Ιστορία Γ΄- Νεότερη & Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, σελ.48-49, Ε,Α,Π,, Πάτρα 1999
(2)          Μαργαρίτης Γ. «Ο Οθωμανικός χώρος και η συγκρότηση του νέου Ελληνισμού» στο Ελληνική Ιστορία Γ΄- Νεότερη & Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, σελ.50-52, Ε,Α,Π,, Πάτρα 1999
(3)             Σβορώνος Ν. Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας,  Αθήνα,  Θεμέλιο, ιγ΄έκδοση, σελ.51-53, Αθήνα 1999.
(4)             Μαργαρίτης Γ. «Ο Οθωμανικός χώρος και η συγκρότηση του νέου Ελληνισμού» στο Ελληνική Ιστορία Γ΄- Νεότερη & Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, σελ.45-46, Ε,Α,Π,, Πάτρα 1999
(5)             Βακαλόπουλος Α. Συλλογικό έργο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, ,τ.ΙΑ,. σελ.84 Αθήνα 1975 
(6)             Μαργαρίτης Γ. «Η Ευρώπη των επαναστάσεων» στο Ελληνική Ιστορία Γ΄- Νεότερη & Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, σελ.31, Ε,Α,Π,, Πάτρα 1999
(7)             Μαργαρίτης Γ. «Ο Οθωμανικός χώρος και η συγκρότηση του νέου Ελληνισμού» στο Ελληνική Ιστορία Γ΄- Νεότερη & Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, σελ.54, Ε,Α,Π,, Πάτρα 1999
(8)             Βλάμη Δ., «Το ελληνικό εμπόριο και οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι», Ελευθεροτυπία, Ιστορικά τεύχος 6/2/2003, σελ.10, Αθήνα.
(9)             Μαργαρίτης Γ. «Ο Οθωμανικός χώρος και η συγκρότηση του νέου Ελληνισμού» στο Ελληνική Ιστορία Γ΄- Νεότερη & Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, σελ.54, Ε,Α,Π,, Πάτρα 1999
(10)           Μαργαρίτης Γ. «Ο Οθωμανικός χώρος και η συγκρότηση του νέου Ελληνισμού» στο Ελληνική Ιστορία Γ΄- Νεότερη & Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, σελ.49-50, Ε,Α,Π,, Πάτρα 1999
 (11)          Κολοβός Η., «Μη μουσουλμάνοι και Οθωμανική κοινωνία», Ελευθεροτυπία, Ιστορικά τεύχος 285, σελ.41, Αθήνα, 2005.

     (12)      Κονόρτας Π.,»Οθωμανικές θεωρήσεις για το Οικουμενικό Πατρι-αρχείο», εκδ.Αλεξάνδρεια, σελ.143-145, Αθήνα 1998
     (13)      Μαργαρίτης Γ. «Ο Οθωμανικός χώρος και η συγκρότηση του νέου Ελληνισμού» στο Ελληνική Ιστορία Γ΄- Νεότερη & Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, σελ.51-54, Ε,Α,Π,, Πάτρα 1999.
    (14)       Σβορώνος Ν. Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας,  Αθήνα,  Θεμέλιο, ιγ΄έκδοση, σελ.53-55, Αθήνα 1999.
    (15)       Ρήγας Φεραίος – Βελεστινλής (1757-1798) Επηρεασμένος από την Γαλλική Επανάσταση, με το συγγραφικό του έργο (Μεγάλη Χάρτα, Θούριος, Νέα Πολιτική Διοίκησις) συνδέει την απελευθέρωση του έθνους με την ανάπτυξη της παιδείας.
   (16)        Αδαμάντιος Κοραής (1748-1833). Στήριξε την ιδέα διεκδίκησης εθνικού κράτους ερχόμενος σε αντιπαράθεση με το Πατριαρχείο απαντώντας στην συντηρητική Πατρική Διδασκαλία με την Αδελφική Διδασκαλία προς τους Γραικούς. Εξέδωσε Ιπποκράτη και αρχαίους συγγραφείς. Οι πολιτικές του διακηρύξεις Σάλπισμα Πολεμιστήριον (1801) και Τι πρέπει να κάμωσιν οι Γραικοί  (1805) δείχνει πως πιστεύει ότι η γέννηση του νέου ελεύθερου γένους των Γραικών εκτός από υπόθεση παιδείας και εθνικής συνείδησης είναι και υπόθεση πολιτικής βούλησης.
    (17)       Κιτρομηλίδης Πασχάλης, Νεοελληνικός Διαφωτισμός, Μ.Ι.Ε.Τ., σελ.505-6, Αθήνα 1996.
   (18)        Ιώσηπος Μοισιόδακας (1730-1800) δάσκαλος, υποστηρικτής της προφορικής γλώσσας για παιδευτικούς λόγους. (βλ. Μάριο Βίττι, Ιστορία της Νεοελληνικής λογοτεχνίας, Εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα, 1978, σελ.131)
   (19)        Σβορώνος Ν. Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας,  Αθήνα,  Θεμέλιο, ιγ΄έκδοση, σελ.56-57, Αθήνα 1999.
  (20)        Μαργαρίτης Γ. «Ο Οθωμανικός χώρος και η συγκρότηση του νέου Ελληνισμού» στο Ελληνική Ιστορία Γ΄- Νεότερη & Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, σελ.55-56, Ε,Α,Π,, Πάτρα 1999.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  1. Μαργαρίτης Γ. «Ο Οθωμανικός χώρος και η συγκρότηση του νέου Ελληνισμού» στο Ελληνική Ιστορία Γ΄- Νεότερη & Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, Ε.Α.Π., Πάτρα 1999
  2. Σβορώνος Ν. Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας,  Αθήνα,  Θεμέλιο, ιγ΄έκδοση, Αθήνα 1999.
  3. Βακαλόπουλος Α. Συλλογικό έργο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, ,τ.ΙΑ,. σελ.84 Αθήνα 1975 
  4. Μαργαρίτης Γ. «Η Ευρώπη των επαναστάσεων» στο Ελληνική Ιστορία Γ΄- Νεότερη & Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, Ε.Α.Π., Πάτρα 1999
  5. Βλάμη Δ., «Το ελληνικό εμπόριο και οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι», Ελευθεροτυπία, Ιστορικά τεύχος 6/2/2003, Αθήνα.
  6. Κολοβός Η., «Μη μουσουλμάνοι και Οθωμανική κοινωνία», Ελευθεροτυπία, Ιστορικά τεύχος 285, Αθήνα 2005.
  7. Κονόρτας Π., «Οθωμανικές θεωρήσεις για το Οικουμενικό Πατρι-αρχείο», εκδ.Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1998
  8. Κιτρομηλίδης Πασχάλης, «Νεοελληνικός Διαφωτισμός», Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1996.
  9. Μάριο Βίττι, «Ιστορία της Νεοελληνικής λογοτεχνίας», Εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα, 1978.
 
Αναδημοσίευση από  βιβλιοπωλείο "χωρίς όνομα"
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Οι αναρτήσεις στο ¨Παζλ Ενημέρωσης¨

Παζλ Ενημέρωσης