Ο Άγιος Νικόλαος εγεννήθη εις Σμολένσκ της Ρωσίας τω 1836. Οι γονείς του είχον βαθυτάτην ευσέβειαν. Ο πατήρ του ήτο διάκονος και η μήτηρ του θυγατέρα διακόνου. Ο Ιβάν, ως ωνομάζετο, εφλογίζετο εκ του πόθου να αφιερωθή εις τον Χριστόν και δη να υπηρετήση τον Κύριον ως Ιεραπόστολος. Εσπούδασεν εις την Θεολογικήν Σχολήν της Πετρουπόλεως. Εκάρη μοναχός, λαβών το όνομα Νικόλαος, και εν συνεχεία εγένετο διάκονος και πρεσβύτερος τω 1860.
Η ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Εκκλησίας διώρισε τον Άγιον ως εφημέριον του ρωσικού Προξενείου της Ιαπωνίας. Μετά πολλής χαράς ο Άγιος απεδέχθη τον διορισμόν και έφθασε, μέσω Σιβηρίας, εις την Ιαπωνίαν τον Ιούλιον του 1861. Η ανωτέρω ημερομηνία είναι η απαρχή της ιδρύσεως εν Ιαπωνία της Ορθοδόξου τοπικής Εκκλησίας.
Επί τέσσαρα έτη εν προσευχή ησχολείτο με την εκμάθησιν της Ιαπωνικής γλώσσης και προετοίμαζε τον τρόπον διακονίας του εκεί. Οι νόμοι της Ιαπωνίας ώριζαν την ποινήν του θανάτου δια τους ασκούντας εκεί προσηλυτισμόν.
Η ιεραποστολή ήρχισεν εντός του προξενικού οικήματος. Ο διδάσκαλος της ξιφασκίας του υιού του Προξένου Σαβάμπε Τακουμάρο απεδέχθη την Ορθοδοξίαν. Αυτόν ηκολούθησαν ο ιατρός Σακάϊ και έτερος ευγενής ο Ουράνο. Ούτοι κατηχηθέντες επιμελώς εβαπτίσθησαν τω 1868, και συνέβαλον μεγάλως εις το έργον της ιεραποστολής. Προσετέθησαν και έτεροι ευγενείς εις την πρώτην ομάδα των πιστών.
Η ρωσική Εκκλησία ίδρυσεν επίσημον ορθόδοξον Ιεραποστολήν εις την Ιαπωνίαν. Ο Άγιος Νικόλαος εντός του Προξενείου διδάσκων την ρωσικήν γλώσσαν επετέλει το ουσιαστικόν αυτού έργον της ιεραποστολής. Συγχρόνως μετέφραζε την Καινήν Διαθήκην και έτερα λειτουργικά κείμενα εις την Ιαπωνικήν.
Ότε επέτρεψαν αι συνθήκαι εγκατεστάθη ο Άγιος εις το Τόκιον και με την κάλυψιν της Πρεσβείας ίδρυσε Σχολείον. Την πρωΐαν εδίδασκε την ρωσικήν γλώσσαν και το εσπέρας επετέλει το ιεραποστολικόν έργον του. Μέχρι το έτος 1872 το έργον της ιεραποστολής εις την Ιαπωνίαν ευρίσκετο υπό στενήν παρακολούθησιν και διωγμόν. Μετά ταύτα ήρθησαν τα απαγορευτικά μέτρα και επετράπη το έργον της ιεραποστολής. Τω 1875 οι Ορθόδοξοι έγιναν 500, τω 1876 1000, τω 1878 4115. Κατ αυτό το έτος υπήρχον 8 ιθαγενείς ιερείς και 78 λαϊκοί ιεροκήρυκες.
Τω 1879 η Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Εκκλησίας ίδρυσε την πρώτην Επισκοπήν και εξέλεξεν ως πρώτον Επίσκοπον τον Άγιον Νικόλαον με το τίτλον του επισκόπου Ραβέλκυ. Το έτος αυτό εκτίσθη ο πρώτος Ναός εις το Τόκιον του Αγίου Νικολάου του Θαυματουργού. Οι Ορθόδοξοι τότε ήσαν 6000.
Τω 1906 προήχθη ο Άγιος εις Αρχιεπίσκοπον Ιαπωνίας. Ο Αρχιεπίσκοπος Νικόλαος εκοιμήθη εν Κυρίω εις τας 2 Φεβρουαρίου του έτους 1912. Η Αρχιεπισκοπή της Ιαπωνίας ηρίθμει τότε 40.000 πιστούς και ήτο θαυμαστώς ωργανωμένη, διηκονείτο δε τότε υπό πλήθους εντοπίων ιερέων και πολλών στελεχών. Κατά την κηδείαν του Αγίου ο αυτοκράτωρ της Ιαπωνίας απέστειλε στέφανον.
Χαρακτηρίζεται ο Άγιος Νικόλαος Κασάτκιν ως εις των σπουδαιοτέρων ιεραποστόλων όλων των εποχών (Ιωάν Μέγεντορφ).
Η ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Εκκλησίας διώρισε τον Άγιον ως εφημέριον του ρωσικού Προξενείου της Ιαπωνίας. Μετά πολλής χαράς ο Άγιος απεδέχθη τον διορισμόν και έφθασε, μέσω Σιβηρίας, εις την Ιαπωνίαν τον Ιούλιον του 1861. Η ανωτέρω ημερομηνία είναι η απαρχή της ιδρύσεως εν Ιαπωνία της Ορθοδόξου τοπικής Εκκλησίας.
Επί τέσσαρα έτη εν προσευχή ησχολείτο με την εκμάθησιν της Ιαπωνικής γλώσσης και προετοίμαζε τον τρόπον διακονίας του εκεί. Οι νόμοι της Ιαπωνίας ώριζαν την ποινήν του θανάτου δια τους ασκούντας εκεί προσηλυτισμόν.
Η ιεραποστολή ήρχισεν εντός του προξενικού οικήματος. Ο διδάσκαλος της ξιφασκίας του υιού του Προξένου Σαβάμπε Τακουμάρο απεδέχθη την Ορθοδοξίαν. Αυτόν ηκολούθησαν ο ιατρός Σακάϊ και έτερος ευγενής ο Ουράνο. Ούτοι κατηχηθέντες επιμελώς εβαπτίσθησαν τω 1868, και συνέβαλον μεγάλως εις το έργον της ιεραποστολής. Προσετέθησαν και έτεροι ευγενείς εις την πρώτην ομάδα των πιστών.
Η ρωσική Εκκλησία ίδρυσεν επίσημον ορθόδοξον Ιεραποστολήν εις την Ιαπωνίαν. Ο Άγιος Νικόλαος εντός του Προξενείου διδάσκων την ρωσικήν γλώσσαν επετέλει το ουσιαστικόν αυτού έργον της ιεραποστολής. Συγχρόνως μετέφραζε την Καινήν Διαθήκην και έτερα λειτουργικά κείμενα εις την Ιαπωνικήν.
Ότε επέτρεψαν αι συνθήκαι εγκατεστάθη ο Άγιος εις το Τόκιον και με την κάλυψιν της Πρεσβείας ίδρυσε Σχολείον. Την πρωΐαν εδίδασκε την ρωσικήν γλώσσαν και το εσπέρας επετέλει το ιεραποστολικόν έργον του. Μέχρι το έτος 1872 το έργον της ιεραποστολής εις την Ιαπωνίαν ευρίσκετο υπό στενήν παρακολούθησιν και διωγμόν. Μετά ταύτα ήρθησαν τα απαγορευτικά μέτρα και επετράπη το έργον της ιεραποστολής. Τω 1875 οι Ορθόδοξοι έγιναν 500, τω 1876 1000, τω 1878 4115. Κατ αυτό το έτος υπήρχον 8 ιθαγενείς ιερείς και 78 λαϊκοί ιεροκήρυκες.
Τω 1879 η Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Εκκλησίας ίδρυσε την πρώτην Επισκοπήν και εξέλεξεν ως πρώτον Επίσκοπον τον Άγιον Νικόλαον με το τίτλον του επισκόπου Ραβέλκυ. Το έτος αυτό εκτίσθη ο πρώτος Ναός εις το Τόκιον του Αγίου Νικολάου του Θαυματουργού. Οι Ορθόδοξοι τότε ήσαν 6000.
Τω 1906 προήχθη ο Άγιος εις Αρχιεπίσκοπον Ιαπωνίας. Ο Αρχιεπίσκοπος Νικόλαος εκοιμήθη εν Κυρίω εις τας 2 Φεβρουαρίου του έτους 1912. Η Αρχιεπισκοπή της Ιαπωνίας ηρίθμει τότε 40.000 πιστούς και ήτο θαυμαστώς ωργανωμένη, διηκονείτο δε τότε υπό πλήθους εντοπίων ιερέων και πολλών στελεχών. Κατά την κηδείαν του Αγίου ο αυτοκράτωρ της Ιαπωνίας απέστειλε στέφανον.
Χαρακτηρίζεται ο Άγιος Νικόλαος Κασάτκιν ως εις των σπουδαιοτέρων ιεραποστόλων όλων των εποχών (Ιωάν Μέγεντορφ).
Είχεν ένθεον ιεραποστολικόν ζήλον, ηγάπησε τον λαόν των Ιαπώνων, διό και ηρνήθη να γίνη Επίσκοπος Κίνας, διότι έπρεπε να εγκαταλείψη τους Ιάπωνας πιστούς. Είχε θαυμαστήν υπομονήν και επιμονήν. Διεκρίνετο διά την σοφίαν, την σύνεσιν και την διάκρισιν. Εις τον ρωσοϊαπωνικόν πόλεμον (1904 - 1905) ενήργησεν ως Επίσκοπος Ιαπωνίας και όχι ως ρώσος. Συμπαρεστάθη κατά τον πόλεμον εις τον λαόν της επισκοπής του ως αληθής πατήρ1.
Προσκυνών ταπεινώς τον μέγαν ιεραπόστολον Άγιον Νικόλαον Κασάτκιν ευγνωμόνως αιτούμαι τας προς Κύριον πρεσβείας αυτού, ώστε διά βίου έργω και λόγω να διακονώ ταπεινώς εις τον ευαγγελισμόν των αδελφών ψυχών.
Προσκυνών ταπεινώς τον μέγαν ιεραπόστολον Άγιον Νικόλαον Κασάτκιν ευγνωμόνως αιτούμαι τας προς Κύριον πρεσβείας αυτού, ώστε διά βίου έργω και λόγω να διακονώ ταπεινώς εις τον ευαγγελισμόν των αδελφών ψυχών.
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη" Θεσσαλονίκη