ΜΕΤΑΦΥΤΕΥΣΗ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΩΝ
Τὸ ἐπεῖγον τοῦ οἰκολογικοῦ προβλήματος, ἡ πρόσληψή του ἀπὸ τὸ ἑλλαδικὸ πολιτικὸ σύστημα καὶ τὸ περιβάλλον ὡς πατριωτισμός.
Στὴν εὐρύτερη προεκλογικὴ περίοδο συζητήθηκε ἐκτενέστατα (ἂν καὶ ἐπιφανειακώτατα) τὸ περιβαλλοντικὸ/οἰκολογικὸ ζήτημα. Ὅλα ἀνεξαιρέτως τὰ κοινοβουλευτικὰ κόμματα τοποθετήθηκαν ἐπὶ τῶν σχετικῶν θεμάτων. Παράγοντες τῆς πολιτικῆς ζωῆς τοῦ τόπου ποὺ μέχρι πρὶν ἀπὸ μερικοὺς μῆνες δὲν διανοοῦντο νὰ συμπεριλάβουν στὸν λόγο τους τὴ λέξη «περιβάλλον» ἄρχισαν νὰ ὑπόσχονται «πράσινη ἀνάπτυξη», «ἀποτελεσματικὴ προστασία τῶν δασῶν», «ἀνανεώσιμες πηγὲς ἐνέργειας», «πράσινες θέσεις ἐργασίας» κλπ. Δεχόμενοι ἀξιωματικὰ ὅτι οἱ πολιτικοὶ ἐνδιαφέρονται μόνον γιὰ τὴν ἐπανεκλογή τους, ὁδηγούμαστε στὸ συμπέρασμα ὅτι ὑποσχέθηκαν τὰ προαναφερθέντα διότι κρίσιμη μάζα πολιτῶν/ψηφοφόρων ἔχει ἀρχίσει νὰ ἀντιλαμβάνεται τὸ ἐπεῖγον τοῦ περιβαλλοντικοῦ ζητήματος- ὄχι ὅμως ἀρκετοί, καὶ ὄχι ἀρκετά.
α. Τὸ ἐπεῖγον τοῦ οἰκολογικοῦ προβλήματος
Στὴν Ἑλλάδα ἄρχισε μιὰ μαζικὴ εὐαισθητοποίηση μόνον μετὰ τὶς μεγάλες πυρκαϊὲς τοῦ 2007 καὶ τοῦ 2009, οἱ ὁποῖες στοίχισαν τὴν κατ’ οὐσίαν μὴ ἀναστρέψιμη ἀπανθράκωση ζειδώρων δασικῶν ἐκτάσεων ἀλλὰ καὶ χωριῶν: δηλαδή, γίνεται ἀντιληπτὴ μόνο μιὰ «μεγάλη καταστροφὴ» καὶ ὄχι ἡ καθημερινὴ συνεχὴς καταστροφὴ ποὺ συντελεῖται, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ ρεαλιστικώτατα στὴν μόλυνση/ρύπανση, λειψυδρία, αὔξηση τῆς θερμοκρασίας, ἐρημοποίηση, ἄνοδο τῆς στάθμης τῆς θάλασσας- μὲ ἄλλα λόγια, στὴν μετατροπὴ τοῦ ἑλλαδικοῦ χώρου καὶ τοῦ πλανήτη ἐν γένει σὲ μὴ βιώσιμο τόπο.
Μὲ συντελεσμένη τὴν μὴ ἀναστρέψιμη καταστροφὴ ἀλλὰ καὶ κάπως νωρίτερα, οἱ Ἕλληνες ἄρχισαν νὰ ἔχουν «δεύτερες σκέψεις» γιὰ τὸ κατὰ πόσον ἡ οἰκολογία ἀποτελεῖ χόμπυ κάποιων ἀργόσχολων ἢ γραφικῶν, ἄποψη ἡ ὁποία ἐπικρατοῦσε κατὰ τὴ δεκαετία τοῦ ’90. Παρὰ τὸ τραγικὸ τῆς καταστροφῆς, ἡ εὐαισθητοποίηση αὐτὴ θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι μιὰ καλὴ ἀρχὴ γιὰ τὴν «μεταφύτευση προτεραιοτήτων» ποὺ πρέπει νὰ συντελεστεῖ.
Ἡ Ἑλλάδα ὡς πολιτικὴ ὀντότητα δὲν διαθέτει, ὡς γνωστόν, ἐπιτελικὸ σχεδιασμὸ ἱεράρχησης προτεραιοτήτων. Ἂν καὶ ὅταν ἀποκτήσει, λογικὸ θὰ ἦταν νὰ ἀντιμετωπίσει τὰ προβλήματα μὲ βάση τὸ κατὰ πόσον εἶναι (ἢ κινδυνεύουν νὰ γίνουν) μὴ ἀναστρέψιμα καὶ ἀπειλητικὰ γιὰ τὴν ἴδια της τὴν ὑπόσταση ὡς ἔθνους-κράτους. Ἄρα, σὲ ἐμπερίστατη κατάσταση ὅπως ἡ σημερινή, οἰ προτεραιότητες θὰ εἶχαν ὡς ἑξῆς:
(α) ἀντιμετώπιση προβλημάτων ἄμεσης αὐριανῆς ἐπιβίωσης τοῦ ἔθνους-κράτους (δημογραφικὸ - περιβαλλοντικό)[i],
(β) ἀντιμετώπιση ζητημάτων τῆς βαθύτερής του ὑπόστασης (αὐτοσυνειδησία/ ταυτότητα/ ἱστορικὴ μνήμη - Ἀνατολή, Δύση ἢ κάτι ἄλλο - Ἔθνος, Γένος ἢ κάτι ἄλλο - χαρακτήρας τῆς παιδείας κλπ.)
(γ) ἀντιμετώπιση λειτουργικῶν ζητημάτων (οἰκονομία/παραγωγικότητα/ἀσφαλιστικὸ – δημόσιο χρέος - γραφειοκρατία/ δημόσιες ὑπηρεσίες - ἀποκέντρωση - ἐκτέλεση τοῦ σχεδίου γιὰ τὴν παιδεία κλπ.)
Μᾶλλον συμφωνοῦμε στὸ ὅτι ἡ σειρὰ τῶν προτεραιοτήτων δὲν μπορεῖ νὰ ἀλλάξει. Ὅταν κινδυνεύει ἡ αὐριανὴ κρατική σου ὑπόσταση ἀντιμετωπίζεις πρωτίστως τὸ φλέγον πρόβλημα καὶ ὄχι τὸ ἴσως ἀξιολογικὰ σημαντικώτερο ζήτημα τῆς παιδείας, ὅταν βρίσκεσαι σὲ ἐμπόλεμη κατάσταση δὲν εἰσάγεις λιτότητα γιὰ νὰ ξεχρεώσεις τὸ δημόσιο χρέος, δὲν ἔχει (σχεδὸν) κανένα νόημα νὰ προσπαθεῖς νὰ ἐκσυγχρονίσεις ἕνα κράτος ποὺ δὲν ἔχει λύσει τὰ «ὑπαρξιακά» του (διότι τότε οἱ πολῖτες δὲν ἔχουν πραγματικὸ κίνητρο νὰ νοιάζονται γιὰ τὴ μοίρα του πέραν τῆς καθημερινῆς τους βολῆς) καὶ πάει λέγοντας.
Οἱ κίνδυνοι γιὰ τὴν ἄμεση ἐπιβίωση τοῦ ἑλλαδικοῦ ἔθνους-κράτους σήμερα μοιάζει νὰ εἶναι κυρίως δύο: τὸ δημογραφικὸ καὶ τὸ περιβαλλοντικὸ πρόβλημα. Σύμφωνα μὲ τὰ στοιχεία ποὺ ἔχουμε γιὰ τὸ πρῶτο, τὸ 2100 οἱ ἀπόγονοι τῶν σημερινῶν ἑλλήνων θὰ εἶναι περίπου 2,3 ἐκατομμύρια καὶ προφανῶς δὲν θὰ εἶναι δυνατὸν νὰ συντηρήσουν ἐδαφικὰ καὶ πολιτισμικὰ τὸ ἑλλαδικὸ κράτος ὅπως τὸ γνωρίζουμε σήμερα.[ii] Σύμφωνα μὲ τὰ στοιχεία ποὺ ἔχουμε γιὰ τὸ δεύτερο, ὁδεύουμε «ντουγροὺ» πρὸς τὴν καταστροφὴ τοῦ φυσικοῦ τοπίου καὶ τῶν φυσικῶν πόρων τῆς χώρας μας, τῆς χλωρίδας, τῆς πανίδας, τῶν ὑδάτων, πρὸς τὴν αὔξηση τῆς θερμοκρασίας, τὴν ἄνοδο τῆς στάθμης τῆς θάλασσας κλπ., καθιστώντας την σταδιακὰ ἁπλῶς μὴ βιώσιμη γιὰ τὶς ἑπόμενες γενεὲς καὶ ἀνίκανη νὰ ἀνακάμψει σὲ εὔλογο χρονικὸ διάστημα.[iii]
Ὅλα αὐτὰ μοιάζουν ἀπαισιόδοξα, ἴσως γιὰ κάποιους καὶ πρωτάκουστα. Ὁ λόγος δὲν ἔγκειται στὸ ὅτι δὲν ἀντικατοπτρίζουν τὴν πραγματικότητα, ἀλλὰ στὸ ὅτι δὲν ἀντικατοπτρίζουν τὴν εἰκονικὴ πραγματικότητα τῶν Μέσων Μαζικῆς Ἐξημέρωσης καὶ τῶν αὐτοχριζόμενων (ἤ διὰ τοῦ ἀποτελέσματος δικαίως χριζόμενων) opinion makers. Οἱ προτεραιότητες γιὰ τὴν λεγόμενη «κοινὴ γνώμη» εἶναι οἱ ἀκριβῶς ἀντίστροφες ἀπὸ τὶς ἐπείγουσες: κυρίως ἀσχολούμαστε (ἀναποτελεσματικὰ) μὲ τὰ θέματα ποὺ ἅπτονται τοῦ (γ), σπανίως καὶ δευτερευόντως μὲ τὰ θέματα τοῦ (β) καὶ σχεδὸν ποτὲ μὲ τὰ θέματα τοῦ (α). Ἡ εἴσοδος τοῦ περιβαλλοντικοῦ προβλήματος στὸν ἑλλαδικὸ δημόσιο λόγο κατὰ τὴν τελευταία προεκλογικὴ περίοδο θὰ μποροῦσε νὰ ἀνατρέπει αὐτὰ τὰ δεδομένα πρὸς τὸ οὐσιωδέστερο. Ὅμως κάτι τέτοιο δὲν συνέβη.
β. Ἡ πρόσληψη τοῦ οἰκολογικοῦ ζητήματος ἀπὸ τὸ ἑλλαδικὸ πολιτικὸ σύστημα
Ἂν δεχθοῦμε ὅτι τὸ δημογραφικὸ καὶ τὸ περιβαλλοντικὸ πρόβλημα εἶναι τὰ πλέον ἐπείγοντα καὶ ὅτι ἀμφότερα πρέπει νὰ ἀντιμετωπισθοῦν ὅσο τὸ δυνατὸν γρηγορώτερα καὶ ἀποτελεσματικώτερα, δὲν ξέρουμε ἂν πρέπει νὰ γελάσουμε ἢ νὰ κλάψουμε ἀντικρύζοντας τὸ ἑλλαδικὸ πολιτικὸ σκηνικό, ἀφοῦ τὸ ἕνα ἀπὸ αὐτὰ τὰ ζητήματα τοποθετεῖται αὐτομάτως στὸν «δεξιὸ-συντηρητικὸ» πόλο καὶ τὸ ἄλλο στὸν «ἀριστερὸ-προοδευτικό». Δηλαδή, δύο ἀπολύτως πραγματικὰ προβλήματα ποὺ ὀφείλουν νὰ ἀντιμετωπισθοῦν μαζὶ καὶ ταυτοχρόνως δὲν λογαριάζονται ποτὲ μαζί, καθ’ ὅτι οἱ ἐπ’ αὐτῶν πολιτικὰ προβληματιζόμενοι βρίσκονται στὰ ἀντίθετα στρατόπεδα, τὰ ὁποία ὅμως σήμερα τυγχάνουν ἀπολύτως εἰκονικά[iv]! Ὅταν εἰκονικὲς διαφορὲς ἐμποδίζουν τὴν ἐπίλυση τῶν πραγματικῶν προβλημάτων τὰ ὁποῖα πιέζουν ὅσο ποτὲ ἄλλοτε, τί νόημα ἔχει τὸ νὰ συζητάει κανείς; Ἀλλὰ ἂς ἐπικεντρωθοῦμε στὸ θέμα.
Στὴν Ἑλλάδα ἔχουμε τὴν τάση νὰ εἰσάγουμε ἰδεολογίες καὶ νὰ μὴν τὶς παράγουμε μὲ τὸν ἴδιο περίπου τρόπο ποὺ εἰσάγουμε κᾶλτσες, ἠλεκτρικὲς συσκευές, αὐτοκίνητα καὶ παντελόνια ἀλλὰ δὲν τὰ παράγουμε. Ἀπὸ τὸ ὅραμα τοῦ Κοραῆ γιὰ «μεταφορὰ» λίγο-πολὺ τῆς γαλλικῆς ἐπανάστασης στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο, ἀπὸ τὸν κομμουνισμό/σοσιαλισμὸ[v] καὶ τὸν ναζισμό/φασισμὸ μέχρι τὶς τρέχουσες ἰδεολογίες (ἀκόμα καὶ νεανικῆς ὑποκουλτούρας: emo kids καὶ τὸ κακὸ συναπάντημα), ὅλα μεταφυτεύονται/ἀντιγράφονται ἄκριτα, ἀδιάκριτα, ἀνεπεξέργαστα. Ἡ τελευταία φορὰ ποὺ εἴδαμε σκέψη καὶ τέχνη μὲ στῖγμα ἑλληνικῆς ἰδιαιτερότητας ὡς ρεῦμα στὴν κοινωνία (δηλαδή, ὄχι μεμονωμένες φωτεινὲς ἐξαιρέσεις) ἦταν στὴ λεγόμενη «γενιὰ τοῦ ‘30» καὶ ἡ τελευταία φορὰ ποὺ εἴδαμε «δική μας» ὑποκουλτούρα ἦταν στὸ ρεμπέτικο!
Παρὰ τὴν κρισιμότητα τοῦ ζητήματος, τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὴν οἰκολογία. Ἡ ἀντιμετώπιση τοῦ προβλήματος δὲν στοχοθετεῖται μὲ μιὰ ὑδαρῆ τοποθέτηση «ὑπὲρ τοῦ περιβάλλοντος»: ὑπάρχουν συγκεκριμένες ἰδεολογίες[vi] μὲ πολλὰ συμπαρομαρτοῦντα γιὰ ἄλλα ζητήματα καὶ συγκεκριμένες, στὴν ἀλλοδαπὴ διαμορφωθεῖσες θέσεις σχεδὸν ἐπὶ παντὸς τοῦ ἐπιστητοῦ (αὐτὸ δὲν εἶναι ἀπαραιτήτως καὶ κατ’ ἀνάγκην κακό, συνήθως ὅμως εἶναι). Προϋποθέτουν οἱ ἰδεολογίες αὐτὲς μιὰ ἐκδοχὴ τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία δὲν διαφέρει σὲ τίποτε ἀπὸ τὶς κρατικὲς δομὲς τῶν χωρῶν τοῦ δυτικοεὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ- στὴν ἀντίληψη περὶ κοινωνίας-societas, στὴν ἀνθρωπολογία, στὶς κοινωνικὲς σχέσεις, στὸν τρόπο σεβασμοῦ τοῦ ἱεροῦ, στὴν σχέση πολιτείας-πολίτη, κράτους-πολίτη, κόμματος-πολίτη, στὴν ἁπλῆ καθημερινότητα. Γιὰ νὰ μεταφυτευθοῦν αὐτὲς οἱ ἰδεολογίες ὀφείλουν νὰ παρακάμψουν καὶ τὰ στοιχειωδέστερα, τὴν ἰδιότυπη δηλαδὴ θέση τῆς Ἑλλάδας ἀνάμεσα στὴν Ἀνατολὴ καὶ στὴν Δύση, τὴν ἰδιαιτερότητα τῆς «καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς» καὶ τοῦ γεγονότος ὅτι «ἐδῶ εἶναι Βαλκάνια, δὲν εἶναι παῖξε-γέλασε» (ἀλήθειες/σταθερὲς τὶς ὁποῖες ἀγνοεῖ ἢ ἀρνεῖται μόνον ὅποιος δὲν ἔχει ἔστω καὶ τουριστικὰ ταξιδέψει σὲ ἀνατολικὲς καὶ δυτικὲς χῶρες). Δὲν διανοήθηκαν οἱ ἐδῶ οἰκολογοῦντες νὰ σκεφθοῦν, μήπως ἡ ἀπ’ εὐθείας μεταφύτευση ὁδηγήσει σὲ τερατογέννηση ἢ ἁπλῶς σὲ ἀναποτελεσματικότητα. Τὰ ἀποτελέσματα τῆς ἀδυναμίας συνεννόησης φάνηκαν στὴν προεκλογικὴ περίοδο τῶν εὐρωεκλογῶν, ὅταν τὸ «πράσινο» ἐν Ἑλλάδι κόμμα οἰκολόγων ἀπασχολεῖτο (καὶ ἀπασχολοῦσε) μὲ ζητήματα ριζικὰ ἄσχετα μὲ τὸ κυριολεκτικὰ φλέγον οἰκολογικὸ πρόβλημα (μακεδονικό, μεταναστευτικό, μειονοτήτων). Σὲ αὐτὸ ἕπαιξαν φυσικὰ μεγάλο ρόλο τὰ Μέσα Μαζικῆς Ἐξημέρωσης, ὅμως οἱ Οἰκολόγοι Πράσινοι σαφῶς δὲν εἶναι ἄμοιροι εὐθυνῶν γι’ αὐτὴν τὴν ἐξέλιξη- ἡ ὁποία εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ βλέπει ὁ μέσος πολίτης τοὺς ΟΠ μὲ μιὰ καχυποψία, νὰ τοὺς λογαριάζει ὡς ξένο σῶμα. Τὸ νὰ εἶσαι κοσμοπολίτης καὶ οἰκουμενικὰ δρῶν δὲν συνεπάγεται κατ’ ἀνάγκην νὰ ξενίζεις τοὺς ἐντόπιους!
Παρ’ ὅλα ταῦτα, ἔχουμε δεῖ πὼς οἱ προτεινόμενες ἀπὸ τὶς δάνειες πράσινες ἰδεολογίες λύσεις «πιάνουν τόπο»: ἂν πάρει κανεὶς ὡς παράδειγμα τὴ Γερμανία, ἔχουν γίνει πάρα πολλὰ σημαντικὰ βήματα ποὺ ἔχουν σαφῶς βελτιώσει τὴν ἐκεῖ κατάσταση. Ἴσως, λόγῳ τοῦ ἐπείγοντος τῆς καταστάσεως, νὰ πρέπει νὰ ἀφήσουμε τὴν φιλοσοφικὴ-ἰδεολογικὴ συζήτηση γι’ ἀργότερα καὶ νὰ ἀρχίσουμε νὰ ἐφαρμόζουμε δοκιμασμένες λύσεις σὲ μιὰ κατάσταση ποὺ τείνει νὰ γίνει μὴ ἀναστρέψιμη. Ἴσως.
Ἡ ἀντιμετώπιση (καὶ οἰκείωση) τοῦ θέματος ἀπὸ τὰ κόμματα ἐξουσίας θυμίζει τὸ παλιὸ ἀνέκδοτο μὲ τὸν πολιτευτὴ στὴν ἐπαρχία: «Θὰ σᾶς φτιάξουμε γέφυρες!» «Μὰ δὲν ἔχουμε ποτάμια!» «Θὰ σᾶς φέρουμε καὶ ποτάμια!» «Θὰ σᾶς χτίσουμε σχολεῖα!» «Μὰ δὲν ἔχουμε παιδιά!» «...θὰ σᾶς κάνουμε καὶ παιδιά!». Ἡ ἀντιμετώπιση τοῦ περιβαλλοντικοῦ προβλήματος ἐξ ὁρισμοῦ ἀντίκειται σὲ τρέχοντα συμφέροντα καὶ τὰ ἀκυρώνει, ὅμως οὔτε κουβέντα δὲν ἀκούστηκε γιὰ τὸ πῶς θὰ γίνει ἡ ἐν λόγῳ ἐξισορρόπηση συμφερόντων. Τὸ ΚΚΕ-ΠΠΗ (Παλαιὸ Πολιτικὸ Ἡμερολόγιο) μᾶς προειδοποίησε γιὰ τοὺς «πράσινους ἐπιχειρηματίες» ποὺ καραδοκοῦν γιὰ νὰ πιοῦν τὸ αἷμα τοῦ Λαοῦ μὲ τὸ μπουρὶ τῆς σόμπας, ὁ κ. Καρατζαφέρης ἀναφέρθηκε σὲ «πρασινάδα» (ἀλλὰ ἐγκόλπωσε τὸν οἰκολογικὸ Δελαπατρίδη Παπανικόλα) καὶ τέλος τὸ συνασπισμένο «ἄ, εἴμαστε -παλαιόθεν- καὶ οἰκολόγοι» θυμίζει πλέον σὲ ὅλους τὸ «πιστεύομεν καὶ εἰς τὴν Λαοκρατίαν» τοῦ Γεωργίου Παπανδρέου τοῦ Α’, ἀκόμα καὶ ἂν ἔχει μιὰ βάση ἀλήθειας. Ὅσοι δὲν τοποθετήθηκαν ἦταν ἀπασχολημένοι μὲ ζητήματα ποὺ ἀπειλοῦν σὲ σαφῶς μικρότερο βαθμὸ τὴν συνέχεια τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους ὅπως τὸ γνωρίζουμε.
Ὅμως ὅλα τὰ παραπάνω ἀποτυγχάνουν νὰ δοῦν τὸ «δυσδιάκριτο παράλογο τῆς οἰκολογίας»[vii]: τὸ γεγονὸς δηλαδὴ ὅτι προσπαθοῦμε νὰ προστατεύσουμε τὸ περιβάλλον ἀκριβῶς μὲ τὰ ἴδια κίνητρα ποὺ εἴχαμε ὅταν τὸ καταστρέφαμε δίχως τέλος. «Ἂν ἡ καταστροφὴ τοῦ περιβάλλοντος εἶναι τὸ ὀργανικὸ ἐπακόλουθο μίας ἀλόγιστης χρησιμοθηρίας, ἀκόρεστης δίψας τοῦ ἀνθρώπου γιὰ ἀτομοκεντρικὲς ἐξασφαλίσεις, ἀνέσεις, ἡδονικὲς διευκολύνσεις καὶ ἀπαλλαγὲς ἀπὸ κόπο, προσπάθεια, ἀναμονή, δὲν εἶναι παράλογο νὰ πιστεύουμε ὅτι μὲ τὰ ἴδια χρησιμοθηρικὰ κριτήρια θὰ δαμάσουμε τὴ χρησιμοθηρία; Εἶναι παράλογο, γιατὶ τὴν προτεραιότητα τοῦ χρήσιμου, τοῦ ἀτομοκεντρικοῦ ὠφελιμισμοῦ, τὴ συντηρεῖ καὶ τὴν προάγει ἡ ἐνστικτώδης ἀνάγκη, ἡ ὁρμὴ τῆς αὐτοσυντήρησης - αὐτασφάλισης, τῆς κυριαρχίας, τῆς ἡδονῆς. Δὲν εἶναι δυνατὸν ἡ ὁρμὴ νὰ χαλιναγωγήσει τὴν ὁρμὴ γιὰ χάρη τῆς ὁρμῆς».[viii] Ἡ μετὰ τὸν Διαφωτισμὸ λογικὴ τοῦ «ὁ ἄνθρωπος (καὶ δὴ ὡς φυσικὸ ἄτομο) εἶναι κύριος τῆς φύσης καὶ τοῦ ἑαυτοῦ του» μαζὶ μὲ τὴν καταναλωτικὴ μανία ποὺ ὁ μετὰ-τὸν-Διαφωτισμὸ-ἄνθρωπος ἀναγκαστικὰ ἀνέπτυξε ὥστε νὰ καλύψει τὸ ὀντολογικὸ κενό του (μὲ κάτι πρέπει νὰ «γεμίσει»: ἀγαθὰ καὶ ἐξουσία! Θαυμάσια ἰδέα!) ὁδήγησαν στὴν ἄλογη ἅλωση καὶ κατανάλωση τῶν φυσικῶν πόρων τοῦ πλανήτη. Συντόμως (σὲ ἱστορικὸ χρόνο) ἀναπτύξαμε τὶς τεχνολογίες γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ ἱκανοποιήσουμε πληρέστερα τὴν χρησιμοθηρία μας. Τώρα διαπιστώνουμε ἔκπληκτοι ὅτι σὲ λίγο δὲν θὰ μᾶς μείνει ἄλλη φύση γιὰ νὰ ἁλώσουμε καὶ νὰ καταναλώσουμε, καὶ κάτι τέτοιο δὲν μποροῦμε φυσικὰ νὰ τὸ ἀνεχθοῦμε. Ὁπότε προσπαθοῦμε νὰ συνεχίσουμε τὴ δράση μας μὲ «ρέγουλα», ὤστε νὰ μὴν βρεθοῦμε στὴν δυσάρεστη θέση νὰ μὴν ἔχουμε κάτι νὰ καταναλώσουμε. Προσοχή: τὸ πρόβλημά μας δὲν εἶναι ὅτι ἔχουμε καταλάβει τὸ λάθος μας καὶ προσπαθοῦμε νὰ ἐπανορθώσουμε συνολικά. Τὸ πρόβλημά μας εἶναι ὅτι δὲν ἔχουμε πλέον ἄλλη φύση γιὰ νὰ συνεχίσουμε τὸ φαγοπότι μας. Καὶ αὐτή μας ἡ στάση δὲν σχετίζεται μὲ ἐπικαιρικὲς ἐπιλογές, ἀλλὰ μὲ τὴ δομὴ καὶ τὶς ἀξίες τοῦ σημερινοῦ παγκοσμιοποιημένου πολιτισμοῦ στὸ σύνολό του.
Σὲ αὐτὸ τὸ πλαίσιο, ὁποιαδήποτε οἰκολογικὴ δράση χωρὶς τὸ αἴτημα ἀλλαγῆς τοῦ πολιτισμοῦ μας (ποὺ μπορεῖ νὰ προκύψει μόνο ἀπὸ τὴν αὐτοθέλητη ἀλλαγὴ τῶν ἀναγκῶν μας καὶ τῆς ἱεράρχησής τους) δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ εἶναι προϊὸν συμβιβασμοῦ ἀνἀμεσα στὴν ἀκόρεστη βουλιμία μας γιὰ ἄλωση καὶ κατανάλωση καὶ στὴν σώφρονα πρόνοια γιὰ νὰ μπορεῖ αὐτὴ ἡ βουλιμία νὰ ἐνεργεῖται καὶ στὸ μέλλον. Τὰ οἰκολογικὰ σχήματα διατείνονται συλλήβδην πὼς πρεσβεύουν τὴν ἀντίθεση στὸν ἀτομοκεντρισμὸ καὶ τὴν ἐπιστροφὴ σὲ μιὰν ἄλλη σχέση μὲ τὴ φύση, ὅμως ὅσο ὅλα αὐτὰ δὲν πιάνουν ρῖζες σὲ ἕνα πραγματικὸ ὑπαρξιακὸ αἴτημα γιὰ δυναμικὴ ἔξοδο ἀπὸ τὸν πολιτισμὸ τῆς νεωτερικότητας, εἶναι καταδικασμένα νὰ παραμείνουν «κενὸ γράμμα» καὶ προϊὸν συλλογικοῦ συμβιβασμοῦ. Ἀκόμα καὶ ἂν μὲ τὸν ἀτομοκεντρισμὸ ἐννοοῦμε τὸν εὐρύτερο ἀτομοκεντρισμὸ τῆς συσπείρωσης ἀνθρώπων γιὰ τὸ κοινὸ (τοῦ καθενὸς) συμφέρον, τάχα μου καὶ κοινωνίας (ὅπου ἡ πραγματικὴ κοινωνία, μὲ τὸ πλῆρες νόημα τῆς λέξης, ἀποτελεῖ ὕλη ἀδίδακτη).
Τὸ ἱλαροτραγικὸν τοῦ πράγματος εἶναι ὅτι κατὰ καιροὺς (ὄχι πάντα, ὄχι παντοῦ) τὰ οἰκολογικὰ σχήματα καὶ κόμματα θεωροῦν ἑαυτοὺς ὡς συνεπέστερους συνεχιστὲς τοῦ πνεύματος τοῦ Διαφωτισμοῦ, τῆς νεωτερικῶν προδιαγραφῶν προόδου, καὶ ὡς φορεῖς τῆς τρόπον τινὰ συνέχειάς του! Δηλαδή, ὑποστηρίζουν τὴν τελειοποίηση τοῦ χρησιμοθηρικοῦ συστήματος ποὺ καταλήγει νομοτελειακὰ στὴν μὴ βιωσιμότητα τοῦ πλανήτη! Δὲν ὑποψιάζονται κἂν τὸ ἀσύμβατο, τὸ ἄτοπο τῆς ὅλης ὑπόθεσης.
Κατ’ ἀπόλυτη ἀναντιστοιχία μὲ τὰ παραπάνω, «μιὰ φωνὴ ἔρχεται ἀπὸ τὴν Ἀνατολή». Ἡ πρόταση μὲ τὸ ἀπαιτούμενο ὀντολογικὸ βάθος γιὰ τὴν οἰκολογικὴ κρίση ἔρχεται ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ κανεὶς δὲν τὸ περίμενε, ἀπὸ μιὰ «θρησκεία» (οὔυυυ σκοταδισμός! μεσαίωνας! ...ἐκκλησιαστικὴ περιουσία!). Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἔχει προσφέρει πάρα πολλὰ[ix] στὴν εὐαισθητοποίηση τῶν κατοίκων τοῦ πλανήτη γιὰ τὸ οἰκολογικὸ πρόβλημα, μὲ τὴ διοργάνωση συνεδρίων, τὴν ἔκδοση ἀνακοινωθέντων, μὲ συνεχῆ ταξίδια καὶ φυσικὴ παρουσία στὰ περιβαλλοντικὰ δρώμενα, σὲ βαθμὸ νὰ τὸν ὀνομάσει ὁ Al Gore καὶ τὸ BBC[x] «Πράσινο Πατριάρχη» (Green Patriarch)[xi] καὶ νὰ ἀνακηρυχθεῖ ἕνας ἀπὸ τοὺς 100 ἀνθρώπους μὲ τὴ μεγαλύτερη παγκόσμια ἐπιρροὴ ἀπὸ τὸ περιοδικὸ Time[xii]. Γιὰ ὅσους σκεφθοῦν «ὅπου γᾶμος καὶ χαρά...», νὰ ὑπενθυμίσουμε ὅτι ἡ περιβαλλοντικὴ δράση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου ξεκινᾶ ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ ’90, ὅταν στὴν Ἑλλάδα ὁ «οἰκολόγος» ἦταν ἀκόμα ὑποκείμενο ἀνεκδότων, μαζὶ μὲ τὸν «Τοτὸ» καὶ τὸν «Μπόμπο», καὶ ὅταν πολλοὶ σημερινοὶ ἀκτιβιστὲς τῆς οἰκολογίας διένυαν τὸ (κατὰ τὸν Φρόιντ) πρωκτικὸ στάδιο τῆς παιδικῆς τους ἀνάπτυξης. Ἔχει ἐκ τῶν πραγμάτων ἐξαναγκάσει ὅλους σχεδὸν τοὺς θρησκευτικοὺς ἡγέτες νὰ «μποῦν στὸν χορό», μὲ ἀποτέλεσμα νὰ διαμορφώνεται ἕνα ἐντελῶς νέο σκηνικὸ στὸ παγκόσμιο οἰκολογικὸ κίνημα.
Ὅμως δὲν ἔγκειται ἐκεῖ ἡ ἔκπληξη.
Ἡ ἔκπληξη ἔγκειται στὸ βάθος τῆς θεώρησης τοῦ Πατριάρχου καὶ τῶν σὺν ἀυτῷ[xiii]. Ἂς σημειωθεῖ ὅτι κατὰ τὰ τελευταῖα 2.000 χρόνια ἡ ἐκκλησία μαρτυρεῖ πὼς ὁ ἄνθρωπος καλεῖται ὄχι μόνον νὰ σωθεῖ, ἀλλὰ νὰ σώσει καὶ τὴν κτιστὴ Δημιουργία. Εἶναι «ἱερέας» καὶ «μεσίτης» τῆς κτίσεως: ὁ μόνος ποὺ μπορεῖ νὰ πετύχει τὴν «ἔνταξη τῆς φύσης τοῦ κτιστοῦ στὴ ζωὴ τοῦ ἀκτίστου», ἀφοῦ ἀποτελεῖ τὴν «μόνη κτιστὴ ὕπαρξη ποὺ μπορεῖ νὰ πραγματοποιήσει τὴ ζωὴ ὡς ἐλευθερία»[xiv]. Δὲν μιλᾶμε γιὰ θεωρίες, ἀλλὰ γιὰ ἐπὶ δισχιλιετίᾳ βιωμένη στάση ἀπέναντι στὸν Κόσμο καὶ στὴν Ζωή. Ἡ ὁποία στάση μαρτυρεῖται ἀπὸ τὸν Πρῶτο σὲ ὅλο της τὸ βάθος, τώρα ποὺ «σκούρυναν τὰ πράματα». Ἡ ἴδια ποιότητα καὶ νοηματοδότηση τῆς ἀντίστασης στὴν καταστροφὴ τοῦ περιβάλλοντος συναντᾶται καὶ στὶς πραγματεῖες ποὺ ἔχουν γραφτεῖ ἀπὸ ἐπιφανεῖς ὀρθοδόξους θεολόγους: ἐπὶ παραδείγματι, τὸν Μητροπολίτη Περγάμου Ἰωάννη Ζηζιούλα στὸ βιβλίο «Ἡ Κτίση ὡς Εὐχαριστία»[xv] τὸ 1992 καὶ τὸν Μητροπολίτη Διοκλείας Κάλλιστο Ware στὸ νεώτερο βιβλίο «Οἰκολογικὴ Κρίση καὶ Ἐλπίδα»[xvi], τὸ ὁποῖο καὶ προλογίζει ἡ ὑπεύθυνη πολιτικῆς τῆς WWF Ἑλλάδος κ. Θεοδότα Νάντσου.
Ἡ συντελεσμένη ἀναγνώριση τοῦ ἔργου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη ἀπὸ τὸ WWF[xvii] καὶ τὴν Greenpeace[xviii] (τὸ ἐν Ἑλλάδι «πράσινο» κόμμα τελεῖ ἐν μακαρίᾳ ὑπνώσει ἢ ἐν ἀριστερογενεῖ συμπλέγματι (κόμπλεξ) μέχρις ἀποδείξεως τοῦ ἐναντίου[xix]) ἴσως ἀνοίγουν τὸ δρόμο, ἴσως δείχνουν μιὰ ρωγμή, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ἀποκτήσει τὸ οἰκολογικὸ αἴτημα τὸ βάθος ποὺ τοῦ λείπει καὶ ποὺ μέχρι τώρα τὸ καθιστᾶ ἐξ ἀντικειμένου θνησιγενὲς (πέραν κάποιων συντελεσμένων βελτιώσεων, στὴν Γερμανία καὶ ἀλλαχοῦ). Γιὰ νὰ συνδεθεῖ ἡ Πράξη (οἰκολογικὸ κίνημα) μὲ τὸ Βάθος καὶ τὴν Πείρα (ἐκκλησιαστικὴ μαρτυρία).
γ. Τὸ περιβάλλον ὡς πατριωτισμός
Στὶς τελευταῖες προεκλογικὲς περιόδους ἀντιληφθήκαμε ἢ ἐπιχειρήθηκε νὰ ἀντιληφθοῦμε τὶς ἔννοιες τῆς οἰκολογίας καὶ τοῦ πατριωτισμοῦ ὡς ἀσύμβατες ἢ καὶ ἀντίθετες. Ἂν πατριωτισμὸς εἶναι ἡ ἐπιθυμία καὶ ἡ προσπάθεια νὰ ἀφήσεις τὴ χώρα στὶς ἑπόμενες γενεὲς μὲ τὰ βασικά/δομικὰ στοιχεία της ἀναλλοίωτα, τότε προφανῶς ὁ πατριωτισμὸς δὲν τελειώνει στὴ μέριμνα γιὰ τὰ σύνορα. Στὴν σημερινὴ «ἐμπόλεμη κατάσταση» δὲν ἀπειλεῖται τὸ περίγραμμα τῆς χώρας, ἀλλὰ τὸ σῶμα της- τὸ περιβάλλον, δηλαδὴ αὐτὸ ποὺ μᾶς περιβάλλει. Τί πατριωτισμὸς εἶναι αὐτός, ὁ ὁποῖος δὲν μεριμνᾶ γιὰ τὸ σῶμα τῆς χώρας;
Πέραν τούτου, τὰ προβλήματα ἱεραρχοῦνται καὶ μὲ βάση τὴν ἀναστρεψιμότητα τῶν καταστροφῶν. Ἡ σημερινὴ Ἑλλάδα ἔχει αὐτοχειριακὴ συμπεριφορά: μοιάζει νὰ προσπαθεῖ νὰ αὐτοκαταστραφεῖ σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα- στὸ οἰκονομικό/δημοσιονομικό, ἐκπαιδευτικό, ἀμυντικό, περιβαλλοντικό, πολιτιστικὸ ἐπίπεδο, στὸ ἐπίπεδο τῆς κοινωνικῆς συνοχῆς, στὸ ἐπίπεδο τῆς ταυτότητας καὶ πάει λέγοντας. Δὲν ἔχουμε ἐνδείξεις ὅτι αὐτὴ ἡ πορεία θὰ ἀναχαιτιστεῖ σύντομα, ὑπάρχουν ὅμως δύο ἐνδεχόμενα: ἢ ἡ πορεία θὰ συνεχισθεῖ ὡς ἔχει, μὲ ἀποτέλεσμα τὴν ἱστορικὴ ἐξαφάνιση τοῦ ἑλληνισμοῦ (δημογραφικά, διὰ τῆς σταδιακῆς ἐξαφανίσεως/ ἀπισχνάνσεως ἢ διὰ πολέμου) ἀλλὰ καὶ τοῦ ἑλλαδικοῦ χώρου ὅπως τὸν γνωρίζουμε, ἢ ὅταν πιάσουμε –πραγματικὰ- πάτο θὰ ἀποφασίσουμε νὰ ἀνακάμψουμε μὲ ὅλες μας τὶς δυνάμεις, ὁσοδήποτε μόχθο κι ἂν αὐτὸ χρειαστεῖ. Ἂν ἀναλογισθοῦμε τὸ δεύτερο σενάριο, καταλαβαίνουμε γιατί τὸ περιβαλλοντικὸ πρόβλημα ἀποτελεῖ ζήτημα πατριωτισμοῦ καὶ ἐθνικὸ θέμα: στὴν περίπτωση ποὺ κληροδοτήσουμε στὶς ἑπόμενες γενεὲς ἕνα φρικαλέο σύστημα παιδείας (καλὴ ὥρα), αὐτὲς μποροῦν ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ νὰ τὸ ἀλλάξουν, ὄχι φυσικὰ χωρὶς κόπο, ἂν καὶ ὅταν ἀποφασίσουν οἱ Ἕλληνες νὰ σοβαρευτοῦν. Ἂν ὅμως κληροδοτήσουμε μιὰ Ἑλλάδα μὲ ἐλάχιστες βροχοπτώσεις ἀλλὰ πολλὲς πλημμῦρες, συχνώτερους καὶ ἐντονώτερους καύσωνες μὲ μεγαλύτερη διάρκεια, λειψυδρία, μηδενικὲς δασικὲς ἐκτάσεις καὶ κλῖμα Βορείου Ἀφρικῆς... Παραλάβαμε μιὰ χώρα τὴν ὁποία ὅλοι προσλαμβάνουμε, ἀπὸ ἄποψη φυσικῆς ὀμορφιᾶς, ὡς εὐλογία καὶ κάνουμε τὰ πάντα γιὰ νὰ τὴν μετατρέψουμε σὲ κόλαση. Ὅπως γράφει καὶ ὁ Ὀδυσσέας Ἐλύτης στὰ Δημόσια καὶ τὰ Ἰδιωτικά: «ἕνα τοπίο δὲν εἶναι, ὅπως τὸ ἀντιλαμβάνονται μερικοί, κάποιο ἁπλῶς σύνολο γῆς, φυτῶν καὶ ὑδάτων. Εἶναι ἡ προβολὴ τῆς ψυχῆς ἕνὸς λαοῦ ἐπάνω στὴν ὕλη».[xx] Αὐτὸ τὸ τοπίο σήμερα κινδυνεύει νὰ χαθεῖ διὰ παντός.
Σήμερα, τὸ περιβαλλοντικὸ πρόβλημα εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ σημαντικώτερα «ἐθνικὰ θέματα». Ἴσως τὸ σημαντικώτερο.
* Πρώτη δημοσίευση: περιοδικὸ «Δημιουργικὴ Συνύπαρξη» τοῦ Πανεπιστημίου Αἱγαίου, Τεῦχος 4ο, Φεβρουάριος 2010, σ. 27-39.
[i] Γιὰ τὸ πόθεν εἶναι αὐτὰ τὰ προβλήματα ἄμεσης ἐπιβίωσης τοῦ ἑλλαδικοῦ κράτους, πρβλ. τὸ ἄρθρο τοῦ Νίκου Ράπτη «Δυὸ σκοτεινὲς τάσεις – τρεῖς ἀναδιανομὲς» στὸ διαδικτυακὸ περιοδικὸ ΠΠΟΛ: http://www.ppol.gr/cm/index.php?LID=1&Datain=4407.
[iv] Εἶπε φῖλος ἄνθρωπος, ἀποφθεγματικῷ τῷ τρόπῳ: «Ἀριστερὰ καὶ Δεξιὰ σήμερα εἶναι τὸ τελευταῖο καταφύγιο ἑνὸς καριερίστα- ποὺ δὲν ἔχει νὰ πεῖ τίποτε καινούργιο».
[v] ἡ προσπάθεια «ἑλληνικῆς» ἐκδοχῆς τοῦ ὅποίου, δηλαδὴ οἱ φερόμενοι ἀπὸ τὰ Μέσα Μαζικῆς Ἐξημέρωσης ὡς «νεο-ὀρθόδοξοι», σπιλώθηκε μέχρις ἐσχάτων – μόνο φυλακίσεις δὲν εἴδαμε!
[vi] καὶ τὰ «πράσινα» κόμματα -Die Grünen, Οἰκολόγοι Πράσινοι/Ecogreens κλπ.- ἔχουν ἀκόμα πιὸ συγκεκριμένη ἰδεολογία, ἡ ὁποία ἀντικατοπτρίζει ἕνα μόνο κομμάτι τοῦ φάσματος τῆς πολιτικῆς οἰκολογίας.
[vii] Χρήστου Γιανναρᾶ, «Τὸ δυσδιάκριτο παράλογο τῆς οἰκολογίας», ἄρθρο στὴν «Καθημερινή», 16/12/07: http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_1_16/12/2007_252710.
[xi] Μάλιστα, στὴν Ἀμερικὴ ἔχει δημιουργηθεῖ καὶ ντοκυμαντὲρ γιὰ τὸν «Πράσινο Πατριάρχη» Βαρθολομαῖο:
[xii] http://www.time.com/time/specials/2007/time100/article/0,28804,1733748_1733757_1735535,00.html.
[xiii] ἐλάχιστο δεῖγμα, μιὰ πρόσφατη ὁμιλία του (22/9/09) στὸ Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, ὅπου μόνο «ἐν παρόδῳ» ἀναφέρεται στὸ περιβάλλον. «Ἡ ἐπικαιρότης τοῦ ἀνθρωπολογικοῦ στοχασμοῦ»: http://www.antifono.gr/portal/index.php/Κατηγορίες/Θεολογία-Θρησκειολογία/Ομιλίες-Διαλέξεις/1424-Βαρθολομαίος-e1bc90πικαιρότης-e1bc80νθρωπολογικοe1bfa6-στοχασμοe1bfa6.
[xvii] «Ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος δείχνει τὸν δρόμο», ΜΑΖΙ ΓΙΑ ΤΟ ΚΛΙΜΑ (ἱστοσελίδα τῆς WWF καὶ τῆς Greenpeace), 16/10/09: http://mazigiatoklima.blogspot.com/2009/10/blog-post_16.html.
[xix] Ἐνημέρωση: Πολὺ πρόσφατα (4/12/09), μετὰ ἀπὸ συνάντηση τοῦ εὐρωβουλευτῆ τῶν Οἰκολόγων Πρασίνων Μ. Τρεμόπουλου μὲ τὴν Α.Θ.Π. τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη Βαρθολομαῖο, ὁ πρῶτος ἀνεκάλυψε τὴν πυρίτιδα καὶ δήλωσε, μεταξὺ ἄλλων: «δὲν είναι τυχαῖος ὁ χαρακτηρισμὸς τοῦ κ. Βαρθολομαίου ὡς «Πράσινου Πατριάρχη». Ὅλα αὐτὰ γιὰ πρώτη φορά, 8 χρόνια μετὰ τὴν ἵδρυση τοῦ κόμματος (2002): http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathremote_1_06/12/2009_311840.