Στην Ουρουγουάη συμβαίνει το παράδοξο φαινόμενο να υπάρχουν πάνω από 3.000 Ελληνες μετανάστες αλλά και διπλάσιος αριθμός Ουρουγουανών που μιλούν ελληνικά. Σε αυτή τη μικρή χώρα της Λατινικής Αμερικής οι πολίτες της δεν είναι απλά φιλέλληνες, είναι ελληνολάτρες.
Σε πρόσφατη έρευνα της Eurostat το μεγαλύτερο ποσοστό των ερωτηθέντων ουρουγουανών απάντησε ότι πολιτιστικά ταυτίζονται με την Ευρώπη και στην δεύτερη ερώτηση για το ποια χώρα από την Ευρώπη έρχεται πρώτη στο μυαλό τους, η πλειοψηφία απάντησε: Η Ελλάδα. Η εκπαίδευση στην Ουρουγουάη είναι σε πολύ υψηλό επίπεδο και από μικρά παιδιά μαθαίνουν για την Ελλάδα. Μάλιστα στο Μοντεβιδέο έρχονται χιλιάδες φοιτητές από άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής τόσο για την ποιότητα των σπουδών όσο γιατί η Παιδεία εδώ είναι δωρεάν με πολλές παροχές και κίνητρα για τους φοιτητές.
Ετσι εξηγείται κατά ένα μέρος η ελληνολατρία. Λέξη που την πρωτοάκουσα στην Ουρουγουάη έναν από τους σταθμούς της περιπλάνησής μου στον κόσμο. Οι περισσότεροι Ουρουγουανοί που συνάντησα ήξεραν και κάποιες ελληνικές λέξεις. Κάποιοι μάλιστα αντί να μάθουν αγγλικά επέλεξαν τα ελληνικά. Όπως ο Λουίς, η Ταμπάρε, ο Βαλεντίν. Ο Valentin Abitante και πολλοί άλλοι δεν γνωρίζουν άλλες γλώσσες. Μόνο τη μητρική τους και ελληνικά.
Η Μαργκαρίτα μιλά άπταιστα ελληνικά. Σπίτι της θα ακούσεις πολύ ελληνική μουσική. Ακόμη και βιντεοκασέτες από τις “Τρεις Χάριτες” και τους “Απαράδεκτους”. Από το ίντερνετ παρακολουθεί ελληνική τηλεόραση. «Χιλιάδες Ουρουγουανοί, ανάμεσά τους κι εγώ, μάθαμε να μιλάμε την Ελληνική Γλώσσα. Μάθαμε να λατρεύουμε την Ελλάδα και τον Ελληνικό Πολιτισμό. Είχαμε την τύχη να νιώσουμε την ουσία του. Πιστεύω αυτό που είπε ο Νίτσε ότι ο κόσμος μπορεί να είναι όσο θέλει σκοτεινός, όμως αρκεί να παρεμβάλουμε σε αυτόν ένα κομμάτι ελληνικής ζωής για να φωτιστεί αμέσως άπλετα». Κουβέντες της Margarita Larriera. Η Margarita Larriera είναι σήμερα διευθύντρια του Ιδρύματος «Μαρία Τσάκος» που ιδρύθηκε το 1978 από τον καπετάν Παναγιώτη Ν. Τσάκο με σκοπό τη διάδοση της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού.
Όσοι Ουρουγουανοί είχαν την τύχη να έρθουν στην χώρα μας και αντίκρισαν τον Παρθενώνα, δάκρυσαν. «Εσείς οι Ελληνες υποτιμάτε αυτό που έχετε. Όταν πρωτοείδα τον Παρθενώνα στα 50 μου χρόνια, εγώ και ο άντρας μου βάλαμε τα κλάματα. Οι Ελληνες φίλοι μας που ήταν μαζί μας μάς κοίταξαν περίεργα. Δεν μπόρεσαν να καταλάβουν γιατί. Ούτε εμείς περιμέναμε να αντιδράσουμε έτσι. Τα δάκρυα ίσως ήταν ένας τρόπος για να εκφράσουμε όσα αισθανόμασταν και δεν μπορούσαμε να τα εξηγήσουμε με λόγια. Και πίστεψέ με Δημήτρη, ακόμα και σήμερα θεωρώ μεγάλη τιμή μου που είδα με τα μάτια μου και άγγιξα με τα χέρια μου τον Παρθενώνα και όλα όσα συμβολίζει για την Ελλάδα αλλά και για τον κόσμο ολόκληρο». Λόγια της Σίλβιας, μιας ακόμη Ουρουγουανής που συνάντησα στο Μοντεβιδέο. Ο Κάρλος είναι 28 χρόνων. Όταν βρέθηκε στην Ελλάδα του είπαν ότι αυτό που βλέπει είναι η Ακρόπολη, απομακρύνθηκε από την παρέα του και κάθισε σε μια γωνιά του δρόμου. Δεν ήθελε να τον δουν να κλαίει.
Ο Sergio William Carzolio είναι βέρος Ουρουγουανός. Έμαθε ελληνικά γιατί δούλευε σε ελληνικά καράβια και έκανε πολλούς Ελληνες φίλους. «Οι καλύτεροι μου φίλοι ήταν Ελληνες. Φανταστικοί άνθρωποι. Αρχισα να κάνω μαθήματα στην ελληνική κοινότητα του Μοντεβιδέο και μετά από το 1978 άρχισα να παρακολουθώ τα μαθήματα στο Ιδρυμα Τσάκος. Σιγά σιγά όταν ήμουν στα βαπόρια άρχισα να καταλαβαίνω τα ελληνικά τραγούδια. Ενδιαφέρθηκα για την ελληνική ποίηση. Ηθελα να μιλώ σωστά ελληνικά. Στα πλοία η γλώσσα των ελλήνων ήταν φτωχή. Ηθελα περισσότερα. Εμαθα περισσότερα. Αυτές τις μέρες ξανάπιασα το Μαραμπού του Νίκου Καββαδία. Μια φορά την εβδομάδα, είμαστε μια παρέα Ουρουγουανών που συναντιόμαστε και μιλάμε ελληνικά για να κάνουμε πρακτική». Ο Sergio αν και καθολικός εδώ και 30 χρόνια πηγαίνει στην ελληνική ορθόδοξη εκκλησία. Στην ατζέντα του από τη μια πλευρά έχει τα στοιχεία του και τα τηλέφωνα ανάγκης και στην άλλη το Πάτερ Ημών. «Αισθάνομαι πια σαν Ελληνας. Εζησα πολλά χρόνια στα βαπόρια με Eλληνες. Πλέον σκέφτομαι σαν Ελληνας». «Βλέπω τους Ελληνες σαν να είμαστε αδέλφια. Να ξέρουν ότι σε αυτή τη χώρα υπάρχουν φιλέλληνες που στην ανάγκη είναι έτοιμοι να βοηθήσουν και να τους υπερασπιστούν». Φεύγοντας μου έδωσε σε ένα κομμάτι χαρτί μια παράγραφο από σημειώσεις του Νίκου Καζαντζάκη. «Πρέπει αλήθεια να είμαστε περήφανοι για τη σύμπτωση αυτή να γεννηθούμε Ελληνες. Και συνάμα να νιώθουμε κάθε στιγμή, σε κάθε μας λόγο, σε κάθε γραμμή και στοίχο που γράφουμε πως έχουμε μεγάλη ευθύνη».
Η Circe Maia, πολύ γνωστή ποιήτρια στην Ουρουγουάη, άκουσε πριν χρόνια την ελληνική εκπομπή του Αλέξανδρου Πανταζόγλου, στο Radio Continente 730 AM όπου εδώ και 35 χρόνια εμπλουτίζει τα ερτζιανά της Ουρουγουάης με ελληνικό λόγο και μουσική. Ακουσε τον Πανταζόγλου να μεταφράζει στοίχους του Ρίτσου. Γοητεύτηκε. Αρχισε να μαθαίνει ελληνικά. Πρόσφατα δημοσίευσε μια εργασία της με τίτλο «Προσεγγίζοντας τον Ρίτσο».
Ένα δημόσιο σχολείο στην Ουρουγουάη ονομάζεται Grecia (Ελλάδα). Οι μαθητές είναι όλοι τους παιδιά Ουρουγουανών. Το ίδιο και οι δάσκαλοί τους. Ομως κάθε 25η Μαρτίου και 28η Οκτωβρίου γιορτάζουν σαν Ελληνες. Τραγούδια, θεατρικά, ποιήματα. Να ακούς από αυτά τα μικρά παιδιά τον εθνικό μας ύμνο. Μάλιστα επειδή ο εθνικός ύμνος της Ουρουγουάης διαρκεί περίπου 6 λεπτά και ο δικός μας ούτε ένα, τα παιδιά αυτά λένε περισσότερους στοίχους του Δ. Σολωμού, έτσι ώστε να υπάρχει μια. . . ισορροπία. ας μες. στζάθω πΑκόμη και η σημαία είναι σχεδόν ίδια με την ελληνική. Αν δεν κυματίζουν τις μπερδεύεις. Απλά αντί για σταυρό, έχει έναν κίτρινο χαρούμενο ήλιο.
Έξω από τη Εθνική Βιβλιοθήκη του Μοντεβιδέο, δίπλα στην είσοδο, βρίσκεται το άγαλμα του Σωκράτη. Στην παραλιακή ένα πάρκο ονομάζεται Αθήνα και έχει την προτομή του Ομήρου. Ο κεντρικότερος δρόμος της παλιάς πόλης κάτω από το λόφο ονομάζεται Grecia. Ενα από τα ομορφότερα νεοκλασικά κτήρια στο κέντρο της πόλης στην πρόσοψή του γράφει: Αθηναίος. Σε όλα τα βιβλιοπωλεία θα βρεις βιβλία ελλήνων συγγραφέων και ποιητών. Ακόμη και στα πολύ μικρά.
Η ελληνική κοινότητα έχει συνδράμει πολλά για να στηριχτεί ο φιλελληνισμός. Είναι από τις παλαιότερες ελληνικές κοινότητες στη Λατινική Αμερική. Στην αυλή της υπάρχει η μοναδική ελληνική ορθόδοξη εκκλησία της Ουρουγουάης. Πάρα πολλά έχει προσφέρει και το Ιδρυμα Μαρία Τσάκος το οποίο εδώ και σχεδόν 30 χρόνια παρέχει δωρεάν μαθήματα σε όσους θέλουν να μάθουν ελληνικά. Μέχρι σήμερα από τις αίθουσές του έχουν περάσει περισσότεροι από 4.000 μαθητές. Πολλοί από αυτούς κατέχουν υψηλές θέσεις. Όπως ο διοικητής της Τράπεζας της Ουρουγουάης, συνεργάτες υπουργείων, διπλωμάτες, διευθυντές δημόσιων υπηρεσιών. Στην Ουρουγουάη είδα για πρώτη φορά ένα πραγματικό δέντρο, καρπό της απλόχερης διασποράς του ελληνικού πολιτισμού. Γνώρισα Ελληνες συγγενείς εκ πνεύματος.
Ελληνες στην Ουρουγουάη
Σύμφωνα με γραπτές μαρτυρίες ο πρώτος Ελληνας έποικος που εγκαταστάθηκε στην Ουρουγουάη ήταν το 1687. Ηταν ο Χειμαριώτης Δημητρίου, γνωστός με τη λαϊκή προσωνυμία Μητρόπουλος, όνομα το οποίο με τα χρόνια άλλαξε και έγινε Mitre*. (από το βιβλίο Ελληνες της Λατινικής Αμερικής του καθηγητή Αναστάσιου Τσάμη). Επίσης το 1825, ο Δωδεκανήσιος Αντώνης Βαρκάς, σύμφωνα με την εφημερίδα El Dia είχε πάρει μέρος στην εκστρατεία 33 Ουρουγουανών για να απελευθερώσουν τη χώρα από τη βραζιλιάνικη κατοχή. Η βοήθειά του και οι γνώσεις του αποδείχθηκαν καθοριστικές για την επιτυχία της προσπάθειας των 33 ηρώων όπως τους αποκαλούν σήμερα στην Ουρουγουάη. Πολλοί Ελληνες πήραν μέρος στους αγώνες για την ανεξαρτησία της Ουρουγουάης. Το 1849 ο Γεώργιος Καρδάσης (El Griego) ήταν κυβερνήτης πλοίου σε πολλές μάχες.
Στην Ουρουγουάη έζησε ακόμη και ο περίφημος Παναγής Κουταλιανός. Ο θρυλικός Ηρακλής από την Κούταλη της Προποντίδας. Αυτός που μασάει σίδερα στο γνωστό τραγούδι. Στα τέλη της δεκαετίας του 1920, οι Σμυρνιοί Αριστοτέλης Ωνάσης και Νικόλαος Κονιαλίδης εγκαταστάθηκαν στο Μπουένος Αιρες και λίγο αργότερα ο μικρότερος αδελφός του Κονιαλίδη, Κωνσταντίνος, εγκαταστάθηκε στο Μοντεβιδέο. Εκεί δημιούργησε τη μεγαλύτερη προπολεμική επιχείρηση της Ουρουγουάης. Η παρουσία του Κωνσταντίνου Κονιαλίδη στην Ουρουγουάη, υπήρξε αποφασιστικής σημασίας για την ελληνική κοινότητα και αποδείχθηκε ο κυριότερος ευεργέτης της. Ακόμη και σήμερα η οικογένειά του συνεχίζει να βοηθά την ελληνική κοινότητα.
Οι περισσότεροι Ελληνες δούλευαν στα σφαγεία του Μοντεβιδέο ή στην Κολόνια όπου εργάζονταν σε εργοστάσιο κατασκευής πέτρας. Σκληρές και δύσκολες δουλειές. Σύντομα όμως οι περισσότεροι δημιούργησαν μικροεπιχειρήσεις με επαγγέλματα που είχαν μάθει στην πατρίδα. Επιχειρήσεις που αναπτύχθηκαν σε όλες τις πόλεις της χώρας. Σύμφωνα με την απογραφή του 1932, ο αριθμός των Ελλήνων εποίκων της Ουρουγουάης ανέρχονταν σε 3.300 άνδρες, χωρίς να έχει καταμετρηθεί επισήμως ο αριθμός των γυναικών.
Σήμερα οι Ελληνες υπολογίζονται περίπου στους 3.000. Δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία καθώς είναι αδύνατο πλέον να εντοπιστούν όσοι κατάγονται από ελληνικές οικογένειες. Οι μεικτοί γάμοι, η πάροδος πολλών γενιών, το ότι άλλοι δεν δηλώνουν τα στοιχεία τους στην ελληνική πρεσβεία, καθιστούν το έργο της καταγραφής τους πολύ δύσκολο. Οι περισσότεροι Ελληνες παραμένουν χριστιανοί ορθόδοξοι. Στην αυλή της κοινότητας υπάρχει μια πολύ όμορφη εκκλησία. Οι εγκαταστάσεις της ελληνικής κοινότητας είναι εντυπωσιακές. Μεγάλοι δωρητές είναι ο Ωνάσης και ο Κονιαλίδης που αγόρασαν το οικόπεδο και βοήθησαν οικονομικά να χτιστούν οι εγκαταστάσεις.
Το 1978 ο καπετάν Παναγιώτης Ν. Τσάκος εντυπωσιάστηκε από την ελληνολατρία των Ουρουγουανών και ίδρυσε το ίδρυμα «Μαρία Τσάκος» (www.tsakos.net). Η πρωτοβουλία του έτυχε θερμής υποδοχής από τους Ουρουγουανούς και έτσι το Ιδρυμα συνεχίζει με τεράστια επιτυχία το έργο της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας και της διάδοσης στοιχείων του αρχαίου αλλά και του νεώτερου ελληνικού πολιτισμού. Το έργο αυτό έχει συνεισφέρει στην εδραίωση της εκτίμησης της πολιτικής και πνευματικής ηγεσίας της Ουρουγουάης, καθώς και στον θαυμασμό των Ουρουγουανών για την Ελλάδα. Επιπλέον η παρουσία του Ιδρύματος ενδυναμώνει τους πολιτιστικούς δεσμούς μεταξύ της Ελλάδας και των ισπανόφωνων λαών της Λατινικής Αμερικής. Μάλιστα αυτή την περίοδο αναζητείται νέο, ακόμη μεγαλύτερο κτίριο, για να στεγάσει το Ιδρυμα και τις δραστηριότητές του.
Πηγή: ΑΠΕ