Ο Ρώσος ελληνιστής Ντιμίτρι Μιχαλέφσκι βρίσκει διέξοδο από την κρίση στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό – Συνέντευξη στο ΑΠΕ ΜΠΕ.
“Η αρχή και η βάση όλων μας είναι η Αρχαία Ελλάδα, που- δυστυχώς- την ξεχάσαμε”. Μ’ αυτή τη φράση, ο Ρώσος συγγραφέας κι ερευνητής του αρχαίου ελληνικού θεάτρου, Ντιμίτρι Μιχαλέφσκι (Dmitri Mikhalevski) προειδοποιεί ότι αυτή η … αμνησία, όπως λέει, έφερε τη σημερινή κρίση, όχι μόνο στους κόλπους της αρχαιοελληνικής επιστήμης κι εκπαίδευσης, αλλά και σε θέματα κοινωνικά και οικονομικά.
Ο Ρώσος ελληνιστής μελετά τα τελευταία 25 χρόνια το αρχαίο ελληνικό θέατρο ως ένα “εργαλείο” για την ανάπτυξη της ανθρωποκεντρικής κοινωνίας. Σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ σημειώνει ότι, “αν εφαρμόσουμε τις ιδέες των αρχαίων Ελλήνων, θα μπορέσουμε να σχεδιάσουμε την ανάπτυξη της κοινωνίας, με τέτοια σιγουριά, όπως αυτή που σχεδιάζουμε, σήμερα, τα διαστημόπλοια και τις πτήσεις στο διάστημα. Θα μπορέσουμε να δημιουργήσουμε νέα εκπαιδευτικά-μορφωτικά προγράμματα, με νέα αντίληψη για την ιστορία του πολιτισμού, νέες τεχνολογίες και επιχειρηματικές δραστηριότητες. Γιατί, όλα αυτά είναι ανθρωποκεντρικά κι έχουν να κάνουν με τον άνθρωπο”, τονίζει ο Ρώσος ελληνιστής.
Και προσθέτει: “Σήμερα, φτάσαμε στην άκρη του γκρεμού, επειδή, πλέον, δεν υπολογίζεται ο άνθρωπος ως βασικός παράγοντας της κοινωνίας, με αποτέλεσμα ο ίδιος ο άνθρωπος να μην αναπτύσσεται πλέον πνευματικά και να μην μπορεί να δημιουργεί και να παράγει”. Σύμφωνα με τον Ντιμίτρι Μιχαλέφσκι, “αν θέλουμε να δημιουργήσουμε έναν καλύτερο κόσμο, πρέπει να ξέρουμε και να κατανοήσουμε ότι, η Ελλάδα και ο αρχαίος της πολιτισμός είναι τα θεμέλια του πολιτισμού μας, της σύγχρονης ανθρωπότητας του 21ου αιώνα”.
Στον τρόπο σκέψης του Ρώσου ελληνιστή κυριαρχεί ο ανθρώπινος παράγοντας κι αυτό καταδεικνύει και η ακόλουθη τοποθέτησή του: “Σήμερα, θεωρείται ότι, η απόκτηση του κέρδους γίνεται με απλά τεχνάσματα, με επαγγελματικές και τεχνολογικές μεθόδους και παράλληλα με χρήση της πολιτικής και κοινωνικής απάτης, αλλά μακροπρόθεσμα αυτή η λογική φέρνει την ανθρωπότητα στην καταστροφή, επειδή δεν υπολογίζεται ο άνθρωπος ως βασικός πρωταγωνιστής της ιστορίας”.
Ο Ντιμίτρι Μιχαλέφσκι είναι απόλυτος σε ό,τι αφορά τις απόψεις του για τη μεγάλη σημασία του ελληνικού πνεύματος ως μια σωτήρια δύναμη για το μέλλον: “Εδώ, πρέπει να βρούμε τρόπο να επιστρέψουμε στην αρχή, στις ιδέες των αρχαίων Ελλήνων. Διαφορετικά, η ιστορία θα μετατραπεί σ’ ένα χάος”. Έχοντας το αρχαίο ελληνικό θέατρο ως “μοντέλο” και αρχή της σύγχρονης ανθρωπότητας, μας εξηγεί, με επιστημονικά επιχειρήματα, την ιδέα δημιουργίας ενός μοντέλου σκέψης που θα οδηγήσει τη σύγχρονη κοινωνία στην προοπτική και τη σωστή- με γνώμονα τον άνθρωπο, όπως τονίζει- ανάπτυξη.
“Πάντα είχα- συνεχίζει- μια ιδιαίτερη ανησυχία για το θέμα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Μού φαινόταν ότι, η ανθρωπότητα δεν βαδίζει στα μονοπάτια που έδειξαν οι αρχαίοι Έλληνες. Πάντα είχα μια μεγάλη αγάπη για τους αρχαίους ελληνικούς μύθους, με τους οποίους μεγάλωσα από μικρό παιδί. Έτσι, κάποια στιγμή παράτησα τη δόξα και το χρήμα (σ.σ. ο Ντμίτρι Μχαλέφσκι έχει σπουδάσει ηλεκτρολόγος-μηχανικός και οι εφευρέσεις του με βάση το λέιζερ, τη δεκαετία του ’70 “πρωταγωνιστούσαν” σε θεατρικές παραστάσεις και συναυλίες μεγάλων ποπ σταρ της Σοβιετικής Ένωσης. Κάποτε, μάλιστα, ήταν ο μοναδικός σκηνοθέτης φωτισμού στη χώρα του) και κλείστηκα στη βιβλιοθήκη, μελετώντας τα κείμενα των αρχαίων Ελλήνων, σε μετάφραση στη ρωσική γλώσσα”.
Όλα τα παραπάνω, ο Ντιμίτρι Μιχαλέφσκι τα περιγράφει στο βιβλίο του- στη ρωσική γλώσσα- “Άγνωστος Αρχαίος Ελληνικός Κόσμος. Μεγάλος μύθος για τη μεγάλη τραγωδία” (εκδ. Αλήθεια, Αγία Πετρούπολη). Εκτός της ενδελεχούς μελέτης των αρχαίων Ελλήνων στοχαστών, ο Ντιμίτρι Μιχαλέφσκι έκανε ένα ακόμη βήμα, με τη λειτουργία του ιδρύματος “ΑΡΧΗ”, στο οποίο, όπως επισημαίνει, “όλοι μας, εκπρόσωποι διαφόρων εθνικοτήτων κι επαγγελμάτων, άνθρωποι που δεν γνωρίζονταν από πριν, ο καθένας, με το δικό του τρόπο, έφτασε στην αρχαία Ελλάδα“. Εκτός του συγκεκριμένου ιδρύματος, ιδιαίτερη μνεία αξίζει να γίνει τη συμβολή του στην ανάπτυξη των καλλιτεχνικών σχέσεων Ελλάδας- Ρωσίας και τα συμπόσια που διοργανώνει, στα οποία παρουσιάζονται- μεταξύ άλλων- έργα και ζητήματα που άπτονται της τέχνης, του θεάτρου, της μουσικής, βασισμένα πάντα στην αρχαία ελληνική σκέψη για τον Άνθρωπο.
Μάλιστα, στο ξεκίνημα της όλης προσπάθειάς του είχε αρωγό και συμπαραστάτη τον τότε Γενικό Πρόξενο της Ελλάδας στην Αγία Πετρούπολη και βυζαντινολόγο, Δημήτρη Λέτσο. Μάλιστα, στο πλαίσιο ενός συμποσίου στην Ακαδημία Θεατρικών Τεχνών της Αγίας Πετρούπολης, έγινε και η παραγωγή του θεατρικού έργου του Έλληνα συγγραφέα Πάρι Τακόπουλου, “Τελευταία Έκτρωση”. Ο ίδιος ο συγγραφέας είχε συγκινηθεί βαθύτατα από το σεβασμό, που, όπως μας λέει, έδειξαν οι Ρώσοι στο έργο του. “Ο Ντιμίτρι Μιχαλέφσκι μού πρότεινε να συμπεριλάβει το μεγαλύτερο από τα μονόπρακτά μου, την “Τελευταία Έκτρωση” στο συμπόσιο. Κατόπιν αυτού, πήγα μαζί του στην Αγία Πετρούπολη, όπου με σύστησε στο Διευθυντή της Κρατικής Ακαδημίας Θεατρικών Τεχνών της Αγίας Πετρούπολης Σεργέι Τσερκάσκι (Sergei Tcherkasski), ο οποίος και αποφάσισε να το ανεβάσει σε μορφή ‘αναλογίου’. Η μεγάλη μου έκπληξη ήταν, όταν έφθασα λίγες μέρες πριν από την έναρξη του Φεστιβάλ στην Αγία Πετρούπολη να μάθω πως το έργο μου είχε ετοιμαστεί σαν κανονική θεατρική παράσταση και σκηνοθετηθεί από έναν νέο σκηνοθέτη το Μαξίμ Μιχαίλοφ, του Στούντιο του Βλαντίμιρ Νορένκο, κατ’απαίτηση των 24 νέων ηθοποιών σπουδαστών αλλά και του ίδιου του Σεργκέι Τσερκάσκι . Το έργο, όπως ανέφερε σε μία συνέντευξή του στο θεατρικό περιοδικό Φουαγιέ, ο Σεργκέι Τσερκάσκι, είχε τέτοια επιτυχία που παρέμεινε στο ρεπερτόριο της Θεατρικής Ακαδημίας και μετά το Συμπόσιο” μας αφηγείται ο Πάρις Τακόπουλος.
Και καταλήγει: “Θέλω να τονίσω τη μεγάλη αγάπη που δείχνουν οι Ρώσοι για κάθε τι ελληνικό, είτε παλιό είτε νέο, μια αγάπη που δεν έχει όρια, αν κρίνει κανείς από το συγγραφικό έργο του Ντιμίτρι Μιχαλέφσκι και τις επιτυχημένες προσπάθειές του να πραγματοποιήσει το όνειρό του να φέρει την αρχαία Ελλάδα πλησιέστερα στη σύγχρονη Ρωσία, είτε με τα έργα των αρχαίων τραγικών και κωμικών ποιητών, είτε μέσω του σύγχρονου νεοελληνικού θεατρικού λόγου. Νομίζω ότι και η Ελλάδα και η Ρωσία θα είχαν πολλά να επωφεληθούν από μία ανταλλαγή των δημιουργικών εργασιών σε κάθε τομέα της τέχνης”. [Σοφία Προκοπίδου, ΑΠΕ-ΜΠΕ]