Όλοι οι ευαίσθητοι και προβληματισμένοι σύγχρονοι άνθρωποι συγκινούνται με την απάντηση του Ινδιάνου αρχηγού Seattle στον πρόεδρο των ΗΠΑ Franklin Pierce, το 1854, όπου του εξηγεί γιατί δε μπορεί να του πουλήσει τη γη της φυλής του (που «δεν της ανήκει, αλλά οι άνθρωποι ανήκουν σ’ αυτήν»).
Ακριβώς αυτό έκανε κι ένας Ορθόδοξος μοναχός πριν από έναν αιώνα: υπερασπίστηκε το δικό του πολιτισμό απέναντι στον εισαγόμενο, που τον εισήγαγαν οι ξένοι εξουσιαστές, σε βάρος του δικού του (του δικού μας). Και μάλιστα τα ‘βαλε μ’ ένα παντοδύναμο (μπροστά στον πολίτη) κράτος, με μια ισχυρή Εκκλησία (ισχυρή απέναντί του, κατά τα άλλα όργανο του κράτους) και τελικά θυσίασε τη ζωή του γι’ αυτό. Κι όμως, πολλοί συγκινούνται π.χ. για το Θεόφιλο Καΐρη, μοναχό που τον καταδίκασε σε περιορισμό η Εκκλησία για τις αιρετικές του απόψεις (τις οποίες μάλιστα απέκρυπτε, παριστάνοντας τον ορθόδοξο μοναχό), αλλά θυμώνουν όταν ακούσουν καλό λόγο για τον μοναχό αυτό.
Αν για μας ήταν προτιμότερη η δυτική τεχνολογία από τις δικές μας (οικολογικές) μεθόδους παραγωγής και μετακίνησης και το δικό μας τρόπο ζωής, γιατί δεν είχε λάθος κι ο Ινδιάνος αρχηγός; Ή μήπως οι Ινδιάνοι είχαν ένα σοφό πολιτισμό, ενώ οι Ρωμιοί (εμείς) δεν είχαν σοφία (και φιλοσοφία);
Οποιοσδήποτε λαός στην κόσμο αντιστέκεται στο δυτικό ιμπεριαλισμό και την αποικιοκρατία, και καλά κάνει. Μια εστία αντίστασης ήταν και ο Παπουλάκος (μαζί με τον Κοσμά Φλαμιάτο και άλλους συνοδοιπόρους του, και παλαιότερα τους αγίους Κολυβάδες – άλλο κόκκινο πανί για τους προοδευτικούς).
Όταν ο Daniel Quin γράφει στον Ισμαήλ πως οι άνθρωποι δεν είναι πιο σημαντικοί από τις τσούχτρες, η άποψή του χειροκροτείται διεθνώς ως εναλλακτική και ενδιαφέρουσα – ο μοναχός αυτός, επειδή συμβαίνει να είναι χριστιανός, λοιδωρείται ως σκοταδιστής.
Το 1744 η Ιροκέζικη Ομοσπονδία των Έξι Εθνών απάντησε στους Λευκούς, που πρότειναν να πάνε κάποια Ινδιανόπουλα να σπουδάσουν στο κολλέγιο του Γουΐλλιαμσμπουργκ:
«…Μερικοί από τους νέους μας πήγαν παλαιότερα σε κολλέγια των βόρειων επαρχιών, διδάχτηκαν όλες σας τις επιστήμες, όμως, όταν ξαναγύρισαν πίσω σε μας, ήταν κακοί στο τρέξιμο, αγνοούσαν όλους τους τρόπους επιβίωσης σ’ ένα δάσος, ήταν ανίσχυροι απέναντι στην αρκούδα, το κρύο ή την πείνα, δεν ήξεραν καν πώς να φτιάξουν ένα καλύβι, να πιάσουν ένα ελάφι ή να σκοτώσουν τον εχθρό, δε μιλούσαν καλά τη γλώσσα μας και, επομένως, δεν ήταν κατάλληλοι για κυνηγοί, πολεμιστές ή σύμβουλοι. Δεν ήταν καλοί για τίποτε απολύτως.Παρότι δεν θα τη δεχτούμε, η ευγενική σας πρόταση οπωσδήποτε δε μας υποχρεώνει λιγότερο απέναντί σας και, για να σας δείξουμε πόσο το εννοούμε αυτό, αν οι κύριοι από τη Βιρτζίνια μας στείλουν έξι αγόρια τους, θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για την εκπαίδευσή τους. Θα τους διδάξουμε όλα όσα γνωρίζουμε και θα τους κάνουμε άνδρες» (Βενιαμίν Φρανκλίνος, Οι Ινδιάνοι, εκδ. «Ελεύθερος Τύπος», Αθήνα 1995, σελ. 11-12).
Αυτό απάντησαν οι σοφοί Ινδιάνοι. Αυτό έλεγε κι ο μοναχός, ο Παπουλάκος, όταν κήρυττε πως «τα άθεα γράμματα θα καταστρέψουν τον τόπο μας». Κοιτάξτε γύρω σας, δείτε τους δρόμους που έχει πάρει η νέα γενιά και η κοινωνία ολόκληρη (μια κοινωνία βουτηγμένη μέχρι τα κατάβαθα της ψυχής της στη σύγχρονη τεχνολογία και επιστήμη) και πείτε στον εαυτό σας με ειλικρίνεια αν είχε ή όχι δίκιο.
Ποιος ήταν ο Παπουλάκος
Ήταν ένας απλός άνθρωπος, ερωτευμένος με το Χριστό, που παράτησε τα πάντα και ασκήτεψε.
Κάποια στιγμή άρχισε να γυρίζει τα χωριά και να μιλάει για το Χριστό και την αγάπη στους ανθρώπους, που είχαν μεσάνυχτα για την ίδια τη δική τους πνευματική κληρονομιά – για τη δική τους πνευματική κληρονομιά τους μιλούσε, μια κληρονομιά που οδήγησε και οδηγεί χιλιάδες ανθρώπους από πολλά έθνη στην αγιότητα. Τα λόγια του στάζανε μέλι (κατά τη διάρκεια ομιλιών του, ληστές έφεραν πίσω τα κλεμμένα, ορκισμένοι εχθροί έδωσαν τα χέρια κ.τ.λ.) και ο λαός τον σεβάστηκε και τον αγάπησε.
Μετά όμως πληροφορήθηκε πως εκείνοι που κυβερνούσαν τη χώρα (η οποία πριν λίγες μόλις δεκαετίες είχε φύγει από τη μακραίωνη τουρκική σκλαβιά) περιφρονούσαν αυτή την πνευματική κληρονομιά -όντας ξένοι και αλλόθρησκοι- και προσπαθούσαν να την υποβαθμίσουν (ακόμα & με τη βία, π.χ. κλείνοντας μοναστήρια, επιβάλλοντας σε μοναχούς και μοναχές να βγάλουν τα ράσα, πετώντας ιερά κειμήλια στα σκουπίδια) και να την αντικαταστήσουν με έναν ξενόφερτο πολιτισμό, με ξενόφερτες κοσμοθεωρίες και μοντέρνο, εκσυγχρονισμένο, τρόπο ζωής, όχι πλέον παραδοσιακό και «υπανάπτυκτο»… Και τότε πόνεσε και θύμωσε πάρα πολύ κι άρχισε να τους ασκεί σκληρή κριτική.
Αυτή και όλες οι εικόνες του Παπουλάκου που δημοσιεύονται εδώ (εκτός από μία), είναι από αυτό το άρθρο, όπου αναφέρεται και πού βρίσκεται καθεμιά (δείτε τις λεζάντες) |
Οι άρχοντες του τόπου φοβήθηκαν αυτό τον αγράμματο ασκητικό καλόγερο, γιατί έβλεπαν πως ο λαός τον ακούει (όπως φοβήθηκε ο Ηρώδης τον άγιο Γιάννη τον Πρόδρομο, και δεν καταλάβαινε πως ο Πρόδρομος ήταν ο μοναδικός του φίλος, τον οποίο σκότωσε). Επιστράτευσαν λοιπόν τους ηγέτες της Εκκλησίας της Ελλάδας, που ήταν δικοί τους άνθρωποι, κι εκείνοι τον κάλεσαν (πήγε ολόκληρος στρατός να τον πιάσει, γιατί τον ακολουθούσαν χιλιάδες λαού), τον πέρασαν από εκκλησιαστικό δικαστήριο, τον καταδίκασαν και τον φυλάκισαν στο κελί ενός μοναστηριού, φρουρούμενο, για όλη την υπόλοιπη επίγεια ζωή του.
Το όνομά του: Χριστόφορος Παναγιωτόπουλος, Χριστοφόρος μοναχός ή, όπως έμεινε στην Ιστορία, Παπουλάκος.
Ο Παπουλάκος είναι ακόμη και σήμερα (ενάμισι αιώνα μετά) σημείο αντιλεγόμενο. Οι πιο «ευρωπαϊστές» Νεοέλληνες (είτε άθεοι, είτε χριστιανοί), «προοδευτικοί» και «εκσυγχρονισμένοι», τον θεωρούν ανόητο φανατικό, εχθρό της προόδου, αφού έλεγε στον κόσμο πως «τα άθεα γράμματα» (οι νεοφερμένες στον ελλαδικό χώρο ευρωπαϊκές επιστήμες) «θα καταστρέψουν τον τόπο μας». Οι παραδοσιακοί τον θεωρούν άγιο, όπως τον θεώρησε τον παλιό καιρό μεγάλη μερίδα του ελληνικού λαού – του ορθόδοξου, αν μου επιτρέπετε, ελληνικού λαού, του λαού μας.
Τα τελευταία χρόνια εκφράστηκε δημόσια μια πρόταση για την επίσημη αγιοκατάταξή του. Σ’ αυτή την πρόταση απάντησαν κάποιοι με κραυγές ή χλευασμό: «άγιος» ο Παπουλάκος; Αυτός ο αγύρτης!; Αυτό δα μας έλειπε!
Αν η Εκκλησία αγιοκατατάξει (κατατάξει επίσημα ανάμεσα στους αγίους) τον Παπουλάκο, θα γίνει καινούργιος σάλος: θα έχει «αποδείξει» για μια ακόμα φορά πως είναι φορέας σκοταδισμού, εχθρός της προόδου και του φωτός (φωτός που φυσικά έρχεται από τη δύση και δεν έχει σχέση με κάποιο «θείο Φως» αλλά μόνο με το φως των επιστημών, που μας βοηθάνε να ζούμε όμορφα).
Η άλλη άποψη είναι πως η Εκκλησία ΠΡΕΠΕΙ να αγιοκατατάξει τον Παπουλάκο, όχι μόνο επειδή είναι στ’ αλήθεια άγιος (άρα του αξίζει αυτή η τιμή), αλλά και γιατί αυτό θα ήταν μια σωστή και σοβαρή πράξη αντίστασης στο απόλυτο ξεχαρβάλωμα της κοινωνίας μας – ξεχαρβάλωμα, παρακμή, πόνος, παράνοια, που είναι 100% συνέπειες της παγκόσμιας νίκης αυτού του «εκσυγχρονισμού» ενάντια στον οποίο κήρυττε ο Παπουλάκος. Διότι αυτός ο «εκσυγχρονισμός» δεν ήταν τελικά τίποτ’ άλλο από μια παγίδα: έκρυβε τον καταναλωτισμό, την απομόνωση, τον καπιταλισμό, τον ιμπεριαλισμό, την παγκοσμιοποίηση, την εκμετάλλευση των λαών, πρώτου και τρίτου κόσμου! Όλα τα άλλα είναι απλά δολώματα. Κι εμείς είμαστε τα ψάρια, στο τηγάνι των καπιταλιστών.
Ήδη άργησε η Εκκλησία να τον αγιοκατατάξει, λέει αυτή η άποψη (εύκολο είναι να αναγνωρίσει ως άγιο κάποιον που η ίδια η Ιερά Σύνοδος τον καταδίκασε;), αλλά έστω και τώρα, στο παρά 5, είναι καιρός. Αντίσταση χρειαζόμαστε ενάντια στους καινούργιους κατακτητές (που είναι οι ίδιοι οι παλιοί, αλλά τώρα πέταξαν τις γλυκές μάσκες). Και ο Παπουλάκος ήταν μια προφητική φωνή αντίστασης. Είναι άγιος, είναι ένας εξαιρετικά επίκαιρος πνευματικός αγωνιστής, και πρέπει να τον τιμήσουμε ως άγιο.
Διαβάστε ολόκληρο το αφιέρωμα στον Παπουλάκο εδώ.
Πηγή: Ο Νεκρός