«Άνθρωποι δύο ανέβησαν εις το ιερόν προσεύξασθαι, ο εις φαρισαίος και ο έτερος τελώνης»
Δύο άνθρωποι, Ισραηλίτες, πιθανόν κάτοικοι της Ιερουσαλήμ, ανέβηκαν στο λόφο που ήταν κτισμένο ο ναός, για να προσευχηθούν. Ο ευαγγελιστής Λουκάς, αγαπητοί μου αδελφοί, διασώζει την κλασική και απλή αυτή παραβολή όπως προφανώς την άκουσε από τον Κύριο. Δύο αντιφατικοί τύποι εκπροσωπούνται πίσω από τα δύο απλά και γενικευμένα πρόσωπα. Ο ένας είναι ο Φαρισαίος. Άνθρωπος της θρησκείας, ευσεβής τηρητής του τυπικού του Μωσαϊκού νόμου. Τακτικά ασφαλώς επισκέπτεται τον ναό. Προχωρεί μπροστά, ευθυτενής με σταθερό και αργό βήμα, σε τόπο όπου όλοι είναι δυνατόν να τον δουν, ίσως και χωρίς να το επιδιώκει. Αλλά η θέση του είναι εκεί! Πηγαίνει για να προσευχηθεί και όλοι τον σέβονται ανοίγοντας χώρο για να περάσει. Ο άλλος, ο τελώνης. Είναι αυτός που όχι εύκολα, έχει καταφέρει, να αγοράσει από τους Ρωμαίους το δικαίωμα, να εισπράττει για λογαριασμό τους, τους φόρους. Φυσικά, όσο μπορεί, ζητάει μεγαλύτερους φόρους για να κερδίζει πιο πολλά. Δεν διστάζει να καταπιέζει και να εξαναγκάζει ξεπούλημα περιουσιών προκειμένου να πετύχει το σκοπό του. Ασφαλώς δεν θα ήταν όλοι οι τελώνες τόσο αδίστακτοι και πλεονέκτες, αλλά για τον λαό είναι μισητά πρόσωπα και καθόλου ευχάριστα. Ασχολούνται με μια πολύ κερδοφόρα επιχείρηση. Πιεστικά και συστηματικά ζητούν την καταβολή των φόρων.
Πιθανόν και να τους φοβόταν, αλλά δεν είχαν καμιά υπόληψη. Ωστόσο και αυτός, ακολουθώντας το τυπικό της θρησκείας του, ανεβαίνει στο ιερό. Να ανάψει κανένα κεράκι, να κάνει το σταυρό του, θα λέγαμε εμείς σήμερα. Έρχεται να προσευχηθεί σημειώνει ο ευαγγελιστής. Δεν προχωρεί πολύ. Μόλις που μπήκε στο ναό. Στέκεται με σκυμμένο το κεφάλι, στη σκιά, πίσω από μια κολόνα, για να μην τον δει κανείς.
Αλλά ας ακούσουμε την προσευχή τους που είναι χαρακτηριστική του τύπου τους. Ο πρώτος, ο Φαρισαίος, με δυνατή φωνή : «Ο Θεός ευχαριστώ σοι ότι ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων». Χωρίς καμιά αμφιβολία, με απόλυτη αυτοπεποίθηση ξεχωρίζει τον εαυτό του. Δεν είμαι όπως οι άλλοι άνθρωποι. Ανεβάζει τον εαυτό του στο ψηλότερο σκαλί. Περιφρονεί τους πάντες. Είναι τυφλωμένος από τον υπέρμετρο εγωισμό του. Και αυτά τα λέγει ενώπιον των ανθρώπων, αλλά και ενώπιον του Θεού, που ερευνά «νεφρούς και καρδίας». Ενώπιον του Θεού που μας γνωρίζει μέχρι βαθιά στα πιο κρυφά σημεία της ψυχής μας. Και δεν διστάζει να χαρακτηρίζει τους υπόλοιπους ανθρώπους, χωρίς εξαίρεση, «άρπαγες, άδικους, μοιχούς». Πιστεύει ότι είναι ο μοναδικός. Ζει σε μια ακραία πλάνη που τον οδηγεί η αρρωστημένη του αυτοπεποίθηση. Έχει χάσει την επαφή με την πραγματικότητα. Ωστόσο σπεύδει να συγκρίνει τον εαυτό του με τον δυστυχή τελώνη. Και γυρίζοντας προς την κατεύθυνση του τελώνη, συνεχίζει την προσευχή του, αποδίδοντας όλες αυτές τις αμαρτίες στον αποσβολωμένο τελώνη που μάταια προσπαθεί να μείνει αφανής. Και δεν είναι μόνο αναμάρτητος, αλλά και ενάρετος. Συμπληρώνει λοιπόν την προσευχή του προς επήκοον πάντων. «Νηστεύω δις του Σαββάτου, αποδεκατώ πάντα όσα κτώμαι». Νηστεύω δυο φορές τη βδομάδα, τονίζει με στόμφο, και προσφέρω το ένα δέκατο από όλα όσα αποκτώ, και όχι μόνο όσα επιβάλλει ο μωσαϊκός νόμος. Και ο άλλος; Ο τελώνης από την σκοτεινή γωνιά που βρίσκεται, με βαθιά σκυμμένο το κεφάλι, δεν τολμά να στρέψει τους οφθαλμούς στον ουρανό. Νοιώθει πόσο αμαρτωλός είναι και κάθε τόσο ενώ επαναλαμβάνει «ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ», κτυπά με τις γροθιές του το στήθος του. Δεν έχει καμιά αμφιβολία για την αμαρτωλότητά του. Έχει απόλυτη επίγνωση της αμαρτωλής του κατάστασης. Δεν αναφέρει καμιά αρετή. Και ενώ προσεύχεται και αυτός στον ναό, δεν χρησιμοποιεί ούτε αυτή την πράξη του για να δικαιώσει τον εαυτό του. Η προσευχή του είναι απλή, η συμπεριφορά του ταπεινή, η συναίσθησή του απόλυτη και ανυπόκριτη. Είναι πράγματι πολύ περίεργο, αγαπητοί μου αδελφοί, πως ένας άνθρωπος της θρησκείας, ο Φαρισαίος, μπορεί να πέσει τόσο έξω στην αυτοεκτίμησή του. Είναι φοβερή η έπαρσή του. Οι αρχαίοι φιλόσοφοι θα τον χαρακτήριζαν υβριστή του θείου. Είναι φανερό ότι δεν σκέφτηκε ο Φαρισαίος ότι μιλούσε ενώπιον του Θεού. Η στάση του δεν είναι αποδεκτή από τον Θεό. Γι’αυτό και συνεχίζει συμπερασματικά ο Κύριος. «Κατέβη ούτος δεδικαιωμένος εις τον οίκον αυτού ή εκείνος». Γύρισε ο τελώνης δικαιωμένος σπίτι του από το ιερό και όχι ο άλλος, ο Φαρισαίος. Και καταλήγει η παραβολή: «Πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών υψωθήσεται». Πάρα πολλές φορές έχουμε ακούσει αυτή την παραβολή. Είναι γνωστή σε όλους μας. Ωστόσο, αγαπητοί μου, πιθανόν να είναι ιδιαίτερα ακραίοι και αντιφατικοί, οι τύποι της παραβολής. Η στάση τους είναι παραδειγματική για μας. Μπορεί πολύ ή λιγότερο να πλησιάζουμε κάποιον από τους δύο αυτούς τύπους και να μην το καταλαβαίνουμε. Γι’ αυτό κι όταν κάποιοι μας ελέγχουν για εγωιστικές τάσεις και φαρισαϊσμό, επαναστατούμε. Φυσικά δεν είναι αυτή η κατάλληλη αντιμετώπιση. Και η κοινωνία των ανθρώπων ακόμη τιμωρεί τους εγωιστές και υπερήφανους, γιατί δεν ανέχεται αυτούς τους χαρακτήρες. Συνεπώς είναι αναγκαίο να κάνουμε μια αποτελεσματική αυτοεξέταση με απόλυτη ειλικρίνεια και ταπείνωση. Γιατί «ο Θεός υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν». Δίνει πλουσιοπάροχη την χάρη του στους ταπεινούς ο Θεός. Να διορθωθούμε λοιπόν. Ασφαλώς δεν είναι δυνατό να κρυφτούμε από τον εαυτό μας, και πολύ περισσότερο, από τον Θεό. Μην προσπαθούμε λοιπόν να γελάσουμε κάποιους. Τελικά η προσπάθεια και ο στόχος μας πρέπει είναι να δικαιωθούμε ενώπιον του Θεού και στη βασιλεία Του. Αμήν.
Δ.Γ.Σ.Το αλίευσα ΕΔΩ