Το Ιράκ μετατρέπεται ταχύτατα σε παγκόσμια πετρελαϊκή υπερδύναμη, αλλάζοντας τα δεδομένα στον διεθνή ενεργειακό χάρτη. Μέσα στην επόμενη δεκαετία, η ημερήσια παραγωγή του θα εκτοξευθεί πάνω από τα 12 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως -δηλαδή, περισσότερα από ότι παράγει σήμερα η «βασίλισσα» του ΟΠΕΚ, η Σαουδική Αραβία!
Μόνο που υπάρχει ένα... μικρό πρόβλημα για τους Ιρακινούς, το οποίο ενδεχομένως τους εμποδίζει να αισθανθούν εθνικά υπερήφανοι: Τα «κλειδιά» των πετρελαιοπηγών τους δεν τα κρατούν οι ίδιοι, αλλά οι μεγάλες ξένες εταιρείες, οι οποίες διαθέτουν πλέον πλειοψηφικό πακέτο στα περισσότερα από αυτά. Όσο για την κυβέρνηση της χώρας, βάσει των -αποικιοκρατικών- συμφωνιών που έχουν υπογραφεί φέτος και ολοκληρώθηκαν αυτή την εβδομάδα, θα ελέγχει μόλις το 25% των κοιτασμάτων...
Ακριβοδίκαιη κατανομή
Το εντυπωσιακό είναι ότι η κατανομή έγινε σχεδόν ακριβοδίκαια, έχοντας δύο κυρίως στόχους: Αφενός, κανείς από τους «ημέτερους» και τους μεγάλους παίκτες της αγοράς να μην μείνει παραπονεμένος και, αφετέρου, να τιμωρηθούν όσοι Ευρωπαίοι αντιτάχθηκαν στην αμερικανο-βρετανική εισβολή του 2003 και την ανατροπή του Σαντάμ Χουσεΐν, η οποία άνοιξε τον δρόμο για τη μοιρασιά των ιρακινών πετρελαίων. Σε αυτή τη δεύτερη κατηγορία ανήκουν πρωτίστως οι Γάλλοι, οι οποίοι είδαν την Total να παίρνει μόλις και μετά βίας το 25% του δευτεροκλασάτου κοιτάσματος που βρίσκεται στην περιοχή της Χαλφάγια.
Δεν είναι διόλου τυχαίο, λοιπόν, το γεγονός ότι μεγάλες κερδισμένες είναι, αναμφίβολα, οι δύο «μεγάλες αδελφές» που βρίσκονται υπό βρετανικό έλεγχο -η Shell και η BP. Η πρώτη πάτησε πόδι στα δύο από τα τρία μεγαλύτερα κοιτάσματα του Ιράκ -στο Ματζνούν, όπου έχει σχεδόν τον απόλυτο έλεγχο με 45% και τη δυτική Κούρνα, όπου η συμμετοχή της είναι μειοψηφική στο πρώτο υπό εκμετάλλευση τμήμα- ενώ η δεύτερη έχει κυρίαρχη παρουσία στο γιγαντιαίο κοίτασμα της Ρουμάιλα.
Από την πλευρά τους, οι εταιρείες των ΗΠΑ έχουν λόγους να είναι παραπομενένες. Παρά το γεγονός ότι οι Αμερικανοί έχουν φροντίσει να διατηρήσουν υπό τον έλεγχό τους πολλούς τομείς της ιρακινής οικονομίας, οι στενοί φίλοι του Τζορτζ Μπους και, κυρίως, του υποχθόνιου αντιπροέδρου του Ντικ Τσένι είναι δυσαρεστημένοι με την κατανομή του «φιλέτου». Βεβαίως, διαθέτουν παρουσία και στα δύο υπό εκμετάλλευση τμήματα της δυτικής Κούρνα -στο πρώτο με την ExxonMobil που έχει την πλειοψηφία και στο δεύτερο με την ConocoPhilips, η οποία συμμετέχει μειοψηφικά στην κοινοπραξία- ωστόσο μάλλον περίμεναν κάτι περισσότερο.
Από την άλλη, έκπληξη θα μπορούσε να θεωρηθεί η ισχυρή παρουσία που εξασφάλισαν οι Ρώσοι στο Ιράκ. Το περασμένο Σαββατοκύριακο, η κοινοπραξία της Lukoil απέκτησε τα δικαιώματα εκμετάλλευσης του δεύτερου (και σημαντικότερου) τμήματος της δυτικής Κούρνα, ενώ δικαιώματα απέκτησε και η Gazprom, έστω και σε μικρότερα κοιτάσματα. Είναι δε γεγονός ότι η εξέλιξη αυτή κάνει αρκετούς να εκτιμούν -δικαίως- ότι το παζάρι ανάμεσα σε Ουάσινγκτον και Μόσχα έχει προχωρήσει σε όλα τα επίπεδα και μάλιστα πολύ περισσότερο από ό,τι φαίνεται με την πρώτη ματιά.
Κοινά συμφέροντα
Αλλωστε, οι «υπό επώαση» συμφωνίες για την αντιπυραυλική ασπίδα, το Αφγανιστάν και τα πυρηνικά όπλα δείχνουν ότι οι δύο πάλαι ποτέ θανάσιμοι εχθροί έχουν αρχίσει να αποκτούν πολλά κοινά συμφέροντα... Και οι Κινέζοι, όμως, μάλλον πρέπει να αισθάνονται ικανοποιημένοι από τη μοιρασιά. Χωρίς να έχουν στηρίξει την εισβολή στο Ιράκ και δίχως να διαθέτουν ιδιαίτερα ερείσματα στην περιοχή -σε αντίθεση με όλους τους άλλους- η ραγδαία αναβάθμιση της ισχύος και του ρόλου της χώρας τους σε παγκόσμιο επίπεδο «χάρισε» στον κρατικό πετρελαϊκό όμιλο CNPC σημαντικό μερίδιο στο γιγαντιαίο κοίτασμα της Ρουμάιλα, αλλά και παρουσία στη Χαλφάγια. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως μέσα από τις πετρελαϊκές συμφωνίες «εξυπηρετήθηκαν» και ορισμένοι μικρότεροι παίκτες -όπως η Μαλαισία με την Petronas και η Αλγερία. Όσο για την Τουρκία, ελπίζει ότι θα πάρει το... πετρέλαιό της πίσω μόλις μοιραστούν και τα τελευταία κοιτάσματα, που βρίσκονται στο ιρακινό Κουρδιστάν. Εκεί, όμως, τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα...
Τόνι Μπλερ, ένας ειλικρινής κατακτητής...
«Ακόμη και σε αυτήν την περίπτωση (εάν δεν υπήρχαν αποδείξεις για ύπαρξη όπλων μαζικής καταστροφής), θα πίστευα ότι είναι σωστό να τον απομακρύνουμε (τον Σαντάμ). Εννοώ ότι, προφανώς, θα έπρεπε να χρησιμοποιήσουμε και να προωθήσουμε διαφορετικά επιχειρήματα γύρω από τη φύση της απειλής την οποία αντιπροσώπευε».
Απαντώντας στο ερώτημα δημοσιογράφου του BBC για την απόφαση που έλαβε το 2003 -ή, ενδεχομένως, πολύ νωρίτερα- ο Τόνι Μπλερ είπε, αν μη τι άλλο, τα πράγματα με το όνομά τους. Οι δηλώσεις που έκανε ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας συνέπεσαν με την ολοκλήρωση και της δεύτερης φάσης στη μοιρασιά των πετρελαϊκών κοιτασμάτων του Ιράκ, από την οποία οι βρετανικές εταιρείες βγήκαν σημαντικά ενισχυμένες. Με τον τρόπο του, λοιπόν, δεν άφησε καμία απολύτως αμφιβολία να αιωρείται γύρω από την πραγματική φύση και τους σκοπούς του συγκεκριμένου πολέμου.
Η καλύτερη εξέλιξη
«Δεν νομίζω ότι θα ήμασταν καλύτερα εάν αυτός και οι γιοι του βρίσκονταν στην εξουσία», πρόσθεσε ο Μπλερ. Και είχε απόλυτο δίκιο, διότι 37 χρόνια μετά την εθνικοποίηση των πετρελαϊκών κοιτασμάτων και του φυσικού πλούτου του Ιράκ (που βρισκόταν, κυρίως, σε βρετανικά χέρια), κανείς στο Λονδίνο δεν θα μπορούσε να φανταστεί καλύτερη εξέλιξη. Οπως ήταν φυσικό, η ξεκάθαρη παραδοχή του Μπλερ, η οποία έγινε λίγο πριν από την εμφάνισή του στην κοινοβουλευτική επιτροπή ελέγχου για τον πόλεμο στο Ιράκ, προκάλεσε εντονότατες αντιδράσεις στην πατρίδα του και σε πολλές άλλες χώρες.
Ακόμη και ο Χανς Μπλιξ, ο επικεφαλής του ΟΗΕ που ηγούνταν τότε της ομάδας που επόπτευε το οπλοστάσιο του Σαντάμ, σχολίασε πως η δήλωση Μπλερ του έδωσε μια «ισχυρή εντύπωση ότι έχει έλλειμμα εντιμότητας».
Ωστόσο, εύκολα μπορεί να καταλάβει ο καθένας ότι ο Μπλερ αισθάνεται δικαιωμένος στους κύκλους που τον ενδιαφέρουν και τον στηρίζουν -με αποτέλεσμα να έχει μετατραπεί σε μηχανή παραγωγής δολαρίων...
Μόνο που υπάρχει ένα... μικρό πρόβλημα για τους Ιρακινούς, το οποίο ενδεχομένως τους εμποδίζει να αισθανθούν εθνικά υπερήφανοι: Τα «κλειδιά» των πετρελαιοπηγών τους δεν τα κρατούν οι ίδιοι, αλλά οι μεγάλες ξένες εταιρείες, οι οποίες διαθέτουν πλέον πλειοψηφικό πακέτο στα περισσότερα από αυτά. Όσο για την κυβέρνηση της χώρας, βάσει των -αποικιοκρατικών- συμφωνιών που έχουν υπογραφεί φέτος και ολοκληρώθηκαν αυτή την εβδομάδα, θα ελέγχει μόλις το 25% των κοιτασμάτων...
Ακριβοδίκαιη κατανομή
Το εντυπωσιακό είναι ότι η κατανομή έγινε σχεδόν ακριβοδίκαια, έχοντας δύο κυρίως στόχους: Αφενός, κανείς από τους «ημέτερους» και τους μεγάλους παίκτες της αγοράς να μην μείνει παραπονεμένος και, αφετέρου, να τιμωρηθούν όσοι Ευρωπαίοι αντιτάχθηκαν στην αμερικανο-βρετανική εισβολή του 2003 και την ανατροπή του Σαντάμ Χουσεΐν, η οποία άνοιξε τον δρόμο για τη μοιρασιά των ιρακινών πετρελαίων. Σε αυτή τη δεύτερη κατηγορία ανήκουν πρωτίστως οι Γάλλοι, οι οποίοι είδαν την Total να παίρνει μόλις και μετά βίας το 25% του δευτεροκλασάτου κοιτάσματος που βρίσκεται στην περιοχή της Χαλφάγια.
Δεν είναι διόλου τυχαίο, λοιπόν, το γεγονός ότι μεγάλες κερδισμένες είναι, αναμφίβολα, οι δύο «μεγάλες αδελφές» που βρίσκονται υπό βρετανικό έλεγχο -η Shell και η BP. Η πρώτη πάτησε πόδι στα δύο από τα τρία μεγαλύτερα κοιτάσματα του Ιράκ -στο Ματζνούν, όπου έχει σχεδόν τον απόλυτο έλεγχο με 45% και τη δυτική Κούρνα, όπου η συμμετοχή της είναι μειοψηφική στο πρώτο υπό εκμετάλλευση τμήμα- ενώ η δεύτερη έχει κυρίαρχη παρουσία στο γιγαντιαίο κοίτασμα της Ρουμάιλα.
Από την πλευρά τους, οι εταιρείες των ΗΠΑ έχουν λόγους να είναι παραπομενένες. Παρά το γεγονός ότι οι Αμερικανοί έχουν φροντίσει να διατηρήσουν υπό τον έλεγχό τους πολλούς τομείς της ιρακινής οικονομίας, οι στενοί φίλοι του Τζορτζ Μπους και, κυρίως, του υποχθόνιου αντιπροέδρου του Ντικ Τσένι είναι δυσαρεστημένοι με την κατανομή του «φιλέτου». Βεβαίως, διαθέτουν παρουσία και στα δύο υπό εκμετάλλευση τμήματα της δυτικής Κούρνα -στο πρώτο με την ExxonMobil που έχει την πλειοψηφία και στο δεύτερο με την ConocoPhilips, η οποία συμμετέχει μειοψηφικά στην κοινοπραξία- ωστόσο μάλλον περίμεναν κάτι περισσότερο.
Από την άλλη, έκπληξη θα μπορούσε να θεωρηθεί η ισχυρή παρουσία που εξασφάλισαν οι Ρώσοι στο Ιράκ. Το περασμένο Σαββατοκύριακο, η κοινοπραξία της Lukoil απέκτησε τα δικαιώματα εκμετάλλευσης του δεύτερου (και σημαντικότερου) τμήματος της δυτικής Κούρνα, ενώ δικαιώματα απέκτησε και η Gazprom, έστω και σε μικρότερα κοιτάσματα. Είναι δε γεγονός ότι η εξέλιξη αυτή κάνει αρκετούς να εκτιμούν -δικαίως- ότι το παζάρι ανάμεσα σε Ουάσινγκτον και Μόσχα έχει προχωρήσει σε όλα τα επίπεδα και μάλιστα πολύ περισσότερο από ό,τι φαίνεται με την πρώτη ματιά.
Κοινά συμφέροντα
Αλλωστε, οι «υπό επώαση» συμφωνίες για την αντιπυραυλική ασπίδα, το Αφγανιστάν και τα πυρηνικά όπλα δείχνουν ότι οι δύο πάλαι ποτέ θανάσιμοι εχθροί έχουν αρχίσει να αποκτούν πολλά κοινά συμφέροντα... Και οι Κινέζοι, όμως, μάλλον πρέπει να αισθάνονται ικανοποιημένοι από τη μοιρασιά. Χωρίς να έχουν στηρίξει την εισβολή στο Ιράκ και δίχως να διαθέτουν ιδιαίτερα ερείσματα στην περιοχή -σε αντίθεση με όλους τους άλλους- η ραγδαία αναβάθμιση της ισχύος και του ρόλου της χώρας τους σε παγκόσμιο επίπεδο «χάρισε» στον κρατικό πετρελαϊκό όμιλο CNPC σημαντικό μερίδιο στο γιγαντιαίο κοίτασμα της Ρουμάιλα, αλλά και παρουσία στη Χαλφάγια. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως μέσα από τις πετρελαϊκές συμφωνίες «εξυπηρετήθηκαν» και ορισμένοι μικρότεροι παίκτες -όπως η Μαλαισία με την Petronas και η Αλγερία. Όσο για την Τουρκία, ελπίζει ότι θα πάρει το... πετρέλαιό της πίσω μόλις μοιραστούν και τα τελευταία κοιτάσματα, που βρίσκονται στο ιρακινό Κουρδιστάν. Εκεί, όμως, τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα...
Τόνι Μπλερ, ένας ειλικρινής κατακτητής...
«Ακόμη και σε αυτήν την περίπτωση (εάν δεν υπήρχαν αποδείξεις για ύπαρξη όπλων μαζικής καταστροφής), θα πίστευα ότι είναι σωστό να τον απομακρύνουμε (τον Σαντάμ). Εννοώ ότι, προφανώς, θα έπρεπε να χρησιμοποιήσουμε και να προωθήσουμε διαφορετικά επιχειρήματα γύρω από τη φύση της απειλής την οποία αντιπροσώπευε».
Απαντώντας στο ερώτημα δημοσιογράφου του BBC για την απόφαση που έλαβε το 2003 -ή, ενδεχομένως, πολύ νωρίτερα- ο Τόνι Μπλερ είπε, αν μη τι άλλο, τα πράγματα με το όνομά τους. Οι δηλώσεις που έκανε ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας συνέπεσαν με την ολοκλήρωση και της δεύτερης φάσης στη μοιρασιά των πετρελαϊκών κοιτασμάτων του Ιράκ, από την οποία οι βρετανικές εταιρείες βγήκαν σημαντικά ενισχυμένες. Με τον τρόπο του, λοιπόν, δεν άφησε καμία απολύτως αμφιβολία να αιωρείται γύρω από την πραγματική φύση και τους σκοπούς του συγκεκριμένου πολέμου.
Η καλύτερη εξέλιξη
«Δεν νομίζω ότι θα ήμασταν καλύτερα εάν αυτός και οι γιοι του βρίσκονταν στην εξουσία», πρόσθεσε ο Μπλερ. Και είχε απόλυτο δίκιο, διότι 37 χρόνια μετά την εθνικοποίηση των πετρελαϊκών κοιτασμάτων και του φυσικού πλούτου του Ιράκ (που βρισκόταν, κυρίως, σε βρετανικά χέρια), κανείς στο Λονδίνο δεν θα μπορούσε να φανταστεί καλύτερη εξέλιξη. Οπως ήταν φυσικό, η ξεκάθαρη παραδοχή του Μπλερ, η οποία έγινε λίγο πριν από την εμφάνισή του στην κοινοβουλευτική επιτροπή ελέγχου για τον πόλεμο στο Ιράκ, προκάλεσε εντονότατες αντιδράσεις στην πατρίδα του και σε πολλές άλλες χώρες.
Ακόμη και ο Χανς Μπλιξ, ο επικεφαλής του ΟΗΕ που ηγούνταν τότε της ομάδας που επόπτευε το οπλοστάσιο του Σαντάμ, σχολίασε πως η δήλωση Μπλερ του έδωσε μια «ισχυρή εντύπωση ότι έχει έλλειμμα εντιμότητας».
Ωστόσο, εύκολα μπορεί να καταλάβει ο καθένας ότι ο Μπλερ αισθάνεται δικαιωμένος στους κύκλους που τον ενδιαφέρουν και τον στηρίζουν -με αποτέλεσμα να έχει μετατραπεί σε μηχανή παραγωγής δολαρίων...
Tου Γιώργου Παυλόπουλου
ΗΜΕΡΗΣΙΑ
ΣΧΟΛΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ: Τα πετρέλαια και τον υπόλοιπο ορυκτό πλούτο της Ελλάδας, ποίοι θα τον καρπωθούν; Θα μας φέρουν οι ¨φίλοι¨ σε κατάσταση τριτοκοσμική υποβοηθούμενοι από τους έσω-συμμάχους - τσιράκια τους. Κάτι τέτοιο δεν γίνεται τώρα; Φωνάξτε λαϊκιστές, φωνάξτε οικοψεύτες, για τα δικαιώματα του λαού και της φύσης ώστε ανέγγιχτος ο φυσικός μας πλούτος να γίνει έρμαιο των επιτήδειων, των εκτός πρώτα ( αιώνιων αποικιοκρατών) και των εντός μετά (οσφυοκαμπτών). Μετά θα σιωπήσετε αιώνια, όπως σε αιώνιο ύπνο βρίσκονται πλέον οι Έλληνες.