Τα ρωµαίικα της
Τραπεζούντας που τα µιλούν ακόµα χιλιάδες µουσουλµάνοι στα γύρω χωριά,
έλεγε προ ηµερών στη βρετανική εφηµερίδα «The Independent» η λέκτορας
στο Κέµπριτζ Ιωάννα Σιταρίδου, είναι πολύ κοντά στα αρχαία ελληνικά. Ο
ηθοποιός, που τα καταλαβαίνει και έχει επισκεφτεί επανειληµµένα τον
τόπο, µιλάει γι’ αυτά µε αγάπη, µε εικόνες και παραδείγµατα.
«Πήγα τρεις φορές από το 2008 στα χωριά γύρω από την
Τραπεζούντα, όπου έχει διατηρηθεί µια διάλεκτος σαν την ποντιακή που
συγγενεύει µε τα αρχαία ελληνικά.
Προηγήθηκαν βέβαια κάποιοι άνθρωποι που είχαν κάνει διερευνητικά ταξίδια και µε συνόδευαν», λέει στα «ΝΕΑ» ο ηθοποιός Ιεροκλής Μιχαηλίδης, γνώστης κατά 90%, όπως αναφέρει, της ποντιακής διαλέκτου. «Είναι πολύ φιλόξενοι εκεί οι άνθρωποι.
Μάθατε πώς διατήρησαν αυτή τη γλώσσα, που προέρχεται από την αρχαία ελληνική, ανά τους αιώνες;
Παρότι δεν υπάρχει γραφή γι’ αυτή τη γλώσσα και τη γράφουν µε λατινικούς χαρακτήρες τα παιδιά, διατηρήθηκε στο σπίτι. Μου είπαν ότι υπήρχαν χωριά που δεν γνώριζαν τουρκικά ώς το ’80. Το Κοράνι µέχρι και το ’70 - ’80 διδασκόταν στην ποντιακή, στα αρχαία ελληνικά δηλαδή, γιατί ήταν η µόνη γλώσσα που κατανοούσαν.
Μιλάµε δε για τεράστιες περιοχές, δύο πολύ µεγάλα κοµµάτια της περιοχής Tραπεζούντας. Ο ∆υτικός Πόντος λένε πως είναι µεγαλύτερος από την Ελλάδα – και είναι αυτός που υπέστη τις περισσότερες σφαγές.
Στον Ανατολικό Πόντο µεγάλες επαρχίες εξισλαµίστηκαν, κυρίως για φορολογικούς λόγους, καθώς στην Οθωµανική Αυτοκρατορία δεν υπήρχε η έννοια «Τούρκος» και απλώς οι µουσουλµάνοι πλήρωναν περισσότερους φόρους και οι χριστιανοί ακόµα περισσότερους. Ήταν το λεγόµενο «ρουµ µιλέτ».
Κάποιοι λένε πως είχαµε δείγµατα ανθρώπων που αλλαξοπίστησαν, εξισλαµίστηκαν, αλλά παρέµειναν κρυπτοχριστιανοί ή είχαν έστω και επίγνωση ότι κάποιοι από τους προπάππους τους είχαν ελληνικά ονόµατα.
Ένα άλλο σηµείο, που είναι ακόµη πιο απτή η σχέση µε τα ποντιακά, εκτός από τη γλώσσα είναι η µουσική και οι χοροί τους. Άλλωστε το έµβληµα της Τραπεζούντας είναι τρεις άντρες που χορεύουν πυρρίχιο.
Όταν µε υποδέχονταν σε πανηγύρια –και κάποια απ’ αυτά είναι και εθνικιστικά, καθώς σε δύο κοµµάτια του Ανατολικού Πόντου υπάρχουν Γκρίζοι Λύκοι, ακόµη και ελληνόφωνοι –, έβρισκα ανθρώπους (σκέψου, 1.100 χιλιόµετρα από την Κωνσταντινούπολη!) και µου έλεγαν «καλά ηµέρας». Και όταν σε κερνάνε τσάι και λένε «άγου και φέρεν ένα τσάι», παθαίνεις σοκ γιατί ακούς αρχαία ελληνικά. Το δε συγκλονιστικό είναι πως εκατοµµύρια και εκεί – αλλά και στη Γερµανία το πέτυχα αυτό – ακούνε ποντιακή λύρα µε προσήλωση. ∆εν ακούνε σάζια και άλλα τουρκικά ιδιώµατα. Αν σκεφθεί κανείς ότι στην Ελλάδα ένας δίσκος µε ποντιακή µουσική πουλάει 5.000-10.000 κοµµάτια κι εκεί πουλάει 150.000, καταλαβαίνει την απήχηση. Μάλιστα υπάρχουν και δίσκοι µε ελληνικά και τουρκικά µε ποντιακή λύρα και πουλάνε και αυτοί πάρα πολύ. Είναι εντυπωσιακό δε πως αναγνωρίζουν τη σχέση και από την πλευρά τους και σε χαιρετούν θέτοντας την κλασική ερώτηση: «Εσείς είστε απ’ εµάς ή εµείς απ’ εσάς;». Εγώ πάντως που µιλάω την ποντιακή γλώσσα (και ένας παππούς µου από την Ανατολική Θράκη και µια γιαγιά µου από τη Σµύρνη) τους καταλαβαίνω άνετα.
Όσοι Ελληνες λένε πως δεν καταλαβαίνουν τα ποντιακά είναι µόνο από φόβο. Αν προσέξεις και σε βοηθήσει κάποιος, µέσα σε λίγες µέρες µπορείς να τα µάθεις. Παράδειγµα: Η ευχή των Ποντίων αυτές τις ηµέρες ήταν «υείας κι ευλοίας» – δίχως το γράµµα «γ» δηλαδή. ∆εν χρειάζεσαι και µάστερ Γλωσσολογίας για να το καταλάβεις.
Απ’ ό,τι λένε οι γλωσσολόγοι, η γλώσσα που µιλάνε εκεί θεωρείται µείγµα ελληνιστικής και βυζαντινής διαλέκτου. Μόνο που συναντάς ακόµη και οµηρικούς τύπους. Ακούς, φέρ’ ειπείν, για την αρκούδα τη λέξη «η άρκτα» – στα ποντιακά είναι «ο άρκον». Είναι λέξεις που έχουν διατηρηθεί σχεδόν τρεις χιλιάδες χρόνια. Για µένα, που δεν είµαι επιστήµονας της γλώσσας, είναι αδιανόητο και που το συναντάς στη Μαύρη Θάλασσα, στα σύνορα της Γεωργίας σχεδόν.
Γλωσσολόγοι διαπίστωσαν πως η απόσταση της γλώσσας του Σαίξπηρ από τη σύγχρονη αγγλική είναι πολύ µεγαλύτερη από ό,τι η απόσταση των νέων ελληνικών και των αρχαίων. Κι ας έχουν περάσει εκεί µόνο πεντακόσια χρόνια κι εδώ δύο χιλιάδες!
Πρέπει να ξέρει όµως κάποιος ότι η Τραπεζούντα στη µεγάλη της ακµή είχε ένα σοβαρό σχολείο, το Φροντιστήριον Τραπεζούντος, ένα εντυπωσιακό κτίριο στην παραλία. Ας σκεφτούµε πόσες εφηµερίδες βγαίνανε στα ελληνικά, πόσα θέατρα παίζανε στα ελληνικά, πόσες φιλαρµονικές υπήρχαν… Στο χωριό του προπάππου µου υπήρχε ελληνικός θίασος που έδινε παραστάσεις στα ελληνικά από τα τέλη του 19ου αιώνα.
Όλοι αυτοί οι άνθρωποι εκεί, εν κατακλείδι, µαθαίνανε ποντιακά στο σπίτι, νεοελληνικά στο σχολείο και µιλούσαν τουρκικά µόνο στις επαφές τους µε το επίσηµο κράτος ή στις εµπορικές τους συναλλαγές µε τους Τούρκους. Μέχρι πρόσφατα ήταν βέβαια απαγορευµένο να µιλάς «ρούµτσα», δηλαδή ρωµαίικα.
«Τα ρωµαίικα της Τραπεζούντας είναι µια γλώσσα που κι εκεί τείνει να εξαφανιστεί – εδώ κοντεύει να εξαφανιστεί η ποντιακή στην Ελλάδα, που είναι και ελληνική διάλεκτος».
«Νιώθεις τον οµφάλιο λώρο»
Αν κρατούσε µια εικόνα από τον τόπο των ρωµαίικων, στα υψίπεδα γύρω από την Τραπεζούντα, ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης ποια θα ήταν αυτή;
«Έχω µια αίσθηση του τοπίου που ήταν πρωτόγνωρο για µένα, καταπράσινα δάση, µε βουνά, ποτάµια, κι από κάτω η θάλασσα. Άλπεις µε θάλασσα!», λέει στα «ΝΕΑ». «Για µένα το συναισθηµατικό είναι ότι έχω έστω µια µακρινή σχέση µε τον τόπο. Νιώθεις σαν να έχεις έναν οµφάλιο λώρο. Μια βαθύτερη, κυτταρική σχέση. Το παθαίνουµε και στην Πόλη αυτό. Υπάρχει κάτι δικό µας εκεί – και στη Σµύρνη και στη Θράκη. Εκείνο που µε στεναχωρεί είναι ότι αν πεις ότι αγαπάς αυτούς τους τόπους σε λένε… πατριδοκάπηλο. Είναι δύο οι τάσεις: η µία που θέλει να φτιάχνεις ιδεολογήµατα και η άλλη η βλακώδης που είναι απλοϊκή και καταστροφική. Πρέπει να τις ξεπεράσεις και τις δύο και να αφεθείς στο συναισθηµατικό, στο πολιτιστικό και στη γνώση της Ιστορίας σου. ∆εν µπορείς να αγνοείς αυτό που είσαι.
Όλα τα άλλα είναι απλώς ανοησία».
Ιεροκλής Μιχαηλίδης |
Προηγήθηκαν βέβαια κάποιοι άνθρωποι που είχαν κάνει διερευνητικά ταξίδια και µε συνόδευαν», λέει στα «ΝΕΑ» ο ηθοποιός Ιεροκλής Μιχαηλίδης, γνώστης κατά 90%, όπως αναφέρει, της ποντιακής διαλέκτου. «Είναι πολύ φιλόξενοι εκεί οι άνθρωποι.
Μάθατε πώς διατήρησαν αυτή τη γλώσσα, που προέρχεται από την αρχαία ελληνική, ανά τους αιώνες;
Παρότι δεν υπάρχει γραφή γι’ αυτή τη γλώσσα και τη γράφουν µε λατινικούς χαρακτήρες τα παιδιά, διατηρήθηκε στο σπίτι. Μου είπαν ότι υπήρχαν χωριά που δεν γνώριζαν τουρκικά ώς το ’80. Το Κοράνι µέχρι και το ’70 - ’80 διδασκόταν στην ποντιακή, στα αρχαία ελληνικά δηλαδή, γιατί ήταν η µόνη γλώσσα που κατανοούσαν.
Μιλάµε δε για τεράστιες περιοχές, δύο πολύ µεγάλα κοµµάτια της περιοχής Tραπεζούντας. Ο ∆υτικός Πόντος λένε πως είναι µεγαλύτερος από την Ελλάδα – και είναι αυτός που υπέστη τις περισσότερες σφαγές.
Στον Ανατολικό Πόντο µεγάλες επαρχίες εξισλαµίστηκαν, κυρίως για φορολογικούς λόγους, καθώς στην Οθωµανική Αυτοκρατορία δεν υπήρχε η έννοια «Τούρκος» και απλώς οι µουσουλµάνοι πλήρωναν περισσότερους φόρους και οι χριστιανοί ακόµα περισσότερους. Ήταν το λεγόµενο «ρουµ µιλέτ».
Κάποιοι λένε πως είχαµε δείγµατα ανθρώπων που αλλαξοπίστησαν, εξισλαµίστηκαν, αλλά παρέµειναν κρυπτοχριστιανοί ή είχαν έστω και επίγνωση ότι κάποιοι από τους προπάππους τους είχαν ελληνικά ονόµατα.
Ένα άλλο σηµείο, που είναι ακόµη πιο απτή η σχέση µε τα ποντιακά, εκτός από τη γλώσσα είναι η µουσική και οι χοροί τους. Άλλωστε το έµβληµα της Τραπεζούντας είναι τρεις άντρες που χορεύουν πυρρίχιο.
Όταν µε υποδέχονταν σε πανηγύρια –και κάποια απ’ αυτά είναι και εθνικιστικά, καθώς σε δύο κοµµάτια του Ανατολικού Πόντου υπάρχουν Γκρίζοι Λύκοι, ακόµη και ελληνόφωνοι –, έβρισκα ανθρώπους (σκέψου, 1.100 χιλιόµετρα από την Κωνσταντινούπολη!) και µου έλεγαν «καλά ηµέρας». Και όταν σε κερνάνε τσάι και λένε «άγου και φέρεν ένα τσάι», παθαίνεις σοκ γιατί ακούς αρχαία ελληνικά. Το δε συγκλονιστικό είναι πως εκατοµµύρια και εκεί – αλλά και στη Γερµανία το πέτυχα αυτό – ακούνε ποντιακή λύρα µε προσήλωση. ∆εν ακούνε σάζια και άλλα τουρκικά ιδιώµατα. Αν σκεφθεί κανείς ότι στην Ελλάδα ένας δίσκος µε ποντιακή µουσική πουλάει 5.000-10.000 κοµµάτια κι εκεί πουλάει 150.000, καταλαβαίνει την απήχηση. Μάλιστα υπάρχουν και δίσκοι µε ελληνικά και τουρκικά µε ποντιακή λύρα και πουλάνε και αυτοί πάρα πολύ. Είναι εντυπωσιακό δε πως αναγνωρίζουν τη σχέση και από την πλευρά τους και σε χαιρετούν θέτοντας την κλασική ερώτηση: «Εσείς είστε απ’ εµάς ή εµείς απ’ εσάς;». Εγώ πάντως που µιλάω την ποντιακή γλώσσα (και ένας παππούς µου από την Ανατολική Θράκη και µια γιαγιά µου από τη Σµύρνη) τους καταλαβαίνω άνετα.
Όσοι Ελληνες λένε πως δεν καταλαβαίνουν τα ποντιακά είναι µόνο από φόβο. Αν προσέξεις και σε βοηθήσει κάποιος, µέσα σε λίγες µέρες µπορείς να τα µάθεις. Παράδειγµα: Η ευχή των Ποντίων αυτές τις ηµέρες ήταν «υείας κι ευλοίας» – δίχως το γράµµα «γ» δηλαδή. ∆εν χρειάζεσαι και µάστερ Γλωσσολογίας για να το καταλάβεις.
Απ’ ό,τι λένε οι γλωσσολόγοι, η γλώσσα που µιλάνε εκεί θεωρείται µείγµα ελληνιστικής και βυζαντινής διαλέκτου. Μόνο που συναντάς ακόµη και οµηρικούς τύπους. Ακούς, φέρ’ ειπείν, για την αρκούδα τη λέξη «η άρκτα» – στα ποντιακά είναι «ο άρκον». Είναι λέξεις που έχουν διατηρηθεί σχεδόν τρεις χιλιάδες χρόνια. Για µένα, που δεν είµαι επιστήµονας της γλώσσας, είναι αδιανόητο και που το συναντάς στη Μαύρη Θάλασσα, στα σύνορα της Γεωργίας σχεδόν.
Γλωσσολόγοι διαπίστωσαν πως η απόσταση της γλώσσας του Σαίξπηρ από τη σύγχρονη αγγλική είναι πολύ µεγαλύτερη από ό,τι η απόσταση των νέων ελληνικών και των αρχαίων. Κι ας έχουν περάσει εκεί µόνο πεντακόσια χρόνια κι εδώ δύο χιλιάδες!
Πρέπει να ξέρει όµως κάποιος ότι η Τραπεζούντα στη µεγάλη της ακµή είχε ένα σοβαρό σχολείο, το Φροντιστήριον Τραπεζούντος, ένα εντυπωσιακό κτίριο στην παραλία. Ας σκεφτούµε πόσες εφηµερίδες βγαίνανε στα ελληνικά, πόσα θέατρα παίζανε στα ελληνικά, πόσες φιλαρµονικές υπήρχαν… Στο χωριό του προπάππου µου υπήρχε ελληνικός θίασος που έδινε παραστάσεις στα ελληνικά από τα τέλη του 19ου αιώνα.
Όλοι αυτοί οι άνθρωποι εκεί, εν κατακλείδι, µαθαίνανε ποντιακά στο σπίτι, νεοελληνικά στο σχολείο και µιλούσαν τουρκικά µόνο στις επαφές τους µε το επίσηµο κράτος ή στις εµπορικές τους συναλλαγές µε τους Τούρκους. Μέχρι πρόσφατα ήταν βέβαια απαγορευµένο να µιλάς «ρούµτσα», δηλαδή ρωµαίικα.
«Τα ρωµαίικα της Τραπεζούντας είναι µια γλώσσα που κι εκεί τείνει να εξαφανιστεί – εδώ κοντεύει να εξαφανιστεί η ποντιακή στην Ελλάδα, που είναι και ελληνική διάλεκτος».
«Νιώθεις τον οµφάλιο λώρο»
Αν κρατούσε µια εικόνα από τον τόπο των ρωµαίικων, στα υψίπεδα γύρω από την Τραπεζούντα, ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης ποια θα ήταν αυτή;
«Έχω µια αίσθηση του τοπίου που ήταν πρωτόγνωρο για µένα, καταπράσινα δάση, µε βουνά, ποτάµια, κι από κάτω η θάλασσα. Άλπεις µε θάλασσα!», λέει στα «ΝΕΑ». «Για µένα το συναισθηµατικό είναι ότι έχω έστω µια µακρινή σχέση µε τον τόπο. Νιώθεις σαν να έχεις έναν οµφάλιο λώρο. Μια βαθύτερη, κυτταρική σχέση. Το παθαίνουµε και στην Πόλη αυτό. Υπάρχει κάτι δικό µας εκεί – και στη Σµύρνη και στη Θράκη. Εκείνο που µε στεναχωρεί είναι ότι αν πεις ότι αγαπάς αυτούς τους τόπους σε λένε… πατριδοκάπηλο. Είναι δύο οι τάσεις: η µία που θέλει να φτιάχνεις ιδεολογήµατα και η άλλη η βλακώδης που είναι απλοϊκή και καταστροφική. Πρέπει να τις ξεπεράσεις και τις δύο και να αφεθείς στο συναισθηµατικό, στο πολιτιστικό και στη γνώση της Ιστορίας σου. ∆εν µπορείς να αγνοείς αυτό που είσαι.
Όλα τα άλλα είναι απλώς ανοησία».
Το αλίευσα ΕΔΩ