τοῦ π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ
Ἡ
Ἐκκλησία ἀναδεικνύεται σὲ κάθε περίοδο δουλείας κιβωτὸς καὶ τῆς
γλωσσικῆς μας παραδόσεως. Ἂς θυμηθοῦμε τὴν Τουρκοκρατία καὶ τὴ
Βενετοκρατία. Ἡ ἀσίγαστη λατρεία τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ μόνιμη ἐπαφὴ τοῦ
Κλήρου μὲ τὸν λαό, στὸ εὐρύ του φάσμα, διέσωσε καὶ τὴ γλώσσα μας. Τὸ
σημαντικότερο, μάλιστα, εἶναι ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔσωσε τὴ γλώσσα ὁλόκληρη,
σ' ὅλη τὴ διαχρονία της καὶ σὲ ὅλες τὶς μορφὲς τῆς κατανίκησε κάθε
δισταγμὸ καὶ ἀνταποκρίθηκε στὶς ἀπαιτήσεις τῶν καιρῶν μὲ τὴν ἀκόλουθη
σοφὴ λύση: Στὴν λατρεία διατηρήθηκε ἡ καθιερωμένη γλωσσικὴ μορφή, ποὺ
διακρατεῖ ἔτσι καὶ τὴ συνέχεια τῆς Πατερικῆς παραδόσεως. Στὸ κήρυγμα,
ὅμως, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ἐξαιρέσεις μερικῶν ἀπροσγείωτων ἐγωκεντρικῶν
ἀρχαιοπλήκτων, χρησιμοποίησε τὴ λαϊκὴ μορφὴ τῆς Ἑλληνικῆς. Ἔτσι
ἀναδείχθηκαν οἱ μεγάλοι λαϊκοὶ φωτιστὲς τοῦ Γένους ἀπὸ τὸν Μελέτιο Πῆγα
καὶ τὸν Ἠλία Μηνιάτη μέχρι τὸν Ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλὸ καὶ τοὺς ἄλλους
Κολλυβάδες.
Ἀπὸ
τὴν ἄλλη πλευρά, τὸ σύστημα Παιδείας ποὺ πρόσφερε ἡ Ἐκκλησία μέσα στὴ
δουλεία, ἀναπληρώνοντας τὸ τεράστιο κενὸ ποὺ ἄφηναν οἱ καταφεύγοντες στὴ
Δύση λογάδες τοῦ Γένους, ὅσο φτωχὸ καὶ ταπεινὸ καὶ ἂν ἦταν -τὰ γνωστὰ
κολλυβογράμματα- καὶ ὅσο καὶ ἂν κατηγορήθηκαν ἀπὸ τοὺς δυτικόπληκτους
διαφωτιστές, διατηροῦσαν μόνιμα τὴν ἐπαφὴ τῶν παιδιῶν μὲ τὴ γλώσσα τῶν
λειτουργικῶν βιβλίων, δίνοντας ἔτσι δυνατότητες γιὰ περαιτέρω
καλλιέργεια στὰ φωτεινὰ ἐκεῖνα πνεύματα ποῦ ἀναδείχθηκαν σὲ μεγάλους
Διδασκάλους καὶ Πνευματικούς του Γένους μας. Θὰ ἐπικαλεσθοῦμε ἕνα
παράδειγμα ἀπὸ τὰ πολλὰ ποὺ καταδεικνύει τὴ συμβολὴ τῆς Ἐκκλησίας στὴ
διάσωση τῆς γλώσσης μας: Πρόκειται γιὰ...
τὸν Κωνσταντῖνο
Οἰκονόμο (+1857), τὸν σοφότερο κληρικὸ τοῦ 19ου αἰώνα, πολυμαθῆ καὶ
πολύγλωσσο, ἀλλὰ καὶ ἀπαράμιλλο χειριστὴ τοῦ ἑλληνικοῦ λόγου.
Στὸν
χῶρο τῆς Ἐκκλησίας ἔμαθε καὶ ὁ Κ. Οἰκονόμος τὰ Ἑλληνικά του, χωρὶς αὐτὸ
νὰ τὸν ἐμποδίσει νὰ μάθει καὶ πολλὲς ἄλλες ξένες γλῶσσες. Ὅλες, ὅμως,
οἱ ἄλλες γλῶσσες τοῦ ἔμειναν «ξένες», γιατί διέσωζε μόνιμη τὴν ἐσωτερικὴ
-ὑπαρξιακή- του σχέση μὲ τὴ «μητρική» του Γλώσσα, τὴν Γλώσσα τοῦ Γένους
καὶ τῆς Ἐκκλησίας του. Νὰ γιατί πιστεύουμε ἀμετακίνητα ὅτι καὶ σήμερα
τὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα θὰ σώσει τὴν γλώσσα μας. Ὅπως αὐτὸ γίνεται ἤδη ἐπὶ
αἰῶνες στὸν χῶρο τῆς Διασπορᾶς μας. Ὅσο ὑπάρχει Ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστικὴ
λατρεία καὶ ἀκούγεται ὁ ἁγιογραφικὸς καὶ πατερικὸς λόγος, θὰ σώζεται καὶ
ὁ ἑλληνικὸς λόγος, γιὰ νὰ ἐπαληθεύεται ἐκεῖνο, ποὺ ἔχει προσφυέστατα
λεχθεῖ, ὅτι δὲν σώζεται ἡ Ὀρθοδοξία ἀπὸ τὸν Ἑλληνισμό, ἀλλὰ ὁ Ἑλληνισμὸς
σώζεται μέσα στὴν Ὀρθοδοξία.
Ὅλες,
λοιπόν, οἱ ἀπόπειρες ἐκσυγχρονισμοῦ τῆς λατρείας μας μὲ τὸν
μεταγλωττισμὸ τῶν κειμένων της, ἔστω καὶ ἂν προέρχονται ἀπὸ ἀγαθὴ
διάθεση, μποροῦν νὰ ἀποβοῦν καὶ ἐθνικὰ ἐπιζήμιες. Ἂς ἀφήσουμε, λοιπόν,
τὴ λατρεία μᾶς ἄθικτη. Γιὰ νὰ εἶναι τουλάχιστον ἕνας χῶρος ποὺ σώζει
ἀτόφια τὴν ἑλληνορθόδοξη συνέχειά μας».
Το αλίευσα ΕΔΩ orthodoxia-ellhnismos