Στάθη Σταυρόπουλου
Τὸ ἀξίωμα (καὶ ἡ ἀξίωση) γιὰ ἀσυνέχεια τῶν Ἑλλήνων ποὺ ἁλωνίζει τὰ τελευταῖα δέκα-δεκαπέντε χρόνια στὰ ἀκαδημαϊκὰ πράγματα, ἀλλὰ καὶ ἐπηρεάζει ὅλο ἐκεῖνο τὸ μέρος τοῦ πολιτικοῦ φάσματος ποὺ ἔχει ὡς κοινὸ παρονομαστὴ τὸν «ἐκσυγχρονισμὸ» καὶ τὶς «μεταρρυθμίσεις», εἶχε ἕναν πρόδρομο. Ἕναν (πτωχοπρόδρομο) «λαγό», ποὺ ρίχθηκε στὴν ἀγορὰ κι ἀπέτυχε οἰκτρά: τὴν «ἀσυνέχεια τῆς γλώσσας».
Οἱ κήνσορες τῶν δύο αὐτῶν «διακυβευμάτων» οὐδέποτε ἔκαναν διάλογο γιὰ δαῦτα! Ἁπλῶς τὰ ἀνακοίνωναν· κι ἔκτοτε τὰ ἐπαναλαμβάνουν· κατὰ κόρον. Λέγε-λέγε-λέγε, σὲ κάποιους ἐγκεφάλους θὰ πιάνουν τόπο.
Ὅμως στὸ θέμα τῆς γλώσσας σκόνταψαν – αἰδημόνως λοιπὸν ἀπέσυραν τὴν πολὺ φασαρία γιὰ τὴν ἀσυνέχειά της.
Τώρα ἐπιμένουν στὴν ἀσυνέχεια τοῦ Ἔθνους. Δὲν ἔχουν σκοντάψει ἀκόμα. Ἔχουν ἁπλῶς παραπατήσει, ἀλλὰ τὸ παλεύουν μὲ ὅλες τους τὶς δυνάμεις. Γιατί; Τὸ «διακύβευμα», ὅπως θὰ ἔλεγαν οἱ ἴδιοι, ἔχει ὕψιστη πολιτικὴ ἀξία. Ἀφορᾶ τὸ αἴσθημα τῆς κοινωνίας γιὰ τὸν ἑαυτόν της, τὸν αὐτοσεβασμὸ τῶν πολιτῶν καὶ τὴ λειτουργία τοῦ κράτους πλησιέστερα ἢ μακρύτερα ἀπ᾿ τὸ προτάγμα τῆς Ἐθνικῆς κυριαρχίας. Συνεπῶς θὰ ἐπιμείνουν.
Ἴσως μὲ τὸ βιβλίο τῆς ΣΤ’ Δημοτικοῦ ὁ κύκλος αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων νὰ ἔκανε τὸ μοιραῖο του σφάλμα. Ἴδωμεν.
Ἡ ἀκαδημαϊκή τους «ἀθωότης» πλέον ἀμφισβητεῖται.
Ἐπικαλοῦνται τὸν Διαφωτισμό, ὅμως τὸν σκυλεύουν.
Γιατί ἔχει τόση μεγάλη «ἀξία» αὐτὴ ἡ θεωρία τῆς ἀσυνέχειας τῶν Ἑλλήνων, τὴν ὁποίαν, εἰρήσθῳ ἐν παρόδῳ, προωθοῦν καὶ οἱ Τοῦρκοι στὴν ἐκπαίδευση καὶ τὶς ἔνοπλες δυνάμεις τους; (Κατ᾿ αὐτούς, ἡ «σημερινὴ Ἑλλάδα, ποὺ δὲν ἔχει καμμία σχέση μὲ τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες, ἔχει ἱδρυθεῖ τεχνητὰ στὰ 1830 στὸ πλαίσιο τῆς πολιτικῆς τῶν Μεγάλων Δυνάμεων τῆς ἐποχῆς πάνω στὴ Χερσόνησο τοῦ Μοριᾶ…»). Γιὰ δὲς κάτι συμπτώσεις! (Μὲ τὴν καλὴ ἔννοια τῆς λατρείας αἴφνης στὸν Διαφωτισμὸ ποὺ ἐπιδεικνύουν οἱ Τοῦρκοι).
Ἂν ἐξαιρέσουμε τοὺς Τούρκους στρατιωτικοὺς καὶ τὸ κεμαλικὸ καθεστὼς στὸ ἐκπαιδευτικὸ σύστημα τῆς γείτονος, θέμα ἀ-συνέχειας τῶν Ἑλλήνων (κάνοντας πολλοὺς ἀπὸ μᾶς «Τούρκους» μὲ τὴν εὔθυμη ἔννοια), ἔχουν θέσει μόνον οἱ καθ᾿ ἡμᾶς ἀναθεωρητὲς τῆς Ἱστορίας.
Χωρὶς ἔρευνα, χωρὶς στοιχεῖα, μὲ ἐπιλεκτικὲς ἀναφορὲς στὴ βιβλιογραφία κι ἀκόμα ἐπιλεκτικότερες ἑρμηνεῖες, εἰσηγοῦνται στὰ Ἑλληνικὰ γράμματα ἕνα θεώρημα ποὺ δὲν δύνανται νὰ ἀποδείξουν καὶ ταυτοχρόνως προσφέρουν σὲ ὁρισμένες πολιτικὲς δυνάμεις τὴν Ἱστορία ὡς προπαγάνδα στὸ ταψὶ προκειμένου νὰ νομιμοποιηθοῦν πολιτικὲς ἐπιλογὲς ἐπικίνδυνες γιὰ τὸν λαὸ καθώς, γιὰ νὰ ἐπιτευχθοῦν, προϋποθέτουν τὴν ἀποσύνδεση τῆς λαϊκῆς παράδοσης (καὶ τῆς ἰσχυρῆς ἀντιστασιακῆς συνέχειας ποὺ τὴ διατρέχει) ἀπὸ τὸ αἴσθημα τῆς Ἐθνικῆς ταυτότητας, δηλαδὴ τὴ συνεκτικὴ αἴσθηση τοῦ συνανήκειν (μὲ ὅλες τὶς ἀξιώσεις γιὰ αὐτεξούσιο ποὺ συνεπάγεται κάτι τέτοιο).
Τὸ μαγικὸ κλειδὶ ποὺ ξεκλειδώνει ἢ κλειδώνει πολιτικὲς συμπεριφορὲς ποὺ ἅπτονται τῶν ἀπαιτήσεων τοῦ λαοῦ γιὰ Ἐθνικὴ κυριαρχία, ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴν αὐτογνωσία τοῦ ἴδιου τοῦ λαοῦ· μὲ τὸ αἴσθημα αὐτοσεβασμοῦ καὶ ἀξιοπρέπειας, ὄχι μόνον στὴν αὔρα του, ἀλλὰ στὸν τρόπο του. Πολλοὶ ἄλλοι (λαοὶ) ποὺ δὲν διαθέτουν αὐτὴν τὴ συνέχεια τὴν ἐπινοοῦν ἢ τὴν κατασκευάζουν, «ἐμεῖς» τὴν ἀποδομοῦμε. Γιατί;
Ἡ συνέχεια ἐπιβάλλει χρέη, ὑποχρεώσεις – ὅποιος τὰ ἀντέχει. Αὐτοὶ ποὺ δὲν τὰ ἀντέχουν, γιατί θέλουν «νὰ κόψουν καὶ οἱ ἄλλες ἀλεποῦδες τὴν οὐρά τους;».
Μπορεῖ ὁρισμένοι ἀπ᾿ τοὺς ἀναθεωρητὲς τῆς Ἱστορίας νὰ δηλώνουν Μαρξιστὲς ἢ ἀριστεροὶ ἀλλά, γιὰ νὰ θυμηθοῦμε τὸν Μπρέχτ, δὲν ἐνδιαφέρει μόνον αὐτὸ ποὺ λένε, ἀλλὰ καὶ ὁ τρόπος ποὺ τὸ λένε.
Διαλέγονται μόνον μεταξύ τους. Στοὺς ἄλλους ἁπλῶς ἀνακοινώνουν. Ἀποφεύγουν τὸν ἀντίλογο διὰ ζώσης, ἐνῷ δὲν ἀποφεύγουν τὶς ὕβρεις, τὶς γενικεύσεις καὶ τὶς συκοφαντίες γιὰ τοὺς ἀντιπάλους τους.
Ἐπαναλαμβάνουν διαρκῶς τὰ ἴδια, ἀνεξαρτήτως ἂν στὸ μεταξὺ τὰ λεγόμενά τους ἔχουν ἀντικρουσθεῖ κι ἐκπέσει. Ὑπέρμαχοι τοῦ λέγε-λέγε-λέγε κάτι θὰ μείνει, ἐπιμένουν ἐνῷ, ὅταν ζοριστοῦν πολύ, καταφεύγουν στὴν ἐξουσία, κι ὅταν ζοριστοῦν περισσότερο στὶς (πανίσχυρες) παρέες τους στὰ ΜΜΕ.
Δὲν ξέρω πόσον ἀριστερὰ εἶναι ὅλα αὐτά, ἀλλὰ «ἀριστεροὶ» – ξαριστεροί, χρόνια τώρα, αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι συνδιαχειρίζονται μὲ τὴν ἐξουσία καὶ τὸν ἑκάστοτε Ὑπουργὸ Παιδείας τὴν ἐκπαιδευτικὴ ἀπορρύθμιση ἢ μᾶλλον Ἀντιμεταρρύθμιση.
Πότε μὲ τοὺς «ἐκσυγχρονιστές», πότε μὲ τοὺς «μεταρρυθμιστὲς», ἀλλὰ πάντα μέσα στὰ κονδύλια συγγραφῆς ἐκπαιδευτικῶν βιβλίων (ὅσο πιὸ συχνὰ γίνεται) δὲν παραλείπουν νὰ κατασκευάζουν ἕναν εὔκολο ἀντίπαλο -ἀλλὰ καὶ ἄλλοθι- (τὸ σκιάχτρο τοῦ ἐθνικισμοῦ) ὥστε νὰ τὸν κατατροπώνουν. Πρὸς τοῦτο, εὔκολα συκοφαντοῦν τὸν πατριωτισμὸ ποὺ ἀντιστέκεται ὡς ἐθνικισμὸ ποὺ ἐπιτίθεται! Ὡραῖοι! Ἀλλὰ ἕως ἐδῶ.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἀνάμεσα στοὺς ἀναθεωρητὲς τῆς Ἱστορίας καὶ τοὺς ἀντιλέγοντες ὑπάρχει μία διαχωριστικὴ γραμμή, τὴν ὁποίαν δὲν μποροῦμε νὰ παραβλέπουμε.
Οἱ ὑπέρμαχοι τῆς ἀσυνέχειας τῶν Ἑλλήνων ὑπῆρξαν ἐπίσης ὑπέρμαχοι τοῦ Σχεδίου Ἀνᾶν, ὑπὲρ τῶν βομβαρδισμῶν τῆς Σερβίας καί, οἱ πιὸ προχωρημένοι, ὑπὲρ τῆς εἰσβολῆς στὸ Ἰρὰκ καὶ στὸ Ἀφγανιστάν.
Εἶναι οἱ ἴδιοι ποὺ κατηγοροῦν γιὰ «ἀντιαμερικανισμὸ» τοὺς ἀντιϊμπεριαλιστὲς ἢ γιὰ ἀντισημιτισμὸ τοὺς ἐπικρίνοντες τὴ φασιστικὴ ἰσραηλινὴ πολιτική.
Εἶναι οἱ ἴδιοι ποὺ συκοφαντοῦν τοὺς ἐργαζόμενους πότε ὡς ὑψηλόμισθους (τραπεζικοὺς καὶ λιμενεργάτες), πότε ὡς θρασεῖς κι ἀπαιτητικοὺς (καθηγητές), πότε ὡς διεφθαρμένους καὶ ἄξιους τῆς τύχης τους (γεωργοὺς) καὶ πότε ὡς ὑποκινούμενους (φοιτητές).
Εἶναι οἱ ἐμβληματικοὶ παράγοντες αὐτοῦ τοῦ κυρίαρχου σήμερα «πολιτισμοῦ» τῶν μὴ-κυβερνητικῶν ὀργανώσεων (μὲ κάργα κυβερνητικὲς χρηματοδοτήσεις), τῶν ἀνεξάρτητων Ἀρχῶν (ποὺ διορίζει ἡ ἐξουσία) κι ἄλλων τέτοιων φαιδρῶν. Τὴ συνέχειά τους, μέσῳ τῆς ἀ-συνέχειάς μας, θέλουν νὰ ἐξασφαλίσουν οἱ ἄνθρωποι.
Τὸ βλέπω δύσκολο.
Μὲ τὰ καμώματά τους ξύπνησαν πολλούς!