Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2012

Κυριακή ΙΓ΄Λουκά, Λουκ. ιη΄ 18-27



Οι Πατέρες τής Εκκλησίας εκφράζοντας το γνήσιο χριστιανικό πνεύμα, δεν καταδικάζουν την ιδιοκτησία ως θεσμό, αλλά την κα­κή χρήση της.
Διακρίνουν τα αγαθά σε δύο κατηγορίες: στα ελεύθερα, αυτά που με αφθονία παρέχει ο Θεός σ' όλους τους ανθρώπους, διότι είναι απαραίτητα για τη ζωή. Ως ελεύθερα αγαθά χαρακτηρί­ζονται ο αέρας, το φως, το νερό. Η δεύτερη κατηγορία, στην οποία διαχωρίζονται τα αγαθά της γης, είναι τα οικονομικά, εκείνα που για να παραχθούν, χρειάζονται την ανθρώπινη συμβολή και που διακρίνουν τους ανθρώπους σε πλουσίους και πτωχούς.
Τα ελεύθερα αγαθά, όπως προα­ναφέρθηκε, είναι κοινά γιά όλους, ενώ τα οικονομικά αποτελούν ιδιο­κτησία κάποιας μερίδας ανθρώπων.
Ο άγιος Ιωάννης Ο Χρυσόστομος διαβλέπει την ρύθμιση αυτή ως μέτρο της σοφίας του Θεού, διότι χωρίς να βλάπτεται η επιβίωση του ανθρώπου μπορεί ελεύθερα να ασκηθεί η δικαιοσύνη. Και συ­νεχίζει τη σκέψη του ο ιερός πατήρ, παρατηρώντας ότι αν ήταν ιδιό­κτητα τα ελεύθερα αγαθά, υποκρύ­πτονταν ο κίνδυνος οι πλεονέκτες να τα εμπορευθούν και έτσι να κα­ταδικάσουν σε θάνατο αυτούς που δεν μπορούσαν να τα αποκτήσουν.
Αν πάλι, ήταν κοινά τα χρήματα για όλους, δεν θα υπήρχε περιθώριο ο άνθρωπος να εργαστεί για την αγάπη και τη δικαιοσύνη.
Ετσι διαβλέπουν οι Πατέρες της Εκκλησίας, και συγκεκριμένα οι Τρεις Ιεράρχες, ότι η ιδιοκτησία των οικονομικών αγαθών είναι θεσμός αποδεκτός, αλλά δέν συνδέεται με τη φύση του ανθρώπου ώστε η απώλειά της να τον αλλοτριώνει. Ο απανθρωπισμός και η αλλοτρίωσή του δεν συνδέονται με την ιδιοκτησία ή όχι των οικονομικών αγαθών αλλά με την αμαρτία.
Η ιδιοκτησία, για τους Πατέρες της Εκκλησίας, αποτελεί θεσμό, ο οποίος δόθηκε μεν απ' το Θεό, αλλά συμβατικά, διότι ήταν πολύ χρήσιμος για τον μεταπτωτικό άνθρωπο. Ήταν αποτέλεσμα και συνέπεια της επιθυμίας του. Ανατρέχουν οι Πατέρες στην παραδείσια κατάσταση του ανθρώπου, όπου δεν υπήρχαν ούτε διαιρέσεις, ούτε ανισότητα. Χαρακτηριστικά ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος σημειώνει: «...συ βλέπε την πρώτην ισονομίαν, μη την τελευταίαν διαίρεσιν...».
Ετσι η ιδιοκτησία αποτελεί αναγ­καίο θεσμό για τον αμαρτωλό άν­θρωπο ώστε να υπηρετεί την ενό­τητα του ανθρωπίνου γένους.

Μέσα στο σχέδιο της θείας σο­φίας είναι να υπάρχει πλήθος αναγκαστικών αλληλεξαρτήσεων για να υπάρξει εύρυθμη λειτουργία του κοινωνικού οργανισμού.
Η διάκριση της κοινωνίας σε πλούσι­ους και πτωχούς είναι, θα μπορού­σαμε να πούμε, απαραίτητη, για­τί δίδεται η δυνατότητα στους αν­θρώπους να ασκήσουν την ελευθε­ρία τους.
Δεν πρέπει ο πλούσιος να νομίζει ότι βρίσκεται σε πλεονε­κτικότερη θέση και ότι δεν έχει την ανάγκη των άλλων, ούτε ο φτωχός να νιώθει εξαρτημένος.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστο­μος παρατηρεί ότι δεν είναι δυνα­τή η επιβίωση των πλουσίων χωρίς τις υπηρεσίες των πτωχών ενώ η επιβίωση των πτωχών, γεωργών, αγροτών είναι εφικτή. Στο πλαί­σιο της σκέψεως του αγίου Ιεράρχου ανήκει και η υποθετική κατα­σκευή δύο πόλεων, όπου στη μία ζουν μόνο πλούσιοι και στην άλλη μόνο πτωχοί.
Ετσι η πόλη των πτωχών, γεωργών, αγροτών, μπορεί να επιβιώσει, ενώ η πόλη των πλουσίων, αν στερηθεί τις υπηρεσίες των πτωχών θα καταστραφεί.

 Παράλληλα η άνιση κατανομή του πλούτου και ο διαχωρισμός στις τάξεις πλουσίων και φτωχών είναι δοσμένη από το Θεό για να δοθεί η ευκαιρία στους μεν πρώτους να εκδηλώσουν τη φιλανθρωπία και τη χρηστότητά τους, στους δε πτωχούς να επιδιώξουν την καρτερία και την υπομονή, όπως παρατηρεί σχετικά ο Μέγας Βασίλειος.
Μέσα σ' αυτό το κλίμα των αλληλεξαρτήσεων μεταξύ των δύο τάξεων οι Πατέρες βλέπουν τους πλουσίους ως οικονόμους και διαχειριστές της περιουσίας, που τους έχει αναθέσει ο Θεός. Απόλυτος κύριος της γης είναι μόνο ο δημιουργός του, ο Θεός, η κυριότητα του ανθρώπου είναι κατ' ανάθεση.

Ο κάτοχος οποιασδήποτε περιουσίας την έχει λάβει απ' το Θεό, για να τη διαχειρίζεται για τη φροντίδα των προσωπικών του αναγκών χωρίς να παραβλάπτεται η επιβίωσή του, τα υπό­λοιπα δε αγαθά, όσα δηλαδή ξεπερνούν τα όρια της αυτάρκειας, να τα διαθέτει υπέρ των ενδεών.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστο­μος θέλοντας να τονίσει ότι οι πλούσιοι επιτελούν κοινωνικό λειτούργημα, αναφέρει ότι όσα έχει κάποιος υπό την κατοχή του, είναι όλα δοσμένα απ' το Θεό, ενώ χαρακτηρίζει τις φράσεις «εμόν» και «σόν» ως λέξεις μικρής σημασίας. Αλλού σημειώνει χαρακτηριστικά «εάν τις δώση σοι παρακαταθήκην, μη δύναμαί σε καλέσαι πλούσιον; Ουχί. Διατί; Αλλότρια γαρ κέκτησαι. Τούτο γαρ παρακατα­θήκη εστίν».
 Η κτήση πλούτου πέρα απ' τα όρια της αυτάρκειας είναι ηθικά αθέμιτη.
Ο Μέγας Βασίλειος αναφέρει χαρακτηριστικά ότι, αν ο καθένας χρησιμοποιούσε τον πλούτο για τις ανάγκες του, το δε υπόλοιπο αυτού, το περιττό, μετέδιδε στους δεομένους, κανένας δε θα ήταν ούτε πλούσιος ούτε πτωχός. Ο ίδιος πατήρ, για να διδάξει το ποίμνιό του αλλά και τους Χριστιανούς κάθε εποχής, λαμβάνει επιχειρήματα απ' την ιστορία των αρχαίων Ελλήνων αναφέροντας ότι αυτοί είχαν κοινή τράπεζα και κοινά συσσίτια βάσει νόμου τής πολιτείας.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος συνιστά να μην θησαυρίζουμε και να φυλάττουμε τα αγαθά, ενώ άλλοι υποφέρουν απ' την πείνα. Αναφέρει χαρακτηριστικά: «Συ τοίνυν, δούλε Χριστού, μη πάθης μηδέν αγενές... μη παραδράμης τον αδελφόν σον, σον εστί μέλος και εν τη συμφορά κάμπτεται. Σοι εγκαταλέλειπται ο πτωχός». Ως δείγμα της σωστής χρήσεως του πλούτου οι Πατέρες συνιστούν την αυτάρκεια, την οποία επιβάλλει η καινή εντολή της αγάπης.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρει ότι αυτός που αγαπά τον πλησίον του όπως τον εαυτό του δεν θα έχει υπό την κατοχή του τίποτε περισσότερο από εκείνον.
Κατά τον Μέγα Βασίλειο, η α­γάπη είναι έμφυτη δύναμη και θεμελιώδης λειτουργία του ανθρώ­που. Η εφαρμογή αυτής στην χρή­ση του πλούτου εξισορροπεί τις κοινωνικές ομάδες και κάνει τους πλούσιους καλούς διαχειριστές των αγαθών του Θεού. Αναφε­ρόμενος ο άγιος Ιωάννης ο Χρυ­σόστομος στην πρώτη χριστιανι­κή κοινότητα των Ιεροσολύμων, όπου επικρατούσε η κοινοχρησία των αγαθών, αποτέλεσμα της αγά­πης που υπήρχε μεταξύ τους, πα­ρατηρεί χαρακτηριστικά: «Ειπέ δέ μοι, η αγάπη την κοινοκτημο­σύνη έτεκεν ή η κοινοκτημοσύνη την αγάπην; Εμοί δοκεί η αγάπη την ακτημοσύνην».
Οι Πατέρες της Εκκλησίας κα­τακρίνουν τους πλουσίους εκεί­νους που κάνουν κακή χρήση του πλούτου και δείχνουν αδιαφορία για τη δυστυχία των άλλων. Ο Κλήμης Αλεξανδρεύς, ξεκινώ­ντας απ' την άποψη ότι τα υλικά αγαθά δημιουργήθηκαν απ' το Θεό για χρήση όλων των ανθρώπων, στηρίζεται στο αρχαίο γνωμικό «κοινά τα των φίλων» και παρατηρεί ότι, εφόσον είναι κοινά όλα για τους φίλους και ο άνθρωπος είναι θεοφιλής, τότε «γίνεται δη ουν τα πάντα του Θεού και των ανθρώπων». Σε άλλο σημείο παρατηρεί ότι ο αληθινά πλούσιος δεν είναι «ο έχων και φυλάττων» αλλά αυτός που μεταδίδει στους ενδεείς. Αυτή η μετάδοση είναι που χαρακτηρίζει την μακαριότητα και την ευτυχία του ανθρώπου.
 Ο Μέγας Βασίλειος επικρίνει δριμύτατα την φιλοχρηματία των πλουσίων και καυτηριάζει εκείνους που αδιαφορούν για τη δυστυχία των άλλων, χαρακτηρίζοντας λωποδύτη εκείνον, που ενώ μπορεί να ενδύσει τον γυμνό, δεν το κάνει. Ενώ σε άλλο σημείο παρατηρεί ότι στον πεινασμένο, το γυμνό και τον ανυπόδητο ανήκουν ο άρτος, το ένδυμα και τα υποδήματα, τα οποία φυλάττονται απ' τον πλούσιο και «κατασήπονται εις τας αποθήκας».
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος χαρακτηρίζει την υπέρμετρη μέ­ριμνα και προσκόλληση στον πλούτο ως βλακεία και παρατηρεί ότι ο Θεός δεν έδωσε περισσότερα υλικά αγαθά για να σπαταλώνται σε μέθη και πολυτέλεια, αλλά για να διανέμονται στους δεομένους. Χαρακτηρίζει ο ιερός πατήρ ως αρπαγή και πλεονεξία να μη δια­νέμονται στους άλλους τα αγαθά που περισσεύουν.
Ετσι οι Πατέρες, μέσω της δι­δασκαλίας τους, δεν έχουν σκοπό να ανατρέψουν την υπάρχουσα κατάσταση, όπως αυτή νοείται στο πλαίσιο ταξικών αγώνων, αλλά μέσω της καλλιέργειας της αγά­πης να εξισορροπήσουν τις αντι­θέσεις, ώστε ούτε πλούσιος να υπάρχει ούτε φτωχός.

Πηγή: Θεοδρομία Μαρτ. 2008


Το αλίευσα ΕΔΩ
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Οι αναρτήσεις στο ¨Παζλ Ενημέρωσης¨

Παζλ Ενημέρωσης