Άρθρο της ΑΝΝΑΣ ΔΟΛΛΑΡΗ
(Αναδημοσίευση από το περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ: http://m-epikaira.gr/2010/06/)
Από την αρχαιότητα, η Παιδεία στη χώρα μας ήταν το λίκνο του πολιτισμού και η κορωνίδα του ελληνισμού. Ύψιστος στόχος της η πνευματική αλλά και συναισθηματική ολοκλήρωση του ανθρώπου. Τον τελευταίο αιώνα όμως, και κυρίως στη μεταπολιτευτική περίοδο, η Παιδεία στη χώρα μας υποβάλλεται σε αλλεπάλληλες «εκπτώσεις», μοιάζοντας με χάρτινο πύργο που καταρρέει με το πρώτο φύσημα ή με τις πρώτες εξωγενείς «επιδράσεις», που πολύ συχνά περνούν αβίαστα στην πνευματική μας κληρονομιά.
Ο πανεπιστημιακός και διανοούμενος Κώστας Ζουράρις προχωρά ακόμα περισσότερο, εστιάζοντας στους κινδύνους αυτής της «εθνικής μειοδοσίας». «Ο ουσιαστικός κίνδυνος είναι η αποβλάκωση, η οποία είναι συνώνυμο της προδοσίας. Η βλακεία είναι συνώνυμο και ταυτόσημο της εθνικής μειοδοσίας και της διαλύσεως κάθε κοινωνικού ιστού και της κοινωνικής συμμετοχής οποιασδήποτε συσσωματώσεως. Δεν λέω έθνος συγκεκριμένα, συσσωμάτωση είναι και ένα σωματείο ή η Κρήτη, η Κύπρος, ό,τι είναι αποσυνθετικόν των συσσωματώσεων, το οποίο οφείλεται στην επιβολή άνωθεν».
Μια άλλη άποψη θέλει την ελληνικότητα υπό διωγμό, ο οποίος ξεκινά μέσα από τον αφελληνισμό της ίδιας της Παιδείας μας. Αυτό είναι κάτι που έγινε σταδιακά, μέσα από αλλεπάλληλες ζυμώσεις, που είχαν ως αποτέλεσμα την παρεξήγηση οτιδήποτε ελληνικού, όπως σχολιάζει στα «Επίκαιρα» και ο ακαδημαϊκός Γιώργος Μπαμπινιώτης. «Ο ελληνικός πολιτισμός και η ελληνική Παιδεία στη χώρα μας είναι υποτιμημένες αξίες! Κάποια στιγμή –από ακατανόητη και αδικαιολόγητη παρεξήγηση– το να μιλάς για ελληνικότητα, ελληνισμό, ελληνική παράδοση κ.λπ. θεωρήθηκε εθνικισμός, πατριδολαγνεία, προγονολατρία κ.τ.ό. Έφτασε να θεωρείται κανείς υπερσυντηρητικός, δεξιός, εχθρός της προόδου κ.λπ., αν υποστήριζε την ανάγκη συστηματικής διδασκαλίας της διαχρονίας της γλώσσας μας στο σχολείο, τη διδασκαλία του αρχαίου λόγου και την άμεση επαφή των μαθητών με το κείμενο, με ό,τι ο Σεφέρης αποκαλούσε τα “παλαιότερα Ελληνικά μας”».
Αυτή η στάση, όπως εξηγεί ο κ. Μπαμπινιώτης, ακόμη κι όταν ξεκινούσε καλοπροαίρετα ως αντίδραση σε ακραίες θέσεις που είχαν υπάρξει στο παρελθόν, σε ξεπερασμένες μεθόδους διδασκαλίας και σε αντιλήψεις υπερπροβολής της ελληνικής αρχαιότητας εις βάρος του Νέου Ελληνισμού, οδήγησε στο άλλο άκρο: σε παραμέληση της επαφής με τη διαχρονία του Ελληνισμού και σε υπονόμευση της συνέχειας που διακρίνει ιστορικά και πολιτισμικά τον ελληνισμό, με αδιάψευστη μαρτυρία τη γλώσσα μας. «Έτσι καλλιεργήθηκε μια, σε μεγάλη έκταση, τεχνητή ιδεολογική σύγκρουση ανάμεσα στο Νέο Ελληνισμό και στις παλαιότερες μορφές του ελληνικού πολιτισμού (αρχαιότητα και Βυζάντιο), τεχνητή γιατί στην πραγματικότητα ούτε οι μεν ούτε οι δε απέρριπταν ό,τι προηγήθηκε ή ό,τι ακολούθησε, απλώς το υπέτασσαν ή το υποβάθμιζαν», συμπληρώνει ο καθηγητής γλωσσολογίας.
«Η εισαγωγή δεύτερης γλώσσας σε τόσο πρόωρη φάση δείχνει απλώς συνοικιακό σύμπλεγμα μειονεξίας. Συνοικιακές γκόμενες πιστεύουν ότι οι δεύτερη γλώσσα είναι άνοδος», λέει στα «Επίκαιρα» με το γνωστό καυστικό του ύφος ο Κώστας Ζουράρις. «Κι αυτό το λέω μετά από 23 χρόνια διδακτικής εμπειρίας στη Γαλλία. Η πρώτη μου γλώσσα ήταν τα γαλλικά μαζί με τα ελληνικά, διότι ήμουν κακομαθημένος! Έχω γελάσει πολλές φορές στα γαλλικά. Έχω την εντύπωση ότι μία ή δυο φορές έχω κλάψει κατευθείαν στα ελληνικά. Η γλώσσα στην οποία κλαίει κανείς είναι και η πρώτη του γλώσσα».
Η διείσδυση μιας ακόμη γλώσσας στο πλάι της ελληνικής σε επίσημο επίπεδο συνιστά απειλή για την ίδια την ύπαρξη της γλώσσας μας. Πίσω από την «αναβάθμιση» και το «μπόλιασμα» από νωρίς των Ελληνόπουλων με μια διαδεδομένη γλώσσα όπως η αγγλική, κρύβονται κίνδυνοι ακόμα και απώλειας της εθνικής ταυτότητας. Ο Σαράντος Καργάκος κάνει λόγο για «αγγλικό ιμπεριαλισμό», ενώ συμπληρώνει τον κατάλογο με τις απειλές για την ελληνική γλώσσα. «Πρώτα είναι ο αγγλικός ιμπεριαλισμός. Δεύτερον, μεγάλη απειλή είναι η ευτέλεια της τηλοψίας, όπως είναι το σωστό να λέμε, και όχι τηλεόραση. Τρίτον, είναι το χαμηλό επίπεδο των εντύπων που περνάνε στα χέρια της νεολαίας. Τέταρτον, η γλωσσική κάθοδος των εφημερίδων. Πέμπτον, η πτώση του γλωσσικού “αιματοκρίτη” της σύγχρονης λογοτεχνίας, όπου και αυτή είναι περιορισμένη γλωσσικά. Και σε όλα αυτά φταίει η κατάργηση του πολυτονικού συστήματος, κάτι που δεν υπολόγισαν όσοι έκαναν μεταρρυθμίσεις. Αυτά τα πράγματα δείχνουν πως έχουμε υψώσει ήδη ένα Σινικό Τείχος στο προ του 1976 παρελθόν και στο μετά το 1976. Διερωτώμαι: ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, που έκανε αυτή τη μεταρρύθμιση, θα μπορούσε να φανταστεί ποτέ ότι ένα παιδί σήμερα δεν θα μπορούσε να καταλάβει τις ομιλίες του;»
Πώς να είναι αλλιώς, όταν στα βιβλία που διδάσκονται στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο και διαμορφώνουν συνειδήσεις, θα επανασυμπεριληφθεί το βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ’ Δημοτικού της Ρεπούση, με τις ευλογίες της κυρίας Διαμαντοπούλου. Στο βιβλίο αυτό λοιπόν, η σφαγή των Ελλήνων από Τούρκους στο λιμάνι της Σμύρνης παρουσιαζόταν ως μια απλή μετακίνηση των Ελλήνων. Το σημερινό βιβλίο Ιστορίας της Γ’ Γυμνασίου κάνει μία σύντομη εξασέλιδη αναφορά στην Επανάσταση του 1821 που σημάδεψε τη ρότα της Νεοελληνικής Ιστορίας αλλά και της Παγκόσμιας, ενώ αφιερώνει πάνω από 20 σελίδες στο οικονομικό κραχ της Αμερικής του 1929. Εκπαιδευτικοί κύκλοι κάνουν λόγο για Αμερικανούς συγγραφείς που συμμετέχουν στη γραφή της ελληνικής ιστορίας, επιβεβαιώνοντας τους φόβους πολλών για ενδεχόμενη εθνική μειοδοσία και έμμεση παράδοση της χώρας σε ξένα χέρια. Όπως είχε πει ο Χένρι Κίσινγκερ, «εάν θέλεις να σβήσεις μία χώρα από το χάρτη, ακρωτηριάζεις τη γλώσσα και τον πολιτισμό της». Και πόσο ευκολότερα επιτυγχάνεται κάτι τέτοιο, όταν αυτή η χώρα αιμορραγεί οικονομικά αλλά πρωτίστως πνευματικά…
«Όταν βγήκε εκείνο το επονείδιστο βιβλίο, το άθλιο, κουρελούργημα της Ρεπούση πριν από τρία χρόνια, ήταν εντελώς κατευθυνόμενο για τη συμφιλίωση των λαών», σημειώνει ο κ. Ζουράρις και θέτει ένα παράδειγμα προς ενημέρωση όσων πιστεύουν ότι με την παραποίηση της ιστορίας επιτυγχάνεται η προσέγγιση των λαών. «Όταν κάποτε μια μεραρχία των SS πέρασε στην υποχώρηση και έσφαξε 600 Γάλλους κατοίκους, οι Γάλλοι υποχρέωσαν τον πρόεδρο της Γερμανίας να έρθει εκεί, στο μνημείο, και να ζητήσει γονατιστός συγνώμη, και κάθε χρόνο έρχεται κάποιος υπουργός ή και ο πρωθυπουργός της Γερμανίας και παρίσταται στη γιορτή. Οι Γάλλοι δεν κατήργησαν την τελετή και οι Γερμανοί δεν ζήτησαν τη λήθη του γεγονότος. Η συμφιλίωση δεν σημαίνει λήθη, διότι δεν συμφιλιώνεσαι διά του ψέματος. Και αυτά τα εκπαιδευτικά βλακόμετρα, εδώ, νομίζουν ότι διά της παραποιήσεως, της πλαστογραφήσεως και της αποσιωπήσεως, δηλαδή του διασυλλογικού ψεύδους, θα συμφιλιωθούν με τους Τούρκους».
Για να επέλθει ο πλήρης έλεγχος ενός κράτους, ξεκινά το «πριόνισμα» του βασικού κορμού του: Της εθνικής υπόστασης και ταυτότητας, της κουλτούρας και βέβαια της γλώσσας. «Βεβαίως και αυτό συμβαίνει. Έχουμε ένα μεγάλο βάθρο αντιστάσεως στην ιστορία μας, επειδή είμαστε “Κινέζοι”, ως πρωτογενής πολιτισμός, με μία ασήμαντη διαφορά για “αριστοκράτες” όπως εμείς: Οι Κινέζοι είναι ένα 1,3 δισεκατομμύρια και εμείς μια κουτσουλιά. Αυτό ουδέποτε απασχολεί έναν “αριστοκράτη”, όπως είμαστε εμείς. Βεβαίως θέλουν να το σπάσουν κατά το μοντέλο Βελγίου, Ουαλών και Φλαμανδών, η Δυτική Θράκη τώρα με το τουρκικό προξενείο και τους γηγενείς βουλευτές μας εκεί, οι οποίοι γλείφουνε για να εκλεγούνε και μοιράζει τα ψιχουλάκια των επηρεαζόμενων από το τουρκικό προξενείο, τα μοιράζει εις τέρψιν των δύο μεγάλων κομμάτων εξουσίας».
Σε σχετική ερώτηση της κυρίας Βόζεμπεργκ, η υπουργός Παιδείας απάντησε από το βήμα της Βουλής: «Η πολιτική μας θα μπορούσε να συνοψιστεί στο δόγμα ότι δεν πρέπει ούτε ένα Ελληνόπουλο, σε κανένα σημείο του πλανήτη, τη στιγμή που θέλει να μάθει ελληνικά, να μην έχει τη δυνατότητα να μάθει. Γι’ αυτό και το θέμα της γλώσσας είναι το κεντρικό στοιχείο γύρω από το οποίο οργανώνεται αυτή η πολιτική». Σε ό,τι αφορά στο «ψαλίδι» των καθηγητών της ομογένειας, η κυρία Διαμαντόπουλου παραθέτει τα στοιχεία που κάνουν λόγο για υπεράριθμους εκπαιδευτικούς στο εξωτερικό. « Το 2004 ήταν 1.650 εκπαιδευτικοί ανά τον κόσμο. Το 2008 ήταν 1.965, το 2009 έγιναν 2.400 εκπαιδευτικοί. Δηλαδή, σε ένα χρόνο, 2008-2009, αυξήθηκαν κατά 20% οι αποσπασμένοι εκπαιδευτικοί ανά τον κόσμο. Υπάρχει σχολείο στην Αφρική με 8 μαθητές και 8 καθηγητές. Στο Αμβούργο έχουμε 10 μαθητές και 10 καθηγητές. Να σας πω ότι στην Κολονία έχουμε 16 μαθητές και 14 καθηγητές».
Πώς αντιμετωπίζει το πρόβλημα στη ρίζα του το ελληνικό κράτος; Η ειδική γραμματέας Εκπαιδευτικών Θεμάτων του υπουργείου Παιδείας αποφάσισε την εισαγωγή της τουρκικής γλώσσας στα νηπιαγωγεία, «καθ’ υπόδειξη» του τουρκικού προξενείου…
(Αναδημοσίευση από το περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ: http://m-epikaira.gr/2010/06/)
«Η παιδεία, καθάπερ ευδαίμων χώρα, πάντα τ’ αγαθά φέρει» (Σωκράτης)
Ο εθνικός χαρακτήρας της ελληνικής Παιδείας είναι για ακόμα μια φορά στο στόχαστρο. Κάποιοι βλέπουν πίσω από την απάλειψη του όρου «εθνική» στο υπουργείο Παιδείας, πρώτο «μέτρο» της κυρίας Διαμαντοπούλου όταν ανέλαβε, μια συντονισμένη προσπάθεια απεθνικοποίησης της Παιδείας μας, που συμπεριλαμβάνει αλλοίωση της ελληνικής, επισημοποίηση των αγγλικών ως δεύτερης επίσημης γλώσσας, επαναφορά βιβλίων που θυμίζουν περισσότερο αμερικανική σαπουνόπερα παρά καταγραφή ιστορικών γεγονότων και συρρίκνωση της εκπαιδευτικής κοινότητας εντός κι εκτός συνόρων.Από την αρχαιότητα, η Παιδεία στη χώρα μας ήταν το λίκνο του πολιτισμού και η κορωνίδα του ελληνισμού. Ύψιστος στόχος της η πνευματική αλλά και συναισθηματική ολοκλήρωση του ανθρώπου. Τον τελευταίο αιώνα όμως, και κυρίως στη μεταπολιτευτική περίοδο, η Παιδεία στη χώρα μας υποβάλλεται σε αλλεπάλληλες «εκπτώσεις», μοιάζοντας με χάρτινο πύργο που καταρρέει με το πρώτο φύσημα ή με τις πρώτες εξωγενείς «επιδράσεις», που πολύ συχνά περνούν αβίαστα στην πνευματική μας κληρονομιά.
Τι «κρύβει» η κατάργηση της «Εθνικής Παιδείας»
Από την ημέρα που η υπουργός Παιδείας κυρία Άννα Διαμαντοπούλου ανακοίνωσε την κατάργηση του επιθετικού προσδιορισμού «Εθνική» στον τίτλο της, δεν ήταν λίγοι αυτοί που απέκτησαν εθνικές ανησυχίες και άρχισαν να αναρωτιούνται για ποιο λόγο κάθε τρεις και λίγο το έθνος μας «πετσοκόβεται» και σιγά σιγά μπαίνει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Ο φιλόλογος, ιστορικός και συγγραφέας Σαράντος Καργάκος βλέπει πίσω από αυτές τις κινήσεις ισχυρούς κύκλους που επωφελούνται από την πνευματική αποδυνάμωση των Ελλήνων. «Υπάρχουν εξωελληνικά και ενδοελληνικά συμφέροντα. Βασικός στόχος είναι να ενταχθεί η νεολαία σε έναν παγκόσμιο “πολτό”, από όπου θα εκλείπει η κριτική και δημιουργική σκέψη. Οι πιο κερδισμένοι από όλο αυτό είναι οι οικονομικά ισχυροί σε κάθε γωνιά της Γης».Ο πανεπιστημιακός και διανοούμενος Κώστας Ζουράρις προχωρά ακόμα περισσότερο, εστιάζοντας στους κινδύνους αυτής της «εθνικής μειοδοσίας». «Ο ουσιαστικός κίνδυνος είναι η αποβλάκωση, η οποία είναι συνώνυμο της προδοσίας. Η βλακεία είναι συνώνυμο και ταυτόσημο της εθνικής μειοδοσίας και της διαλύσεως κάθε κοινωνικού ιστού και της κοινωνικής συμμετοχής οποιασδήποτε συσσωματώσεως. Δεν λέω έθνος συγκεκριμένα, συσσωμάτωση είναι και ένα σωματείο ή η Κρήτη, η Κύπρος, ό,τι είναι αποσυνθετικόν των συσσωματώσεων, το οποίο οφείλεται στην επιβολή άνωθεν».
Μια άλλη άποψη θέλει την ελληνικότητα υπό διωγμό, ο οποίος ξεκινά μέσα από τον αφελληνισμό της ίδιας της Παιδείας μας. Αυτό είναι κάτι που έγινε σταδιακά, μέσα από αλλεπάλληλες ζυμώσεις, που είχαν ως αποτέλεσμα την παρεξήγηση οτιδήποτε ελληνικού, όπως σχολιάζει στα «Επίκαιρα» και ο ακαδημαϊκός Γιώργος Μπαμπινιώτης. «Ο ελληνικός πολιτισμός και η ελληνική Παιδεία στη χώρα μας είναι υποτιμημένες αξίες! Κάποια στιγμή –από ακατανόητη και αδικαιολόγητη παρεξήγηση– το να μιλάς για ελληνικότητα, ελληνισμό, ελληνική παράδοση κ.λπ. θεωρήθηκε εθνικισμός, πατριδολαγνεία, προγονολατρία κ.τ.ό. Έφτασε να θεωρείται κανείς υπερσυντηρητικός, δεξιός, εχθρός της προόδου κ.λπ., αν υποστήριζε την ανάγκη συστηματικής διδασκαλίας της διαχρονίας της γλώσσας μας στο σχολείο, τη διδασκαλία του αρχαίου λόγου και την άμεση επαφή των μαθητών με το κείμενο, με ό,τι ο Σεφέρης αποκαλούσε τα “παλαιότερα Ελληνικά μας”».
Αυτή η στάση, όπως εξηγεί ο κ. Μπαμπινιώτης, ακόμη κι όταν ξεκινούσε καλοπροαίρετα ως αντίδραση σε ακραίες θέσεις που είχαν υπάρξει στο παρελθόν, σε ξεπερασμένες μεθόδους διδασκαλίας και σε αντιλήψεις υπερπροβολής της ελληνικής αρχαιότητας εις βάρος του Νέου Ελληνισμού, οδήγησε στο άλλο άκρο: σε παραμέληση της επαφής με τη διαχρονία του Ελληνισμού και σε υπονόμευση της συνέχειας που διακρίνει ιστορικά και πολιτισμικά τον ελληνισμό, με αδιάψευστη μαρτυρία τη γλώσσα μας. «Έτσι καλλιεργήθηκε μια, σε μεγάλη έκταση, τεχνητή ιδεολογική σύγκρουση ανάμεσα στο Νέο Ελληνισμό και στις παλαιότερες μορφές του ελληνικού πολιτισμού (αρχαιότητα και Βυζάντιο), τεχνητή γιατί στην πραγματικότητα ούτε οι μεν ούτε οι δε απέρριπταν ό,τι προηγήθηκε ή ό,τι ακολούθησε, απλώς το υπέτασσαν ή το υποβάθμιζαν», συμπληρώνει ο καθηγητής γλωσσολογίας.
«Αναβάθμιση» των αγγλικών
Οι σεισμικές δονήσεις στην εθνική συνείδηση πολλών Ελλήνων συνεχίστηκαν με την επιμονή της κυρίας Διαμαντοπούλου να γίνουν τα αγγλικά δεύτερη επίσημη γλώσσα στην Ελλάδα, σκέψη που είχε από το 2001. Τα σενάρια για πολτοποίηση της ελληνικής γλώσσας, συνείδησης και κουλτούρας πήραν φωτιά, ενώ ποικίλες ήταν και οι αντιδράσεις ιστορικών και φιλόλογων που συνέδεσαν αυτή τη «χαλαρότητα» με την προγενέστερη κατάργηση της αρχαιοελληνικής γλώσσας από τα σχολεία αλλά και του πολυτονικού συστήματος.«Η εισαγωγή δεύτερης γλώσσας σε τόσο πρόωρη φάση δείχνει απλώς συνοικιακό σύμπλεγμα μειονεξίας. Συνοικιακές γκόμενες πιστεύουν ότι οι δεύτερη γλώσσα είναι άνοδος», λέει στα «Επίκαιρα» με το γνωστό καυστικό του ύφος ο Κώστας Ζουράρις. «Κι αυτό το λέω μετά από 23 χρόνια διδακτικής εμπειρίας στη Γαλλία. Η πρώτη μου γλώσσα ήταν τα γαλλικά μαζί με τα ελληνικά, διότι ήμουν κακομαθημένος! Έχω γελάσει πολλές φορές στα γαλλικά. Έχω την εντύπωση ότι μία ή δυο φορές έχω κλάψει κατευθείαν στα ελληνικά. Η γλώσσα στην οποία κλαίει κανείς είναι και η πρώτη του γλώσσα».
Η διείσδυση μιας ακόμη γλώσσας στο πλάι της ελληνικής σε επίσημο επίπεδο συνιστά απειλή για την ίδια την ύπαρξη της γλώσσας μας. Πίσω από την «αναβάθμιση» και το «μπόλιασμα» από νωρίς των Ελληνόπουλων με μια διαδεδομένη γλώσσα όπως η αγγλική, κρύβονται κίνδυνοι ακόμα και απώλειας της εθνικής ταυτότητας. Ο Σαράντος Καργάκος κάνει λόγο για «αγγλικό ιμπεριαλισμό», ενώ συμπληρώνει τον κατάλογο με τις απειλές για την ελληνική γλώσσα. «Πρώτα είναι ο αγγλικός ιμπεριαλισμός. Δεύτερον, μεγάλη απειλή είναι η ευτέλεια της τηλοψίας, όπως είναι το σωστό να λέμε, και όχι τηλεόραση. Τρίτον, είναι το χαμηλό επίπεδο των εντύπων που περνάνε στα χέρια της νεολαίας. Τέταρτον, η γλωσσική κάθοδος των εφημερίδων. Πέμπτον, η πτώση του γλωσσικού “αιματοκρίτη” της σύγχρονης λογοτεχνίας, όπου και αυτή είναι περιορισμένη γλωσσικά. Και σε όλα αυτά φταίει η κατάργηση του πολυτονικού συστήματος, κάτι που δεν υπολόγισαν όσοι έκαναν μεταρρυθμίσεις. Αυτά τα πράγματα δείχνουν πως έχουμε υψώσει ήδη ένα Σινικό Τείχος στο προ του 1976 παρελθόν και στο μετά το 1976. Διερωτώμαι: ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, που έκανε αυτή τη μεταρρύθμιση, θα μπορούσε να φανταστεί ποτέ ότι ένα παιδί σήμερα δεν θα μπορούσε να καταλάβει τις ομιλίες του;»
Όταν οι σφαγές γίνονται… μετακινήσεις
Ο κ. Καργάκος εντόπισε παρακμή στην «καθημερινή λογοτεχνία», όπως είναι οι εφημερίδες και ο Τύπος γενικότερα, αλλά και πτώση του «γλωσσικού αιματοκρίτη» αυτής καθεαυτής της λογοτεχνίας.Πώς να είναι αλλιώς, όταν στα βιβλία που διδάσκονται στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο και διαμορφώνουν συνειδήσεις, θα επανασυμπεριληφθεί το βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ’ Δημοτικού της Ρεπούση, με τις ευλογίες της κυρίας Διαμαντοπούλου. Στο βιβλίο αυτό λοιπόν, η σφαγή των Ελλήνων από Τούρκους στο λιμάνι της Σμύρνης παρουσιαζόταν ως μια απλή μετακίνηση των Ελλήνων. Το σημερινό βιβλίο Ιστορίας της Γ’ Γυμνασίου κάνει μία σύντομη εξασέλιδη αναφορά στην Επανάσταση του 1821 που σημάδεψε τη ρότα της Νεοελληνικής Ιστορίας αλλά και της Παγκόσμιας, ενώ αφιερώνει πάνω από 20 σελίδες στο οικονομικό κραχ της Αμερικής του 1929. Εκπαιδευτικοί κύκλοι κάνουν λόγο για Αμερικανούς συγγραφείς που συμμετέχουν στη γραφή της ελληνικής ιστορίας, επιβεβαιώνοντας τους φόβους πολλών για ενδεχόμενη εθνική μειοδοσία και έμμεση παράδοση της χώρας σε ξένα χέρια. Όπως είχε πει ο Χένρι Κίσινγκερ, «εάν θέλεις να σβήσεις μία χώρα από το χάρτη, ακρωτηριάζεις τη γλώσσα και τον πολιτισμό της». Και πόσο ευκολότερα επιτυγχάνεται κάτι τέτοιο, όταν αυτή η χώρα αιμορραγεί οικονομικά αλλά πρωτίστως πνευματικά…
«Όταν βγήκε εκείνο το επονείδιστο βιβλίο, το άθλιο, κουρελούργημα της Ρεπούση πριν από τρία χρόνια, ήταν εντελώς κατευθυνόμενο για τη συμφιλίωση των λαών», σημειώνει ο κ. Ζουράρις και θέτει ένα παράδειγμα προς ενημέρωση όσων πιστεύουν ότι με την παραποίηση της ιστορίας επιτυγχάνεται η προσέγγιση των λαών. «Όταν κάποτε μια μεραρχία των SS πέρασε στην υποχώρηση και έσφαξε 600 Γάλλους κατοίκους, οι Γάλλοι υποχρέωσαν τον πρόεδρο της Γερμανίας να έρθει εκεί, στο μνημείο, και να ζητήσει γονατιστός συγνώμη, και κάθε χρόνο έρχεται κάποιος υπουργός ή και ο πρωθυπουργός της Γερμανίας και παρίσταται στη γιορτή. Οι Γάλλοι δεν κατήργησαν την τελετή και οι Γερμανοί δεν ζήτησαν τη λήθη του γεγονότος. Η συμφιλίωση δεν σημαίνει λήθη, διότι δεν συμφιλιώνεσαι διά του ψέματος. Και αυτά τα εκπαιδευτικά βλακόμετρα, εδώ, νομίζουν ότι διά της παραποιήσεως, της πλαστογραφήσεως και της αποσιωπήσεως, δηλαδή του διασυλλογικού ψεύδους, θα συμφιλιωθούν με τους Τούρκους».
Για να επέλθει ο πλήρης έλεγχος ενός κράτους, ξεκινά το «πριόνισμα» του βασικού κορμού του: Της εθνικής υπόστασης και ταυτότητας, της κουλτούρας και βέβαια της γλώσσας. «Βεβαίως και αυτό συμβαίνει. Έχουμε ένα μεγάλο βάθρο αντιστάσεως στην ιστορία μας, επειδή είμαστε “Κινέζοι”, ως πρωτογενής πολιτισμός, με μία ασήμαντη διαφορά για “αριστοκράτες” όπως εμείς: Οι Κινέζοι είναι ένα 1,3 δισεκατομμύρια και εμείς μια κουτσουλιά. Αυτό ουδέποτε απασχολεί έναν “αριστοκράτη”, όπως είμαστε εμείς. Βεβαίως θέλουν να το σπάσουν κατά το μοντέλο Βελγίου, Ουαλών και Φλαμανδών, η Δυτική Θράκη τώρα με το τουρκικό προξενείο και τους γηγενείς βουλευτές μας εκεί, οι οποίοι γλείφουνε για να εκλεγούνε και μοιράζει τα ψιχουλάκια των επηρεαζόμενων από το τουρκικό προξενείο, τα μοιράζει εις τέρψιν των δύο μεγάλων κομμάτων εξουσίας».
Πολιτική κόντρα για την εκπαίδευση των ομογενών
Θύελλα διαμαρτυριών ξέσπασε όταν η υπουργός Παιδείας αποφάσισε να ανακαλέσει δεκάδες αποσπασμένους εκπαιδευτικούς του εξωτερικού με το επιχείρημα ότι είναι υπεράριθμοι. Σύλλογοι Γονέων και Κηδεμόνων καταγγέλλουν: «Πώς είναι δυνατόν η Ελληνική Πολιτεία σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς για το έθνος να θέλει να πλήξει έτσι ανεπανόρθωτα την ελληνόγλωσση εκπαίδευση, αποκόπτοντας την ομογένεια από τη ζωντανή ελληνική πραγματικότητα;». Η βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας και υπεύθυνη σε θέματα Παιδείας κυρία Ελίζα Βόζεμπεργκ λέει στα «Επίκαιρα» ότι «σε μία εποχή που η ελληνική γλώσσα δοκιμάζει τις αντοχές της και παρά την εκπεφρασμένη με κάθε μέσο στήριξη των ομογενών μας στα ελληνικά σχολεία, η υπουργός δείχνει να μην αντιλαμβάνεται το εθνικό έργο που οι αποσπασμένοι Έλληνες εκπαιδευτικοί επιτελούν στα σχολεία του εξωτερικού. Οι ομογενείς μας έχουν στηρίξει με αγώνες και θυσίες και συχνά υπό αντίξοες συνθήκες την ελληνόγλωσση εκπαίδευση στο εξωτερικό, προκειμένου τα παιδιά τους να μην χάσουν την επαφή με τη γλώσσα, την ιστορία, τις παραδόσεις και τον πολιτισμό της πατρίδας μας. Η ελληνική Πολιτεία έχει χρέος να συνεχίσει να στηρίζει ουσιαστικά –και όχι μόνο με λόγια και υποσχέσεις– την ελληνόγλωσση εκπαίδευση στο εξωτερικό».Σε σχετική ερώτηση της κυρίας Βόζεμπεργκ, η υπουργός Παιδείας απάντησε από το βήμα της Βουλής: «Η πολιτική μας θα μπορούσε να συνοψιστεί στο δόγμα ότι δεν πρέπει ούτε ένα Ελληνόπουλο, σε κανένα σημείο του πλανήτη, τη στιγμή που θέλει να μάθει ελληνικά, να μην έχει τη δυνατότητα να μάθει. Γι’ αυτό και το θέμα της γλώσσας είναι το κεντρικό στοιχείο γύρω από το οποίο οργανώνεται αυτή η πολιτική». Σε ό,τι αφορά στο «ψαλίδι» των καθηγητών της ομογένειας, η κυρία Διαμαντόπουλου παραθέτει τα στοιχεία που κάνουν λόγο για υπεράριθμους εκπαιδευτικούς στο εξωτερικό. « Το 2004 ήταν 1.650 εκπαιδευτικοί ανά τον κόσμο. Το 2008 ήταν 1.965, το 2009 έγιναν 2.400 εκπαιδευτικοί. Δηλαδή, σε ένα χρόνο, 2008-2009, αυξήθηκαν κατά 20% οι αποσπασμένοι εκπαιδευτικοί ανά τον κόσμο. Υπάρχει σχολείο στην Αφρική με 8 μαθητές και 8 καθηγητές. Στο Αμβούργο έχουμε 10 μαθητές και 10 καθηγητές. Να σας πω ότι στην Κολονία έχουμε 16 μαθητές και 14 καθηγητές».
Και μια ιστορία Έλληνα εκπαιδευτικού
Η Χαρά Νικοπούλου είναι η δασκάλα που αγωνιζόταν να μάθει στα Ελληνόπουλα-Πομακόπουλα την ελληνική γλώσσα, τη γραφή και τις παραδόσεις, σύμφωνα πάντα με το άρθρο του Συντάγματος. Στην προσπάθειά της έπεσε θύμα επιθέσεων, ύβρεων, συκοφαντιών, με αποτέλεσμα να βρεθεί με σπασμένο χέρι, πολλούς μώλωπες και κυρίως με «τσαλακωμένη» αξιοπρέπεια. Μετάνιωσε για όλα αυτά που πέρασε; «Σαφέστατα όχι. Και θα σας πω ότι με αυτή την Παιδεία και με αυτή την κουλτούρα είμαι μεγαλωμένη, έχω τον Ελληνισμό μέσα μου», λέει τώρα η κυρία Νικοπούλου. «Δεν τίθεται θέμα ηρωισμού, αλλά αυτή είναι η δουλειά μου, αυτό είναι το “πιστεύω” μου. Είμαι Ελληνίδα δασκάλα και δεν μπορώ να κάνω διαφορετικά. Και θα σας πω και κάτι ακόμη. Πιστεύω πως αν υπάρχει κάποιο πρόβλημα στη μειονότητα, πρέπει να εξυγιανθεί από τη ρίζα και όχι από τις άκρες των κλαδιών. Δηλαδή, από το να δίνουμε κάποια ποσόστωση για να περνούν τα παιδιά των μουσουλμάνων πιο εύκολα στο Δημόσιο, γιατί η μητρική τους γλώσσα είναι η τουρκική και δεν γνωρίζουν τα ελληνικά, πρέπει, για να εξυγιανθεί αυτό το πράγμα, να πάμε στη ρίζα, το σχολείο να το ενισχύσουμε, να κάνουμε δημόσια τα σχολεία της μειονότητας και να πάψουν πλέον να είναι δίγλωσσα».Πώς αντιμετωπίζει το πρόβλημα στη ρίζα του το ελληνικό κράτος; Η ειδική γραμματέας Εκπαιδευτικών Θεμάτων του υπουργείου Παιδείας αποφάσισε την εισαγωγή της τουρκικής γλώσσας στα νηπιαγωγεία, «καθ’ υπόδειξη» του τουρκικού προξενείου…
Το αλίευσα ΕΔΩ