Η αδήριτος ιστορική πραγματικότης και ο καταιγισμός των επιθέσεων κατά της ζώσης αποκαλύψεως του Τρισαγίου Θεού και της ιδιοπροσωπείας του ευσεβούς ημών Γένους με αναγκάζει να ενημερώνω ως Επίσκοπος της Εκκλησίας το εμπεπιστευμένο στην διακονίαν μου λαόν του Θεού δηλώνων κατηγορηματικώς ότι δεν επιθυμώ καμμία δημοσιότητα ούτε αποβλέπω σε οποιαδήποτε καταξίωση.
Άλλωστε η παρά την αναξιότητά μου άμετρος ευεργεσία του Θεού στο ταπεινό πρόσωπό μου αφ’ ενός μεν με υποχρεώνει αδιαπτώτως να διασαλπίζω την αλήθεια της Εκκλησίας αδιαφορών δια το οιοδήποτε κόστος και αφ’ ετέρου με έχει ουσιαστικώς κατ’ άνθρωπον ολοκληρώσει ώστε να μην επιδιώκω η να επιθυμώ κάτι περισσότερο.
Η πρόσφατος Απόφασις της 3ης Ιουνίου ε.ε. του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με την οποία κατεδικάσθη η πατρίδα μας για παραβίαση αρνητικώς του άρθρου 9 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως των Δικαιωμάτων του ανθρώπου περί της θρησκευτικής ελευθερίας και του δικαιώματος σε αποτελεσματική προσφυγή θέτοντας στο στόχαστρο τα άρθρα 218 και 220 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αναφορικά με την ορκοδοσία των μαρτύρων και κρίνοντας ότι «τα εν λόγω άρθρα παραβιάζουν το δικαίωμα της Θρησκευτικής ελευθερίας καθώς κάποιος μάρτυρας είναι υποχρεωμένος να αποκαλύψη τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, ώστε να δώση τον πολιτικό όρκο» και η ακολουθήσασα επιστολή του Προέδρου της Εθνικής Επιτροπής Δικαιωμάτων του Ανθρώπου Κ. Παπαϊωάννου προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης για να υπάρξη στο αμέσως προσεχές διάστημα σχετική νοοθετική πρωτοβουλία γα την αντικατάσταση του θρησκευτικού όρκου από τον πολιτικό επικαιροποιούσα παλαιοτέρα προσπάθεια του 2008 για το αυτό θέμα μας υποχρεώνει να αναφέρωμε τα ακόλουθα:
1. Μόνιμος και σταθερός στόχος των ελεγχομένων από διεθνιστικό σιωνιστικό λόμπυ οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η αποθρησκειοποίηση των κρατών μελών και η αναγκαστική επιβολή με το δήθεν κοσμοείδωλο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που προβάλλουν κατά το δοκούν και το συμφέρον τους της πλήρους κυριαρχίας του λαϊκού κράτους και της διαρρήξεως των δεσμών της Εκκλησίας με το Έθνος και της ευθείας προσβολής και καταργήσεως των χριστιανικών καταβολών της Ευρωπαϊκής Ηπείρου.
Η σχετική απόφασις του ιδίου Δικαστηρίου για την απαγόρευση αναρτήσεως των χριστιανικών θρησκευτικών συμβόλων και ιδιαίτερα του σταυρού του μοναδικού στην παγκόσμια ιστορία συμβόλου αγάπης, ανοχής, κενώσεως, ταπείνωσης και προσφοράς στις αίθουσες διδασκαλίας των δημοσίων σχολείων της γειτονικής Ιταλίας προεκάλεσε την υγιά αντίδραση των 47 χωρών μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης συμπεριλαμβανομένης και της Ρωσσίας που συνεδρίασαν στις 18 και 19 Φεβρουαρίου 2010 στο Ιντερλάκεν της Ελβετίας και εξήτασαν το παρόν και το μέλλον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Διεκηρύχθη στην Σύνοδο αυτή ότι ο σκοπός του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δεν είναι να μετατρέψη τους λαούς της Ευρώπης σε μία άμορφη μάζα χωρίς ρίζες και παραδόσεις, στην τελική δε κοινή διακήρυξη καταχωρήθηκε με πρωτοβουλία της Ιταλίας και με την συμπαράσταση των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης και της Ρωσσίας, χωρών δηλ. που υπέστησαν τα πάνδεινα τον 20ο αι. από το αθεϊστικό σύστημα που το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατ’ εντολήν του Διεθνιστικού Σιωνιστικού λόμπυ επιδιώκει να επιβάλη, ειδική παράγραφος διαλαμβάνουσα «καλείται το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να εφαρμόζη με ομοιόμορφο τρόπο τα κριτήρια, την αποδεκτικότητα των αποφάσεών του και την αρμοδιότητά του και να λαμβάνη πλήρως υπ’ όψιν του τον επικουρικό του λόγο στην ερμηνεία και στην εφαρμογή της Διεθνούς Συνθήκης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων» η οποία περιλαμβάνεται και στην συνθήκη της Λισσαβώνας της Ευρωπαϊκής Ενώσεως Αυτό σημαίνει πως όταν οι αρχές ενός Κράτους μέλους διευθετούν με όλα τα αναγκαία εργαλεία τη σωστή εφαρμογή της Διεθνούς Συνθήκης με πλήρη σεβασμό των Δικαιωμάτων του ανθρώπου και εικώτερα χωρίς να παραβιάζουν τις παραδόσεις και την κουλτούρα του λαού τους, το ζήτημα επιλύεται σε εθνικό επίπεδο χωρίς το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να έχη αρμοδιότητα διότι δεν είναι δυνατόν να μη λαμβάνωνται υπ’ όψιν οι πολιτισμικές παραδόσεις των λαών, οι ιδιαιτερότητες στην ταυτότητα και την ιδιοπροσωπεία τους.
2. Στη χώρα μας δέν υφίσταται λαϊκό κράτος αλλά αντιθέτως στο Σύνταγμά μας αναγνωρίζεται επικρατούσα θρησκεία και στους ισχύοντας Νόμους καθιερούται σύστημα συναλληλίας μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας και επομένως δεν μπορεί να υπάρξη υποχρέωσις θρησκευτικής ουδετερότητος του Κράτους, διότι η σύμβασις της Ρώμης για τα ατομικά δικαιώματα που επικαλείται το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δεν κατισχύει του Συντάγματος. Σχετικές με τα ανωτέρω είναι και οι υπ’ αριθμ. 3355/1995 και 2176/1998 Αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας.
3. Η επίκλησις του Θείου κατά τήν ορκοδοσία τών μαρτύρων, τών ενόρκων, τών διαδίκων, τών πραγματογνωμόνων αλλά και των προσώπων που καταλαμβάνουν θέσεις και αξιώματα στον Δημόσιο τομέα γίνεται δεκτή υπό μεν της Εκκλησίας ως Ταμειούχου της Θείας Χάριτος κατ’ οικονομίαν, παρά την Ευαγγελική προτροπή «μη ομόσαι όλως» (Ματθ. 5 34) υπό δε της Πολιτείας ως αναγκαία προϋπόθεσις περιστολής κατά το ανθρωπίνως δυνατόν της ψευδομαρτυρίας και της ορθής απονομής της δικαιοσύνης.
Η εις τα Δικαστήρια ύπαρξις του Ι. Ευαγγελίου και της Ι. εικόνος του Σωτήρος Χριστού, του νοητού ηλίου της Δικαιοσύνης προσδίδει εις τας δικαστικάς πράξεις μεταφυσικόν κύρος και πνευματικήν διάστασιν που θα εκλείψουν παντελώς εάν υποκύψη η Ελληνική Πολιτεία στον δόλιο σχεδιασμό υπό το πρόσχημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποπνευματοποιήσεως και αποθρησκειοποιήσεως της λειτουργίας της Δικαιοσύνης, η έννοια της οποίας είναι μεταφυσικής υφής, διότι εάν στερηθή του πνευματικού της μεγέθους αυτομάτως απομειώνεται και εξαφανίζεται. Ποιός λόγος άλλωστε υπάρχει να είσαι φιλαλήθης και δίκαιος εάν πρόκειται εντός ολίγου να περάσης στην ανυπαρξία και τον εκμηδενισμό.
Το διακαιϊκό μας σύστημα, έχει άλλωστε προβλέψει τόσον στο Αστικό Δικονομικό Δίκαιο (Πολιτική Δικονομία) όσο και στη Ποινική Δικονομία την δυνατότητα πολιτικής ορκοδοσίας επί τη τιμή του ορκιζομένου διασφαλίζον τας περί της Θρησκευτικής ελευθερίας διατάξεις του Συντάγματος και των διεθνών Συμβάσεων. Είναι εντελώς ανακριβές το αιτιολογικό μέρος της εν θέματι Αποφάσεως του Ερωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων διότι ουδείς υποχρεούται σε δήλωση των θρησκευτικών του πεποιθήσεων προκειμένου να μην ορκισθή θρησκευτικώς αλλά αντιθέτως να επικαλεσθή την τιμή και την συνείδησή του.
4. Η ενορχηστρωμένη αυτή νέα επίθεσις κατά τών ζωπύρων και της πνευματικής κουλτούρας του Γένους μας θα έχει ασφαλώς και επόμενα βήματα που με την γνωστή μέθοδο του «σαλαμιού» θα εμφανίζωνται ολίγον κατ’ ολίγον. Μετά την τυχόν κατάργηση της θρησκευτικής ορκοδοσίας θα καταργηθεί και η ορκοδοσία για τα δημόσια αξιώματα και τις λειτουργίες της Πολιτείας, του Στρατού και του Κράτους, θα αναθεωρηθούν η θα καταργηθούν οι σχετικές διατάξεις με Συνταγματική αναθεώρηση με στόχο και όραμα την μετατροπή της Ελλάδος σε λαϊκό κράτος. Το παράδειγμα της μεγάλης υπερατλαντικής χώρας εις την οποίαν λειτουργεί ορατώς η επίφασις της Δημοκρατίας τουλάχιστον στο σημείο αυτό θα πρέπει να μας προβληματίση
Ταπεινά φρονώ ότι πρέπει να αντισταθούμε σε όλα αυτά.