Όπως τα βλέφαρα αγγίζουνε τόνα τ'άλλο, έτσι κ' οι πειρασμοί είναι κοντά στους ανθρώπους.
Και τα οικονόμησε έτσι ο Θεός με σοφία, για τη δική σου ωφέλεια, για να χτυπάς με υπομονή την πόρτα Του, κι' από το φόβο των λυπηρών να Τον θυμάται ο λογισμός σου, και να Τον σιμώσεις με την προσευχή, και ν' αγιαστεί η καρδιά σου με το να Τον συλλογίζεσαι και σαν Τον επικαλεστεις, θα σ' ακούσει, και θα μάθεις πως ο Θεός είναι κείνος που θα σε γλυτώσει.
Και θα νοιώσεις Κείνον που σ'έπλασε και που νοιάζεται για σένα και που σε φυλάγει και που έπλασε διπλό τον κόσμο για σένα, τον έναν σα δάσκαλο και πρόσκαιρο παιδευτή, τον άλλον σαν πατρογονικό σπίτι σου κ' αιώνια κληρονομιά σου.
Δε σ'έκανε ο Θεός απαλλαγμένον από τα λυπηρά, μήπως θαρρευόμενος στη Θεότητα, κληρονομήσεις ό,τι κληρονόμησε κείνος που πρώτα λεγότανε Εωσφόρος, κ' ύστερα γίνηκε Σατανάς και πάλι δε σ' έκανε αλύγιστο κι' ασάλευτον, για να μη γίνεις σαν τ' άψυχα τα κτίσματα, και σου δοθούνε τα αγαθά δίχως κέρδος και δίχως μισθό, όπως στα άλογα είνε τα φυσικά χαρίσματα τα χτηνώδικα.
Γιατί είνε εύκολο σ' όλους να καταλάβουνε πόση ωφέλεια και πόση ευχαρίστηση και ταπείνωση κερδίζει ο άνθρωπος περνώντας τούτα τα εμπόδια.