1940 – Χλωμό Πωγωνίου. Απερίγραπτες στιγμές…!
Μ’ όλο που τότε ήμουν 7 χρονών, θυμούμαι καλά.
«
Ξύπνα- μου είπε η μάνα μου- ήρθε ο ελληνικός στρατός». Οι αδελφές μου, η
Κλεοπάτρα και η Όλγα, έβαζαν την ελληνική σημαία στο παράθυρο του
νοντά. Μου έδεσαν κι’ εμένα στο χέρι την ελληνική σημαία. Βγήκα έξω.
Βλέπω, στου Στέφου, στου Μπελλά, στου Γκάτζου, στου Γκοντέλα, σ’ όλα τα
σπίτια είχαν αναρτιστεί, με διάφορους τρόπους, οι ελληνικές σημαίες και
όλα τα παιδιά είχαν στο βραχίονά τους την ελληνική σημαία.
Προχωρούσαμε προς την εκκλησία. Ακουστήκανε μερικοί πυροβολισμοί. Ο ελληνικός στρατός είχε φτάσει στην Αγιοσάββα.
Τότε
ο κόσμος, σαν μελίσσι, ξεχύθηκε τρέχοντας ν’ ανταμώσει τα παλικάρια,
τους Έλληνες φαντάρους, που μάχονταν γενναία για λευτεριά ενάντια στους
κατακτητές.
Σε λίγο η γραμμή
του στρατού διαλύθηκε. Εκεί γινόταν χαμός, θαρρείς πως πανηγύρι.
Έγινε ένα πλήθος ενωμένο με αγκαλιές, φιλιά και χαρές μεγάλες.
Κι’ έτσι φτάσανε μέχρι την εκκλησία στο κέντρο του χωριού.
Οι Ιταλοί, πανικόβλητοι κρύφτηκαν στις καλύβες.
Το μόνο που ακόμη δεν ξέρω είναι το ποιος προετοίμασε όλη αυτή τη μεγαλειώδης υποδοχή
του ελληνικού στρατού. Όλοι λένε πως ήταν αυθόρμητο, ως αποτέλεσμα της
αγάπης του κόσμου για τα’ αδέλφια του. Μολαταύτα οι σημαίες στους
βραχίονες των μαθητών και άλλα θα πρέπει να είναι έργο των τιμημένων
δασκάλων Μίλτου Πάλλα και Παναγιώτη Ζέρβα.
(του εκδότη Θόδωρου Βεζιάνη)
Το 1940 οι Έλληνες Βορειοηπειρώτες υποδέχτηκαν πανηγυρικά τον ελληνικό στρατό και πολλοί εντάχθηκαν εθελοντές.
Ο αλβανικός λαός απάντησε
στον κατακτητικό πόλεμο με φυλλάδια που τόνιζαν: ‘‘ Ο σκλαβωμένος
αλβανικός λαός δεν θέλει ώστε και άλλοι λαοί να έχουν την κακή τύχη του.
Στους τοίχους γράφονταν συνθήματα: ‘‘Κάτω ο ιταλικός φασισμός’’. ‘‘Ζήτω
ο αδελφός ελληνικός λαός που πολεμάει για λευτεριά !’’κλπ.
Ο
Δροπολίτης Δερβιτσιώτης Φιλίππης Δ. Τσιούρης, βγήκε από το χάνι του στο
Δέλβινο, καλωσόρισε τους πολεμιστές και είπε στο αξιωματικό κ. Χρήστο
Αντωνάτο: ‘‘ Είμαι και εγώ εδώ σας δωρίζω δυο ψαριά άλογα, να πετούν σαν
και εσάς στον πόλεμο’’.
Ο λόχος Ουλαμού
Πύργου Ηλείας, κάθισε στο χάνι. Επί έξι μήνες εφοδίαζε ο Φίλιππος με
ζωοτροφές τα άλογα και ότι μπορούσε για τους φαντάρους. ‘‘ Δεν υπάρχει
λόγος να ζητάω αμοιβή-, είπε ο Φίλιππος στο Χρήστο- μόνο αν οι δικoί μου
δεν θα μπορέσουν να μου φτιάξουν μνήμα, τότε να βοηθήσετε βάζοντάς μου
τουλάχιστον το σταυρό με την ελληνική σημαία και. με μια καλή πλάκα με
σκαλισμένα ελληνικά γράμματα.