Παιδί μου, το Περιβόλι μου που θα κληρονομήσεις,
όπως το βρεις κι όπως το δεις να μη το παρατήσεις.
Σκάψε το ακόμα πιο βαθιά και φράξε το πιο στέρεα
και πλούτισε τη χλώρη τουκαι πλάτυνε τη γή του.
Κι ακλάδευτο όπου μπλέκεται να το βεργολογήσεις.
Κι αν αγαπάς τ” ανθρώπινα και όσα άρρωστα δεν είναι,
ρίξε αγιασμό και ξόρκισε τα ξωτικά να φύγουν.
Και τη ζωντάνια σπείρε του μ” όσα γερά, δροσάτα.
Γίνε οργοτόμος, φυτευτής, διαφεντευτής).
Κι αν είναι κι έρθουν χρόνια δίσεχτα,
πέσουν καιροί οργισμένοι, κι όσα πουλιά μισέψουνε σκιαγμένα,
κι όσα δέντρα για τίποτ” άλλο δέ φελάν παρά για μετερίζια,
μη φοβηθείς το χαλασμό.
Φωτιά! Τσεκούρι!
Τράβα, ξεσπέρμεψέ το, χέρσωσε το περιβόλι κόφ” το,
και χτίσε κάστρο απάνω του και ταμπουρώσου μέσα,
για πόλεμο, για μάτωμα, για την καινούγια γένα,
π” όλο την περιμένουμε,κι όλο κινάει για να “ρθει,
κι όλο συντρίμι χάνεται στο γύρισμα των κύκλων.
Φτάνει μια ιδέα να στο πει, μια ιδέα να στο προστάξει.
Κορώνα ιδέα, ιδέα σπαθί, που θα είν’απάνου απ’όλα.
Κωστής Παλαμάς – Oι Πατέρες
Το αλίευσα ΕΔΩ