Πώς μπορεί να καταλάβει κανείς αν έχει πνευματική πρόοδο και αν ευαρεστείται ο Κύριος από την προσευχή του;
Η ίδια η προσευχή είναι το μέτρο. Ο χρυσός κανόνας της πραγματικής προσωπικής προόδου.
Όταν είμαι στο κελί μου, στο δωμάτιό μου, μπορώ να δω από τον χρόνο που αφιερώνω στην προσευχή, από την ποιότητά της και από τα αποτελέσματά της.
Αν έρχονται δάκρυα μετανοίας, δάκρυα ευχαριστίας ή έστω απλά δάκρυα, τότε η ψυχή κινείται σωστά.
Ξέρετε πόσοι προσεύχονται ώρες ολόκληρες χωρίς δάκρυα; Είναι πανάκριβο αυτό το χάρισμα, και αν το δημοσιεύσουμε, υπάρχει κίνδυνος να χαθεί για πάντα.
Αν δεν έχουμε δάκρυα, ας έχουμε ιδρώτα· τον ασκητικό ιδρώτα από τις μετάνοιες, από τη νηστεία, την αγρυπνία, τη σωματική κόπωση.
Η προσευχή αποκαλύπτει την πνευματική κατάσταση του ανθρώπου. Όσο λιγότερους λογισμούς και περισπασμούς έχει κανείς κατά την προσευχή, τόσο περισσότερο προοδεύει.
Η χάρη του Αγίου Πνεύματος, όσο πυκνώνει μέσα μας, καθαρίζει την ψυχή. Όπως τα σύννεφα πυκνώνουν και στο τέλος βρέχει, έτσι και η χάρη, όταν πλημμυρίζει την καρδιά, καθαρίζει τον άνθρωπο εσωτερικά και κάνει την προσευχή πιο ποιοτική.
Δεν μπορεί ένας πνευματικός άνθρωπος να προσεύχεται μόνο δύο λεπτά το εικοσιτετράωρο.
Μου είπε κάποτε ένας πνευματικός:
— Συγγνώμη, πάτερ, ντρέπομαι πολύ. Δεν προσεύχομαι καθόλου, παρά μόνο δύο λεπτά την ημέρα.
— Γιατί;
— Δεν έχω χρόνο.
Τότε του είπα να κάνουμε μαζί ένα πρόγραμμα του εικοσιτετραώρου: πόση ώρα αφιερώνει εδώ, πόση εκεί.
Μου τα είπε όλα. Ήταν καλά πράγματα, αλλά του είπα:
— Ο Χριστός θέλει να αντιστρέψουμε τους όρους. Πρώτα θα προσεύχεσαι — τουλάχιστον δύο ώρες το εικοσιτετράωρο.
— Πού θα βρω τον χρόνο;
— Θα “κουρέψεις” τα υπόλοιπα. Να ένα ωραίο κούρεμα: όχι μόνο στα χρήματα, αλλά και στα πνευματικά πράγματα.
Ο πνευματικός άνθρωπος, όσο πλησιάζει τον Χριστό, τόσο αυξάνει η προσευχή του — και η νοερά και η προσωπική — τόσο για τον εαυτό του όσο και για τους άλλους.
Ένας άγιος πατέρας έλεγε ότι μνημονεύει είκοσι χιλιάδες ονόματα.
Όταν λέει «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον τον δούλο σου Κωνσταντίνο», βλέπει τη μορφή του.
Η μνήμη του φέρνει μπροστά του το πρόσωπο. Αυτή η «αγαπητική μνήμη» είναι κυτταρική, ανεξίτηλη στη χάρη.
Έτσι, η προσευχή γίνεται ζωντανή κοινωνία — βλέπεις και ζεις αυτούς για τους οποίους προσεύχεσαι, είτε ζώντες είτε κεκοιμημένους.
Η ίδια η προσευχή είναι ο μεγαλύτερος δάσκαλος· είναι ο πρύτανης όλων των πνευματικών σχολών.
Τα βιβλία βοηθούν, αλλά αν δεν γονατίσεις να προσευχηθείς, δεν θα μάθεις ποτέ την ουσία.
Μας έλεγαν οι Γέροντες:
Κάνε τριάντα τρία κομποσχοίνια των τριακοσίων κόμπων την ημέρα, χαμηλοφώνως.
Θα κουραστείς, θα πονέσει ο λαιμός, η γλώσσα, θα βήξεις, θα πιεις νερό — μα θα επιμείνεις.
Όχι όλα μαζί, αλλά σε δόσεις, ώσπου να χορτάσει η διάνοια και τα αυτιά σου τη μελωδία της ευχής:
«Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».
Έτσι σιγά-σιγά ο άνθρωπος οδηγείται στη νοερά προσευχή και στη συνέχεια στην προσευχή για τους άλλους.
Και τότε αρχίζει να προσεύχεται περισσότερο για τους άλλους και λιγότερο για τον εαυτό του — ώσπου στο τέλος προσεύχεται μόνο για τους άλλους.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, σε βαθιά γηρατειά, όταν δεν μπορούσε πια να διδάξει, έλεγε μόνο:
«Τεκνία μου, ἀγαπᾶτε ἀλλήλους».
Το επαναλάμβανε συνεχώς, γιατί ξεχείλιζε από αγάπη.
Έτσι κι ο Θεός — δεν ασχολείται με τον Εαυτό Του· όλα τα κάνει για τους άλλους. Αυτό είναι το μέτρο της τέλειας αγάπης.
Ξεκινάμε λοιπόν από τον εαυτό μας, για να τακτοποιηθεί η ψυχή μας, ώστε σκοπός να είναι, στο τέλος, η αγάπη και η προσευχή για τους άλλους.
99999
Το αλίευσα ΕΔΩ