Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 21 Σεπτεμβρίου 2025, μετὰ τὴν Ὕψωσιν (Γαλ. β΄ 16-20)
16 εἰδότες δὲ ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου ἐὰν μὴ διὰ πίστεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡμεῖς εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν ἐπιστεύσαμεν, ἵνα δικαιωθῶμεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου, διότι οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ. 17 εἰ δὲ ζητοῦντες δικαιωθῆναι ἐν Χριστῷ εὑρέθημεν καὶ αὐτοὶ ἁμαρτωλοί, ἆρα Χριστὸς ἁμαρτίας διάκονος; μὴ γένοιτο. 18 εἰ γὰρ ἃ κατέλυσα ταῦτα πάλιν οἰκοδομῶ, παραβάτην ἐμαυτὸν συνίστημι. 19 ἐγὼ γὰρ διὰ νόμου νόμῳ ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ ζήσω. 20 Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
16 Ἐπειδή ὅμως μάθαμε ἀπό τήν προσωπική μας πείρα ὅτι δέν γίνεται δίκαιος ὁ ἄνθρωπος καί δέν σώζεται μέ τήν τήρηση τῶν τυπικῶν διατάξεων τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου ἀλλά μόνο μέ τήν πίστη στόν Ἰησοῦ Χριστό, γι’ αὐτό λοιπόν κι ἐμεῖς πιστέψαμε στόν Ἰησοῦ Χριστό, γιά νά γίνουμε δίκαιοι καί νά σωθοῦμε ἀπό τήν πίστη στό Χριστό καί ὄχι ἀπό τά ἔργα τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου. Διότι, ὅπως ἀναφέρεται καί στούς ψαλμούς, μέ τά ἔργα τοῦ νόμου δέν θά δικαιωθεῖ καί δέν θά σωθεῖ κανένας ἄνθρωπος. 17 Ἀλλά ἐάν ὑποθέσουμε ὅτι ἡ τήρηση τοῦ νόμου εἶναι ἐπιβεβλημένη, καί συνεπῶς ἐμεῖς πού ἀφήσαμε τό νόμο ἁμαρτήσαμε καί βρεθήκαμε νά εἴμαστε ἁμαρτωλοί μόνο καί μόνο ἐπειδή ζητοῦμε νά δικαιωθοῦμε καί νά σωθοῦμε μέ τήν πίστη καί τήν κοινωνία μας μέ τόν Χριστό, τότε γεννιέται τό ἄτοπο ἐρώτημα: Ἄρα ὁ Χριστός εἶναι ὑπηρέτης ἁμαρτίας, ἀφοῦ αὐτός μᾶς ὤθησε νά ἀφήσουμε τό νόμο; Μή συμβεῖ νά ποῦμε μιά τέτοια βλασφημία. 18 Καί καταλήγουμε ὁπωσδήποτε στή βλασφημία αὐτή, ἐάν δεχθοῦμε ὡς ἀληθινή τήν ὑπόθεση πού κάναμε. Διότι, ἐάν ἐκεῖνα πού κατάργησα καί ἀθέτησα ὡς ἀνώφελα, δηλαδή τίς τυπικές διατάξεις τοῦ νόμου, αὐτά πάλι τά τηρῶ ὡς ἀναγκαῖα καί ἀπαραίτητα γιά τή σωτηρία, μέ τήν ἐπάνοδό μου αὐτή στήν τήρηση τοῦ νόμου ἀποδεικνύω τόν ἑαυτό μου παραβάτη· διότι βεβαιώνω ἔμπρακτα ὅτι ἔκανα λάθος πρωτύτερα πού ἀθέτησα τό νόμο, καί ἁμάρτησα ὅταν προτίμησα τή σωτηρία πού δίνει ὁ Χριστός. 19 Ἀλλά ὄχι. Δέν ἁμάρτησα, οὔτε εἶμαι παραβάτης. Διότι ἐγώ μέ κριτήριο τό νόμο πού κατάργησα καί ὁ ὁποῖος τιμωρεῖ μέ θάνατο κάθε παραβάτη του, πέθανα ὡς πρός τό νόμο, γιά νά ζήσω γιά τή δόξα τοῦ Θεοῦ. 20 Μέ τό βάπτισμα ἔχω σταυρωθεῖ κι ἔχω πεθάνει μαζί μέ τόν Χριστό. Κι ἀφοῦ εἶμαι νεκρός, δέν ἔχει πλέον καμία ἰσχύ γιά μένα ὁ νόμος. Ἔγινα κοινωνός τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ καί εἶμαι νεκρός. Λοιπόν δέν ζῶ πλέον ἐγώ, ὁ παλαιός δηλαδή ἄνθρωπος, ἀλλά ζεῖ μέσα μου ὁ Χριστός. Καί τή φυσική ζωή πού ζῶ μέσα στό σῶμα μου τώρα πού ἐπέστρεψα στό Χριστό, τή ζῶ μέ τήν ἔμπνευση καί τήν κυριαρχία τῆς πίστεως στόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος μέ ἀγάπησε καί παρέδωσε τόν ἑαυτό του γιά τή σωτηρία μου.
Το αλίευσα ΕΔΩ
Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 21 Σεπτεμβρίου 2025, Μετὰ τὴν Ὕψωσιν (Μάρκ. η΄34 – θ΄1)
ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ Π.ΤΡΕΜΠΕΛΑ
34 Καὶ προσκαλεσάμενος τὸν ὄχλον σὺν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι.
34 Καὶ ἀφοῦ προσεκάλεσε τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ μαζὶ μὲ τοὺς μαθητάς του, εἶπεν εἰς αὐτούς· Ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ γίνῃ ὀπαδός μου καὶ νὰ μὲ ἀκολουθῇ ὡς μαθητής μου, ἂς διακόψῃ κάθε φιλίαν καὶ σχέσιν πρὸς τὸν διεφθαρμένον ὑπὸ τῆς ἁμαρτίας ἑαυτόν του καὶ ἀς λάβῃ τὴν σταθερὰν ἀπόφασιν νὰ ὑποστῇ δ’ ἐμὲ ὄχι μόνον πᾶσαν θλῖψιν καὶ δοκιμασίαν, ἀλλὰ καὶ θάνατον σταυρικὸν ἀκόμη, καὶ τότε ἂς μὲ ἀκολουθῇ μιμούμενος τὸ παράδειγμά μου.
35 ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ’ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν.
35 Μὴ διστάσῃ δὲ κανεὶς νὰ κάμῃ τὰς θυσίας αὐτάς. Διότι, ὅποιος θέλει νὰ σώσῃ τὴν ζωήν του, θὰ χάσῃ τὴν πνευματικὴν καὶ μακαρίαν καὶ αἰωνίαν ζωήν. Ὅποιος ὅμως χάσῃ καὶ θυσιάσῃ τὴν ζωήν του διὰ τὴν ὁμολογίαν καὶ ὑπακοήν του εἰς ἐμὲ καὶ τὸ εὐαγγέλιόν μου, αὐτὸς θὰ σώσῃ τὴν ψυχήν του ἐν τῷ μέλλοντι βίῳ, ὅπου θὰ κερδήσῃ τὴν αἰωνίαν μακαριότητα.
36 τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;
36 Ἐκείνη δὲ ἡ σωτηρία εἶναι τὸ πᾶν. Διότι τί θὰ ὠφελήσῃ τὸν ἄνθρωπον, ἐὰν κερδήσῃ ὅλον αὐτὸν τὸν ὑλικὸν κόσμον, καὶ εἰς τὸ τέλος χάσῃ τὴν ψυχήν του, ἡ ὁποία ὡς πνευματικὴ καὶ αἰώνια δὲν συγκρίνεται μὲ κανὲν ἀπὸ τὰ ὑλικὰ τοῦ φθαρτοῦ κόσμου ἀγαθά;
37 ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;
37 Ἢ ἐὰν ἕνας ἄνθρωπος χάσῃ τὴν ψυχήν του, τί θὰ δώσῃ ὡς ἀντάλλαγμα, μὲ τὸ ὁποῖον θὰ ἑξαγοράσῃ αὐτὴν ἀπὸ τὴν αἰωνίαν ἀπώλειαν;
38 ὃς γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων.
38 Ὁρισμένως δὲ θὰ χάσῃ τὴν ψυχήν του ἐκεῖνος, ποὺ δὲν θὰ ὑποστῇ δ’ ἐμὲ τὰς θυσίας αὐτάς. Διότι ὁποιοσδήποτε ἐντραπῇ ἐμὲ καὶ τοὺς λόγους μου ἐπηρεαζόμενος ἀπὸ τὰς περιφρονήσεις καὶ τοὺς χλευασμοὺς τῶν ἀνθρώπων τῆς γενεᾶς αὐτῆς, ποὺ ἀπεστάτησεν ἀπὸ τὸν πνευματικόν της νυμφίον καὶ εἶναι ἁμαρτωλός, αὐτὸν θὰ τὸν ἐντραπῇ καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου καὶ θὰ τὸν ἀποκηρύξῃ ὡς μὴ ἰδικόν του, ὅταν θὰ ἔλθῃ μὲ τοὺς ἁγίους ἀγγέλους περιβεβλημένος τὴν δόξαν τοῦ Πατρός του.
1 Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἰσί τινες ὧδε τῶν ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει.
1 Καὶ ἔλεγεν εἰς αὐτούς· Σᾶς λέγω ἀληθινά, ὅτι ὑπάρχουν μερικοὶ ἀπὸ αὐτούς, ποὺ στέκονται ἔδω, οἱ ὁποῖοι δὲν θὰ δοκιμάσουν θάνατον, προτοῦ νὰ ἴδουν, μετὰ τὴν κάθοδον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νὰ καταλύεται, μὲ τὴν καταστροφὴν τῶν Ἱεροσολύμων καὶ τοῦ ναοῦ των καὶ μὲ τὸν διασκορπισμὸν τοῦ Ἰσραήλ, ἡ Παλαιὰ θεία τάξις καὶ διαθήκη διὰ νὰ θεμελιωθῇ μὲ δύναμιν ἀκαταγώνιστον καὶ ὑπερφυσικὴν ἡ Νέα θεία τάξις ἐν τῷ κόσμῳ, τὴν ὁποίαν θὰ ἐκπροσωπῇ ἡ Ἐκκλησία ὡς ἄλλη βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῆς γῆς.
Το αλίευσα ΕΔΩ