Μετά
από επτά χρόνια αιχμαλωσίας και καταναγκαστικών έργων στην Αλβανία οι
Έλληνες φιλούν το χώμα της πατρίδας μετά την απελευθέρωση τους. Αυτή
είναι η άγνωστη ιστορία τους
Μία από τις πιο άγνωστες και μαύρες
ιστορίες του εμφυλίου είναι το κεφάλαιο που έκλεισε ακριβώς επτά χρόνια
μετά την ολοκλήρωση του. Αφορά τις συνθήκες σκλαβιάς που έζησαν οι
όμηροι που πήραν μαζί τους κατά την άτακτη υποχώρηση τους στην Αλβανία
μετά την ήττα στον Γράμμο οι δυνάμεις του ΔΣΕ. Ένα μείγμα από
αιχμαλώτους του τακτικού στρατού, ανδρών και γυναικών από γύρω χωριά
αλλά και ανθρώπων που ακολούθησαν τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ και πίστεψαν ότι
στην γειτονική χώρα θα ζήσουν την ζωή που ονειρεύτηκαν σε μία
σοσιαλιστική χώρα και τελικά αναγκάστηκαν να δουλεύουν κάτω από άθλιες
συνθήκες σχεδόν σαν αιχμάλωτοι πολέμου.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή: Πριν μπει το καλοκαίρι του
1949 και γείρει οριστικά η πλάστιγγα υπέρ του τακτικού στρατού ο
Δημοκρατικός Στρατός (ΔΣ) είχε καταφέρει καίρια πλήγματα κυρίως στην 75η
ταξιαρχία όπου πέρα από τις ανθρώπινες απώλειες που προκάλεσε κατάφερε
να αιχμαλωτίσει τόσο αξιωματικούς όσο και οπλίτες του Ελληνικού Στρατού.
Προσπάθησε να τους εντάξει στις δυνάμεις του ΔΣΕ – ανεπιτυχώς, καθώς οι
τελευταίοι γνώριζαν ότι ουσιαστικά ο πόλεμος είχε κριθεί – παρέμεναν
όμως αιχμάλωτοι και ακολουθούσαν τις κινήσεις του ΔΣ στα βουνά της
Δυτικής Μακεδονίας και την Ηπείρου.
Μετά την κατάρρευση του ΔΣΕ τον Αύγουστο του 1949, οι αντάρτες περνούσαν
στην Αλβανία και εκεί κατέθεταν τον οπλισμό τους στους Αλβανούς. Στην
σύγχυση της υποχώρησης όσοι από τους αιχμαλώτους μπόρεσαν κατέφυγαν στον
ΕΣ πολλοί όμως ακολούθησαν τους αντάρτες στην γειτονική χώρα και
εγκλωβίστηκαν εκεί.
Οι μαχητές του ΔΣΕ στις επόμενες εβδομάδες που ακολούθησαν μοιράστηκαν
στα κράτη του Ανατολικού μπλοκ, κανένα όμως ανατολικό κράτος δεν ήθελε
να πάρει τους αιχμαλώτους που πέρασαν στην Αλβανία για να μη
δημιουργηθούν διπλωματικές προστριβές με την Ελλάδα, έτσι οι αιχμάλωτοι
αυτοί έμειναν στην Αλβανία, αιχμάλωτοι ενός στρατού (του ΔΣΕ) που πλέον
δεν υπήρχε.
Οι μαρτυρίες Ανάμεσα στους αιχμαλώτους ήταν και ο νεαρός τότε γιατρός –
και μετέπειτα γνωστός χειρούργος στην Αθήνα – Νικήτας Αγαπητίδης ο
οποίος κατέγραψε ψύχραιμα δεκαετίες αργότερα την εμπειρία του στο βιβλίο
«Το Χρονικό της Αιχμαλωσίας (1949 – 1956). Εθελοντής οπλίτης από τα
Δωδεκάνησα θα πιαστεί αιχμάλωτος από τους αντάρτες έξω από την
Πυρσόγιαννη, την ώρα που χειρουργούσε. Θα τους ακολουθήσει έως τα τέλη
Αυγούστου και θα περάσει «μέσα», όπως αποκαλούνταν η Αλβανία, μετά την
τελική εκκαθάριση. Εκεί, αρχικά θα φιλοξενηθεί αρχικά σε ένα νοσοκομείο
ανταρτών στην Κορυτσά και στην συνέχεια πιστεύοντας η τύχη τους θα
περάσει στα χέρια των Αλβανών. Όπως αφηγείται αρχικά θεωρούσαν την
συγκεκριμένη εξέλιξη θετική καθώς πίστευαν ότι πλέον είχαν να κάνουν με
ένα κράτος μέλος του ΟΗΕ το οποίο μέσα από τις τυπικές διαδικασίες θα
φρόντιζε για τον επαναπατρισμό τόσο τον δικό του όσο και των εκατοντάδων
άλλων που βρέθηκαν στην ίδια δυσχερή θέση.
Στο βιβλίο αναφέρονται οι άθλιες συνθήκες κράτησης τους σε στρατόπεδα
συγκεντρώσεων χωρίς τις ελάχιστες συνθήκες υγιεινής και τις μηδαμινές
μερίδες φαγητού καθώς και την εξοντωτική εργασία από την ανατολή έως την
δύση του ήλιου που οδήγησε αρκετούς συμπατριώτες μας στον θάνατο. Όπως
αναφέρει χαρακτηριστικά υπήρχαν περιπτώσεις όπου «τους κρατούμενους,
εκτός από τις τιμωρίες, τους στέλνουν να κάνουν και βαριές δουλειές ,
πολλές φορές άσκοπες. Τους βάζουν να μπουν σε βάλτους για να κόψουν
βούρλα, άλλα οι βάλτοι είναι γεμάτοι βδέλλες και σε λίγο από τα πόδια
τους αρχίζουν να τρέχουν από πολλά σημεία αιματα. Το αίμα δεν σταματάει
και οι κρατούμενοι σοφίζονται τους κόσμου τους τρόπους για να το
σταματήσουν».
Γίνονται αναφορές για προσπάθειες απόδρασης, οι οποίες μεταφράστηκαν σε
αρκετά χρόνια φυλάκισης, για σαδιστές επικεφαλής οι οποίοι τους
αντιμετώπιζαν ως «σαμποτέρ στο όραμα του σοσιαλισμού» και άλλες
κωμικοτραγικές ιστορίες. Και όλα αυτά με τα χρόνια να περνούν να
αλλάζουν στρατόπεδα και εργασίες (γεωργικές, διάνοιξη δρόμων,
αποστραγγιστικά, οικοδομικά κ.α.) χωρίς να υπάρχει φως στον ορίζοντα.
Η ελληνική πλευρά δεν επιθυμούσε να ανοίξει διάλογο με την Αλβανία – με
την οποία να μην ξεχνάμε ήταν σε εμπόλεμη κατάσταση και αμφισβητούσε την
εδαφική της υπόσταση – αλλά ταυτόχρονα φοβόταν να αγγίξει το θέμα άμεσα
αν δεν ξεκαθάριζε την «εθνικοφροσύνη» των συμπολιτών μας που
επέστρεφαν.
Το 1956 βρέθηκε τελικά μία φόρμουλα επαναπατρισμού με το σόφιμα ότι
εισήλθαν παράνομα στο έδαφος της Αλβανίας και ως τέτοιους οι Αλβανοί
τους απέλασαν.
Η επιστροφή Τον
Αύγουστο του 1956 η Ελλάδα θα στείλει στο λιμάνι του Δυρραχίου το πλοίο
«Αλιάκμων» να παραλάβει 217 αιχμαλώτους από ένα σύνολο που ξεπερνούσε
τους 500. Πρόκειται ουσιαστικά για την πρώτη φουρνιά που είχαν «λευκό
μητρώο πολιτικών φρονημάτων» και οι οποίοι μεταφέρθηκαν στον Πειραιά
στις 24 Αυγούστου 1956 από όπου και η κεντρική φωτογραφία με τους
απελευθερωθέντες αιχμάλωτους να φιλούν το ελληνικό έδαφος με το που
έδεσε το «Αλιάκμων».
Το επόμενο διάστημα υπήρξε απελευθέρωση και άλλων μικρότερων ομάδων. Τι
έγιναν όλοι αυτοί οι άνθρωποι μετά; Οργανώθηκαν σε ένα σύλλογο
επαναπατρισθέντων, "Η Ανάσταση" με σκοπό να τύχουν μίας χαμηλή
αποζημίωση ώστε να ξεκινήσουν ξανά την ζωή τους. Η μόνη βοήθεια που
έτυχαν ήταν 300 δραχμές από τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό και μία
...κουβέρτα από το Κράτος. Αντίστοιχα οι στρατιώτες που είχαν
αιχμαλωτισθεί απόζημίωθηκαν με 20 δραχμές και οι αξιωματικοί με 1.200.
"Ούτε μία ηθική επβράβευση για ορισμένους που δεινοπάθησαν, δεν
κατορθώθηκε... Η Πατρίδα φάνηκε πολύ φειδωλή. Έδωσε μόνο το δικαίωμα σε
όλους όσουν ήσαν άρρωστοι ή ανάπηροι να παρουσιαστούν σε Επιτροπές για
να νοσηλευτούν ή να συνταξιοδοτηθούν. Πράγμα βέβαια που έγινε. Στους
'υγιείς', για τα τόσα χρόνια, μόνο ο μισθός των δεκαπέντε ημερών από τον
επαναπατρισμό μέχρι την απόλυση. Τίποτ' άλλο".
Διαβάστε όλο το βιβλίο του Νικήτα Αγαπητίδη Το χρονικό μιας αιχμαλωσίας
Στίγμα 38 μοίρες 09 πρώτα Βόρειο, 25 μοίρες 17 πρώτα Ανατολικό.
Ψαροντουφεκάδικος
συνήθως προορισμός, για παράνομους, οι βράχοι Καλόγεροι, εκεί στη μέση
του Αιγαίου. Τους αγνάντευα κάθε φορά που άφηνα πίσω μου τον Καφηρέα
έχοντας την πλώρη στο Γρέγο. Άλλοτε πιο κοντά, όταν προορισμός ήταν η
Χίος, άλλοτε μακρύτερα, όταν προορισμός ήταν τα Ψαρρά. Πάντοτε όμως
έστρεφα το βλέμμα, προσπαθώντας να τους διακρίνω στον ορίζοντα. Τον ένα
διέκρινα, συνήθως, το «μεγάλο». Ο άλλος, ο μικρός, βραχάκι σωστό, ζούσε
ανέκαθεν στη σκιά του «μεγάλου»…
Αυτή
τη φορά, όμως, οι Καλόγεροι δεν έμειναν στους απωθημένους προορισμούς
μου. Σαλπάροντας απ’ το Λιθί με τον Κωνσταντάτο, όπου περάσαμε την
τελευταία μας νύχτα στη Χίο, με πορεία για τη Μαντηλού, πέσαμε σχεδόν
επάνω τους! Θάλασσα ακίνητη, ευκαιρία μοναδική, ακόμη και για να
περπατήσω στο ολισθηρό μονοπάτι του «μεγάλου» Καλόγερου…
Θα
δώσω όμως τη σκυτάλη στον καλό μου φίλο Γιώργο Μισετζή απ’ τη Χίο, για
να σας ταξιδεύσει αυτός πίσω στο απίστευτο παρελθόν αυτών των μοναχικών
βράχων του Αιγαίου. Και είναι πράγματι εκπληκτικό. Αν ένας τόσο δα
μικρός βράχος έχει τόσα να πει, πόσα άραγε έχουν να εξιστορήσουν τα
εκατοντάδες νησιά και μικρονήσια αυτού του Αρχιπελάγους;
Ο μεγάλος Καλόγερος όπως φαίνεται πλησιάζοντας από Β.Α.
Οι κεντρικά… απόκεντροι «Καλόγεροι».
…δεν
θα κινούσε το ενδιαφέρον περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο, αν δεν
συνέβαινε η απότομη εξαφάνισή τους στα μέσα του 17ου αιώνα………
Αμέτρητες
είναι οι εικόνες που έχω κρατήσει στην ψυχή μου από τα μέρη πού έχω
επισκεφθεί, ταξιδεύοντας με το φουσκωτό όλα αυτά τα χρόνια, και αμέτρητα
είναι τα συναισθήματα που το κάθε μέρος από αυτά αποτύπωσε μέσα στην
ψυχή μου. Δύο πράγματα όμως με έχουν συγκλονίσει βαθιά, δύο εικόνες, που
όσα χρόνια και αν πέρασαν από τότε και όσες φορές αν επισκέφτηκα ξανά
(και ξανά) αυτά τα μέρη, δεν άλλαξαν. Ο χρόνος και η επανάληψη δεν
αλλοίωσαν ποτέ τα συναισθήματα αυτής, της πρώτης φοράς.
Ο Μεγάλος Καλόγερος, όπως τον αναπαρέστησαν οι ταξιδιώτες του παρελθόντος.
Εικόνες
που μόνο τα έμπειρα χέρια ενός ζωγράφου ή συγγραφέα – και σίγουρα όχι
εγώ – μπορούν κατά ένα ποσοστό να περιγράψουν και να μεταφέρουν προς
εσάς τη μαγεία τους. Πώς να περιγράψεις εκείνη τη γλύκα των χρωμάτων που
αντίκρισα στο παιγνίδι της δύσης, κάτω στο μακρινό Καστελόριζο,
μπαίνοντας για πρώτη φορά στο λιμάνι του, και το άλλο… εκείνη την
αφιλόξενη αγριάδα του απομονωμένου ξερόβραχου του Καλόγερου που μετά από
τις τόσες ιστορίες που είχα ακούσει γι’ αυτόν, κατόρθωσα και αντίκρισα
γύρω στο ’96 σε κάποιο ταξίδι μου προς την Εύβοια. Αυτή λοιπόν η
συγκλονιστική εικόνα του δεύτερου μ’ έκανε να γράψω δυο αράδες για τους
Καλόγερους τους «κεντρικά απόκεντρους» του Αιγαίου.
Σκαρφαλωμένος στα βράχια της νοτιοανατολικής πλευράς του Μεγάλου Καλόγερου.
Την
ονομασία «Καλόγερος» ή «Καλόγεροι» τη συναντάμε σε έξι διαφορετικά
σημεία στις Ελληνικές Θάλασσες. Οι ναυτικοί μας γενικά ονομάτιζαν έτσι
τους απομονωμένους βράχους. Σίγουρα όμως όλοι εσείς που ταξιδεύετε, θα
έχετε συναντήσει στη ρότα σας από το Κάβο Ντόρο με κατεύθυνση από και
προς την Χίο, τους πιο γνωστούς, τους «Καλόγερους» Άνδρου ή Ψαρρών. Δύο
μονήρεις βράχοι που βρίσκονται στο κέντρο του Αιγαίου από όπου δεν
διακρίνεται σχεδόν καμία στεριά.
Ξυλογραφία του B. Bordone.
Ο
«Μεγάλος Καλόγερος» με εμβαδόν 6 στρέμματα, ύψος 36,5 μέτρα και
συνολική ακτογραμμή 302 μέτρα, σημάδι των πλοίων που περνούσαν από την
μια μεριά του πελάγους στην άλλη.
Στα
1400 μέτρα Βορειοανατολικά του πρώτου βρίσκεται ο «Μικρός Καλόγερος» με
ύψος 1 μέτρο και αβαθή προς τον Νοτιά σε απόσταση 100 μέτρων. Ανατολικά
τους βρίσκεται η Χίος στα 27 μίλια, νοτιοδυτικά, η Άνδρος στα 23,
δυτικά, το Κάβο ντ’ Όρο στα 33, στο βοριά, η Σκύρος στα 46 και τέλος
βορειοανατολικά τους βρίσκονται τα Αντίψαρρα στα 24 μίλια.
Είναι
ηφαιστειογενείς και κατά καιρούς χρησιμοποιήθηκαν ως σκοπόσημο από
διάφορους στόλους, γι’ αυτό και σήμερα υπάρχουν πάνω τους πολλά
θραύσματα από οβίδες. «Κατά την απογραφή πληθυσμού της 16ης Οκτωβρίου
1940 φέρεται να κατοικείται από 6 κατοίκους», σημειώνει στα νησιολόγιά
του ο Γ. Κ. Γιαγκάκης, «άνδρες, μάλλον του Πολεμικού Ναυτικού που
επιτηρούσαν το Θαλάσσιο χώρο εν όψει Ιταλικής επίθεσης».
Χαλκογραφία Piacenza.
To
1920 φωτίστηκε ο Μεγάλος Καλόγερος με αυτόματο φάρο που βοήθησε πολύ
τους παραπλέοντες, εξ αιτίας της επικινδυνότητας των βράχων. Η
προσέγγιση τους δύσκολη, σχεδόν με όλους τους καιρούς. Το σκάφος με
κανένα τρόπο δεν μπορείς να το φουντάρεις με ασφάλεια. Το νησί
περιτριγυρίζεται από πολύ απότομα νερά, με βάθη που ξεπερνούν τα 70
μέτρα ακόμα και δίπλα στα βράχια. Μια σειρά από αβαθή (ξέρες) που
εκτείνονται προς τα νοτιοανατολικά, νομίζεις ότι ξεφυτρώνουν από το
πουθενά και δίπλα τους το βάθος είναι μεγάλο. Είναι πολύ επικίνδυνες
κατά τον περίπλου, γιατί σχεδόν πάντα υπάρχουν ισχυρά ρεύματα που
μπορούν να σε ρίξουν πάνω τους.
Το
μοναδικό μέρος, όπου κατά κάποιον τρόπο μπορείς να αγκυροβολήσεις,
βρίσκεται στα Νότια του νησιού, αλλά και εκεί με μεγάλη προσοχή, ακόμη
και με άπνοια, γιατί τα διερχόμενα πλοία δημιουργούν απόνερα. Το
ασφαλέστερο είναι να μείνει κάποιος μέσα στο σκάφος για να το προσέχει.
Η ανάβαση στο ψηλότερο σημείο με τις ετοιμόρροπες σκάλες εγκυμονεί κινδύνους.
Η
ανάβαση στο νησί δεν είναι εύκολη υπόθεση. Υπάρχουν διάφορα πατήματα –
σκαλοπάτια που έχουν σμιλευτεί στους βράχους από παλιά αλλά λόγω του
νερού, του αέρα και της σύστασης των πετρωμάτων έχουν σχεδόν
εξαφανιστεί. Οι βράχοι θρυμματίζονται εύκολα και γλιστράνε. Εάν το λέει η
καρδιά σας για μια τέτοια αναρρίχηση, μετά από δέκα-δεκαπέντε λεπτά
βρίσκεστε στην κορυφή του βράχου. Το «μονοπάτι» βρίσκεται στα ανατολικά.
Κατά την αναρρίχηση περνάς δίπλα από κάποια μισογκρεμισμένα κτίσματα
που πρέπει να ήταν αποθήκες νερού (δεξαμενές) και πυρομαχικών. Ο τόπος
είναι διάσπαρτος από βλήματα και σφαίρες, απομεινάρια των δύο μεγάλων
πολέμων, που έχουν μείνει μέσα στις σχισμές των βράχων και με την πάροδο
του χρόνου έγιναν ένα με αυτούς και την ιστορία τους.
Οι κατεστραμένες πλέον δεξαμενές νερού.
Στην
κορυφή υπάρχει ο σιδερένιος φάρος, που είναι τοποθετημένος πάνω στη
βάση του παλιού πέτρινου, και δίπλα του βρίσκεται ένα ερειπωμένο κτίσμα,
μάλλον νεότερο στρατιωτικό φυλάκιο.
Αγναντεύοντας
από εκεί, οι εντυπώσεις είναι μοναδικές. Ο κύκλος του ορίζοντα σε όλο
το φάσμα του! Η απόλυτη ένωση ουρανού και θάλασσας σε όλο το μεγαλείο
της! Το συναίσθημα ότι είσαι στη μέση του Αιγαίου, ατενίζοντας το
γαλάζιο, χωρίς καμιά στεριά να το διακόπτει, είναι συγκλονιστικό. Αυτή
λοιπόν η συγκλονιστική μαγεία της κεντρικής τους απομόνωσης μ’ έκανε και
έψαξα την ιστορία τους λίγο παραπέρα, από βιβλία που βρήκα ως επί το
πλείστον στην κορυφαία Δημοτική βιβλιοθήκη της Χίου. Σας παραθέτω λοιπόν
την κεντρική ιδέα από τις πολύ ενδιαφέρουσες γνώσεις που αποκόμισα από
εκεί, βάζοντας τες σε μία χρονική σειρά :
Παλιό κτίσμα στην κορυφή του Μεγάλου Καλόγερου.
Οι
Καλόγεροι κίνησαν το ενδιαφέρον πολλών γεωγράφων, περιηγητών και
ταξιδιωτών από τα παλιά χρόνια. Για τον Πλίνιο τον πρεσβύτερο ο Μεγάλος
Καλόγερος φαίνεται να είναι ο σκόπελος ή η νήσος Αίξ, από την οποία πήρε
και το όνομα του το Αιγαίο. Ο πρώτος από τους νεότερους γεωγράφους και
ταξιδευτές που έγραψαν για τον Καλόγερο ήταν ο Φλωρεντιανός ιερέας
Cristoforo Buondelmonti το 1420.
Το
νησί, στους χάρτες του 16ου και 17ου αιώνα, σημειώνεται στα βόρεια του
στενού της Τήνου και στη μέση της διαδρομής προς τη Χίο. Επάνω σ’ αυτή
την αποκλεισμένη από παντού βραχώδη κορυφή χτίστηκε ένα μοναστήρι σαν τα
ερημητήρια των τελευταίων αιώνων του Βυζαντίου. Φαίνεται ότι αυτή η
μονή υπάρχει από τον 15ο αιώνα, αφού την συναντά ο Bartolomeo dalli
Sonetti και την περιλαμβάνει στις εικόνες του Isolario του 1485. Από
τότε σχεδόν όλοι οι χαρτογράφοι που αποτυπώνουν το Αρχιπέλαγος
μνημονεύουν τον Καλόγερο αλλά και το παράξενο σχήμα του.
Κοντινό πλάνο των ερειπίων που έχουν απομείνει στο Μεγάλο Καλόγερο.
Ο
ξεχασμένος αυτός ξερόβραχος και το μοναστήρι που ήταν χτισμένο πάνω του
δεν θα κινούσε το ενδιαφέρον περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο, αν δεν
συνέβαινε η απότομη εξαφάνισή του στα μέσα του 17ου αιώνα και αν δεν
είχε αποχτήσει τους προηγούμενους αιώνες μια θέση στα ιζολάρια και τους
πορτολάνους ανάλογη με τα άλλα μεγάλα νησιά του Αιγαίου.(βλ.Mercator,
G., Atlas sive Cosmographicae Meditationes 1950 και Boschini, M.,
L’Arcipelago con tutte le Isole, Venezia 1658.) Από αυτές τις
απεικονίσεις προκύπτει ότι ήταν ένας πολύ απότομος βράχος
περιτριγυρισμένος από αμέτρητες ξέρες.
Ο Μεγάλος Καλόγερος σε γκραβούρα της εποχής.
Στα
νότια του νησιού υπήρχε ένα μικρό πλάτωμα δίπλα στη θάλασσα με κάποια
κτίσματα, αλλά και ολόκληρο το νησί είχε πολύ απόκρημνες ακτές που
απέκλειαν την αναρρίχηση. Ήταν αρκετά ψηλό και στην κορυφή του
σχηματιζόταν ένα οροπέδιο όπου επάνω του κτίστηκε το μοναστήρι αλλά και
κάποια σπίτια. Σε όλες τις απεικονίσεις των Καλόγερων φαίνονται αρκετά
κτίρια και καλλιέργειες δίπλα τους. Μάλιστα στην χαλκογραφία του
Piancenza του 1688 έχουν σχεδιαστεί και οχυρώσεις με ένα στρογγυλό
πύργο, και διακρίνονται κτίσματα σε δύο γειτονικά προς τον νοτιά νησάκια
με τα ονόματα: «Chirana» και «Lesindra».
Πίσω από τον Μεγάλο Καλόγερο διακρίνονται οι ακτές της Άνδρου.
Το
χαρακτηριστικό που είχαν όλες οι απεικονίσεις ήταν ένας μεγάλος γερανός
στα ανατολικά κάτω από έναν εξώστη, όπου αλλού απεικονίζεται ξύλινος
και αλλού σαν φυσική προεξοχή του βράχου.
Ο
γερανός ανεβοκατέβαζε μια βάρκα και αυτός πρέπει απ’ ότι φαίνεται να
ήταν ο τρόπος που οι κάτοικοι του νησιού επικοινωνούσαν με τα περαστικά
πλοία αλλά και τα γύρω νησιά, κάτι σαν τα Μετέωρα δηλαδή μέσα στο
πέλαγος.Από τη στιγμή λοιπόν που σηκωνόταν αυτός ο γερανός – ο μόνος
τρόπος επικοινωνίας τους – το φυσικό οχυρό του Καλόγερου ήταν απόρθητο.
Το
σημαντικότερο πράγμα που φαίνεται από τις περιγραφές για το νησί είναι η
συγκέντρωση αγαθών στο μοναστήρι από τους ναυτικούς εμπόρους του
Αιγαίου. Είτε γίνονταν αγοραπωλησίες, που εκείνη την περίοδο ταυτίζονταν
με την πειρατεία, είτε κάποιοι έδιναν στο μοναστήρι πολύτιμα αγαθά προς
φύλαξη, το βέβαιο είναι ότι ο Καλόγερος είχε μαζέψει εκείνη την εποχή
πολλά πλούτη από την «νόμιμη» ή «παράνομη» ναυτιλία. Εκείνη την εποχή
πάντως ήταν συνηθισμένα και τα δύο, και η φύλαξη της περιουσίας των
χριστιανών αλλά και η εκποίηση εμπορευμάτων από τα μοναστήρια.
Άλλη μια γκραβούρα που αναπαριστά το Μεγάλο Καλόγερο.
Το
1688 επίσης η ίδια εικόνα του απόκρημνου νησιού με τον γερανό και το
μοναστήρι σχεδιάσθηκε από τον Francesco Piacenza και αργότερα από τον
Vicenzo Maria Corenelli, με πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια από τους
προγενέστερούς του, και το βιβλίο του δημοσιεύθηκε το 1696 στην Βενετία.
Το
1687 ο άγγλος Bernard Randolph στο βιβλίο του «Τhe Present State of the
Islands in the Archipelago», Oxford 1687, γράφει ότι περνώντας από τη
Σμύρνη άκουσε για μια κατοικημένη νησίδα, τον Καλόγερο ανάμεσα στην
Άνδρο και στη Χίο και για μια περίεργη ανατίναξη, ότι το μεγαλύτερο
τμήμα του νησιού κατέρρευσε και ότι όλοι οι κάτοικοι σκοτώθηκαν, χωρίς
να αναφέρει τα αίτια αυτής της περίεργης ανατίναξης. Γράφει επίσης ότι :
«Άκουσα πολλούς εμπόρους της Σμύρνης να λένε ότι τα λεφτά και οι
σφραγίδες τους έχασαν την αξία τους όταν το νησί ανατινάχτηκε.
Κάποιος πρέπει να μείνει στο σκάφος για ασφάλεια.
Πολλά
βράχια τινάχτηκαν μέχρι την Τήνο και την Άνδρο! Ένα πολύ μικρό μέρος
του νησιού υπάρχει σήμερα». Σημειωτέων ότι ο άγγλος περιηγητής, στις
περιγραφές των άλλων νησιών, είναι ιδιαίτερα ακριβής στις πληροφορίες
του. Δεν αναφέρει καθόλου την ύπαρξη μοναστηριού, αν και η εικόνα που
φιλοτεχνεί την ίδια εποχή ο Corenelli το δείχνει καθαρά. Άλλωστε ίσως τα
λόγια του να επιβεβαιώνονται από τον γάλο περιηγητή Andre Thevet, ο
οποίος υποστηρίζει ότι ο Βυζαντινός χρονογράφος του 12ου αιώνα Ζωναράς
έζησε πέντε χρόνια στον Καλόγερο της Άνδρου και ότι υπήρχε μοναστήρι
εκεί. Το οικονομικό στοιχείο που αναφέρει δείχνει την συσσώρευση πλούτου
στον Καλόγερο.
Μόνο κάποια ψυχή σαν κι’ αυτή μπορεί ακόμη να κτυπάει στο Μεγάλο Καλόγερο…
Τέλος
οι Καλόγεροι προσείλκυσαν το εικαστικό ενδιαφέρον του Sir Francis
Beauford, γνωστού σε όλους από την επίσης γνωστή κλίμακα μέτρησης των
ανέμων, που τους σχεδίασε το 1812 και μπορούμε να δούμε το σχέδιο του
δημοσιευμένο το 1819 από το Αγγλικό Ναυαρχείο. Αυτά έχουν αφήσει πίσω
τους οι άνθρωποι που κατά καιρούς έγραψαν την ιστορία για τους βράχους
στο κέντρο του Αρχιπελάγους.
Μύθος
ή πραγματικότητα; Καμμιά σημασία δεν έχει. Εξ άλλου και τα δύο
βρίσκονται θαμμένα στην άβυσσο, στο κέντρο του Αιγαίου, και ποτέ
(μάλλον) δεν θα τα δούμε. Αν λοιπόν τους συναντήσετε στη ρότα σας, σε
κάποιο από τα ταξίδια σας, και αν σας το επιτρέψει ο καιρός,
παραπλεύσετε γύρω τους, αξίζει τον κόπο. Η εικόνα τους θα σας
ανταμείψει.
Δυστυχώς,
ο άλλοτε «φίλος» μου Νίκος Κολούμπας, για να με «τιμωρήσει» επειδή
ξεσκέπασα τις ιντριγκαδόρικες μεθοδεύσεις του στο forum όπου
συμμετείχαμε, διέγραψε κι’ αυτό το βίντεο που είχε ανεβάσει στον
λογαριασμό του στο YouTube επειδή εκείνη την εποχή δεν γνώριζα την τέχνη
του μοντάζ και δεν είχα δικό μου λογαριασμό στο YouTube. Για την
διαγραφή του συγκεκριμένου βίντεο στις βραχονησίδες Καλόγερους με
ενημέρωσε ένας αναγνώστης μου. Σκοπός μου τώρα είναι να βρω το πρωτότυπο
υλικό, να το μοντάρω και να το ξανανεβάσω στο YouTube.
Το πρωτότυπο υλικό τελικώς εντοπίστηκε, έγινε το μοντάζ και το βίντεο ανέβηκε και πάλι στο YouTube. Δείτε το.
Σημείωση
: Το ταξιδιωτικό αυτό του Γιώργου Μισετζή, διαφορετικά στημένο,
δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Φουσκωτό» τον Ιανουάριο του 2006.
Αυτός ήταν υποτακτικός! Βλέπεις; Δέν είπε, «έ, Γέροντα, τά βατράχια θά πάω νά πώ εγώ;» Όχι υπακοή.
– Ακούστε εδώ, βατράχια, είπε ο Γέροντας νά σταματήσετε τώρα, γιατί θέλουμε νά διαβάσουμε εμείς τήν ακολουθία.
Μίλησε τό βατράχι εκεί! Λέει:
– Πές τού Γέροντα, τώρα τελειώνουμε κι εμείς τήν δοξολογία τού Θεού καί θά πάμε κι εμείς νά ξεκουραστούμε.
Καί τά βατράχια υμνολογούν τό Θεό! Όλη η φύση, νά πούμε, υμνολογεί,
δοξολογεί τόν Θεό, καί κατά τήν καθαρότητά μας ακούμε κι εμείς αυτήν τή
μυστική δοξολογία, τή μυστική, τήν άφωνο υμνολογία πού κάνουνε καί οι
πέτρες ακόμη. Αυτό πώς τό λένε, κάτι στίχους πού έχει η μεγάλη
δοξολογία, δέν ξέρω πώς τά λένε, γιατί εγώ έχω χρόνια νά πάω πάνω στήν
ακολουθία.
Μοναχοί: Πύρ, χάλαζα, χιών, πνεύμα καταιγίδος…
Γέροντας: Πύρ, χάλαζα, πύρ καταιγίδος κτλ., όλα, τότε αρχίζει η μεγάλη
δοξολογία. Βλέπετε; Καί τά όρη καί τά βουνά καί τά δέντρα καί η θάλασσα
καί τά ψάρια, όλα υμνολογούν τόν Θεό. Αλλά εμείς, επειδή έχουμε
αμαυρώσει, δηλαδή, τό νοερόν τής ψυχής μας, γι? αυτό λίγο τό
καταλαμβάνουμε, λίγο.
Όσο καθαρίζεσαι μέσα σου, τόσο καί περισσότερο λαμβάνεις έναν φωτισμό,
λαμβάνεις μίαν αίσθηση ότι κανένα κτίσμα τού Θεού δέν μένει αργό, αλλά
όλα δοξολογούν τόν Θεό. Καί η μύγα καί τό κουνούπι, καί τό βόδι καί τό
ζώο, όλα δοξολογούν τόν Θεό.
Όταν καθαριστείς μέσα σου, θά τήν δείς αυτήν τή μυστική δοξολογία τού
Θεού. Όσο καθαρίζεσαι μέσα σου, θά τό δείς καί λές: Ταλαίπωρε άνθρωπε,
εσύ μόνο δέν δοξολογείς τόν Θεό. Όλα δοξολογούν τόν Θεό!
Ένα διαφορετικό εστιατόριο στο οποίο εργάζονται αποκλειστικά άτομα
με κάθε είδους αναπηρία λειτουργεί τις τελευταίες δύο εβδομάδες στον
Βόλο, δίνοντας ελπίδα σε πολλούς ανθρώπους με ξεχωριστές ικανότητες και
ταυτόχρονα την ευκαιρία σε πολλούς περισσότερους να διαπιστώσουν
τρώγοντας ή πίνοντας τον καφέ τους ότι όλοι οι άνθρωποι πρέπει να
αντιμετωπίζονται ισότιμα.
Πριν από 1,5 χρόνο ο Διονύσης-Νεκτάριος Δαλούκας, βλέποντας πολλά
άτομα με αναπηρία στην πόλη του Βόλου να μην έχουν ευκαιρίες για
εργασιακή απασχόληση, σκέφτηκε ότι θα ήταν μία πολύ καλή ιδέα, να
δημιουργηθεί ένας ειδικά διαμορφωμένος χώρος όπου θα εργάζονται άτομα με
ειδικές ανάγκες.
Μόλις έγινε γνωστή η ιδέα, η ανταπόκριση του κόσμου ήταν χλιαρή και
οι αντιδράσεις «μουδιασμένες». Σιγά σιγά όμως, ο κόσμος άρχισε να
ξεπερνά προκαταλήψεις του παρελθόντος και βοήθησε ο καθένας με τον τρόπο
του στην υλοποίηση αυτού του εγχειρήματος.
«Έχω μεγαλώσει σε μία οικογένεια όπου υπήρχε άτομο με αναπηρία και
συγκεκριμένα με σύνδρομο Down. Και εγώ έχω 80% αναπηρία, καθώς πάσχω από
μία σπάνια ασθένεια στην καρδιά και από την ηλικία των 20 ετών
χρειάστηκε να βάλω απινιδωτή. Όλα αυτά βοήθησαν ώστε να έχω μία επιπλέον
ευαισθησία για αυτά τα άτομα και να μπορέσω να δημιουργήσω τις συνθήκες
ώστε κάποιοι από αυτούς να εργαστούν». Μουσικά δρώμενα Το καφέ-εστιατόριο θα φιλοξενεί διάφορες εκδηλώσεις, όπως
παρουσιάσεις βιβλίων, μουσικά δρώμενα, θα υπάρχει ψυχολογική υποστήριξη
για άτομα με αναπηρία αλλά και τους γονείς τους, μικρές ομάδες που θα
μαθαίνουν τη νοηματική κ.ά.
Στο μαγαζί, κάποιοι από τους πελάτες είναι άτομα με ειδικές ανάγκες,
και γι’ αυτό τον λόγο υπάρχει η δυνατότητα για οπτικοακουστικές
παραγγελίες, διατίθενται κατάλογος σε γραφή μπράιγ, ενώ υπάρχει και
ειδική σήμανση για τους πελάτες με προβλήματα όρασης, τόσο στην είσοδο
όσο και στις τουαλέτες.
Το μαγαζί, όπως εξηγεί ο κ. Δαλούκας, είναι μία Κοινωνική
Συνεταιριστική Επιχείρηση Ένταξης, απαρτίζεται από 7μελές διοικητικό
συμβούλιο στο οποίο έχουν ενταχθεί άτομα διαφορετικών ειδικοτήτων, ώστε
να μπορεί να συνεισφέρει ο καθένας από το πόστο του στις ανάγκες του
καφέ-εστιατορίου.
Πιο συγκεκριμένα, στο ΔΣ υπάρχουν ψυχολόγοι – ψυχοθεραπευτές,
φαρμακοποιός, υπεύθυνοι για την επικοινωνία, τη μηχανογράφηση και τα
λογιστικά. Όσον αφορά στη χρηματοδότηση, ο εμπνευστής της ιδέας Διονύσης
– Νεκτάριος Δαλούκας αναφέρει ότι έγινε από τις τσέπες τους αλλά και με
τη συνδρομή κάποιων ιδιωτών και εταιρειών, οι οποίοι βοήθησαν είτε
προσφέροντας κάποια χρήματα είτε παρέχοντας υλικά και προϊόντα για το
στήσιμο του μαγαζιού.
Στο καφέ-εστιατόριο εργάζονται αυτή τη στιγμή 14 άτομα με διάφορες μορφές αναπηρίας.
Σε αυτές τις δύο πρώτες εβδομάδες, ο κ. Δαλούκας το πρώτο πράγμα που
διαπίστωσε και για το οποίο ήταν σίγουρος από πριν είναι ότι όλοι αυτοί
οι άνθρωποι, ανεξάρτητα από το είδος και τον βαθμό της αναπηρίας,
μπορούν να είναι παραγωγικοί, ισάξιοι και ισότιμοι με τον οποιονδήποτε
εργαζόμενο.
Το ΔΣ της Κοινωνικής Συνεταιριστικής Επιχείρησης αποτελείται από τον
εμπνευστή της ιδέας, πρόεδρο, διευθύνοντα σύμβολο Διονύση – Νεκτάριο
Δαλούκα, την αντιπρόεδρο Φαίδρα Παπαναστασίου, τη γραμματέα Άρτεμη
Κεχαγιά, την ταμία Τιμόκλεια Γαλανού και τα τακτικά μέλη Χρυσάνθη
Μουταφίδου, Ελένη Δαλούκα και Ναταλία – Ελένη Βαλαμουτοπούλου.
ΜΙΛΟΥΝ ΔΥΟ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ Προσφέρουμε, είμαστε χρήσιμοι και ισότιμοι Από 14 ξεχωριστούς ανθρώπους που αντιμετωπίζουν διαφορετικού
τύπου αναπηρία αποτελείται η ομάδα των εργαζομένων στο La Petite Cantine
Project που βρίσκεται στο κέντρο του Βόλου.
Οι περισσότεροι εργαζόμενοι δεν είχαν ξαναδουλέψει στο παρελθόν,
καθώς, όπως τόνισαν αρκετές επιχειρήσεις έχουν μία προκατάληψη απέναντι
σε άτομα με ειδικές ανάγκες, καθώς πιστεύουν ότι δεν μπορούν να είναι το
ίδιο παραγωγικοί με τους άλλους εργαζόμενους.
Η Βάγια Αλεξάνογλου γεννήθηκε στην Καρδίτσα και μεγάλωσε στον Βόλο.
Αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα στα μάτια, το οποίο όμως δεν την εμποδίζει να
ασκεί υποδειγματικά τα καθήκοντά της ως σερβιτόρα.
«Παρά τις όποιες δυσκολίες δεν τα παρατάω. Προσπαθώ κάθε μέρα να δίνω
τον καλύτερο εαυτό μου», για να προσθέσει ότι είναι πολύ σημαντικό για
ανθρώπους που έχουν κάποιου είδους αναπηρία να μπορούν να εργάζονται, να
προσφέρουν και να νιώθουν χρήσιμοι και πρωτίστως ισότιμοι. «Θεωρώ
εξαιρετική όλη αυτή την προσπάθεια γιατί νιώθουμε ότι έχουμε ίσες
ευκαιρίες». Η Βάγια Αλεξάνογλου μέχρι και πριν από δύο εβδομάδες που
άνοιξε το μαγαζί στον Βόλο ήταν άνεργη. «Υπάρχει μία προκατάληψη. Για
παράδειγμα, άτομα με αναπηρία πολύ δύσκολα τα δέχονται για δουλειά σε
μία καφετέρια. Δεν τα εμπιστεύονται. Αντίθετα με ό,τι έγινε στον Βόλο.
Ήταν η ευκαιρία για κάποιους ανθρώπους να εργαστούν».
Αναφερόμενη στη συνεργασία με τα υπόλοιπα παιδιά, τόνισε ότι «φερόμαστε σαν να είμαστε αδέλφια και έχουμε δεθεί πολύ».
Ο Γεώργιος Κορίνθιος, από την πλευρά του, εργάζεται στο La Petite
Cantine Project ως σερβιτόρος και οι εντυπώσεις που έχει αποκομίσει
μέχρι στιγμής είναι εξαιρετικές. «Μπορεί μέχρι πριν από λίγες ημέρες να
μην είχα καμία σχέση με το συγκεκριμένο επάγγελμα, όμως μαθαίνω και κάνω
ό,τι μπορώ για να εξυπηρετήσω καλύτερα τους πελάτες του μαγαζιού.
Θέλουμε όλοι οι υπάλληλοι να αποδείξουμε ότι δεν υστερούμε σε κάτι».
Μιλώντας για τους συναδέλφους του, είπε ότι είναι όλοι τους εξαιρετικοί
σε αυτό που κάνουν και ότι ο ένας συμπληρώνει τον άλλο. Ηλικίες
Η πλειονότητα των 14 εργαζομένων είναι μέχρι 32 ετών, με εξαίρεση τον Γιώργο ο οποίος μπήκε στην 5η δεκαετία της ζωής του.
Αξίζει να επισημανθεί ότι οι εργαζόμενοι έχουν ένα επιπλέον κίνητρο
προκειμένου να πάει καλά η Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση, καθώς
ένα μεγάλο μέρος από τα έσοδά της θα διατίθεται σε δωρεές σε ιδρύματα
και οργανισμούς που έχουν ανάγκη. Ήδη πάντως, ως μία ελάχιστη βοήθεια,
το φαγητό που περισσεύει καθημερινά δίνεται σε άπορες οικογένειες.
www.neashmera.gr
ΚΑΛΕΣΜΕΝΟΣ: Νίκος Αργυρόπουλος Πρόεδρος '' Βετεράνων Κύπρου 1974'' και ''Εθνικής Εταιρείας''
ΣΧΟΛΙΑ: Ο Πρόεδρος των '' Βετεράνων Κύπρου 1974'' και της ''Εθνικής
Εταιρείας'' Νίκος Αργυρόπουλος σε μια συγκλονιστική συνέντευξη στον
Αχελώο μιλά για το πραγματικό Χρέος των Ελλήνων. Αποκαλύπτει τα σχέδια
και τους σκοπούς των επικυρίαρχων αλλά και ζητά από τον κάθε ένα μας
σήμερα να αναλογισθούμε την προσωπική μας ευθύνη έναντι των κινδύνων που
απειλούν άμεσα την Ελλάδα και των Ελληνισμό. Εξηγεί γιατί το μόνο Χρέος
μας σήμερα είναι να δώσουμε το δικό μας παρών στον υπέρ πάντων αγώνα,
όσο υπάρχει ακόμα καιρός.
Από το πρωί μέχρι το βράδυ, μέσα σε χώρους εργοστασίων, ανάμεσα σε
ρούχα και ραπτομηχανές, παιδιά εργάζονται σκληρά, ράβοντας ετικέτες για
τα ρούχα της Δύσης, παίρνοντας το ελάχιστο μεροκάματο. Αυτή είναι η ζωή
των παιδιών του Μπαγκλαντές, που δουλεύουν σκληρά για 0,28 ευρώ την
ημέρα.
Παρά τις βελτιωμένες προδιαγραφές ασφαλείας στα εργοστάσια, τα μη
κατοχυρωμένα κάτεργα δεν έχουν επιθεωρηθεί. Τα εργοστάσια κατασκευάζουν
κυρίως ρούχα για την τοπική και ινδική αγορά, αλλά και γνωστών διεθνών
ετικετών, μέσω υπεργολαβιών, κάτι που καθιστά δύσκολο για τις
επιχειρήσεις να γνωρίζουν από πού προέρχονται.
Ο φωτογράφος Κλαούντιο Μοντεσάνο Κασίγιας μέσα από τη δουλειά του
αποκαλύπτει τόσο τη συγκλονιστική έλλειψη ελέγχων ασφαλείας μέσα σε
μερικά άναρχα εργοστάσια όσο και τις εξαντλητικές ώρες που εργάζονται τα
παιδιά εκεί.
Ένα άτυπο εργοστάσιο περιλαμβάνει ένα δωμάτιο με 15 ραπτομηχανές,
συνήθως χωρίς εξόδους κινδύνου, σχέδια για πυρασφάλεια ή πυροσβεστήρες.
Τα παιδιά δεν έχουν χρόνο να πάνε στο σχολείο, καθώς είναι
επιφορτισμένα με εργασίες όπως κέντημα, βαφή υφασμάτων και καθαρισμό
μηχανημάτων.
«Μέσα στα εργοστάσια ενδύματος οι εργαζόμενοι δουλεύουν 6 στα 6 και
τις μισές ημέρες της εβδομάδας από την αυγή μέχρι το σούρουπο για τον
κατώτατο μισθό. Κοιμούνται μέσα σε αυτά ή νοικιάζουν δωμάτια δίπλα σε
αυτά», λέει ο φωτογράφος.
«Έρχονται από τα χωριά στις πόλεις αναζητώντας απασχόληση και ονειρεύονται μια καλύτερη ζωή», προσθέτει.
Σύμφωνα με τη UNICEF, υπάρχουν περίπου ένα εκατ. παιδιά ηλικίας 10-14, που δουλεύουν ως εργάτες στο Μπαγκλαντές.
Βγάζουν τα προς το ζην και γι’ αυτά δεν υπάρχει ζωή έξω από τη
δουλειά. Σε μια φωτογραφία του Κασίγιας φαίνεται ένα αγόρι να κάνει
μπάνιο μέσα στο εργοστάσιο, στο οποίο τρώει, πλένεται και κοιμάται.
Η βιομηχανία ενδυμάτων στο Μπαγκλαντές είναι η δεύτερη μεγαλύτερη σε
εξαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων, μετά την Κίνα και έχει ένα
αρνητικό ρεκόρ όσον αφορά την πυρασφάλεια.
Περισσότεροι από 1.100 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους σε εργοστάσιο έξω
από τη Ντάκα εξαιτίας πυρκαγιάς. Ηταν ένα από τα χειρότερα βιομηχανικά
ατυχήματα στη χώρα.
Η
πίστη είναι ένα πνευματικό στόμα. Όσο πιο ελεύθερα ανοίγει, τόσο
μεγαλύτερο είναι το ποτάμι απ’ όπου εισέρχονται σ’ αυτό θα θεία νάματα.
Άσε το στόμα αυτό ανοιχτό. Μην αφήνεις την αμφιβολία και την απιστία να
σφραγίσουν ερμητικά τα χείλη σου, γιατί τότε ο θησαυρός των ευλογιών του
Θεού θα είναι απρόσιτος σε σένα.